ΕΙΚΑΣΤΙΚΑ: ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Για τον Κωστή Βελώνη, το οικολογικό πρόσταγμα είναι ο σκεπτόμενος χωρικός και όχι ο κοσμοπολίτης μικροαστός

Ο Κωστής Βελώνης δεν είναι ξένος στους λάτρεις της τέχνης και της αρχιτεκτονικής. Τουναντίον, ο διεθνούς αναγνώρισης εικαστικός κάνει παρεμβάσεις με τα γλυπτά του που πάντα συζητιούνται. Και εξερευνούν την κωμική και αμήχανη συνθήκη του αντικειμένου ως προβολή μιας ανθρωποκεντρικής αφήγησης με αλληγορίες της καθημερινότητας.

Ο ίδιος είναι Διδάκτωρ Αρχιτεκτονικής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και αναπληρωτής καθηγητής στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών και μέσα από το έργο του δίνει εν γένει έμφαση πάνω στις ηθικές προεκτάσεις του λάθους και της αδεξιότητας, όπως και στο χάσμα μεταξύ της ονειροπόλησης και της πραγματικότητας που τη ματαιώνει.

Φέτος, ο Κωστής Βελώνης επιστρέφει με μια τεράστια εγκατάσταση στην Ελευσίνα στο πλαίσιο του 2023 Ελευσίς Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης και, σε συνδιοργάνωση με το Φεστιβάλ Αισχύλεια 2022, παρουσιάζει το έργο «Στάχυα πέφτουν σε τσιμεντένια δάπεδα». Η εγκατάσταση αντλεί έμπνευση από τον μύθο της θεάς Δήμητρας, θεάς της καλλιέργειας και της γονιμότητας και κόρης της Περσεφόνης. Με μία αυστηρή γεωμετρική οριοθέτηση που λειτουργεί ως ένας μηχανισμός κυοφορίας αλλά και συγκομιδής, οι αγροτικές δραστηριότητες συνδέονται με την ερωτική πράξη. Ωστόσο, η ερωτική αφήγηση στη μνημειακή αυτή γλυπτική εγκατάσταση δεν υπογραμμίζεται μόνο με το τριγωνικό σχήμα της δομής της, αλλά εντοπίζεται και στη λειτουργικότητα της κατασκευής.

Λίγο μετά τα εγκαίνια την προηγούμενη εβδομάδα, ρωτήσαμε τον εικαστικό για όλα όσα θέλαμε να μάθουμε, αφού βρεθήκαμε στην Ελευσίνα.

Θέλω λίγο να ξεκινήσουμε συζητώντας για την τέχνη στον δημόσιο χώρο. Πόσο σημαντική είναι για σένα η παρουσία της για την επανοικειοποίηση του δημοσίου χώρου; 

