Σχεδόν μια δεκαετία μετά τις απεριόριστες δυνατότητες που ανέδειξε αυτό που έμεινε στην ιστορία ως post punk. Λίγο μετά την, φλούο ή σκοτεινών αποχρώσεων, synth pop που στάθηκε στο ύψος της ως η καλή εκδοχή των 80s. Λίγο λιγότερο μετά την εμφάνιση εκείνων των εσωστρεφών παιδιών που τσίτωσαν τους ενισχυτές χωρίς να κοιτάξουν σπιθαμή πάνω από τα παπούτσια τους, shoegaze «η σκηνή που γιόρταζε τον εαυτό της». Μια ανάσα μετά την έκρηξη του acid house και την σαρωτική εξάπλωσή του στη Μεγάλη Βρετανία.
Είμαστε στα τέλη της δεκαετίας του ’80, το Νησί μοιάζει κάπως σαν να παίρνει το σχήμα του smiley, του εμβλήματος της χορευτικής επανάστασης που προκαλούσε σεισμικές δονήσεις σε όλα τα επίπεδα. Acid house βραδιές διοργανώνονται παντού, το επίκεντρο της προσοχής έχει μετατοπιστεί από το γκρουπ στον DJ, το πνεύμα της Ιμπίθα (και κατι στρογγυλές ταμπλέτες) κάνουν τους ίδιους ανθρώπους που 3-4 χρόνια πριν δέρνονταν στα γήπεδα να αγκαλιάζονται τώρα ιδρωμένοι στα κλαμπ. Τα «παιδιά της Θάτσερ», όμως, ήθελαν και τραγούδια, δεν τους έφταναν μόνο τα bleeps.
Η λύση ήρθε από τον Βορρά, όπως περίπου συνέβαινε πάντα. Η βιομηχανική περιοχή του ευρύτερου Μάντσεστερ θα παίξει και πάλι τον ρόλο της. Όπως στα τέλη της δεκαετίας του ’70 όταν ένα live των Sex Pistols άλλαξε τη ζωή μερικών ανθρώπων που άλλαξαν τη μουσική… έχουμε δει όλοι το 24 Hour Party People ή να συνεχίσω; Magazine, The Fall, Factory Records, Joy Division, μετέπειτα New Order, The Smiths – για μια 7-8 χρόνια αυτό που συμβαίνει στην γκρίζα, άσχημη πόλη, σχεδόν δεν έχει προηγούμενο.
Έχει όμως επόμενο. Η νέα φουρνιά εμπνέεται με διαφορετικούς τρόπους από την ψυχεδέλεια των 60s (από τις μελωδίες της αμερικάνικης δυτικής ακτής revisited μέχρι τη μετέξέλιξη του LSD σε MDMA και το δεύτερο Καλοκαίρι της Αγάπης, άραγε ήταν εκείνο του 1988 ή του 1989;). Η ευρύτερη (υπο)κουλτούρα παίρνει το όνομα “baggy”: φαρδιά ρούχα, «μια μεζούρα hippie (καμπάνες, λαχουρένια πουκάμισα), μια μεζούρα rave (t-shirts πλυμένα στη χλωρίνη), μια μεζούρα football casual (επώνυμες ιταλικές ζακέτες από λύκρα ή πολυεστέρα)», κι ότι περισσεύει Joe Blogs (τοπικό brand που έγινε η στολή της σκηνής). Για τη μουσική δεν υπάρχει σαφέστερη περιγραφή από το rave ’n’ roll.
Οι Happy Mondays και οι Stone Roses έγιναν γρήγορα τα νέα εθνικά φαβορί. Όμως, κανένα από τα δύο γκρουπ δεν έγραψε ένα κομμάτι που να θεωρείται τόσο απόλυτος ύμνος του “Madchester” (όρος που αποδόθηκε στη νέα σκηνή από τον σκηνοθέτη Philippe Shotton) όσο οι Charlatans με το “The Only One I Know”. Kυκλοφόρησε στις 14/5/1990 φτάνοντας μέχρι το νούμερο 5 στις ΗΠΑ και το 9 στη Μεγάλη Βρετανία, καθιερωμένο έκτοτε ως το αναμφισβήτητο «anthem της baggy γενιάς».
