Categories: ΣΙΝΕΜΑ

Το νέο West Side Story, δια χειρός Στίβεν Σπίλμπεργκ, αποθεώνει την εμπειρία της μεγάλης οθόνης

Ήταν καιρός ο Στίβεν Σπίλμπεργκ να κάνει ένα μιούζικαλ. Έχοντας δοκιμαστεί με επιτυχία (understatement) σε όλα τα αυτονόητα κινηματογραφικά είδη, από την κατασκοπική περιπέτεια και τη λογοτεχνική μεταφορά ως την παιδική φαντασία και το μεταφυσικό ρομάντζο, ο πιο εμπορικός σκηνοθέτης στην ιστορία του σινεμά το είχε καημό να γυρίσει ένα μεγαλοπρεπές μουσικό υπερθέαμα εδώ και τουλάχιστον 30 χρόνια. Φυσικά ξέραμε ότι θα θριάμβευε σε αυτό – υποψιασμένοι από τη σκηνή σουίνγκ στο 1941 και το εναρκτήριο νούμερο της συζύγου του, Κέιτ Κάπσο, στον Ιντιάνα Τζόουνς και το Ναό του Χαμένου Θησαυρού. Όταν τελικά ήρθε η ώρα, ο Σπίλμπεργκ αποφάσισε να αναμετρηθεί μόνο με ένα από τα πιο διάσημα μιούζικαλ που έχουν γραφτεί ποτέ, του οποίου η πρώτη κινηματογραφική μεταφορά, το 1961, αποτελεί μια από τις ελάχιστες ταινίες που μετρούν διψήφιο αριθμό Όσκαρ (10) και το χρυσό πρότυπο όχι μόνο για τα χολιγουντιανά μιούζικαλ, αλλά και για τις μεταφορές αντίστοιχων έργων από το Μπρόντγουεϊ στη μεγάλη οθόνη. 

Το West Side Story ήταν η αφορμή για να συναντηθούν δύο τεράστιες ιδιοφυίες (ο Λέοναρντ Μπέρνσταϊν στη μουσική και ο Στίβεν Σόντχαϊμ στους στίχους) με μια τρίτη (τον Σαίξπηρ, έστω και έμμεσα, σε αυτή τη νεοϋορκέζικη εκδοχή του κλασικού Ρωμαίος και Ιουλιέτα) και το ριμέικ του θα φλέρταρε με την ιεροσυλία αν δεν συνδεόταν με το όνομα του Σπίλμπεργκ. Η περσινή ταινία έμεινε στο συρτάρι για ένα χρόνο, προκειμένου να βγει στις αίθουσες φέτος και όχι για πανδημική κατ’οίκον παρακολούθηση, και στα χέρια του εκμοντερνίζεται όσο ακριβώς χρειάζεται για να εκφράζει και την παρούσα στιγμή (αν και το ίδιο το έργο παραμένει ανατριχιαστικά επίκαιρο – αρκεί μόνο το άκουσμα του America). 

To σενάριο, από τον βραβευμένο με Tony δημιουργό του Angels in America και συχνό συνεργάτη του Σπίλμπεργκ, Τόνι Κούσνερ, πιάνει τον παλμό των σημερινών εντάσεων στην Αμερική έτσι όπως εκφράζονται από την απειλή της αστυνομίας ή της τοξικής αρρενωπότητας απέναντι σε κάθε μορφής διαφορετικότητα, αλλά διατηρεί τη δομή και την καρδιά του έργου: μια συμμορία λευκών που κυριαρχεί σε μια γειτονιά του δυτικού Μανχάταν κοντράρεται με μετανάστες από το Πουέρτο Ρίκο την ώρα που ο αρχηγός της ερωτεύεται την αδερφή του αντιπάλου του, με τραγικές συνέπειες… αλλά και πολύ χορό, τραγούδι, έξυπνους στίχους (αν και η πραγματική ζωή ανάγκασε το “Puerto Rico/my heart’s devotion/let it sink back in the ocean” να αλλάξει) και ακούραστη κίνηση. Η γνώση και αγάπη του κοινού για τα κλασικά τραγούδια εξομαλύνει τις μοντέρνες παρεμβάσεις του Κούσνερ και του Σπίλμπεργκ. Λιγότερο στυλιζαρισμένο (ο χορογράφος Τζάστιν Πεκ κάνει φανταστική δουλειά, ανανεώνοντας τις ιδέες του τυράννου Τζερόμ Ρόμπινς), περισσότερο επείγον, το West Side Story ανταλλάσσει την αφέλεια των πρωταγωνιστών του ’60 με μια lived in συνειδητοποίηση της αδιέξοδης κατάστασής τους. 

Ακόμα και η παρουσία του Άνσελ Έλγκορτ, ενός πρωταγωνιστή με τη γοητεία ενός αφυγραντήρα, δεν είναι αρκετή για να στιγματίσει την υπερβατική εμπειρία του νέου West Side Story, είτε πρόκειται για το καστ-αποκάλυψη (η πρωτοεμφανιζόμενη Ρέιτσελ Ζίγκλερ στο ρόλο της Μαρία, η ανερχόμενη Αριάνα ΝτεΜπόζ ως Ανίτα και ο φρέσκος από το Μπρόντγουεϊ Μάικ Φάιστ ως Ριφ είναι όλοι μελλοντικά αστέρια) είτε για τα καταιγιστικά μουσικοχορευτικά νούμερα είτε για τον ασυγκράτητο ενθουσιασμό της κάμερας μπροστά στην ευκαιρία της αυθεντικής αναπαράστασης, της προσγείωσης στον αληθινό κόσμο και της συναισθηματικής αλήθειας. Ακόμα κι έτσι, η νότα της νοσταλγίας δεν σιγεί εντελώς (συγκινητική η εμφάνιση της παλιάς Ανίτα, της θρυλικής Ρίτα Μορένο, που κέρδισε Όσκαρ το ’61), όμως το West Side Story είναι μια βροντερή υπενθύμιση όλων εκείνων των πραγμάτων που ανησυχούσαμε ότι θα χαθούν από την ψυχαγωγία μας με την έλευση της πανδημίας και που αξίζει να παραμείνουν.

To West Side Story κυκλοφορεί στις αίθουσες από την Feelgood Entertainment.
Μάρα Θεοδωροπούλου

Share
Published by
Μάρα Θεοδωροπούλου