Θα δεις τη Νέα Υόρκη ανάποδα στο πρώτο πλάνο και απλώς θα σκεφτείς, “χμ, τρικς κινηματογραφικά για να τραβήξουν την προσοχή” και θα το κρατήσεις ως δεδομένο στο μυαλό σου για 7 επεισόδια. Και μετά θα καταλάβεις ότι έκανες εντελώς λάθος. Όπως και για πολλά άλλα που σκεφτόσουν μέχρι τότε.
Ως μια ακόμα τηλεοπτική σειρά που βασίζεται σε ένα μπεστ σέλερ βιβλίο (για το οποίο δεν είχα ιδέα πριν τη δω, διαφορετικά θα είχα παρατηρήσει κι εκεί το πάνω-κάτω της Νέας Υόρκης στο εξώφυλλο, το οποίο κυριαρχεί και σε όλα τα πόστερ), το Fleishman Is in Trouble με πρωταγωνιστές τον Jesse Eisenberg και την Claire Danes, έχει κάνει πολλούς να μιλούν για τις επικές ερμηνείες της. Και όχι μόνο των δύο πρωταγωνιστών.
Η τηλεοπτική μεταφορά του μυθιστορήματος ξεκινά με την πιο ήπια και λιγότερο ενδιαφέρουσα από τις -ταυτόχρονες- κρίσεις μέσης ηλικίας που μαστίζουν τους τρεις βασικούς χαρακτήρες της σειράς. Μια συννεφιασμένη καλοκαιρινή μέρα στο Μανχάτταν, ο Toby Fleishman (Jesse Eisenberg), προσφάτως χωρισμένος πατέρας και ευκατάστατος γιατρός γύρω στα 40+, ξυπνά στο ελάχιστα επιπλωμένο διαμέρισμά του, αγχωμένος, θυμωμένος και πλήρως μπερδεμένος επειδή δεν ζει πια με τη Rachel (Claire Danes), την επί δεκαπέντε χρόνια σύζυγο και μητέρα των παιδιών του.
Όσο εκείνος γκρινιάζει και εξοργίζεται, εκείνη του αφήνει τα ανήλικα παιδιά στο σπίτι, υποτίθεται για μία μέρα αλλά τελικά εξαφανίζεται. Του παίρνει αρκετές μέρες να το καταλάβει, και στην αρχή την ψάχνει γεμάτος θυμό που κάνει τη ζωή της ανέμελη και τον έχει παρατήσει με τα παιδιά. Μέσα σε όλο αυτό, ο ίδιος, που νεότερος ήταν σπασίκλας και δεν είχε πέραση στις γυναίκες, προσπαθεί να ξεχαστεί μέσα από εφαρμογές γνωριμιών και οι γνωριμίες αυτές αποδεικνύονται ακόμα μία χαοτική κατάσταση στη ζωή του. Είναι τόσα τα ‘χαστούκια’ που δέχεται όσο κυλούν τα επεισόδια, που πραγματικά τον συμπονάς.
Η μακροχρόνια φίλη του Toby, η Libby (Lizzy Caplan), συντάκτρια ανδρικών περιοδικών που μένει στο Νιου Τζέρσεϊ με τον δικηγόρο άντρα της (Josh Radnor) και τα παιδιά τους, νιώθει εγκλωβισμένη και μετανιωμένη για ευκαιρίες που έχασε και την έφεραν σε σημείο να έχει χάσει τον εαυτό της. Ήθελε να ξεχωρίσει στη δουλειά της, να γράψει βιβλίο, αλλά τίποτα δεν πήγε όπως το φανταζόταν και έχει πέσει σε απραξία, θέτοντας σε κίνδυνο τον γάμο της. Είναι αυτή που αφηγείται τα όσα συμβαίνουν στον Toby και στις ζωές όλων τους στη σειρά και που εκνευρίζεται μαζί του αφού πιστεύει ότι είναι πολύ τυχερός που πλέον είναι ελεύθερος να κάνει ό,τι θέλει στη ζωή, σε αντίθεση με την ίδια.
