TV SHOWS

Obsession: Τα τέσσερα πιο άχρηστα επεισόδια στην ιστορία του Netflix έχουν όνομα

Το 1992, η νέα -τότε- ταινία του Louis Malle βασισμένη στην ομώνυμη νουβέλα της Josephine Hart, Damage, είχε κάνει εμφάνιση προσπαθώντας να ανανεώσει τον μύθο των ενδοοικογενειακών ερωτικών τριγώνων με τη χάρη γονδολιέρη της Βενετίας σε κλιμακτήριο. Βρισκόμασταν στην εποχή που το μόνο που μας ένοιαζε ήταν αν ο Peter Greenway άρχισε να χάνει το mojo του με το Prospero’s Books – οι απανωτές κινηματογραφικές συνεδρίες στο Αλφαβιλ του κέντρου υποδείκνυαν πως η χάρη του Drowning by Numbers και του Μάγειρα του Κλέφτη της Γυναίκας του και του Εραστή της, άρχιζε να φθίνει. Αυτό μας ένοιαζε κυρίως. Έστω, πολύ περισσότερο, από την ανάγκη ενός Γάλλου creator να διατηρήσει τον μύθο του στην προτελευταία κατάθεση της καριέρας του και της ζωής του.

Στην ταινία, ο Jeremy Irons τα έφτιαχνε με την αρραβωνιάρα του γιού του, γνωστή στα Ευρωπαϊκά φεστιβάλ και ως Juliette Binoche, χανόταν στο πάθος, επιδείκνυε τη γυμνασμένη πλάτη του, το άτριχο στήθος του και τα αφηνιασμένα μπράτσα του με κάθε ευκαιρία και τα έκανε φυσικά όλα μαντάρα. Τριάντα χρόνια μετά, η ιστορία θα επαναληφθεί με τον ίδιο τρόπο. Ένα επικίνδυνο ερωτικό τρίγωνο, μια αινιγματική γυναίκα, ένας έτοιμος για μεγάλες καταστροφές άντρας, μια απατημένη σύζυγος, ένας ταραγμένος γιος, μια τραγωδία. Α, ναι, και επιπλέον, έξτρα, πολύ γυμνό. Γιατί η εποχή ξέρει τι θέλει, ειδικά αν απευθύνεται στη μάζα μια πλατφόρμας έτοιμης να καταβροχθίσει μετά μανίας κάθε λιπαρότητα που θα συνοδεύει την τηλεοπτική τροφή της.

H Morgan Lloyd Malcolm, η οποία κλήθηκε να αναλάβει τη νέα μεταφορά, ισχυρίζεται πως είχε ενόραση. Και είδε στο βιβλίο κάτι που δεν είχε δει κανείς. Ένα μεταφεμινιστικό κάτι. Ένα γυναικείο ερωτικό γράμμα. Μια νέα ματιά που τέσσερα επεισόδια μετά αποδεικνύεται πως μόνο αυτή είχε δει. Αφού η συλλογή από κλισέ και τετριμμένα τσιτάτα μέσα από την οποία ξετυλίγεται η δράση – «τα πληγωμένα άτομα είναι επικίνδυνα, ξέρουν ότι μπορούν να επιβιώσουν» –  καταλήγει να μετατρέπει το εγχείρημα σε ερωτική κωμωδία τρίτης διαλογής, παρά σε ερωτική τραγωδία πρώτης όπως ίσως θα ήθελε. 

Σύμφωνα με την τωρινή εκδοχή της ιστορίας, αυτός είναι ένας λαμπρός επιστήμονας, ένας λαμπρός γιατρός, ένας αστραφτερός χειρουργός. Σε μια από τις πρώτες σκηνές, χωρίζει, με τρομερή ευκολία θα έλεγε κανείς, δύο τυχερά αφού έπεσαν στα χέρια του, συνδεδεμένα δίδυμα. Όταν επιστρέφει στο σπίτι θα τον περιμένει η πετυχημένη δικηγόρος, η σύζυγος, η φίλη, η ερωμένη. Παρέα, βεβαίως, με κόκκινο κρασί για χαλάρωση – το κόκκινο κρασί παίζει πολύ, ίσως περισσότερο και από το γυμνό, αν ξεκινήσουμε να καταγράφουμε τις «εμφανίσεις».

Έχει την τέλεια ζωή; Ναι την έχει. Θα ήθελε όμως και κάτι άλλο; Ναι, θα ήθελε. Θα το μάθει μπαμ μπαμ για να μη χάνουμε και χρόνο, εκεί, σε μια από τις πρώτες σκηνές. Όταν θα συναντήσει το κορίτσι του γιου του χωρίς να ξέρει ότι αυτό είναι το κορίτσι του γιου του. Σε ένα πάρτι στη Βουλή των Κοινοτήτων όπου τον «ετοιμάζουν» για Υπουργό Υγείας. Έρωτας με την πρώτη ματιά; Μη σου πω και από πριν και σε σοκάρω. Της προσφέρει μαρτίνι. Την ταΐζει με την ελιά του. Το δέχεται. Μπορεί και να πεινάει, ποιος ξέρει.

