«Καθένας έχει την ηθική ευθύνη να αντιστέκεται σε άδικους νόμους» έλεγε μεταξύ άλλων ο Martin Luther King Jr., σε μία εποχή που το να είσαι έγχρωμος και να μάχεσαι για ανθρώπινα δικαιώματα στις ΗΠΑ ήθελε οπωσδήποτε πολύ θάρρος. Πάνω από μισό αιώνα μετά, η ιστορία των ΗΠΑ γνωρίζει μία από τις πιο μελανές στιγμές της: την προεδρία του Donald Trump.
Ο Michael Galinsky και η Suki Hawley, κινηματογραφώντας εδώ και χρόνια διάφορους τύπους διαδηλώσεων, οι οποίες αυξήθηκαν και πλήθυναν στην τελευταία προεκλογική περίοδο των ΗΠΑ, αποφάσισαν να συγκεντρώσουν όλο αυτό το υλικό. Και εγένετο το Working In Protest, ένα ντοκιμαντέρ γυρισμένο σε στυλ guerilla shooting το οποίο σε μικρά κεφάλαια καταγράφει τύπους διαδηλώσεων, από την Κου Κλουξ Κλαν μέχρι τις περσινές πορείες κατά και υπέρ του Τραμπ και επιδιώκει, χωρίς να παίρνει θέση, να αποδώσει απλά όσα συμβαίνουν ακριβώς όπως συμβαίνουν.
Η ταινία έχει ήδη προβληθεί σε ΗΠΑ, Νέα Ζηλανδία και Αυστραλία και πρόκειται να κάνει την ευρωπαϊκή της πρεμιέρα στη Θεσσαλονίκη την Τετάρτη 7 Μαρτίου στο πλαίσιο του 20ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Ο Michael Galinsky και η Suki Hawley μιλούν για τις εμπειρίες τους πίσω από την κάμερα και μπροστά από το πλήθος, την πολιτική κατάσταση των ΗΠΑ αλλά και τη σημασία της αντίστασης.
Ποιά ήταν η στιγμή που αποφασίσατε να κάνετε αυτό το κινηματογραφικό project; Suki Hawley: Στην πραγματικότητα, ξεκίνησε σαν μια προσπάθεια μοντάζ. Ο Michael κι εγώ είχαμε καταγράψει διαμαρτυρίες. Νιώθαμε ότι αυτοί οι άνθρωποι έπρεπε να τιμηθούν, ειδικά όσο τα μέσα ενημέρωσης αγνοούσαν τις πορείες διαμαρτυρίας όλο και περισσότερο. Ήταν σαν να μη συνέβαιναν καθόλου. Θέλαμε να τα κάνουμε να υπάρξουν έστω και λίγο. Όταν ξεκινήσαμε να βλέπουμε περισσότερες ομοιότητες στην άνοδο του Trump το 2016 με ιδέες που πιστεύαμε πως είχαν εκλείψει -με την ΚΚΚ να ξαναέρχεται στο προσκήνιο για παράδειγμα- σκεφτήκαμε την πιθανότητα μιας συλλογής από μικρά φιλμ που είχαμε φτιάξει για να δούμε που πηγαίνουμε ως χώρα. Η ταινία δεν προσπαθεί καθόλου να πει «την ιστορία της διαμαρτυρίας στις ΗΠΑ», αλλά είναι στιγμιότυπα από διαμαρτυρίες που συνέβαιναν κοντά μας, κυρίως γύρω από τη Νέα Υόρκη και αργότερα στο Chapel Hill στη Βόρεια Καρολίνα.
Michael Galinsky: Είχε να κάνει λιγότερο με απόφαση να ξεκινήσουμε μια κινηματογράφηση και περισσότερο με το να ξεκινήσουμε να ενώνουμε τη δουλειά που είχαμε κάνει. Λίγες μέρες αφού μετακομίσαμε στη Βόρεια Καρολίνα καταγράψαμε τη διαμαρτυρία για το Moral Monday του William Barber στο Raleigh. Μετακομίσαμε στη Βόρεια Καρολίνα απλά για να δουλέψουμε σε projects πάνω σε υλικό που είχαμε ήδη μαζέψει αλλά όσο οι εκλογές προχωρούσαν υπήρχε η αίσθηση μιας επείγουσας ανάγκης της καταγραφής ό,τι συνέβαινε, όπως οι προεκλογικές εκστρατείες του Bernie Sanders και του Trump αλλά και διαδηλώσεις διαμαρτυρίας, οπότε και το project πήρε μια κατεύθυνση. Όταν έγιναν οι εκλογές φάνηκε καθαρά που πήγαινε όλο αυτό και η ανάληψη προεδρίας ήταν μια καλή στιγμή για να κλείσουμε αυτό το κεφάλαιο.