O frontman των «Τσαρλατάνων», Tim Burgess είναι ο επόμενος καλεσμένος στα SNFCC Sessions αυτήν την Κυριακή 16/2 στο ΚΠΙΣΝ. Θα μιλήσουμε για το τότε και το τώρα, θα εξηγήσει πώς η μπάντα πέτυχε να μην είναι εφήμερη όπως τόσες και τόσες άλλες της ίδιας σκηνής, αλλά αντίθετα κρατάει μέχρι σήμερα εξακολουθώντας να κυκλοφορεί ενδιαφέροντες δίσκους και να εξελίσσεται μουσικά. Θα μιλήσουμε και για τον ίδιο: από το κούρεμά του -χαρακτηριστικό look μιας ολόκληρης εποχής-, μέχρι τα χρόνια που έζησε στο Λος Άντζελες κι από τις συνεργασίες του με Saint Etienne, the Chemical Brothers, Peter Gordon κ.ά. ως την επανεφεύρεσή του ως συγγραφέα την προηγούμενη δεκαετία [το memoir του Telling Stories (Penguin Books, 2013) αποθεώθηκε από τον Τύπο ως ένα από τα καλύτερα σύγχρονα μουσικά βιβλία]. Και μετά θα αναλάβει τα decks με τις μουσικές επιλογές της βραδιάς…
Πριν όμως φτάσουμε εκεί, προθέρμανση με μια λίστα από 18 κομμάτια που μια φορά, κι έναν καιρό (μαζί με πολλά άλλα) ήταν το σάουντρακ του πλανήτη Madchester. Κι ακούστηκαν σε μέρη που τα έλεγαν Avant Garde και Plan B, Mad Club στη Συγγρού ή Gaze At σε μια πόλη όπως η Αθήνα που αγάπησε αυτόν τον ήχο όσο, τολμώ να πω, ελάχιστες πόλεις στον κόσμο…
Όπως είπαμε και πριν, αν μπορούσες να συμπυκνώσεις την σκηνή σε 4 λεπτά αυτά θα είχαν: το χαρακτηριστικό organ για το 60s groove, την φωνή του Burgess να μην επιβάλλεται ποτέ στον ρυθμό αλλά να αισθάνεσαι every fuckin’ time ότι βγαίνει από το δικό σου στόμα, τις ευφορικές γέφυρες για τους χαμένους στην ψυχεδελική κοιλάδα.
Classic, masterpiece, anthem.
30+1 χρόνια μετά μοιάζει λίγο αστείο ότι δεν βρισκόταν στην tracklist του θρυλικού ντεμπούτο άλμπουμ τους. Κυκλοφόρησε λίγους μήνες μετά, αποδεικνύοντας: α) ότι είχαν ανέβει και οι Roses στο χορευτικό τρένο, β) ότι βασικό χαρακτηριστικό της σκηνής ήταν τα funky drums. Η δεκάλεπτη 12″ εκτέλεση που… «σε παρακολουθεί να βυθίζεσαι και να βυθίζεσαι» παραμένει αξεπέραστη, το ίδιο και το θαυμάσιο remix του Grooverider.
Ίσως το κομμάτι που αταβιστικά χορεύεις, όταν ακούς την λέξη “baggy”.
Ο Νοέμβριος του 1989 ήταν καθοριστικός για το Madchester, ακόμα και για την εμφάνιση του ίδου του «όρου». Από τη μία, οι Stone Roses κυκλοφόρησαν το “Fools Gold” και οι έτεροι βασιλιάδες της σκηνής κατούρησαν την περιοχή τους με το Madchester Rave On EP. To club mix στο “Hallelujah” υπογραφόταν από κάποιους κύριους Paul Oakenfold κι Andy Weatherall κι έκανε την ιστορική Haçienda να αναστενάζει.
Η συμμορία των Mondays από το Σάλφορντ δεν εμφάνιστηκε βέβαια εκείνο τον Νοέμβρη. Είχε κάνει το κομμάτι της ήδη με 2 άλμπουμ, όμως το Pills ‘n’ Thrills and Bellyaches που κυκλοφόρησε στο τέλος του 1990 είναι ο δίσκος που ενσαρκώνει όλο το ηδονιστικό κλίμα και τις ηχητικές προσμίξεις της εποχής. Ό,τι και να διαλέξεις, “Kinky Afro”, “Loose Fit”, “Bob’s Yer Uncle” ή το “Step On”, δεν πέφτεις ποτέ έξω. Στη συνέχεια βέβαια τα παλικάρια δεν άντεξαν, πήγαν να ηχογραφήσουν το επόμενο τους άλμπουμ στα νησιά Μπαρμπέιντος, κάηκαν από το κρακ, χρεοκόπησαν οριστικά την Factory και μετεξελίχθηκαν σε Black Grape.