Ακολουθεί μια από τις πρώτες κρυφές συναντήσεις του παράνομου ζευγαριού. Κοιτάζουν ο ένας τον άλλο για πολλά τηλεοπτικά λεπτά. Καταφέρνουν να μη γελάνε. Αυτός δεν σηκώνει πολλά-πολλά. «Παραδίδομαι σε σένα» της λέει. « Άκου τους κανόνες» απαντά αυτή. «Εγώ θα λέω το πότε, δεν θα έρχεσαι ακάλεστος» ξεκαθαρίζει γιατί έχει και μια σκούπα προφανώς να βάλει. «Είναι επιλογή μου να σου παραδίνομαι» συνεχίζει και τον κοιτά όπως και κοιτά μια αφέντρα το σκλαβάκι της . «Σου δίνω εξουσία» της λέει αυτό, πεταρίζοντας τα μάτια του. Αυτή χαμογελά. «Γονάτισε» λέει στον οκλαδόν καθήμενο «και θα σου δοθώ». Τελικά του δίνεται χωρίς να χρειαστεί να σηκωθεί και να ξανακάτσει. Στο πάτωμα. Στο κρεββάτι. Στον τοίχο. Με ένα πάθος εναρμονισμένο σε καινούργιες συνήθειες, αφού σύμφωνα με τα νέα δεδομένα και το απαραίτητο των γυρισμάτων, οι ερωτικές σκηνές δεν «χάνονται» στο πουθενά, υπάρχει συντονιστής οικειότητας που βοηθά να δημιουργηθεί η σωστή ατμόσφαιρα συναίνεσης και ορίων. Ή μάλλον, να χαθεί αυτή για πάντα.

Στο θέμα μας όμως και μη ξεχνιόμαστε. Πέντε λεπτά μετά, σε επόμενη σκηνή, η σύζυγος – μια Indira Varma σε απεγνωσμένη προσπάθεια να σώσει το άσωστο – πίνει μάντεψε τι, ναι, κόκκινο κρασί και πετάει θανατηφόρες ατάκες. «Μάλλον κάτι επηρεάζει τη σχέση μας». Μάλιστα, σφραγισμένο γράμμα διαβάζετε κι εσείς, καλή μου μαντάμ.

Βαρέθηκες; Μήπως ο δεκαπεντάχρονος εαυτός σου επιθυμεί κι άλλο;  

Προφανώς το κοινό που οδήγησε το 50 Shades of Grey σε αναμενόμενη εμπορική επιτυχία είναι εδώ για να συμβάλει στον νέο αυτό αγώνα – εδώ και ένα μήνα, από τη στιγμή δηλαδή που το Obsession έκανε την πρώτη του εμφάνιση, φιγουράρει σταθερά στις τοπ δεκάδες των Netflix του πλανήτη. Ο Richard Armitage του κινηματογραφικού Hobbit και του εξαίρετου τηλεοπτικού Berlin Station, που πήρε το οκ από τον σύντροφο του για να βουτήξει στα ξένα ερωτικά βαθιά νερά, μπορεί να δει την καριέρα του να «καταστρέφεται» μέσα από την εμπορική αναγνώριση που του αναλογεί – o Jamie Dornan θα μπορούσε εξάλλου να του πει δυο τρία πράγματα πάνω στο πώς μπορείς να το πάθεις και κυρίως στο πόσο δύσκολο είναι να «επανέλθεις».  Η Charlie Murphy ως Άννα, με τις περγαμηνές ενός Peaky Blinders και ενός Happy Valley, βρίσκεται ξεκάθαρα εκτός προσωπικών δυνατοτήτων. Όσο κι αν, σύμφωνα με τις δηλώσεις της στο podcast «Rein with Josh Smith», το προσπάθησε πολύ: «γέμισα μελανιές σε όλο μου το σώμα, στα γόνατα, στα δάχτυλα, στους αγκώνες». Όσο κι αν η κάμερα προσπαθεί να κλέψει εκφράσεις και γυμνές κινήσεις, η απάθεια με την οποία αντιμετωπίζει τον χαρακτήρα μέσα σε μια τύπου ηθελημένη σεναριακά μυστηριακή απόδοση χωρίς αφηγηματική και ψυχολογική συνοχή, είναι τουλάχιστον αστεία. Αν όχι ιδιαιτέρως βαρετή.

Είπα χωρίς αφηγηματική συνοχή; Και ψυχολογική επίσης; Είπα. Αυτό νομίζω πως μένει και στο τέλος σαν κεντρική αίσθηση. Όταν πλέον έχεις καταλάβει ότι τίποτα δεν μπορεί να πάει καλά. Όπως βεβαίως και μια βεβαιότητα, πως πλέον το ερωτικό σεξ στην μικρή οθόνη έχει θέματα. Και μάλιστα άλλου τύπου από αυτά που θα περίμενε κανείς.

Δημήτρης Πάντσος