Σε ποιές περιπτώσεις διαδηλώσεων τις οποίες κινηματογραφήσετε νιώσατε πιο φοβισμένοι ή ήταν οι πιο έντονες και γιατί; M.G.: Η πιο έντονη στιγμή ήταν στο Συνέδριο των Ρεπουμπλικανών στη Νέα Υόρκη το 2004. Δεν είχα δημοσιογραφικό πάσο και ακολουθούσα μία δημοσιογράφο, ενώ η αστυνομία έκανε μαζικές συλλήψεις διαδηλωτών. Χωρίς τη δημοσιογραφική προστασία, ένιωθα πως ίσως με έπιαναν ανά πάσα στιγμή. Το να είμαι με κάποια με ακουστικά και ραδιοφωνικό μικρόφωνο ενίσχυε το φόβο αναταραχής. Συχνά την έχανα και ο συνδυασμός χαοτικών θορύβων, αυθαίρετων αστυνομικών συλλήψεων και βίας μέσα από σπρωξίματα με έκανε ανήσυχο. Ακόμη ταράζομαι όταν βλέπω το υλικό.
Πώς αντιδρούσαν οι διαδηλωτές με την παρουσία σας; M.G.: Στις περισσότερες περιπτώσεις οι άνθρωποι το εκτιμούσαν. Κατά μία έννοια, αυτό επικυρώνει την προσπάθεια. Στην αστυνομία δεν άρεσε και τόσο. S.H.: H κάμερα ενισχύει την αίσθηση της κοινότητας σε μία διαδήλωση. Η αστυνομία γινόταν πολύ επιθετική και εξουσιαστική αλλά οι διαδηλωτές ένιωθαν ενωμένοι.
Ένας διαδηλωτής στο ντοκιμαντέρ λέει: «Πιστεύω πως είμαστε σκατά έτσι κι αλλιώς, αλλά αξίζει μια προσπάθεια». Πόσα πιστεύετε ότι μπορούν να αλλάξουν με μία διαδήλωση σήμερα; Έχετε παρατηρήσει αλλαγές μέσα στα χρόνια; S.H.: Έχουν υπάρξει στιγμές που τα πράγματα μοιάζουν να μπορούν να αλλάξουν. Η κατάληψη της Wall Street όχι μόνο έμοιαζε με σημείο καμπής, αλλά ήταν. Αυτή η φράση προέρχεται από εκεί κι ήταν από τις λίγες περιπτώσεις που δεν κινηματογράφησε ο Michael. Πήραμε το υλικό από άλλους κινηματογραφιστές. Ήταν πολύ συναισθηματική στιγμή. Πιστεύω πως όσα εκφράστηκαν εκεί ξεκάθαρα καθρεφτίζουν τις απόψεις που πυροδότησαν τους υποστηρικτές του Bernie Sanders και του Donald Trump. Υπάρχουν πολλές επικαλύψεις στους υποστηρικτές τους, ακόμη κι οι ίδιοι οι πολιτικοί είναι τόσο διαφορετικοί. Αν και η αντίσταση στις ΗΠΑ δεν είχε την επιρροή που είχε κάποτε, με την απαγόρευση εισόδου πολιτών των μουσουλμανικών χωρών από τον Trump τα πράγματα έχουν αλλάξει. Νιώθω μία πολιτική δέσμευση από την εκλογή του που δεν έχω ξανανιώσει στη ζωή μου. Ακόμη και το δυστύχημα στο σχολείο της Φλόριντα έχει δημιουργήσει ένα ταρακούνημα. Βιώνουμε την αρχή μίας πραγματικής αλλαγής, οι νέοι συνειδητοποιούν τη δύναμή τους και την αποτυχία των μεγαλύτερων.