Παρότι η αληθινή κληρονομιά αυτού του classic είναι ότι αποτελεί το «πρώτο βρετανικό acid house tune» (μέχρι τότε οι Βρετανοί χόρευαν με imports κυρίως από το Σικάγο), σε μια πρόσφατη ψηφοφορία για τα «100 καλύτερα Madchster κομμάτια», βρέθηκε στην κορυφή. Αφού κι ο Gerald Simpson παιδί της ίδιας σκηνής ήταν, δίνοντας απλόχερα μοτίβα στα παιδιά με τις κιθάρες για να γίνουν λίγο πιο cool.
Το αδερφάκι του παραπάνω, έτσι κι αλλιώς ο Simpson υπηρξε αρχικά μέλος των 808 State. Τιτιβίσματα πουλιών, σαξόφωνο και το πανταχού παρόν 808 Roland TR-808 drum machine. Ένα αριστούργημα που αποτέλεσε εργαστήριο για αμέτρητους μιμητές που θέλησαν να το αντιγράψουν ή απλά θαυμαστές που το σάμπλαραν/ πείραξαν σε remixes.
Κι αφού έχουμε μπει στα πιο ηλεκτρονικά μονοπάτια, λίγο καταχρηστικά ας συμπεριλάβουμε και το πιο διάσημο κομμάτι των Future Sound of London. Λίγο γιατί ο Garry Cobain και ο Brian Dougans σχημάτισαν την μπάντα ως φοιτητές στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ, λίγο γιατί οι ravers του Madchester χρειάζονταν τέτοια chill out tunes για να πάνε κάτω τα χημικά φαρμάκια.
Μετά τη σαρωτική επιτυχία του “The Only One I Know”, οι Charlatans ήταν πια μεγάλη υπόθεση και ο Burgess (σχεδόν) σταρ. Παροτι τους «πίεζαν να μείνουν μέσα», η μπάντα δείχνει σιγά σιγά την ανάγκη της να αναχωρήσει από αυτόν τον ήχο. Το θαυμάσιο “Weirdo” ηταν το πρώτο single του δεύτερου τους άλμπουμ και το πιο επιτυχημένο τους ever στις ΗΠΑ.
Ποτέ δε θα καταλήξουμε αν το Screamadelica ήταν το αποκορύφωμα της σκηνής ή η αρχή του τελους της. Ίσως γιατί αυτή η ριζική μεταμόρφωση της μπάντας από την Γλασκώβη στα χέρια του Andrew Weatherall υπηρξε και τα δύο. Το Madchester είχε πια ξεφύγει από τα στενά γεωγραφικά όρια, ήταν ρεύμα-μόδα-προϊόν (τουλάχιστον) σε ολη την Μεγάλη Βρετανία.
Μάλλον τους αδικεί η επιλογή του “Dragging Me Down”, από την εποχή που η σκηνή είχε αρχίσει να παρακμάζει. Οι Carpets ήταν εκεί από την αρχή, μάλιστα ο δημοσιογράφος-συγγραφέας Μάθιου Κόλιν είχε γράψει στο βιβλίο του Παράλληλη Πραγματικότητα (εκδόσεις ΟΞΥ) ότι η αντιστοιχία του Madchester με το punk ήταν η εξής: Happy Mondays-Sex Pistols/ The Stone Roses-The Clash/ Inspiral Carpets-The Stranglers.
Το αγοράζω…
Πολύ πριν χτίσουν την «μοναδική τους σχέση με το ελληνικό κοινό» κι αποτελέσουν έμπνευση για τον Φίλιππο Πλιάτσικα, οι James ήταν εξέχον γκρουπ του πρώτου Madchester κύματος. Ήταν μάλιστα οι πρώτοι που υπέγραψαν συμβόλαιο με αμερικάνικη εταιρεία την Fontana (Universal Group). Κοιτάζοντας πώς πήγε αυτή η ιστορία, μπορεί να αποκηρύσσουμε πολλές «σενιορίτες» της συνέχειας, αλλά το “Come Home” (ειδικά στην baggy επανεκτέλεσή του) είναι μια από τις σπουδαίες στιγμές τους.
Και το βίντεο κλιπ του, μια από τις λίγες ευκαιρίες να δείτε τον Tim Booth με μαλλιά.
Με τον ερχομό των 90s, όλοι ήθελαν “Madchester”. Τα περιοδικά και οι δισκογραφικές του Λονδίνου, τα fashion brands, τα κανάλια στην τηλεόραση. Και, φυσικά, δεκάδες συγκροτήματα που «αναγκάστηκαν» να αλλάξουν τον ήχο τους μπας και πιάσουν το μομέντουμ. Στους σκοτσέζους Soup Dragons και στους Mock Turtles από το Μίντλτον του ευρύτερου Μάντσεστερ, απαγγέλθηκαν τέτοιες «κατηγορίες». Υποθέτω πώς μέχρι σήμερα απαντάνε με τα δικαιώματα δυο εκ των πιο εμπορικών hits της περιόδου.
