Ποιο ήταν το αγαπημένο σας βιβλίο όταν μεγαλώνατε; Πρέπει να είχα μόλις κλείσει τα 13 όταν διάβασα το “Πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι”, και μάλιστα στα αγγλικά. Mου το είχε δώσει η δασκάλα μου των αγγλικών για να το μελετήσω το καλοκαίρι, να κρατήσω σημειώσεις με σκοπό να το συζητήσουμε από Σεπτέμβριο, υποθέτω για να καταλάβει αν ήμουν όντως έτοιμος για το proficiency από τόσο μικρός. Η ανάγνωση του βιβλίου ήταν μία ξεκάθαρα τρομακτική, για να μην πω τραυματική εμπειρία, γιατί για πρώτη φορά συνειδητοποίησα το πεπερασμένο της φύσης μας. Γεννιόμαστε για να πεθάνουμε και άλλες τέτοιες ομορφιές. Χέσε μέσα.
Ποιο βιβλίο διαβάσατε και ξαναδιαβάσατε; Δεν είναι και λίγα (είμαι, βλέπεις, άνθρωπος που σέβομαι τις εμμονές μου), οπότε θα διαλέξω τα εξής: David Foster Wallace – “Infinite Jest”, Χρήστος Βακαλόπουλος – “Υπόθεση Μπεστ Σέλλερ” / “Οι Πτυχιούχοι” / “Η Γραμμή του Ορίζοντος” (συνήθως το ένα μετά το άλλο), Kurt Vonnegut – “Slaughterhouse-Five”, Λένος Χρηστίδης – “Λοστρέ”, Giles Smith – “Lost In Music”.
Σας ώθησε ποτέ βιβλίο να κάνετε κάτι ανόητο; Θα χρεώνω για πάντα στον Raymond Carver και το “What We Talk About When We Talk About Love” μερικά μεταμεσονύχτια sms που τα βλέπει η μέρα και γελάει.
Σας ενέπνευσε κάποιο βιβλίο να γίνετε κάτι άλλο εκτός από συγγραφέας; Αυτό έλειπε να μη με ενέπνεε κάποτε το “High Fidelity” του Hornby να γίνω δισκοπώλης. Τελικά παρέμεινα ένας απλός αγοραστής. Πάλι καλά.
Ποιο βιβλίο εύχεστε να είχατε γράψει; Το “Please Kill Me” του Legs McNeil, την Απόλυτη Βίβλο της Κενής Γενιάς, ένα πολύτιμο ντοκουμέντο για την εποχή που από τον «υπόνομο» της Νέας Υόρκης ξεβράζονταν ματωμένα διαμάντια, πολύ πριν τη μηδενική ανοχή που τελικά θα μετέτρεπε την πόλη σε λούνα παρκ για ματσωμένα παιδιά με ερεθισμένες μύτες.
Εναλλακτικά, οποιοδήποτε βιβλίο του Χέμινγουεϊ.