Την ημέρα των εγκαινίων κάποιοι εξαφάνισαν μια δική μου χειρονομία που ήταν εκτεθειμένη στο λιμάνι της Ελευσίνας, ένα κυπαρίσσι το οποίο είχε τοποθετηθεί διαγώνια μπροστά από ένα ναυαγισμένο πλοίο. Το κατάρτι του σχημάτιζε με το δέντρο μια σχέση εμπλοκής και διασταύρωσης με τον περιβάλλοντα χώρο. Ήταν σε δημόσιο χώρο και, από αυτή την άποψη, η βίαιη απόσυρση του έργου δικαιώνει εκείνους  που ενοχλήθηκαν από το  αυθαίρετο ρίζωμα ενός δέντρου σ’ένα ναυαγισμένο πλοίο. Παρόλα αυτά, αυτή η απόσυρση χωρίς την δική μου βούληση με βοηθάει να κατανοήσω πως η τέχνη στον δημόσιο χώρο έρχεται αντιμέτωπη με την μνημειακότητα, με την επιθυμία να διατηρηθεί μόνιμα στο χώρο που βρίσκεται. Τα έργα τοποθετημένα στο public forum, οφείλουν να ζουν με τις μεταβαλλόμενες συνθήκες. ακόμα και αν είναι θύματα κάποιου βανδαλισμού. Όμως αναφέρομαι ειδικά σε αυτό που ονομάζουμε weathering, στη  διάβρωση της ύλης από τον καιρό, η οποία αντιστοιχεί σε μια πραγματικότητα που η γλυπτική με τους όρους που ξέρουμε με τα σκληρά και ανθεκτικά  υλικά αρνείται να αποδεχτεί. Στην περίπτωση μου, ένα κυπαρίσσι το οποίο θα αγωνιστεί για να επιβιώσει στις αντίξοες συνθήκες μέσα στο αλατισμένο νερό της θάλασσας αποτελεί ένα παράδειγμα που  θέτει την μεταβλητότητα ως  μια αναγκαιότητα για την πρόσληψη της γλυπτικής. Το πως ένα έργο μπορεί να οριστεί από το κλίμα του περιβάλλοντος με τα εμπλεκόμενα σώματα, ανθρώπινα και μη, οργανικά ή ανόργανα, είναι αυτό που ενδιαφέρει στη συνάντηση της γλυπτικής με τον δημόσιο χώρο, ένα χώρο που θα ονόμαζα και υπαιθριακό. Κάποια υλικά θα μεταμορφωθούν, θα αλλάξουν σύσταση, ύφανση, βάρος και χρώμα. Μια γλυπτική που παραμένει αμέτοχη στη μεταβλητότητα του καιρού είναι εκκινούμενη από το ιδεολογικό υπόβαθρο της μνημειακότητας. Το κίνητρο μου ήταν πως να γειτνιάσω αυτές τις δημιουργικές αντιφάσεις σε μια μνημειακή κατασκευή η οποία  φέρει την ευθραυστότητα ενός χάρτινου, αχυρένιου πύργου. 

Πρέπει επιτέλους να σταματήσουμε να βλέπουμε την τέχνη σαν προνόμιο της αστικής τάξης και των γκαλερί;

Αλίμονο αν πιστεύουμε πως ανήκει αυστηρά στην αστική τάξη επειδή εκείνη τη στηρίζει και τη συλλεγεί και συγκινείται μαζί της. Όμως προτιμώ τους αστούς που την προστατεύουν και τη σέβονται από τους “πεφωτισμένους επαναστάτες” που την εχθρεύονται. Όπως ξέρουμε, και αυτοί ανήκουν στη αστική τάξη, μην πλανιόμαστε όμως, είναι το χειρότερο είδος ελιτιστών. Αυτό που υπερασπίζομαι είναι το δικαίωμα της πρόσβασης σε όλες/ους/α. 

Πες μας λίγο για την εγκατάσταση που έκανες στην Ελευσίνα. Πώς προέκυψε η συνεργασία με το project ”City Mysteries” και πως οραματίστηκες το συγκεκριμένο installation.

Στην πρόταση του Μιχαήλ Μαρμαρινού για τη συμμετοχή μου στα Αισχύλεια για το 2022, η ελληνορωμαϊκή μυθολογία αφορούσε ήδη μια σειρά γλυπτών και ζωγραφικών μου έργων στην κατεύθυνση της απόδοσης της εμψύχωσης  της ανόργανης ύλης, όπως στην περίπτωση του Απόλλωνα και της Δάφνης, οπού η τελευταία μετατρέπεται σε δέντρο στη προσπάθεια της να ξεφύγει από το κυνηγητό του. Την ίδια χρονική περίοδο με ενδιέφερε το slapstick στην ιταλική του καταγωγή μέσα από την Commedia dell’arte, ως μια συσκευή που αποτελείται από δύο σανίδες που βγάζει τον χαρακτηριστικό ήχο όταν ο ένας κωμικός χαστουκίζει τον άλλο. Αυτή η performative λογική του αντικειμένου που βγάζει ήχο και προκαλεί κίνηση, με βοήθησε να  εμβαθύνω κάπως στους τρόπους και τους συσχετισμούς όπου δίνεται στο αντικείμενο η δυνατότητα της εμψύχωσης. Το “animation” και το “anima” προσέρχονται από την ίδια ρίζα, τον «άνεμο», και το έργο που έκανα στην Ελευσίνα στηρίζεται σε αυτές τις διανοητικές ακροβασίες από το ακίνητο και το άκαμπτο  που αγγίζει το τεκτονικό στοιχείο σε κείνη την συνθήκη του έργου  που αποκτά ανιμισμό. Αναφέρομαι στο κεντρικό έργο της έκθεσης, σε μια κατασκευή που είναι «ανεμόφιλη» και η οποία ως σύνολο αποτελείται από διάτρητα υλικά τα οποία έχουν μια ευκαμψία, μετακινούνται με τον άνεμο, αλλοιώνονται με τον χρόνο, και στην οποία κατοικούν έμψυχες οντότητες, από τα αυγά που αφήνουν τα έντομα στις καλαμωτές, τα μυρμήγκια που μεταφέρουν τ’ άχυρα, τις άγριες  μέλισσες που κάνουν τις φωλιές τους στο σανό, μέχρι τα πουλιά που τσιμπούν τα στάχυα.