Η Rachel, η πρώην σύζυγος του Toby παρουσιάζεται ως μία πολύ δυναμική και φιλόδοξη γυναίκα καριέρας, η οποία, όπως τη βλέπουμε για πολλά επεισόδια μέσα από τα δικά του μάτια, δεν έχει τρωτά σημεία, είναι απόλυτα εγωπαθής, αναζητά διαρκώς τη φήμη και τα λεφτά και γενικά θέλεις να της σπάσεις το κεφάλι. Υπάρχει και το τέταρτο μέλος, με μικρότερο ρόλο, ο Seth (Adam Brody), κολλητός του Toby και της Libby από το κολέγιο, που μοιάζει να είναι ο άστατος γόης της παρέας.
Αναμφίβολα από την αρχή ο Toby θυμίζει έναν Γούντι Άλεν νέας κοπής. Νευρικός, επικριτικός, αδέξιος, πληγωμένος στη Νέα Υόρκη, παθαίνει πολλά και διάφορα τα οποία συζητά με τους φίλους του και προσπαθεί να ξεπεράσει μία γυναίκα που, όπως ο ίδιος πιστεύει, του διέλυσε τη ζωή. Η Rachel από την άλλη, η οποία μοιάζει να είναι απλώς συμπληρωματική της ιστορίας (σε σημείο που σε κάνει να αναρωτιέσαι “μα είναι δυνατόν η Claire Danes να έχει τόσο μικρό ρόλο;”) κρατάει στα χέρια της τη μεγάλη ανατροπή. Και πραγματικά αξίζει όλη αυτή η αναμονή γιατί κάπου εκεί θα αντιληφθούμε πώς να ερμηνεύσουμε τα flashbacks του Toby όλο αυτό το διάστημα.
Η σειρά τοποθετείται χρονολογικά στο 2016. Η Νέα Υόρκη είναι πάντα ηλιόλουστη, ρομαντική και φωτεινή, με τα πάρκα της να υποδέχονται τους ήρωες που κάνουν τα πικνικ τους σχολιάζοντας τα γεγονότα στη ζωή τους, ένα στοιχείο που σε κάνει να νιώθεις ότι παρακολουθείς μία ρομαντική κομεντί πολλές φορές. Είναι αυτό που χρειάζεται για να μην αφήσεις τις ανησυχίες να κυριεύσουν και εσένα (ειδικά αν είσαι από 40 χρονών και πάνω). Έχει αυτό το ζεστό φως που κάνει τα πράγματα να μοιάζουν λιγότερο δύσκολα.
Έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε τον ρόλο του Toby στη γυναίκα σύζυγο που μένει με τα παιδιά επειδή ο άντρας έφυγε και πασχίζει να τα βγάλει πέρα ενώ ο άντρας της είναι αφοσιωμένος στη δουλειά του και στη δική του νέα ζωή, και το γεγονός ότι εδώ είναι ο Toby που τα αντιμετωπίζει όλα αυτά, μας κάνει να δούμε τον ίδιο ως εξουθενωμένο γονέα και να πάρουμε σχεδόν αμέσως το μέρος του. Όταν η Libby διηγηθεί την ιστορία μέσα από την οπτική και τα συναισθήματα της Rachel, αυτομάτως γίνεται μία έκρηξη στο κεφάλι μας και αρχίζουν τα μεγάλα ερωτήματα της ζωής: “Μήπως έπρεπε να έχω κάνει αλλιώς κάποια πράγματα στη ζωή μου; Μήπως βιάστηκα να κρίνω; Μήπως δεν πρέπει να βιαζόμαστε να βγάλουμε συμπεράσματα; Μήπως αν όλα τα ζευγάρια έκαναν τον κόπο να ακούσουν πραγματικά και να μπουν ο καθένας στη θέση του άλλου, να είχαμε λιγότερους χωρισμούς; Είμαι καλά εδώ που είμαι; Είμαι αχάριστος άνθρωπος; Μεγαλώνω σωστά τα παιδιά μου; Πού πάω; Τι κάνω;” (και η λίστα των ερωτημάτων της κρίσης στη μέση ηλικία δεν τελειώνει ποτέ).
