Categories: ΧΟΡΟΣ

Τράγιαλ Χάρρελ: «Η Μήδεια είναι η “απόλυτη σκύλα”»

Η Μήδεια είναι ίσως μια από τις πιο εμβληματικές μορφές του αρχαίου δράματος αλλά και της καλλιτεχνικής δημιουργίας γενικά, ένα διαχρονικό σύμβολο της απροκάλυπτης γυναικείας οργής, που δαιμονοποιείται μέσα από την έκφρασή της ως αποτρόπαιο έγκλημα. Η Μήδεια του Ευριπίδη είναι μια «ξένη», κυριολεκτικά και μεταφορικά, αφού ο ρόλος της έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την κλασική θηλυκότητα της αρχαιότητας και με τους άκαμπτους έμφυλους ρόλους που επιβάλλονται σε αυτήν.

Ίσως για τους λόγους αυτούς, η Μήδεια να αποτελεί και ένα ιδιότυπο φεμινιστικό σύμβολο της κατάρριψης ακριβώς αυτών τον ρόλων. Αυτό φαίνεται να πιστεύει και ο διακεκριμένος χορογράφος Τράγιαλ Χάρρελ, μια από τις σημαντικότερες φιγούρες του σύγχρονου χορού, ο οποίος καταθέτει στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση τη δική του φεμινιστική εκδοχή της «απόλυτης σκύλας» του αρχαίου δράματος, παρουσιάζοντας σε παγκόσμια πρεμιέρα το πρώτο μέρος μιας εν εξελίξει τριλογίας.

Δεν είναι η πρώτη τραγική ηρωίδα που ενσαρκώνει ο Αμερικανός χορευτής. Η σχέση του με την Ελλάδα άλλωστε είναι γνωστή, αφού η Αθήνα αποτελεί την ευρωπαϊκή του βάση (το κλίμα της του θυμίζει την γενέτειρά του, Τζόρτζια).

Στο “Antigone Sr”, μέρος της σειράς Twenty Looks or Paris is Burning at The Judson Church, η Αντιγόνη διαπλέκεται με το voguing. Ενσωματώνοντας στοιχεία από το voguing και την ballroom κουλτούρα, τον ιαπωνικό χορό butoh και την κινησιολογία της πασαρέλας, ο Χάρρελ συνθέτει το πορτρέτο μιας ερωτευμένης γυναίκας που θρηνεί. 

Η Μήδεια του Τράγιαλ Χάρρελ αρχίζει εκεί που τελειώνει η Μήδεια του Ευριπίδη. Ένας πενταμελής χορός, στον ρόλο της Μήδειας επαναφέρει τα ηθικά και πολιτικά ζητήματα του έργου στο σήμερα. Το “O Medea” έρχεται στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, από τις 30 Μαΐου μέχρι τις 2 Ιουνίου και η Popaganda συναντήθηκε με τον Τράγιαλ Χάρρελ.

Πώς έγινε η επιλογή της Μήδειας; Ένα από τα έργα για τα οποία είμαι περισσότερο γνωστός λέγεται “Antigone Sr”. Προέρχομαι από την χορευτική παράδοση του voguing, οπότε γοητεύομαι ιδιαίτερα από αυτήν την ιδέα της επιτελεστικότητας, των ανδρών που παίζουν γυναικείους ρόλους, ειδικά όταν αυτή δεν ορίζεται εύκολα ως drag ή ως camp. Με ενδιαφέρει τι μπορεί να γίνει αυτή η επιτελεστικότητα, την οποία δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε με τις κατηγοριοποιήσεις που έχουμε σήμερα. Και φυσικά, ως περφόρμερ, είναι φανταστικό να συνεχίζω να παίζω την Αντιγόνη. Είναι καταπληκτικός ρόλος.

