«Art is everywhere». Ήταν η πρώτη φράση που άκουσα από το στόμα της Τζίνας Μαμιδάκη, φτάνοντας στο ξενοδοχείο της, Minos Beach Αrt Ηotel, στον Άγιο Νικόλαο, μια καταιγιστική ανοικτή γλυπτοθήκη, για την οποία δεν με είχε προετοίμασε κανένας, με έργα ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών να σου γνέφουν αναπάντεχα σχεδόν σε κάθε βήμα. Το ταξίδι είχε διπλό σκοπό: την απονομή του 3ου Βραβείου Tέχνης 2023 του Ιδρύματος Γεωργίου και Αριστέας Μαμιδάκη, που για πρώτη φορά έγινε διεθνές – με μια συμμετοχή από την Ιαπωνία απρόσμενη, καθώς αφομοιώνει και μετουσιώνει τη σοφία ενός μακραίωνου πολιτισμού- και την παρουσίαση των καρπών του παρθενικού προγράμματος Καλλιτεχνικής Έρευνας και Φιλοξενίας, με θέμα: «Φροντίδα: Οικονομίες Ευδαιμονίας», το οποίο τροφοδότησε μια γόνιμη εν εξελίξει πνευματική και ιδεολογική ανταλλαγή, με κοινωνικό πρόσημο.
Τις αμέσως επόμενες ημέρες, στον Άγιο Νικόλαο, διαπίστωσα ότι η φράση δεν είναι ένα μότο-καραμέλα επίδειξης εκ μέρους της πετυχημένης επιχειρηματία, που έχει συνομιλητή της τον Ανίς Καπούρ. Είναι τρόπος ζωής. Πίσω από κάθε τι υπάρχει τέχνη. Υπάρχει όμως και στρατηγική. Είναι σαφές ότι η Τζίνα Μαμιδάκη σχεδιάζει μεθοδικά να βάλει τον Άγιο Νικόλαο στον χάρτη της διεθνούς εικαστικής σκηνής, την ώρα που έχει ξεκινήσει το μεγαλόπνοο έργο της υπόσκαφης επέκτασης του τρίτου ξενοδοχειακού συμπλέγματός της, Candia Park Village, προκειμένου να φιλοξενηθεί ένα Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, στην κοιτίδα του Αγίου Νικολάου. Υπάρχει όντως όραμα σε βάθος χρόνου.
Το Λασίθι είναι το ένα τέταρτο ενός απαστράπτοντος, μεθυστικού πολιτισμικού μωσαϊκού, που αποτελεί το άθροισμα πολλών διαφορετικών κόσμων κι αντιθέσεων. Κρήτη, γαρ. Έχοντας τον Άγιο Νικόλαο κινητήριο δύναμη, ο νομός διαθέτει πραγματικά τα πάντα: τροπικές παραλίες, φοινικόδασος, μονές, αρχαιότητες, σπάνια χλωρίδα, τρομερή γαστρονομία, μοναδικά χωριά, ιστορία, θρύλους, μύθους, όπως ο αξέχαστος Νίκος Κούνδουρος και η γενιά του. Πλέον θα λέμε ότι διαθέτει και τον θεσμό του βραβείου Μαμιδάκη, πίσω από το οποίο βρίσκεται η ζωντανή κινητήριος δύναμη που όλα δείχνουν πως θέλει να κάνει στον χώρο των εικαστικών τεχνών τομή στην Κρήτη.
