Categories: ΜΟΥΣΙΚΗ

Η βρετανική jazz σκηνή στις δόξες της και ο αθηναϊκός κοσμοπολιτισμός στα καλύτερά του

Neil Cowley Trio – Touch and Flee

Η Βρετανική τζαζ σκηνή στις δόξες της.

Με 5 δίσκους στα 43 του χρόνια ο Neil Cowley έχει προκαλέσει αίσθηση στη τζαζ σκηνή. Από το 2006 που δημιούργησε το δικό του τρίο και έγραψε το Displaced και το Loud…Louder…Stop! το 2008 , μέχρι την τελευταία του δουλειά Touch and Flee που κυκλοφόρησε στα  τέλη του 2014, ισχυροποιεί συνεχώς τη θέση του σαν ένα από τα καλύτερα τζαζ σύνολα της βρετανικής σκηνής.

Όντας δεινός πιανίστας, συμμετείχε μεταξύ άλλων στα δύο εμπορικότατα άλμπουμ της Adele. Σίγουρα όμως ήταν πιο ευτυχής όταν δημιούργησε το δικό του γκρουπ κι έγινε ακόμη ευτυχέστερος όταν το 2006 με το Displaced κέρδισε καλές κριτικές και αναγνώριση ως το νέο ανερχόμενο αστέρι. Για το άλμπουμ αυτό κέρδισε το BBC Jazz Award και τη συμμετοχή του λίγο αργότερα στο εμβληματικό τηλεοπτικό σόου της Μεγάλης Βρετανίας Later…with Jools Holland.

Έχει μια αξιοζήλευτη και δυναμική εξέλιξη ως προς το μουσικό του στυλ, τον προσανατολισμό και την ποιότητα των συνθέσεών του. Έχοντας καλή κλασσική μουσική παιδεία, αφού από τα δέκα του έπαιζε άνετα και δημόσια το κονσέρτο για πιάνο του Shostakovich, πέρασε από ποπ-ροκ σχήματα, οδήγησε μέσα από τις ευκολίες μιας τζαζ-ποπ μανιέρας αλλά κατέληξε στους EST, τoν Keith Jarrett και τους σύγχρονους Ευρωπαίους μινιμαλιστές.

Έτσι έφτασε δηλαδή στο μικρό διαμάντι Τouch and Flee, στο οποίο μέσα από τις 9 δικές του συνθέσεις επαναπροσδιορίζει τη μουσική του ταυτότητα και τον δισκογραφικό του προσανατολισμό με τον καλύτερο και δημιουργικότερο τρόπο, φθάνοντας σε ένα εντυπωσιακό αποτέλεσμα. Έναν ωραίο συνδυασμό της ασίγαστης ενέργειας που διακρίνει την πιανιστική και συνθετική του πλευρά με την βρετανική  groove αίσθηση που κουβαλάει, με τη βαθιά μελωδική του πλευρά που ξέρει καλά από τις ποπ καταβολές του και τις μίνιμαλ προσθήκες που έχει αναπτύξει στις τελευταίες του δουλειές, κλέβοντας γόνιμα τον Michael Nyman και ταυτόχρονα τον υπόκωφο σπαραγμό των σύγχρονων Σκανδιναβών.

Είναι ακριβώς η αιτία που ο Cowley σε μπερδεύει με το πρώτο άκουσμα, προκαλώντας αρχικά μια αμηχανία, αφού δεν ξέρεις αν θα πρέπει να τον πάρεις στα σοβαρά ή να τον προσπεράσεις με ένα συγκαταβατικό χαμόγελο. Στο τέλος όμως του δίσκου κάτι δεν σε αφήνει να τον…αφήσεις.

Τον ξανακούς λοιπόν και τότε ανακαλύπτεις ότι οι συνθέσεις μοιάζουν με μπουκέτο, στο οποίο η κάθε μια συμπληρώνει και βαθαίνει την άλλη και όλες μαζί δημιουργούν ένα ερεθιστικό σύνολο. «Winterloud», «Couch Slouch», «Sparkling», «Bryce», «Queen» είναι μερικές από τις κορυφαίες στιγμές του Τouch and Flee με αυτό το καλτ και μάλλον αντιπαθητικό εξώφυλλο. Σαφώς προτιμότερη η φωτογραφική πόζα των τριών μουσικών που μοιάζει να προειδοποιεί ότι έχουμε να κάνουμε με τρία αλλοπρόσαλα άτομα, με μια nerd και vintage αισθητική ταυτόχρονα που σε προκαλούν να τους ακούσεις, να τους προσέξεις και να γοητευτείς από τις παραξενιές τους.