Οι παραπομπές σου στη Δήμητρα και τον μύθο της Περσεφόνης είναι εμφανείς στην εγκατάσταση «Στάχυα πέφτουν σε τσιμεντένια δάπεδα». Πώς ο μύθος συνδέεται με τη ζωή μας σήμερα για σένα και τι σε συναρπάζει προσωπικά σε αυτόν τον μύθο;

Το ορθωμένο κάθετο χωράφι που αναπαρίσταται με τους μηρούς της Δήμητρας σχετίζεται με τις αγροτικές εργασίες τις οποίες φροντίζει η Θεά ως γη μήτηρ με το όργωμα, τη σπορά,  και τον θερισμό, όμως με κάποια προσεκτική ανάγνωση, όλες αυτές οι δραστηριότητες  γίνονται κάτω από την επιφάνεια  της γης. Το ύψος  αυτού του μηχανισμού εξυπηρετεί  τις ανάγκες εντόμων και πτηνών ενώ τους πρώτους ορόφους μπορούν να απολαύσουν και οι γάτες. Όμως αυτό το ύψος αφορά και μια αντίστροφη τάξη πραγμάτων, όπου το κάθετο χωράφι μπορεί  να γίνει αντιληπτό ως έσχατο βάθος. Η Περσεφόνη και η διαμονή της στον Άδη, όπως και η ανάβαση του Άδη προς τα πάνω που είναι μια δική μου αντίστροφη αφήγηση, βρίσκει αντιστοιχίες στην αστείρευτη αφήγηση του κύκλου της ζωής των φυτών, ως σύμβολο γέννησης, θανάτου και αναγέννησης. Φαίνεται πως η μυθολογία, όπως έχει αρθρωθεί στον Ελευσίνιο τόπο, είναι πλήρης στον βαθμό που μπορεί να δώσει λύσεις σε βαθύτατα υπαρξιακά ζητήματα, όπως στο άγχος του θανάτου και της εξαφάνισης.

Τι σε ενέπνευσε για τη δημιουργία αυτής της τεράστιας εγκατάστασης και πώς διάλεξες την ομάδα που σε βοήθησε να πραγματοποιήσεις το installation; 

Τα τελευταία χρόνια συνεργάζομαι με τη Λήδα Λυκουριώτη, ως μέλος των A Whales architects, και η πρόσθεση του Διογένη Βεριγάκη στο αρχιτεκτονικό team ήταν μια ευχάριστη έκπληξη. Αυτό το επαγγελματικό αρχιτεκτονικό ντουέτο δεν σου επιτρέπει ποτέ να πλήξεις και αυτό ήταν σημαντικό σε όλα τα στάδια της τεχνικής έρευνας  και του σχεδιασμού καθώς και είμαι πολύ τυχερός για το σύνολο των συνεργατών.