«Όλα τα έργα πρέπει να έχουν αναφορά. Τίποτα δεν γίνεται τυχαία ή αποσπασματικά. Ο προγραμματισμός είναι τετραετής, εδώ υπάρχει στρατηγική», εξηγούσε στις εγκαταστάσεις του Minos Beach Αrt Ηotel η νευρώδης Τζίνα Μαμιδάκη, έχοντας στα δεξιά της το γλυπτό του Κώστα Βαρώτσου, πίσω της το ελικοειδές έργο του Γιάννη Παρμακέλη και μπροστά της το απέραντο γαλάζιο. Γύρω μας, στον Sculpture Garden, βρίσκονταν διάσπαρτες συνθέσεις των Νίκου Αλεξίου, Γιώργου Λάππα, Νίκου Κεσσανλή, Magdalena Abakanowicz, Lynda Benglis, Cecilia Campos, Μαρίας Λοϊζίδου, Ρένας Παπασπύρου, Άγγελου Σκούρτη, Κώστα Τσόκλη…
Από τη συζήτηση που κάναμε φάνηκε πως έχει επίγνωση των σύγχρονων τάσεων και στην τέχνη και στην επιχειρηματικότητα, της έννοιας “heritage” και της έννοιας «νεότερο μνημείο» και μια ολωσδιόλου διαφορετική από την πεπατημένη αντίληψη για τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις.
Μετά την πανδημία, η έννοια της Φροντίδας (και της Ευδαιμονίας) την απασχόλησε πολύ. Έκρινε πως πρέπει να είναι αιχμή του δόρατος, την επόμενη ημέρα. «Μιλάμε για φροντίδα των οικείων, της οικογένειας, των ανθρώπων, που αγαπάμε αλλά και για την κοινότητα, τους ανθρώπους που είναι γύρω μας, το περιβάλλον…», εξήγησε την επιλογή της θεματικής και του βραβείου, και του νέου προγράμματος Residency (πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο 2022).
Φέτος, ο τρίτος κατά σειρά διαγωνισμός για το Βραβείο Μαμιδάκη, μετά την επιβληθείσα δίχρονη «σιωπή» του κορονοϊού, «άνοιξε» και έγινε διεθνής. Είχε 700 υποψηφιότητες. HΠΑ, Αυστραλία, Κορέα, Κίνα, αφρικανικές χώρες, ευρωπαϊκές, Βαλκάνια, Τουρκία, Μέση Ανατολή, Ιράν, Ιράκ, Ουκρανία, Iσραήλ κ.ά. Από την short list των 100 έργων, προέκυψε αυτή των 10. Στο τέλος, προκρίθηκαν 3 έργα.
Οι επιτοίχιες υποβληθείσες προτάσεις μεγάλων διαστάσεων ήταν, υποχρεωτικά, site-specific: σχεδιασμένες ώστε να αποτελούν μέρος ενός συγκεκριμένου περιβάλλοντος (ενός τεράστιου διαδρόμου) στο έτερο πεντάστερο ξενοδοχείο της στον Άγιο Νικόλαο, Minos Palace, που και για αυτό η επιχειρηματίας σχεδιάζει ολικό restart, με κυρίαρχο στοιχείο το νερό και τη διαρκή ροή του.
Τα υποβληθέντα έργα είχαν όλες τις τεχνικές και έγιναν με όλα μέσα. Ήταν ζωγραφική, γλυπτική, ηχητική και γλυπτική εγκατάσταση, μικτή τεχνική, χαρακτική, ψηφιακή τέχνη, φωτογραφική εκτύπωση, ink print, βίντεο και σχέδιο.
«Δώσαμε όσο το δυνατόν περισσότερη πληροφορία γινόταν στους καλλιτέχνες. Και περιμέναμε έτοιμες προτάσεις. Εν συνεχεία, γίνανε προσαρμογές. Έπρεπε να κατανοήσει ο καλλιτέχνης τον συγκεκριμένο χώρο», διευκρινίζει η Τζίνα Μαμιδάκη.
Είναι η πρώτη φορά στον θεσμό που απονεμήθηκαν τρία βραβεία. Στη Μάρω Φασουλή. Στον Αλέξανδρο Λάιο. Και στη γιαπωνέζα Ami Yamasaki, μια ιδιοσυγκρασιακή καλλιτέχνιδα που κουβαλάει τον μυστικισμό, την πνευματικότητα και την υπερβατικότητα του γιαπωνέζικου υποβάθρου της. (Το βραβείο για το 2022 δόθηκε στο έργο «Tender shell geophili» της Ιλεάνας Αρναούτου και της Ισμήνης Κινγκ. To 2019, το Βραβείο Τέχνης είχε απονεμηθεί στον εικαστικό καλλιτέχνη Θεόδωρο Ζαφειρόπουλο και στον αρχιτέκτονα Γιώργο Ρυμενίδη για το έργο τους «Come with the Wind»).