 

Yiannis Kassetas New York Sessions presents East N Blues

Αφροαμερικάνικη παράδοση και κοσμοπολιτισμός μεταξύ Νέας Υόρκης και Αθήνας.

Στη νέα δισκογραφική του πρόταση ο Κασσέτας εμφανίζεται μουσικά πιο ώριμος και πιο ολοκληρωμένος χωρίς ωστόσο να εγκαταλείπει αυτό που από την  αρχή της διαδρομής του φάνηκε ότι αγαπάει να κάνει: Το φανκ και το μπλουζ. Ο Γιάννης Κασσέτας έχει τις μουσικές του ρίζες στην αφροαμερικάνικη παράδοση. Είναι εντυπωσιακό, αλλά η ευρωπαϊκή ματιά στον σύγχρονο αυτοσχεδιασμό είναι σαν μην υπάρχει καν. Αυτό δεν είναι ούτε καλό ούτε κακό. Το αναφέρω απλώς γιατί προσδιορίζει εύκολα και με σαφήνεια το μουσικό στυλ του συνθέτη σε αυτόν που ακόμα μπορεί να μην έχει ακούσει τη δουλειά του.

Εξηγεί δε καλύτερα και την πρωτιά που το East N Blues κατέκτησε στο τζαζόφιλο ελληνικό κοινό, αφού ό,τι προέρχεται από το μπλουζ και την μαύρη παράδοση έχει περισσότερη περασιά σε ευρύτερα στρώματα μουσικόφιλων. Είναι εύλογο για πολλούς ακόμη και σήμερα ως τζαζ να νοείται ό,τι προέρχεται από την αφροαμερικάνικη κατεύθυνση. Και εδώ που τα λέμε με την κυριολεξία του όρου, αυτό δεν είναι λάθος, αφού ο ευρωπαϊκός τρόπος έχει άλλα πιο σύνθετα και διαφορετικά χαρακτηριστικά. Αυτό δεν κάνει τη  μουσική καλύτερη ή χειρότερη, αλλά διαφορετικού στυλ.

Ο Κασσέτας έχει γερές μουσικές βάσεις αφού τελειώνοντας το μουσικό λύκειο της Παλλήνης, παρακολούθησε σαν υπότροφος, πρόγραμμα για νέους στο  Berklee της Βοστώνης κι αργότερα ξαναφοίτησε στο περίφημο κολέγιο που είναι κάτι σαν τη Μέκκα της τζαζ εκπαίδευσης και πήρε δίπλωμα στο σαξόφωνο. Από τον πρώτο του δίσκο, The Τrouth about the Allient Invasion in Egypt, έδειξε το μουσικό του προσανατολισμό προς τον συνδυασμό της Ανατολής με την Αφρική και τη Δύση. Η global ματιά του άλλωστε είναι αυτή που τον ξεχωρίζει και του δίνει την προσωπική και διακριτή θέση του στην ελληνική τζαζ σκηνή και ταυτόχρονα τον κάνει να κινείται σαν το ψάρι στο νερό όταν στα ταξίδια του στη Νέα Υόρκη μπορεί και συνεργάζεται άνετα και άψογα με τους μουσικούς της πρώτης και μεγαλύτερη τζαζ σκηνής του κόσμου. Όπως ακριβώς κάνει και τώρα, δηλαδή στο East Ν Blues.

Στη δουλειά αυτή είναι σαν να θέλει πραγματικά να κυριολεκτήσει φτιάχνοντας δώδεκα συνθέσεις που μιξάρουν με ενέργεια και δημιουργικότητα τα ανατολίτικα ακούσματα με το μπλουζ και το φανκ . Έννοιες όπως το Σύμπαν, ο Σαμάνος, η Αίγυπτος, η Άβυσσος κτλ ήταν και είναι στη κοσμοθεωρία του Γιάννη Κασσέτα και παραμένουν εμφανείς και στο σώμα της μουσικής του. Φυσικό λοιπόν να έχει φανατικούς οπαδούς και ένα διευρυμένο ακροατήριο.

Η ηχογράφηση του East Ν Blues έγινε στη Ν. Υόρκη με μια εξαιρετική και διεθνή μπάντα. Για την ιστορία λοιπόν, οι Yiannis Kassetas New York Sessions είναι εκτός από τον ίδιο στα σαξόφωνα, ο Ulysses Owens Jr , drums, o Adam Birnbaum, piano and Keyboards, Tattum Greenblatt , trumpet, και ο Απόστολος Σιδέρης μπάσο. Special guests o Miles Griffith τραγουδάει και έγραψε και τους στίχους του «Dive jazz» και ο Αντώνης Ανδρέου τρομπόνι σε τρία τρακ του δίσκου.

Δημήτρης Τρίκκας

Share
Published by
Δημήτρης Τρίκκας