Συγκρότημα από το Λίβερπουλ σε αφιέρωμα για το Μάντσεστερ; Είπαμε, είναι η εποχή που το ecstasy το acid house καταργούσε παραδοσιακές αντιπαλοτητες. Έτσι κι αλλιώς οι Farm ήταν ρομαντικοί ιδεαλιστές, όπως δείχνει κι ο τίτλος του μεγαλύτερου hit τους.
Τους ενδιέφεραν απλά πράγματα όπως ο σοσιαλισμός, η φιλία και το ποδοσφαιρο.
Ανάμεσα στα πολλά συγκροτήματα του Madchester second wave, οι Paris Angels ήταν ίσως το πιο ενδιαφέρον αν και κυκλοφόρησαν μόνο ένα άλμπουμ. Το “Perfume” είναι ένα από τα παραγνωρισμένα, μα ισχυρά, αουτσάιντερ της σκηνής που με έναν τρόπο αποτυπώνουν πολύ εύστοχα το πνεύμα της.
Οι Flowered Up έχουν καταχωρηθεί ουσιαστικά ως one-hit wonders, κάτι που είναι εκ του αποτελέσματος δίκαιο αλλά θολώνει και λίγο την ιστορία τους. Μάλλον δεν ενδιαφέρονταν να θεωρηθούν Madchester, πιθανότατα δεν ενδιαφέρονταν να θεωρηθούν τιποτα, σίγουρα είναι εκείνο το γκρουπ που είχε μια τόσο μεγάλη στιγμή που δεν μπόρεσε καν να αναμετρηθεί μαζί της, πόσο μάλλον να την ξεπεράσει.
Το “Weekender” περιγράφει μέσα σε 13 λεπτα την άλλη πλευρά της εκστατικής φρενίτιδας της περιόδου. Είναι μια βιτριολική εξιστόρηση της ζωής των clubbers που όλη την εβδομάδα ξοδεύονται σε άθλιες κακοπληρωμένες δουλειές ή κάνουν σκυταλοδρομία στα επιδόματα παλεύοντας με το comedown, μόνο και μόνο για να είναι ετοιμοπόλεμοι το Σαββατοκυριακο που συχνά μοιάζει να κυλά χωρίς διάλείμμα. Κι αυτό παίζει σε λούπα κάθε ΠΣΚ.
Γραμμένο «από μέσα», περίπλοκο και λεπτοδουλεμένο μουσικά, είναι αναπόσπαστο κομμάτι της σκηνής ακόμα κι αν ηχογραφήθηκε από μια μπάντα με έδρα το Κάμντεν του Λονδίνου. Μια μπάντα που δεν είχε μέλλον. Δεν κυκλοφόρησαν ποτέ δεύτερο δίσκο, ξεχάστηκαν, και οι ηγέτες της, τα αδέρφια Liam και Joe Maher, έφυγαν από υπερβολική δόση το 2009 και το 2012, αντίστοιχα.
Τι δουλειά έχουν οι Blur σε αυτην την λίστα; Μα, αν δεν είναι τυπικό δειγμα baggy το “There’s No Other Way” από το ντεμπούτο τους το 1991, τότε ποιο είναι; Φυσικά, το γκρουπ από το Κόλτσεστερ γρήγορα στράφηκε σε αλλη κατεύθυνση, έτσι κι αλλιώς η Britpop, η Cool Britannia και ο Τρίτος Δρόμος του Tony Blair ίσα που φαίνονταν στη γωνία.
Επίσης, ωραίο μαλλί Damon…
Στις 27 Μαϊου του 1990 οι Stone Roses έπαιξαν στο Spike Island, ένα μικρό νησάκι τη βορειοδυτική Αγγλία. Η συναυλία θεωρείται ιστορική, καραβάνια από όλο το Νησί έσπευσαν σε κάτι που έμεινε στην ιστορία ως «το Woodstock της γενιάς του E». Ίσως αυτό να ήταν το απόλυτο Madchester peak, από εκεί κι έπειτα η σκηνή μετεωρίστηκε, όπως το δεύτερο μισό αυτού του υπέροχου κομματιού με το οποίο έκλεινε το ντεμπούτο των Roses.
Ένα κομμάτι που πάντα όταν έφτανε το 4λεπτο που κάνει τη γέφυρα, οι φανατικοί έδιναν σαφή εντολή στον DJ: «άστο όλο».
104 λεπτά Once Upon a Time in… Manchester