Το γεγονός ότι διανύουμε μία απόλυτα ψηφιακή εποχή πιστεύετε πως επηρεάζει την προθυμία των ανθρώπων να διαδηλώσουν φυσικά; M.G.: Αυτό ισχύει με τα καλά και τα κακά του. Ένας από τους λόγους που ξεκινήσαμε όλο αυτό ήταν για να δημιουργήσουμε μία λιγότερο μεσολαβημένη ματιά στα γεγονότα για όσους δεν ήταν εκεί. Θέλαμε να διαβεβαιωθούμε ότι δεν κάνουμε προπαγάνδα, απλώς καταγράφαμε ό,τι συνέβαινε. Προσπαθήσαμε να βγάλουμε κάτι που θα κρατήσει στο χρόνο. Συγχρόνως, η δημοσιογραφία επικεντρώνεται τόσο στο να περάσει ένα καθαρό συνοπτικό μήνυμα που τείνει να απλοποιεί τα πράγματα σε βαθμό που μπορεί να είναι καταστροφικός. Προσπαθούμε με τη δουλειά μας να κάνουμε λιγότερο απαραίτητο το να είναι οι άνθρωποι φυσικά παρόντες και συγχρόνως, να έχουν μία λιγότερο διαμεσολαβημένη οπτική στα γεγονότα. Στην τελική, η αυξημένη αίσθηση γνώσης μπορεί να τους εμπνεύσει να δίνουν το παρόν συχνότερα.
S.H.: Πριν τον Trump, τα social media οπωσδήποτε παρεμπόδιζαν το ενδιαφέρον των ανθρώπων να διαδηλώσουν, τους έκαναν απαθείς και τους αποσυνέδεαν από πολιτικά πράγματα που τους επηρέαζαν. Αλλά όσο η πολιτική του Trump προκαλεί, οι πολίτες εμπλέκονται και θυμώνουν όλο και περισσότερο. Θέλαμε να κάνουμε κάτι σαν τον Wiseman και είναι ο πιο αυθεντικός τρόπος να αποκαλυφθεί η αλήθεια των καταστάσεων και το κοινό να νιώσει το συναισθηματικό ταξίδι του να είσαι εκεί. Είναι μία δημοσιογραφική προσέγγιση, προσπαθούμε να είμαστε όσο λιγότερο χειριστικοί γίνεται.
Στο ντοκιμαντέρ βλέπουμε κάποιες cameo εμφανίσεις του Michael Moore. Πώς βρίσκετε τη δουλειά του; Τον συναντήσατε προσωπικά στα γυρίσματα; S.H.: Ο Michael Moore συμπεριέλαβε τα ντοκιμαντέρ μας Battle for Brooklyn και Month One στο φεστιβάλ του. Εκτιμώ πολύ αυτό που κάνει. Ωστόσο, κατά μία έννοια, το Fahrenheit 9/11 ήταν ένα από τα λιγότερο επιτυχημένα ντοκιμαντέρ όλων των εποχών γιατί έβγαλε περισσότερα λεφτά από οποιοδήποτε. Πυροδοτούσε τους ανθρώπους που μισούσαν τον Bush αλλά ξεκάθαρα δεν άλλαξε τη νίκη του. Όταν οι πληροφορίες παρουσιάζονται με θυμό, τότε συγκινούν ακόμη λιγότερο αυτούς που αντιτίθενται σε αυτές. Η ελπίδα μας είναι πως η ταινία μας είναι πιο ανθρώπινη και ενδεχομένως, πιο προσιτή σε ανθρώπους που δεν σκέφτονται σαν εμάς.
Πολλές φορές στην ταινία βλέπουμε τους διαδηλωτές να χρησιμοποιούν το τραγούδι για εμψύχωση. Πόσο ισχυρή μπορεί να γίνει η μουσική στην αντίσταση; M.G.: Φοβερή παρατήρηση. Η μουσική είναι μέρος της τελετουργίας και σε πολλές περιπτώσεις πιο δυνατή από οτιδήποτε. Έχει να κάνει με την κοινότητα με έναν τελετουργικό τρόπο όπως στην εκκλησία. Δεν πιστεύουμε πως θα διαφωτιστούμε κάθε Κυριακή αλλά θεωρούμε τη διαδικασία απαραίτητη. Έτσι και στις διαδηλώσεις. Η μουσική είναι μεγάλο κεφάλαιο γιατί υπάρχει από την αρχή της ζωής μας. Τραγουδάμε στα παιδιά μας προσδοκώντας μία ασυνείδητη τελετουργία της σύνδεσης. Αυτή η διαδικασία ενσωμάτωσης της τελετουργίας μας ακολουθεί όλη μας τη ζωή.