Ένιωθα λοιπόν ότι ήθελα να κάνω άλλη μια τραγωδία. Τείνω προς τους τραγικούς ρόλους και πίστευα ότι επόμενη θα έπρεπε να είναι η Μήδεια. Με ενδιέφερε ως ρόλος, αλλά επίσης, επειδή έχω κάνει αρκετές δουλειές μόνο με άντρες, δουλεύοντας πάνω σε αυτό το είδος της επιτελεστικότητας, ήθελα να δημιουργήσω μια πρόκληση για τον εαυτό μου και να δουλέψω μόνο με γυναίκες. Η Μήδεια θα ήταν ένας πολύ καλός τρόπος για να το εξερευνήσω αυτό.

Με ποιον τρόπο έχει αδικηθεί η Μήδεια από την ιστορία; Εγώ δουλεύω πάνω σε αυτήν την ιδέα της σκύλας. Και η Μήδεια είναι η «απόλυτη σκύλα», γιατί μαθαίνει ότι ο άντρας της είναι με μια άλλη γυναίκα, αφότου εκείνη άφησε την πατρίδα της για να είναι μαζί του, και σκοτώνει τα παιδιά της για να τον εκδικηθεί. Έτσι βλέπει ο περισσότερος κόσμος την ιστορία της. 

Η λέξη σκύλα χρησιμοποιείται συχνά για να υποβαθμίσει τη δύναμη μιας γυναίκας, τη ζωτικότητα, την εγρήγορση, την προθυμία της να φτάσει στα άκρα. Είναι σκύλα, γιατί δεν υπομένει τα σκατά που της ρίχνεις. Αλλά στην παράδοση του voguing, η σκύλα είναι τιμητικός όρος. Με το να αποκαλέσεις κάποιον έτσι, λες «ναι, είναι έξυπνη, δυνατή, δεν θες να μπλέξεις μαζί της». Οπότε ήθελα να δω πώς μπορώ να το αναποδογυρίσω αυτό, ορμώμενος από την παράδοση και την ευαισθησία του voguing. Και για μένα, όταν διάβασα το έργο -επειδή είμαι καλλιτέχνης και έχω το δικό μου όραμα- αυτό που είδα, αντί για ένα οργισμένο, εκδικητικό άτομο, ήταν μια ερωτευμένη γυναίκα. Βλέπω μια γυναίκα που ερωτεύτηκε τρελά, που ήταν πρόθυμη να αφήσει πίσω της όσα αγαπούσε και που συνειδητοποίησε ότι ήταν με κάποιον που δεν την εκτιμούσε, που ήταν εγωιστής. Κι έτσι ο φόνος των παιδιών είναι, για μένα, συμβολικός. Δηλαδή θέλω να τον διαβάσω ως σύμβολο της ανάγκης της να ξεφύγει από τα ιδανικά της μητρότητας και του ρόλου της ως συζύγου. Και, για να γίνει η γυναίκα που θέλει να είναι, πρέπει να εγκαταλείψει αυτούς τους ορισμούς του τι είναι γυναίκα, όπως ορίζεται από τους άνδρες. Άρα ο φόνος δεν είναι κυριολεκτικός. Είναι ένας τρόπος να πει «όχι, δεν χρειάζεται να είμαι μητέρα ή σύζυγος για να είμαι γυναίκα και να αγαπηθώ», είναι ένας τρόπος να απελευθερωθεί από αυτούς τους ρόλους, να γίνει η γυναίκα που θέλει να είναι. Αυτή είναι η Μήδεια που με ενδιαφέρει.