Και τα τρία βραβεία για το 2023 απονεμήθηκαν με ομόφωνη απόφαση της κριτική επιτροπής (Γιώργος Γυπαράκης, Αλεξανδρος Ψυχούλης, Γιώργος Ναυρίδης, Πόλινα Κοσμαδάκη. Σωτήρης Μπαχτσετζής) και θα αποτελέσουν μέρος της συλλογής του Ιδρύματος.
Για να μπορέσεις να τα δεις, καθώς εκτυλίσσονται σε τρεις αντίστοιχα διαδρόμους του ξενοδοχείου, σύμφωνα με τον Γυπαράκη, πρέπει να κινηθείς σαν να μετέχεις σε μια περιπατητική εμπειρία. Πράγματι.
Η Μάρω Φασουλή ξεκίνησε να δουλεύει το βραβευμένο έργο της εμπνευσμένη, μεταξύ άλλων, και από τοιχογραφίες του Λε Κορμπιζιέ, με πρώτη ύλη το νήμα, «στον αντίποδα», όπως ξεκαθαρίζει, του μοντέλου της παραδοσιακής υφάντρας, γιατί «είναι περιοριστικός. Σε περιπτώσεις λάθους, ξήλωνες όλο το υφαντό για να το βρεις και το διορθώσεις. Η διαδικασία ήταν τιμωρητική».
Η ίδια πολύ συνειδητά φτιάχνει κανόνα «με όσα η υφαντική απαγορεύει». Κατάφερε να φτιάξει μια ελλειμματική ανάγνωση. Τρύπες, περίεργες αυθάδεις φούντες ανατρέπουν βήμα βήμα την ανάγκη νοηματοδότησης μέσα από συμβολισμούς. «Δημιουργώ σταθμούς σε αυτά τα συνεχή 50 μέτρα, που καθένας μπορεί να διαβάσει διαφορετικά από τις τρεις εισόδους», αναφέρει η καλλιτέχνις, που ζητά την «επινόηση» εκ μέρους του θεατή της.
Η voice και visual artist Ami Yamasaki, η οποία ζωντανεύει, θαρρείς, μέρος του ζωικού βασιλείου με το λαρύγγι της, χάρη στη συνταρακτική αυτοσυγκέντρωσή της και τις φωνητικές δυνατότητές της, δούλεψε σαν το μυρμήγκι ατέλειωτες ώρες με πρώτη ύλη το εύθραυστο χαρτί. Επέλεξε 5 αποχρώσεις από τις 50 του λευκού. Ήθελε ο θεατής της να αντανακλάται μέσα από το έργο.
Ξεκίνησε να δουλεύει σε ένα (περικυκλωμένο από έναν αυτοκινητόδρομο, ένα σχολείο κι ένα αεροδρόμιο) πάρκο του Τόκιο, όπου κατέληγε όλος ο θόρυβος της μεγαλούπολης. «Θέλησα να αιχμαλωτίσω τον ήχο. Ο ήχος είναι η βασική μορφή αυτού του γλυπτού», εξηγεί αφοπλιστικά. Άπλωσε στο έδαφος του πάρκου το χαρτί-πρώτη ύλη και «σημάδευε» πάνω του τον ήχο που αφουγκραζόταν. «Ήθελα να βλέπουν αυτό το γλυπτό σαν ψυχολογικό σύννεφο, που αντανακλά κάτι από τη μνήμη και ιδέες», προσθέτει. Αυτό μπορούσε να επιτευχθεί μόνο μέσω της λευκότητας. «Έφτιαξα ένα κέλυφος του ήχου του Τόκιο και το έφερα εδώ». Τα φτερά που τελικά δημιούργησε, σε 60 χάρτινες συνθέσεις που αποτελούνται από 1000 διαφορετικά κομματάκια (άθλος!), αφομοίωσαν όμως και τον ήχο της Κρήτης.