Σε ένα σημείο της ταινίας ακούγεται η φράση «Η Αμερική μοιάζει με τον Trump». Νιώθετε πως η προεδρία του Trump καθρεφτίζει τον λαό των ΗΠΑ; M.G.: Ο Trump εκπροσωπεί μία μελανή στιγμή της κι όχι την Αμερική. Την άλλη όψη του νομίσματος του θυμού του Michael Moore. Είμαστε στο πικ της διαίρεσης ενός τρόπον τινά πολιτισμικού Ψυχρού Πολέμου. Υπάρχουν σπίθες βίας αλλά ως τώρα η οργή έχει να κάνει περισσότερο με την ενέργεια παρά με τη φυσική της έκφραση. Στην κατάληψη της Wall Street ήταν εμφανές ότι ο Sanders και ο Trump θα είχαν απήχηση σε μέρος του πληθυσμού. Δεν ήταν ένα κίνημα απόλυτα ενωμένο -αντιθέτως, ήταν ένα χωνευτήριο λαϊκισμού, ελευθερισμού και ακραίου φιλελευθερισμού. Ωστόσο ήταν ένα ανοικτό forum διαλόγου και η συζήτηση κατά βάση είχε νόημα. O Sanders και o Trump εκπροσωπούσαν αυτούς τους ανθρώπους, ο πρώτος με μία αίσθηση ελπίδας και ο δεύτερος με την οργή.
S.H.: Η εκλογή του Trump έχει δημιουργήσει την πραγματική ανάγκη στους Αμερικανούς που «δεν μοιάζουν με τον Trump» να δραστηριοποιηθούν. Το καζάνι έχει ξεχειλίσει, η πολωμένη προεδρία του Trump και οι επιθετικές ιδέες του κάνουν όσους διαφωνούν να δράσουν με έναν τρόπο που δεν το έχουν ξανακάνει.
Η αφρο-αμερικανική κοινότητα στην ταινία φαίνεται πολύ δυνατή στις απόψεις της και η συσπείρωσή τους δίνει την αίσθηση του «εμείς κατά όλων των άλλων». Πώς το ζήσατε εσείς από κοντά; MG: Κινηματογράφησα με έναν φίλο τους Black Panthers στο Wilmington της Βόρειας Καρολίνας. Η αστυνομία είχε πριν κατασχέσει τα νόμιμα όπλα τους επειδή στεκόντουσαν στα σκαλιά του δικαστηρίου. Ήταν σαν στημένο μιας και είχαν μεταφερθεί στην περιοχή από την αστυνομία που πίεσε το κοινοτικό κέντρο να μην τους επιτρέψει την είσοδο. Όσα έλεγαν έστεκαν και τους κινηματογραφήσαμε όσο πιο άμεσα μπορούσαμε. Με κάποιο τρόπο -επειδή δεν έμοιαζα με αυτούς- η κάμερα ήταν σαν ένα σημείο εστίασης και το συμβάν ίσως έγινε λίγο πιο παραστατικό. Στο τέλος εκτίμησαν τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάστηκαν οι θέσεις τους. Η κουβέντα τους για το τραύμα και πώς αυτό μεταφέρθηκε στις γενιές είναι απόλυτα ακριβής και για αυτό αντιστέκονται με έναν «εμείς εναντίον των άλλων» τρόπο.
O Slavoj Žižek έχει πει πως «Η θέληση για επαναστατική αλλαγή αναδύεται σαν ορμή του “Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς” αλλιώς είναι άχρηστη». Εσείς από την εμπειρία σας τι λέτε; M.G.: Αυτή είναι μία μεγάλη δήλωση και φτάνει πίσω στην ιδέα της αντίστασης ως τελετουργία. Η αντίσταση προέρχεται από, αλλά και δημιουργεί κοινότητες. Μοιάζει με τη θρησκευτική τελετουργία -θέληση για ελευθερία και ισορροπία.
S.H.: Οι θρησκευτικές τελετές έχουν σκοπό να φέρουν την ισορροπία στις κοινότητες έμπρακτα αλλά και πνευματικά. Όταν τα πράγματα βγαίνουν εκτός ελέγχου, διαμαρτυρόμαστε, όταν είναι εντελώς εκτός ελέγχου, επαναστατούμε.