Πέρα όμως από τις ερωτικές σχέσεις, έχει έναν πολύ ωραίο τρόπο να παρουσιάσει τις πτυχές της φιλίας ανάμεσα στις γυναίκες. Ενώ αρχικά η Libby επικρίνει το lifestyle της Rachel και δημιουργεί μεταξύ τους έναν ανταγωνισμό, εν τέλει είναι πολλά τα κοινά που θα τις φέρουν πιο κοντά με έναν απροσδόκητο τρόπο. Είναι τόσο ωραία δουλεμένη η πλοκή εδώ, που και πάλι θα μπεις σε σκέψεις για τις δικές σου σχέσεις, γενικότερα, με τους ανθρώπους.
Αλλά και οι υπόλοιπες φιλίες δοκιμάζονται και οι προθέσεις αμφισβητούνται και σύντροφοι που μπορεί να μοιάζουν λίγοι ή απλά συνοδευτικοί (αυτό που λέμε “τσαντάκι”), τελικά είναι πιο δυνατοί και υπομονετικοί απ΄όσο φανταζόμασταν.
Η σειρά επισημαίνει επίσης τις ευκαιρίες που οι γυναίκες δεν έχουν ποτέ σε ανδροκρατούμενα εργασιακά περιβάλλοντα, το πόσο πολύ ο μισογυνισμός πουλούσε και εκθειαζόταν από τα Μέσα τότε, πολύ περισσότερο από όσο μετά το κίνημα του #metoo, αλλά και το love bombing ως τακτική από έναν άνδρα που θέλει να κερδίσει το τρόπαιό του no matter what. Και γενικότερα, οι διακρίσεις, είτε έχει να κάνει με το φύλο, είτε με το οικογενειακό ή ηλικιακό στάτους, είναι σε πρώτο πλάνο ως ένα ζήτημα που αντιμετωπίζουμε διαρκώς στην καθημερινότητά μας.
Η σχέση του Toby και της Rachel με τα παιδιά τους έχει μια πολυπλοκότητα, όπως ακριβώς συμβαίνει σε κάθε οικογένεια αλλά αν πρέπει να κρατήσω μία σκηνή από όλη τη σειρά σε σχέση με αυτό, είναι η σκηνή που η μικρή τους κόρη αποβάλλεται από την κατασκήνωση επειδή το αγόρι στο οποίο έστειλε μια γυμνή της φωτογραφία την έδειξε σε όλους του τους φίλους. Το αγόρι (του οποίου οι γονείς είναι ζάμπλουτοι) μένει ατιμώρητο αλλά η μικρή διώχνεται κακήν-κακώς για να μη χαλάσει η φήμη του camp. Δεν θα αποκαλύψω τι συμβαίνει μετά αλλά έχει τεράστιο ενδιαφέρον το πώς αντιμετωπίζει ο Toby ως πατέρας αυτό το περιστατικό.
Αυτό που βρίσκεται σε πρώτο πλάνο είναι το προσωπικό τραύμα. Υπάρχουν τα τραύματα, τα ψυχικά, τα σωματικά, αυτά που ίσως βρίσκονται μέσα μας πολλά χρόνια. Όλοι κουβαλάμε τραύματα, το θέμα είναι τι κάνουμε με αυτά και πώς τα αντιμετωπίζουμε. Μέσα από πολλές καταστάσεις βλέπουμε ότι σε κάθε νόμισμα υπάρχουν δύο όψεις και σε αυτό βοηθούν και οι έξοχοι διάλογοι, ακόμα και στα κωμικά στοιχεία της σειράς, που δεν είναι λίγα. Η αφήγηση της Libby θα σε κάνει να ψάξεις τον εαυτό σου περισσότερο αν βρίσκεσαι σε αυτή την ηλικία που έχεις χάσει τον προσανατολισμό σου. Έχοντας κλείσει προσφάτως τα 50, κράτησα μια φράση της που μου χτύπησε καμπανάκι: «Πάντα επέστρεφα στο μουσείο της νιότης μου, προσπαθώντας να βρω το τελευταίο μέρος που είχα δει τον εαυτό μου». Κάτι μου λέει ότι όλοι θα βρουν τη “δική τους” φράση σε αυτή τη σειρά.