Τους Victim of Society τους άκουσα για πρώτη φορά το 2011 (όπως κι οι περισσότεροι) χάρις στο Fake Friends:4, όταν το σχήμα ήταν ακόμα το σόλο project του Βαγγέλη Μακρή. Το κομμάτι μπήκε γρήγορα στα σετ μου γιατί είχε ένα ιδιαίτερο σκοτάδι μέσα του, κυρίως επειδή είχε τη φωνή κρυμμένη κάπου στο βάθος και το εθιστικό ριφ πολύ μπροστά, μια συνταγή δηλαδή που δουλεύει πάντα πολύ καλά στα αυτιά μου. Στην πορεία πετύχαινα μερικά σκόρπια κομμάτια, πήρα και το ωραίο εφτάιντσο του Fractal Press και κάπως έχασα την προσθήκη του Φώτη Ντούσκα στην μπάντα, του φίλου και συμφοιτητή του Βαγγέλη. Το Distractions είναι έργο και των δύο, όπως μου ξεκαθάρισαν, και είναι χωρίς αμφιβολία ένας απ’ τους δίσκους που μπορεί να υπερηφανεύεται η Inner Ear για την κυκλοφορία του. Με ισόποσες δόσεις από Spacemen 3 και A Place to Bury Strangers, το ντεμπούτο είναι κάτι παραπάνω από πολλά υποσχόμενο.

Τους συνάντησα στο σπίτι-στούντιο του Νίκου Τριανταφύλλου στον Κολωνό, όπου έκαναν την τελευταία τους πρόβα πριν την εμφάνισή τους στο Plissken κι αποδείχτηκαν πολύ πρόθυμοι να μιλήσουμε για πολλά και διάφορα. Εκ πρώτης είναι ξεκάθαρο πως έχουν μεταξύ τους μια ιδιαίτερη χημεία κι έχουν βρει τις απαραίτητες ισορροπίες για να είναι πάνω από όλα καλά μεταξύ τους, κάτι που μοιάζει απαραίτητη συνθήκη για να καταφέρουν να κάνουν οτιδήποτε δημιουργικό. Αν κάτι λοιπόν τους έκανε κατευθείαν συμπαθείς στα μάτια μου, ήταν αυτή η αίσθηση αλληλοσυμπλήρωσης στα λόγια τους και την παρουσία τους, γι’ αυτό και στο κείμενο παρακάτω δεν θα δείτε από ένα σημείο και μετά ποιος λέει τι. Παύει να έχει πολύ σημασία. Ας σημειωθεί πάντως ότι τον ρόλο του spokesperson του γκρουπ τον κατέχει δικαιωματικά ο Φώτης.

Τέλος, επειδή το πρόγραμμά τους περιλαμβάνει αποφοίτηση απ’το τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και υποχρεωτικά στρατό τον Σεπτέμβριο, ας τους ευχαριστηθούμε τους επόμενους μήνες μιας και προβλέπεται αναγκαστικό διάλειμμα.

Βαγγέλης: Ξεκίνησα με κλασσικό πιάνο, έκανα τέσσερα χρόνια μετά το γύρισα στο αρμόνιο κι ύστερα βαρέθηκα. Εκεί κάπου σταμάτησα, μέχρι το πρώτο έτος των σπουδών μου όταν μου είπαν κάτι φίλοι ότι έψαχναν έναν μπασίστα, οπότε αγόρασα ένα μπάσο κι άρχισα να μαθαίνω. Το πρώτο μου συγκρότημα ήταν οι Fellow Kangaroos. Όταν γνωριστήκαμε με το Φώτη φτιάξαμε ένα άλλο σχήμα με το πολύ κακό όνομα, The Daylight Robbery. Παίζαμε ωραία πράγματα αλλά περιοριζόμασταν αρκετά. Δεν συμβαδίζαμε τόσο πολύ με τα υπόλοιπα παιδιά.

Φώτης: Μέχρι την 1η γυμνασίου δεν άκουγα μουσική. Όλα άλλαξαν όταν έφερε ο αδελφός μου μια κασέτα στο σπίτι. Στην πρώτη πλευρά είχε το II των Led Zeppelin και στην άλλη το Smash των Offspring. Λόγω της ίδιας κασέτας, ξεκίνησε κιθάρα ένας ξάδελφος μου κι επειδή ζήλεψα, ξεκίνησα κι εγώ. Πηγαίναμε μαζί σε έναν «περίεργο» καθηγητή, ο οποίος όταν ήταν μικρός έπαιζε Zeppelin, Sabbath κτλ. οπότε έβαλε κι εμάς στο ροκ τριπάκι. Νικός Βέργος λεγόταν. Σε συγκροτήματα πριν το Βαγγέλη δεν είχα παίξει. Γνωριστήκαμε στη σχολή επειδή αυτός φορούσε μια μπλούζα Strokes κι εγώ Velvet Underground. Έπρεπε να συναντηθούμε κάποια στιγμή. Δεν είναι εύκολο να γνωρίσεις στη σχόλη άτομο με τη σωστή μπλούζα.