Διαφοροποιείται ο τρόπος που δουλεύει ένας καλλιτέχνης όταν αλλάζει η κλίμακα του έργου του και με ποιον τρόπο;

Ασφαλώς και διαφοροποιείται. Όμως είναι το ίδιο σημαντική η μικρή κλίμακα όσο και η μεγάλη. Αυτό που έχει περισσότερη σημασία είναι ποια κλίμακα σ’ ενδιαφέρει στο οντολογικό επίπεδο. Η υποπολιτική των διαπροσωπικών σχέσεων θεωρώ ότι διαδραματίζει μια ισχυρότερη έλξη στο έργο μου από μια επίσημη πολιτική. Συνεπώς, αν και η μικρή κλίμακα φαίνεται να είναι πιο κοντά στις ιδέες μου, εξίσου σημαντική είναι η αρχιτεκτονική κλίμακα, η όποια εμπεριέχει το πλαίσιο μέσα στο οποίο διαρθρώνονται αυτές οι σχέσεις μέσα σε μια κατοικία και όλες οι δραστηριότητες γύρω από την οικιακότητα. Ο λόφος της Πνύκας ή το ελληνικό αμφιθέατρο είναι προτιμότερο να είναι ενεργά ως έννοιες στη μικρή τους κλίμακα και να δεσμευόμαστε καθημερινά με κάποιο πολιτικό ήθος. Όμως, ακόμη και ο καιρός, παρόλο που αφορά  μια ανυπέρβλητη κλίμακα στο βαθμό που δεν μπορεί καν να σχηματοποιηθεί, μας αφορά άμεσα στο προσωπικό επίπεδο, εν τέλει αυτός ο καιρός μας ορίζει κάποια διάθεση, ένα mood, το οποίο είναι διαφορετικό στον καθένα μας. 

Είναι για σένα η επαναφορά στην αυθεντικότητα της αγροτικής ζωής μια μορφή επιβεβλημένης αναγέννησης για την κοινωνία;

Μένω σε μια περιοχή κάτω από το Πεντελικό όρος, κάποτε υπήρχε μια σημειολογία της αυτάρκειας. Αυτό το αναφέρω γιατί μέχρι και σχετικά πρόσφατα περνούσαν Σαρακατσαναίοι βοσκοί με το κοπάδι τους μπροστά από την κατοικία που έμενα. Ομολογώ ότι δεν είχα ποτέ άμεση επαφή με αυτό που ονομάζουμε χωριό και ίσως κάποια πράγματα περνάνε στη σφαίρα της εξιδανίκευσης. Όμως, θα επιθυμούσα να απαντήσω στο εξής ερώτημα, σε ποιο βαθμό η αυτονόμηση στη σφαίρα της παραγωγής μπορεί να επιδράσει στη γλώσσα της γλυπτικής και γενικότερα του σχεδιασμού. Μιλάμε όλη την ώρα για συλλογικότητες και για κολεκτίβες, αλλά ποτέ δεν συμπεριλαμβάνουμε κάποιες μικρής κλίμακας αγροτικές οικογενειακές μονάδες στον λόγο μας. Οι αγρότες προσφέρουν ένα πρότυπο αυτονομίας στην οικονομική διαχείριση της δικής μας εικαστικής παραγωγής. Μέσα από τα υπολείμματα του δάσους και της πεδιάδας, τη «βρώμικη» ύλη του εδάφους, της συσσώρευσης των αγαθών της καλλιέργειας και ασφαλώς της επανακύκλωσης και της κομποστοποίησης των υλικών σ’ έναν μεταχειρισμένο κόσμο, συμβολικά και κυριολεκτικά. Ο σκεπτόμενος χωρικός είναι το οικολογικό πρόσταγμα και όχι ο κοσμοπολίτης μικροαστός του κέντρου.

Σε μια εποχή που ένα τεράστιο μέρος του κόσμου παλεύει για την ίδια του την επιβίωση, ποιος είναι ο ρόλος της τέχνης και του καλλιτέχνη τελικά;

Καμιά φορά ξεχνάμε ότι ο καλλιτέχνης παλεύει και αυτός για την επιβίωση του, είμαστε μέρος της κοινωνίας, δεν είμαστε κλεισμένοι στον πύργο του Βασιλιά.