H παράδοση του voguing αποτελεί μια διαρκή έμπνευση στη δουλειά σας. Πώς ξεκίνησε αυτό; Πήγα σ’ ένα voguing ball και  ενθουσιάστηκα με αυτό που είδα. Ήταν τόσο απίθανο, τόσο μεταμοντέρνο. Σκέφτηκα ότι εδώ συμβαίνει ο σύγχρονος χορός και το θέατρο. Και τότε άρχισα να κάνω περισσότερη έρευνα. Νομίζω ότι υπάρχει μια παρανόηση για μένα, ότι κάνω voguing, αλλά δεν κάνω. Δεν έχω περπατήσει δηλαδή σε κάποιο ball. Ξεκίνησα αυτή την έρευνα το ’98 ή το ’99. Αλλά στην αρχή, δεν είχα μιλήσει με κανένα. Γιατί δεν ήθελα να το μπερδέψω, δεν ήθελα να προσποιηθώ ότι μπορούσα να είμαι μέρος αυτής της κοινότητας ή ότι θα μπορούσα να βρω το δρόμο μου σε αυτήν. Αυτό που ήθελα πραγματικά ήταν να δω τη δομή του. Ξέρω ότι κάποιοι χορογράφοι λένε, οκ, αυτό είναι voguing, είναι ενδιαφέρον, είναι κραυγαλέο, θα δανειστώ την κίνησή του και θα την ανακατέψω με κάτι. Αλλά δεν ήταν αυτό που ήθελα να κάνω. Εγώ ήθελα να καταλάβω την δομή, να δω τις θεωρητικές του ιδέες. Δεν χρησιμοποιώ τις κινήσεις, χρησιμοποιώ τις διαδικασίες.

Όπως; Μια από τις βασικότερες είναι η οικειοποίηση της κίνησης από το χώρο της μόδας. Ο τρόπος δηλαδή που ποζάρουν μπροστά στο φακό, που προσποιούνται ότι περπατούν σε μια πασαρέλα. Αυτή είναι, νιώθω, η βασική μου συνεισφορά στον σύγχρονο χορό, να φέρω αυτήν την κίνηση και να την ονοματίσω χορό. Και το voguing το έκανε αυτό βέβαια, αλλά ουσιαστικά έχει την αφετηρία του στην αυλή του Λουδοβίκου ΙΔ’, πριν ακόμα την ύπαρξη του μπαλέτου. Στα θεάματα της αυλής, η μόδα και ο χορός πάνε μαζί. Από εκεί προέρχεται η pointe στο μπαλέτο, από τον τρόπο που επιδείκνυαν τα παπούτσια τους. Ακόμα και σήμερα, στην Όπερα Μπαλέτου του Παρισιού, στην αρχή της σεζόν κάνουν ένα ντεφιλέ, μια επίδειξη μόδας. Αυτό που με ενδιέφερε ήταν να λύσω αυτούς τους κόμπους, να καταλάβω την κίνηση της πασαρέλας, το πώς συνδέεται με την ιστορία του χορού και να την επαναφέρω.

Πριν από το χορό, όμως, το υπόβαθρό σας είναι στο θέατρό. Έκανα ενόργανη όταν ήμουν μικρός και ύστερα έκανα θέατρο. Κάποια στιγμή, όταν ήμουν στο Γιέιλ, ήρθε ένας διευθυντής θεάτρου και αρχίσαμε να ασχολούμαστε με κινησιολογία και τότε ήταν που ένιωσα ξανά ζωντανός. Συνειδητοποίησα ότι λάτρευα την κίνηση. Άρχισα να παρακολουθώ χορό στη Νέα Υόρκη και ξαφνικά έπαψα να θέλω να μιλάω στη σκηνή. Για την πτυχιακή μου έκανα ένα περφόρμανς που συνδύαζε ποίηση, κίνηση και κείμενο. Μετά πήγα σε μια δραματική σχολή, εκεί η ιδέα ήταν ότι κάθε καλλιτέχνης θα εκπαιδευόταν ως τραγουδιστής όπερας, χορευτής και ηθοποιός. Ήταν από την αρχή ξεκάθαρο ότι ο χορός ήταν αυτό που αγαπούσα. Έκανα πράγματα παρόμοια με αυτά που έκανα και στο κολέγιο, έδειξα μια δουλειά μου στην καθηγήτριά χορού και την ρώτησα, «πιστεύεις ότι αυτό είναι χορός ή περφόρμανς;». Και μου απάντησε με το πιο ξινό ύφος ότι είναι περφόρμανς. Εγώ είπα ότι θέλω να είναι χορός και μου είπε ότι τότε πρέπει να σπουδάσω χορό. Και ύστερα πήγα στο γραφείο του διευθυντή και ανακοίνωσα ότι θα φύγω το επόμενο εξάμηνο. Ήμουν τρελός, δεν σκεφτόμουν τίποτα, ήμουν απλά ερωτευμένος με το χορό. 