Όταν είχαμε ακόμα το παλιό συγκρότημα, ο Βαγγέλης μου έφερε το Fake Friends. Εκείνη την περίοδο έγραφε στο λάπτοπ αρκετά πράγματα μόνος του και τα έφερνε στις πρόβες, σαν οδηγούς. Ο ντράμερ του γκρουπ όμως δεν ήθελε να παίζει μονότονα πράγματα κι εμείς θέλαμε πολύ την kraut-ίλα στα κομμάτια μας. Εκείνη την περίοδο είχαμε ξεκινήσει συναυλίες με το άλλο σχήμα κι είχαμε συνειδητοποιήσει κι οι δύο πως δεν είναι αυτές οι σωστές προϋποθέσεις να παίζεις μουσική. Ή δεν θα έπρεπε. Όλη αυτή η σαβούρα του κάθε live-άδικου, είναι πολύ κουραστικό πράγμα, δεν γίνεται να σου αρέσει να το τρως στη μάπα όλο αυτό.

Το κομβικό σημείο της μέχρι τώρα πορείας των A Victim of Society ήταν όταν γνώρισε ο Βαγγέλης τον M.Hulot. Ήταν ο πρώτος που ανέβασε το κομμάτι, χωρίς μάλιστα να ξέρει περισσότερες λεπτομέρειες. Δεν ήξερε καν ότι ήταν solo project. Ήταν αυτός που τον συμβούλεψε πως δεν χρειάζεται η μπάντα να έχει ντράμερ, πως αν δεν έχει βρει ή αν προτιμά να το στήσει μόνος του και να τα γεμίσει όλα παραμόρφωση, δεν είναι κακό, όλα γίνονται. Ο Τάσος ήταν αυτός που του είπε πως αν δεν θες να δίνεις συναυλίες σε κακές συνθήκες, ζήτα αυτά που θες από εξοπλισμό. Βοήθησε πολύ αυτό, ήταν διαφορετικό από όσα ξέραμε μέχρι εκείνη τη στιγμή κι έκτοτε το αντιμετωπίσαμε κι εμείς διαφορετικά.

Βαγγέλης: Το πρώτο ΕΡ το είχα γράψει μόνος μου, στο δωμάτιο μου. Η αλήθεια είναι ότι το είχα κάνει μόνο για την κάβλα. Μου φαινόταν πολύ ιδιαίτερο, δεν θεωρούσα πως υπήρχε λόγος να το βγάλω προς τα έξω. Όταν μου ζητήθηκε απ’την Arte Fiasco να ανοίξω τον Dirty Beaches, συνειδητοποίησα πως δεν ήθελα να το κάνω μόνος μου. Κάναμε ήδη παρέα με το Φώτη και αποφασίσαμε να το κάνουμε μαζί. Θέλαμε να έχουμε και κάποιο υλικό μαζί μας κι έτσι αποφασίσαμε να γράψουμε σε κασέτα το πρώτο ΕΡ.

Αν βρούμε κάποιον ντράμερ που ταιριάζουν τα χνώτα μας, πρώτα σαν άνθρωποι και μετά σα μουσικοί, θα αποκτήσουμε ντράμερ. Το συζητάμε συνέχεια αλλά δεν θέλουμε να είναι απλά ένας καλός ντράμερ ή κάποιος γνωστός. Θέλουμε να τον γνωρίσουμε, να κάνουμε πράγματα παρέα, να τζαμάρουμε κτλ. Δεν θέλουμε να είναι απλά ένας τύπος που παίζει στις συναυλίες μαζί μας. Το σίγουρο είναι πως το επόμενο άλμπουμ θα γραφτεί και με ντράμερ. Θα έχει κάποια προηχογραφημένα βέβαια αλλά θα έχει και φυσικά ντραμς. Για την ώρα πάντως δεν έχουμε ιδέα ποιος θα είναι αυτός. Μέχρι να τον βρούμε αυτό που έχουμε σκεφτεί είναι πως μπορούν να γίνουν κι άλλα πράγματα στις συναυλίες. Δεν γίνεται όλη την ώρα να «λείπει» ένας ντράμερ. Υπάρχουν πολλά ωραία πράγματα που μπορείς να κάνεις, είτε με φώτα, είτε με visuals, γενικά με το θέμα της σκηνικής παρουσίας. Μπορεί σε χώρους όπως το Αν, να μην μπορείς να τον αντικαταστήσεις γιατί έχει συνηθίσει το μάτι να βλέπει φουλ μπάντα, άλλου όμως γίνεται. Και στους Soft Moon για παράδειγμα, με τόσο καπνό που είχαν δεν τον είδαμε και ποτέ. Τέλος πάντων, δεν έχουμε κανένα πρόβλημα να είμαστε διαφορετικοί, να μην είμαστε άλλη μια μπάντα.