Από τους ανθρώπους που έχουν δει το installation και σου έχουν μεταφέρει την άποψή τους, τι έχεις κρατήσει πιο έντονα σαν αντίδραση στην τέχνη σου;

Ότι αντιλαμβάνονται το χθόνιο στοιχείο, χωρίς να χρειάζεται να σκάψουμε τόνους κάτω από τη επιφάνεια του εδάφους. Το ότι κάποιοι βρίσκονται στο κέντρο της κατασκευής και κοιτάζουν προς τα πάνω, ενώ το βλέμμα προσπαθεί να αποδράσει από τις γεωμετρικές κοιλότητες που αντιλαμβάνεται, να διαχωρίσει τα επιμέρους τοιχώματα των μηρών της Δήμητρας. Η κατακόρυφη χθονικότητα από τα σπλάχνα της κατασκευής υπερισχύει της απρόσιτης και ανέγγιχτης φαλλικής καθετότητας του μνημειακού γλυπτού.

Πως έχει αλλάξει για σένα η φυσιογνωμία της Αθήνας στην εποχή του gentrification; 

Δεν μ’ ενδιαφέρει η Αθήνα με την έννοια ενός κέντρου στο οποίο οφείλω να  αποδίδω τιμές. Το σύνδρομο “Εξάρχεια-Κολωνάκι-Σύνταγμα” αφορά μια φιλολογική ιντελιγκέντσια που νομίζει ότι περιπλανιέται στις πόλεις επειδή έχει διαβάσει τους καταστασιακούς. Gentrification ή όχι στην Αθήνα, προτιμώ τα σκαλισμένα βιομηχανικά τοπία και τις λυσσασμένες από τα κύματα παραλίες της Αττικής τον χειμώνα. Ακόμη και τις βαρετές προαστιακές ζώνες της βορειοανατολικής Αττικής, τις χαίρομαι περισσότερο από την Κυψέλη και το Παγκράτι. Αντιλαμβάνομαι ότι αυτό σχετίζεται και με τη φυσιογνωμία των υλικών που μαγειρεύει ο καλλιτέχνης κάθε φορά. Στην Αθήνα έχω μεγαλώσει, δεν αποτελώ εξαίρεση. Όμως, στο επίπεδο της λογικής του σχεδιασμού, είμαι ανοιχτός σε αφηγήσεις ενός προαστιακού αποκεντρωμένου από το βάρος της μητρόπολης περιβάλλοντος, μέσα από την οπτική μιας ιδιότυπης προαστιακής νεωτερικότητας. Με γοητεύουν τα αβάπτιστα και αχρωμάτιστα τσιμεντένια κελύφη με τα εξογκώματα από σιδερόβεργες, με την προσμονή της επέκτασης τους να γίνουν διπλοκατοικίες και που για κάποιους, λόγους, εξαιτίας ενός χωρισμού, μιας μετανάστευσης ή καθαρά οικονομικούς, δεν ολοκληρώνονται ποτέ.


Πληροφορίες

Διεύθυνση Επιμέλειας: Διεύθυνση Σύγχρονης Τέχνης – Ζωή Μουτσώκου – 2023 Ελευσίς Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης

Συνεργάτις Επιμελήτρια: Ιωάννα Γερακίδη
Αρχιτεκτονική Επιμέλεια: Οι αρχιτέκτονες της Φάλαινας & Διογένης Βεριγάκης
Φωτογραφίες: Πάνος Κοκκινιάς
Επιστημονική και Υλική Υποστήριξη: Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Οργάνωση Παραγωγής: Αλέξανδρος Τηλιόπουλος
Συντονισμός Παραγωγής: Γιώργος Κατσώνης
Εκτέλεση Παραγωγής: opbo studio
Διοργάνωση: 2023 Ελευσίς Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης & Φεστιβάλ Αισχύλεια 2022

Μια παραγωγή της 2023 Ελευσίς Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης

Τοποθεσία: Παλαιό Ελαιουργείο, Ελευσίνα
Διάρκεια: 28/8 – 23/10
Ωράριο λειτουργίας:
28/8-19/9: Δευτέρα-Κυριακή 19:00-23:00 (τις ημέρες των παραστάσεων 19:00- 20:30)
20/9-23/10: Τετάρτη-Κυριακή 17:00-21:00

Είσοδος Ελεύθερη

Γιάννης Τσιούλης

Share
Published by
Γιάννης Τσιούλης