Φυσικά είχα μια πολύ καλή εκπαίδευση στο θέατρο και την ιστορία και αυτό μπορείς να το δεις στη δουλειά μου. Ο χορός μου είναι θεατρικός. Σίγουρα κάποια στιγμή θα κάνω κλασικές δουλειές που έχουν μόνο κίνηση. Τώρα νομίζω πως φτάσω αυτήν την σχέση με τις θεατρικές μορφές μέχρι εκεί που πάει. Επίσης με ενδιαφέρει η σχέση με το κοινό, αυτή η επιτελεστικότητα της συντροφικότητας. Αυτό αγαπώ στο θέατρο. Είμαστε όλοι στον ίδιο χώρο και πιστεύουμε -δεν το ξέρουμε- ότι όλοι σκεφτόμαστε και νιώθουμε το ίδιο πράγμα. Γίνεται καταπληκτικό θέατρο, όταν συμβαίνει αυτό.

Ισχύει όμως ότι αλλάζουν τα δεδομένα, κάτι που θεωρούνταν παλιά περφόρμανς μπορεί πλέον να νομιμοποιηθεί ως είδος χορού. Όπως με το voguing, που πλέον έχει κατά κάποιο τρόπο εισέλθει στο mainstream. Σε αυτό το έργο, φυσικά υπάρχουν οι θεωρητικές ιδέες του voguing, αλλά το βασικό που μπορείς να δεις είναι η δουλειά που έχουμε κάνει με το butoh (σ.σ. είδος ιαπωνικού θεατρικού χορού). Το 2013, ξεκίνησα να ερευνώ το butoh στο έργο του Τατσούμι Χιτζικάτα. Αυτό πιστεύω ότι θα είναι το πιο καινούργιο στοιχείο για τον κόσμο. Το ονομάζω butoh realness, γιατί δεν είμαι ο ίδιος χορευτής butoh. Προσπαθώ να δω το butoh μέσα από το φακό της ιδέας του realness, που προέρχεται από το voguing, της ιδέας δηλαδή του να προσπαθείς να γίνεις κάτι που δεν είσαι, να το πλησιάσεις, γνωρίζοντας ταυτόχρονα ότι ποτέ δεν θα μπορέσεις να είσαι όντως αυτό το πράγμα. 

Μιας και αναφέρατε το realness (ως την ιδέα του να προσπαθείς να γίνεις κάτι που δεν είσαι), γενικότερα ως κουλτούρα, έχουμε αναπτύξει τα τελευταία χρόνια μια μεγαλύτερη ευαισθησία όσον αφορά την οικειοποίηση. Ποια είναι η οπτική σας; Είναι αρκετά περίπλοκο. Η οικειοποίηση υπήρχε από πάντα. Οι νεότερες ιδέες σε αυτά τα πολιτικά ντιμπέιτ για την πολιτισμική οικειοποίηση γίνονται συχνά πολύ δογματικές. Τίθενται πολύ σημαντικά ερωτήματα φυσικά, αλλά συχνά αυτή είναι η πρώτη φάση ενός πράγματος, δηλαδή η πολύ αυστηρή οριοθέτηση πριν αρχίσουμε να βλέπουμε τις λεπτές αποχρώσεις. Με ενδιαφέρουν οι λεπτές απορχρώσεις, δε με ενδιαφέρει η ιδέα ότι, ας πούμε, εσύ δεν θα μπορούσες ποτέ μα ποτέ να γράψεις ένα βιβλίο για τις εμπειρίες ενός Αφροαμερικανού άνδρα. Λυπάμαι, αλλά αυτό για μένα είναι το τέλος της τέχνης. Είναι το καθαρό τέλος της τέχνης, αν δεν μπορούμε να την χρησιμοποιήσουμε για να διευρύνουμε τις ανθρώπινες δυνατότητες.