Για το Distractions ακολουθήσαμε μια πιο interactive διαδικασία. Η αφετηρία των τραγουδιών γίνεται απ΄το Βαγγέλη κι εγώ πατάω πάνω σε αυτό μετά. Το ηχογραφήσαμε στο στούντιο του Νίκου Τριανταφύλλου, το Sonic Playground. Όταν ήρθαμε, νομίζαμε πως θα έρθουμε να γράψουμε το δίσκο όπως τον είχαμε στήσει κι αντ’αυτού πήραμε μια σωστή παραγωγή. Ο Νίκος έκανε αυτό που πρέπει να κάνει ένας παραγωγός, αυτό που συνήθως δεν κάνουν οι μπάντες που πιστεύουν πως ΑΥΤΟ είναι το τραγούδι και έτσι πρέπει να παιχτεί, λες και παίζουν Θεοδωράκη. Αλλά δεν είναι έτσι τα πράγματα. Μπήκαμε με το Νίκο στο στούντιο και αλλάξαμε πολλά πράγματα, αν και οφείλουμε να ομολογήσουμε πως δεν ήμασταν διατεθειμένοι στην αρχή για τον απλούστατο λόγο ότι δεν ξέραμε. Δεν είναι κακό να μην ξέρεις κάποια πράγματα κι επιλέξαμε να ακούσουμε τις συμβουλές του Νίκου και να δούμε τι θα βγει. Ας πούμε, το ρυθμικό μπάσο που είναι πολύ μπροστά στα τραγούδια του δίσκου, δεν το είχαμε στην αρχή. Καταλήξαμε στην πορεία ότι είναι καλύτερα έτσι.

Το δίσκο τον γράψαμε το περασμένο καλοκαίρι, ήταν ωραία περίοδος. Θέλαμε να τον ξεκινήσουμε νωρίτερα αλλά το αναβάλλαμε συνέχεια, γιατί όλο κάτι γινόταν. Ο τίτλος είναι άλλωστε ένα κοινό μας σημείο, είναι ο καθένας λίγο στον κόσμο του και μάλιστα είναι ένα χαρακτηριστικό που ενοχλεί και τους δύο μας. Η Inner Ear μας είχε πλησιάσει αρκετό καιρό πριν, αλλά είμαστε λίγο δύσπιστοι σαν άνθρωποι, θέλουμε να ξέρουμε κάποιον για να συμφωνήσουμε κάτι τέτοιο. Μας είχε φανεί λίγο δύσκολο τότε και τους είχαμε πει ότι δεν μας ενδιέφερε. Ήταν πολύ νωρίς, είχαμε κάνει μόλις δύο live και δεν ήμασταν έτοιμοι.

Ιδανικά θα θέλαμε να αφοσιωθούμε στη μουσική, ειδικότερα στα πλαίσια μιας μεγάλης περιοδείας, να μην έχουμε δηλαδή άλλες υποχρεώσεις να μας εμποδίζουν. Η αλήθεια είναι ότι το θέλουμε, το φανταζόμαστε μερικές φορές και μας αρέσει. Θα το κάναμε χωρίς δεύτερη σκέψη αν μας εμφανιζόταν η ευκαιρία. Είναι πολύ δύσκολο όμως να οργανώσεις μια περιοδεία. Χρειάζονται σωστές γνωριμίες, μια κάποια εμπειρία και είναι και full time δουλειά. Και εμπειρία εμείς δεν έχουμε. Ας πούμε ο Dirty Beaches τα κάνει όλα μόνος του. Είναι πολύ δύσκολο. Εντάξει, πρέπει να ομολογήσουμε ότι η περιοδεία στο εξωτερικό είναι κάτι που το θέλουμε πάρα μα πάρα πολύ. Θα δούμε, για την ώρα πρέπει να τελειώσουμε τη σχολή, είμαστε στη φάση των διπλωματικών τώρα, μας περιμένει το Σεπτέμβριο το φανταριλίκι και μετά βλέπουμε.

Γιώργος Μιχαλόπουλος

Share
Published by
Γιώργος Μιχαλόπουλος