Το έργο ολοκληρώνεται όταν η ίδια κινούμενη δίπλα του με τη φωνή της ζωντανεύει στη body vocal performance της το συμπληρωματικό ηχητικό πλαίσιο.
Ο Αλέξανδρος Λάιος θέλησε με το δικό του έργο να αιχμαλωτίσει το φως. Το φως είναι η πραγματική πρώτη ύλη της βραβευμένης δουλειάς του. Προσπάθησε να δουλέψει με τα τελευταία χρώματα στο ορατό φάσμα. Στον διάδρομο που κλήθηκε να το δημιουργήσει, έστησε μια εγκατάσταση στην οποία καρέ καρέ κινούμενος «αισθάνεσαι τον τρόπο που περνάει η μέρα».
Το υλικό του, τα εύπλαστα διάφανα φίλτρα φωτός του θεάτρου «αντέχουν στη θερμότητα και έχουν καλή σχέση με το φως: μπορούν να διαθλάσουν και να μεταβιβάσουν αλλιώς την πληροφορία». Το νέο στοιχείο ήταν ότι ενέταξε και τον αέρα για πρώτη φορά στο έργο του, αποζητώντας σταθερά τη συμμετοχή του θεατή.
Ακόμη μια πρωτιά του Ιδρύματος Μαμιδάκη, ο νέος θεσμός του residency. Το κάλεσμα απευθύνθηκε σε επιμελητές, ακτιβιστές, αρχιτέκτονες, ερευνητές, ποιητές, συγγραφείς, μεταφραστές, ακαδημαϊκούς. Στόχος ήταν η δημιουργία μιας «νέας πλατφόρμας για συλλογική μάθηση, συζήτηση και πειραματισμό». Οι δέκα ημέρες εντατικού, συλλογικού residency με συζητήσεις, προβληματισμούς, workshops, και επιτόπια έρευνα αποτυπώθηκαν σε μια έκδοση.
Οι 9 residents, Νικόλας Βαμβουκλής, Αριάνα Καλλιγά, Ντίνα Ντζιώρα, Φοίβος Οικονομίδης, Ελένη Ρήγα, Γεωργία Σαγρή, Μαριάννα Στεφανίτση, Μαϊτα Χατζηιωαννίδου και Χρήστος Χρυσανθακόπουλος, από τους τομείς των εικαστικών τεχνών, της επιμέλειας, της συγγραφής, της ιστορικής έρευνας, της πολιτιστικής παραγωγής και της γραφιστικής, που από 15 μέχρι 22 Οκτωβρίου 2022 συναντήθηκαν στον Άγιο Νικόλαο, έφεραν στο τραπέζι διαφορετικές τοποθετήσεις γύρω από τη θεματική της φροντίδας, απαντώντας στα ερωτήματα: Τι θα γινόταν αν η φροντίδα ήταν το πρωταρχικό και κύριο μέτρο με το οποίο διαρκώς σταθμίζουμε τους πάντες και τα πάντα; Πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε ένα κόσμο φροντίδας, ικανό να συντηρεί και να ανατρέφει όλες τις μορφές φροντίδας;
Με επικεφαλής των εργαστηρίων τους Αντρέα Χατζιδάκι, Χαρά Κούκη, Τζούλια Στράους, Στήβεν Κόρκοραν, Οδυσσέα Σγουρό και Αλέξανδρο Ψυχούλη, στο residency συζητήθηκαν θέματα αιχμής, όπως η πανδημία, η κρίση της κοινωνικής και υγειονομικής περίθαλψης και φροντίδας στην Ελλάδα και το εξωτερικό, η σταδιακή συρρίκνωση του κράτους πρόνοιας, η προσφυγική κρίση, η περιβαλλοντική κρίση και το carewashing, όπως μας εξηγούν ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Ιδρύματος Μαμιδάκη, Σωτήρης Μπαχτσετζής και η director Γιώτα Δημητρίου.
Η «μαγιά» του residency είναι γερή. Αναμένεται η συνέχεια.