Δηλαδή; Εάν πραγματικά πιστεύω ότι το χρώμα του δέρματος δεν είναι ουσιαστική διαφορά, τότε πρέπει να πιστέψω ότι ένας καλλιτέχνης μπορεί να το κάνει αυτό. Αν μπορεί να το κάνει καλά, αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Εμείς πρέπει να είμαστε κριτικοί  απέναντι σε αυτό και να χρησιμοποιήσουμε όλη τη θεωρητική, πολιτική και κοινωνική μας ευφυΐα για να κάνουμε την καλύτερη δυνατή δουλειά και να ασκήσουμε κριτική σε εκείνους που δεν την κάνουν. Αλλά με τα όρια που βάζουν μερικοί, στο τέλος δεν θα μπορούμε να μιλήσουμε για τίποτα! Γιατί όλοι είμαστε διαφορετικοί. Το να λες ότι δεν μπορεί κάποιος να μιλήσει για κάτι επειδή δεν είναι από εδώ, δεν είναι η κουλτούρα του, τα μαλλιά του δεν είναι σγουρά, δεν έχει πάει στο φεγγάρι… Δεν τελειώνει ποτέ! Έτσι θα μπορούμε να μιλάμε μόνο για τους εαυτούς μας και άρα θα έχουμε χάσει όλες τις ανθρώπινες δυνατότητες. Και αυτό είναι πρόβλημα.

Στο “O Medea” επιχειρείτε μια αναθεώρηση της ιστορίας. Ναι, αλλά το “O Medea” δεν είναι η ιστορία της Μήδειας. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι τι της συμβαίνει μετά. Πώς θρηνεί τα παιδιά της, πώς το κάνει ανάμεσα σε γυναίκες, ο συλλογικός θρήνος. Με ενδιαφέρουν οι σχισμές και οι ρωγμές της ιστορίας. Και η ιστορική φαντασία και οι α-πιθανότητες. Πολλά από τα έργα μου σχετίζονται με αυτό.

Γιατί; Γιατί η ιστορία είναι τόσο συναρπαστική. Ξέρουμε ότι δεν είναι η αλήθεια και, ούτως ή άλλως, πρέπει να αμφισβητούμε τι είναι αλήθεια. Αλλά γνωρίζουμε ότι η ιστορία είναι μια επίσημη αφήγηση. Γνωρίζουμε πλέον αρκετά για τις ιστορίες που έχουν ξαναγραφτεί επειδή έχει αναδυθεί κάποια νέα οπτική. Υπάρχουν περισσότεροι από ένας τρόποι να δούμε κάποια στιγμή μέσα στο χρόνο. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι, των οποίων οι φωνές και οι οπτικές έχουν κατασταλεί. Αυτό δεν σημαίνει ότι αρνούμαστε τα γεγονότα. Αυτό που κάνω εγώ είναι να προτείνω α-πιθανότητες. Η αλήθεια είναι ότι έχουμε ακόμα τόσα να λύσουμε μαζί. Αν σταματήσουμε να πιστεύουμε στο αδύνατο, είμαστε χαμένοι. Αυτό μπορώ να κάνω εγώ ως καλλιτέχνης. Αν σπάσεις το χέρι σου, δεν μπορώ να σε θεραπεύσω. Αν το σπίτι σου πιάσει φωτιά, δεν μπορώ να τη σβήσω. Αυτό που μπορώ να κάνω είναι να εμπνεύσω τους ανθρώπους να πιστέψουν σε εκείνο που μπορούν να φανταστούν, να πιστέψουν ότι είναι δυνατό. Γιατί ακόμα το χρειαζόμαστε αυτό.

O Medea του Τράγιαλ Χάρρελ. Στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, από 30/05 έως 02/06. Περισσότερες πληροφορίες εδώ.
Ελένη Μαραγκού