Πριν το Ανωτέρα Βία το 2014, το κοινό είχε συνδέσει τη σουηδική κωμωδία στην καλύτερη περίπτωση με τον Ρόι Άντερσον και στη χειρότερη με τον Λάσε Χάλστρομ. Με το διεθνές του breakthrough, που κέρδισε το βραβείο της ενότητας «Ένα Κάποιο Βλέμμα» στις Κάννες κι έφτασε μέχρι τις υποψηφιότητες του ξενόγλωσσου Όσκαρ, ο Ρούμπεν Έστλουντ ανακοίνωσε σαν… χιονοστιβάδα την άφιξή του στα κινηματογραφικά πράγματα εκτός των συνόρων της χώρας του, με μια προσβάσιμη ταινία οικουμενικής ταύτισης, αφού η καυστική κριτική του ρόλου του αρσενικού εντός κι εκτός της σύγχρονης οικογένειας που αποτυπώθηκε με… άσπρο χιούμορ (κάπου εδώ έρχεται editor’s note «σταμάτα με τα χιονο-αστεία») ευτυχώς δεν χάθηκε στη μετάφραση.
Φέτος, επέστρεψε στο φεστιβάλ που τον ανέδειξε και μάλιστα βρέθηκε με την υψηλότερη τιμή ανά χείρας, με τη νέα του ταινία, Το Τετράγωνο, να βραβεύεται με τον Χρυσό Φοίνικα, γεγονός σπάνιο για κωμωδία, ειδικά σε μια χρονιά που η κοινωνικοπολιτική επικαιρότητα και οι πιο «βαριές» υπογραφές κυριάρχησαν στις συζητήσεις (και τα προγνωστικά) των Καννών.
Η τεράστια φιλοδοξία κι αυτοπεποίθηση του Έστλουντ αγγίζει από καθημερινά ως φιλοσοφημένα θέματα, όλα με άξονα τις μικρές και μεγάλες αποτυχίες του ανθρώπου, την παράλογη παγίδα της πολιτικής ορθότητας και το ερωτηματικό της επιλεκτικής χρησιμότητας της Τέχνης (και των χώρων που την προωθούν)
Ο Κρίστιαν (ο δανός ηθοποιός Κλες Μπανγκ σε απολαυστική ερμηνεία ενός Ντέιβιντ Μπρεντ από το The Office παγιδευμένου στο σώμα του Πιρς Μπρόσναν) είναι επιμελητής σε ένα σημαντικό μουσείο σύγχρονης τέχνης στην Στοκχόλμη, που πέφτει θύμα περίτεχνης κλοπής του πορτοφολιού, του κινητού κι άλλων προσωπικών αντικειμένων του, και μια σειρά ανεξέλεγκτων και παράξενων συνεπειών τον οδηγούν σε προσωπικό και επαγγελματικό χάος. Όταν τον γνωρίζουμε, παίρνει έναν υπνάκο στο γραφείο του και η βοηθός του τον ξυπνάει για να τον ενημερώσει ότι μια αμερικανίδα δημοσιογράφος (Ελίζαμπεθ Μος) έχει φτάσει για τη συνέντευξή τους, που εξελίσσεται σε αμήχανο φιάσκο όταν εκείνος αδυνατεί να εξηγήσει κάποια ψευτο-διανοουμενίστικα προηγούμενα σχόλιά του με αφορμή το καινούργιο μεγαλεπήβολο πρότζεκτ του.
Το Τετράγωνο παίρνει τον τίτλο του από το ομώνυμο installation που τοποθετεί στον προαύλιο χώρο του μουσείου ο Κρίστιαν και που συμβολίζει έναν ασφαλή χώρο στον οποίο επικρατούν οι αρχές της ισότητας, του αλτρουισμού, της εμπιστοσύνης και της υπευθυνότητας απέναντι στο συνάνθρωπο και το κοινωνικό σύνολο. Κυριολεκτικά καμία από αυτές τις αρχές, όμως, δεν τιμά ο εμπνευστής του τετραγώνου, που στην τυφλή εμμονή να επανακτήσει το χαμένο του πορτοφόλι, εντοπίζει το κλεμμένο κινητό του σε ένα κοντινό κτίριο κι αφήνει απειλητικά σημειώματα σε όλα τα διαμερίσματα απαιτώντας την επιστροφή των πραγμάτων του.
Η αλήθεια είναι πως οποιαδήποτε απόπειρα τακτοποιημένης εξιστόρησης του Τετραγώνου αδικεί και αδικείται από τη δαιδαλώδη πλοκή του, που ξεχύνεται σε διάφορες κατευθύνσεις κι, ωθούμενη από την τεράστια φιλοδοξία κι αυτοπεποίθηση του Έστλουντ, αγγίζει από καθημερινά ως φιλοσοφημένα θέματα, όλα με άξονα τις μικρές και μεγάλες αποτυχίες του ανθρώπου, την παράλογη παγίδα της πολιτικής ορθότητας και το ερωτηματικό της επιλεκτικής χρησιμότητας της Τέχνης (και των χώρων που την προωθούν). Ο Έστλουντ είναι γενναιόδωρος με το χρόνο του (η εκδοχή που είδαμε στο Φεστιβάλ Καννών σίγουρα χρειαζόταν ψαλίδισμα) και η ευρεία σάτιρά του δεν πετυχαίνει πάντα τον στόχο της, αλλά το ξεσκέπασμα της αυτόκλητης «πνευματικής ελίτ» και της υποκρισίας των ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων είναι πάντα ευπρόσδεκτο θέαμα και σχεδόν πάντα απύθμενη πηγή γέλιου, ειδικά όταν γίνεται από τα σωστά χέρια.
Αν Το Τετράγωνο μείνει πάντως για ένα λόγο στην κινηματογραφική Ιστορία, αυτός θα είναι η απίστευτη, θέοτρελη σκηνή διάρκειας 12 επώδυνων λεπτών με τον άνθρωπο-χιμπατζή (Τέρι Νόταρι, ο Κονγκ του Κονγκ: Η Νήσος του Κρανίου) να τρομοκρατεί ένα γκαλά επισήμων που θολώνει τόσο πετυχημένα τα όρια μεταξύ τέχνης και πραγματικότητας ώστε η αμηχανία κι ο φόβος των παρευρισκομένων μεταβιβάζεται από την οθόνη μέσα στην αίθουσα, σε κάθε θεατή, σαν ψυχολογική άσκηση σε ανυποψίαστα πειραματόζωα. Μετά από αυτήν την εμπειρία, ίσως για πρώτη φορά βγαίνοντας από το σινεμά δεν καταλήξετε σε κάποιο μπαρ για ποτό, αλλά στον καναπέ ψυχαναλυτή.