ΘΕΑΤΡΟ : ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Τρεις φωνές, δέκα χαρακτήρες, μία ιστορία: συνομιλώντας με τους πρωταγωνιστές του Tick, Tick… Boom!

 Το Tick, Tick… Boom! δεν είναι ένα ακόμη μιούζικαλ. Είναι ένα γράμμα προς όποιον βρίσκεται στο κατώφλι – εκεί, λίγο πριν τα τριάντα, λίγο πριν τη μεγάλη απόφαση, λίγο πριν το «μπουμ». Κι όταν αυτό το έργο παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα, από τρεις νέους ηθοποιούς που κουβαλούν στα μάτια τους τη φλόγα της γενιάς τους, τότε το βουητό του ρολογιού γίνεται σχεδόν προσωπική υπόθεση.

Στην Εναλλακτική Σκηνή της Λυρικής, μέσα σε μια τεράστια τούρτα που συνεχώς μεταμορφώνεται, οι Πάρις Παρασκευάδης, Αργύρης Λάμπρου και Δανάη Βασιλοπούλου δεν ερμηνεύουν απλώς ρόλους, φιλοξενούν στο σώμα τους τη νεανική αγωνία του Τζόναθαν Λάρσον, την αγωνία ενός ανθρώπου που έγραφε με την πλάτη στον τοίχο, με τον χρόνο να τον κυνηγά, με το όνειρο να τον δαγκώνει και να τον λυτρώνει ταυτόχρονα. Κι είναι εντυπωσιακό πώς, μέσα από τη δική τους ενέργεια, το έργο μοιάζει να μιλά για το σήμερα, για μια γενιά που μεγαλώνει με deadlines, ανασφάλειες και αναβολές· μια γενιά που θέλει να προλάβει.

Εδώ μιλούν για φόβους που δεν ομολογούνται εύκολα, για φιλοδοξίες που καίνε, για την τρυφερότητα του έργου, αλλά και για την προσωπική τους σχέση με την αντίστροφη μέτρηση. Και κάπως έτσι, καταλαβαίνεις πως το Tick, Tick… Boom! δεν είναι μουσικό θέαμα, είναι ένα αλόκοτα ξεχωριστός καθρέφτης. Που δείχνει αλήθειες μέσα από βαθιά κατανόηση.

Πείτε μας μια φράση από το έργο που σας «κολλάει» στο μυαλό ακόμη και εκτός σκηνής.

Π.Π / Είναι στίχος: «Ο Πήτερ Παν κι η ΤίνκερΜπελ στη χώρα είναι του Ποτέ…»

Δ.Β / Μου έχει μείνει στο μυαλό μου η φράση της Σούζαν “εισπνοή–εκπνοή”. Με αυτήν την φράση την γνωρίζουμε και την αποχαιρετάμε στο έργο. Η αναπνοή είναι εντυπωσιακό εργαλείο μόλις την ανακαλύψει κανείς και  εμένα μου υπενθυμίζει να επιστρέφω στο τώρα και να παρατηρώ τις ιστορίες που φτιάχνει το μυαλό μου.

Α.Λ / Η πρώτη φράση που μου ήρθε στο μυαλό ήταν το :  «Τζονάκο πρέπει να χαλαρώσεις λίγο» που λέει ο Μαικλ στον Τζον. Μια τόσο απλή φράση που αν κατανοηθεί η βαθύτερη έννοια της, μπορεί να λειτουργήσει ως αντίδοτο σε μια κοινωνία που μαστίζεται από το άγχος και τον φόβο.

Υπάρχει κάποιο τραγούδι του έργου που σας συγκίνησε περισσότερο ή που λειτουργεί για εσάς σαν «κλειδί» για την κατανόηση του χαρακτήρα σας;

Π.Π / Το πρώτο τραγούδι του έργου, το «30 το ’90» (“30/90”)! Με αυτό μπαίνουμε από τα πρώτα λεπτά της παράστασης, απότομα, στο μυαλό του Τζον και ακούμε όλα αυτά που σκέφτεται και νιώθει τώρα που πλησιάζει τα 30. Είναι και η πρώτη γνωριμία που έχει το κοινό μαζί του αλλά και με την κοπέλα του τη Σούζαν και τον κολλητό του τον Μάικλ, τους δύο πιο σημαντικούς ανθρώπους στη ζωή του.

Δ.Β / Το τελευταίο τραγούδι του έργου Louder Than Words συμπυκνώνει όλους τους χαρακτήρες στην σκηνή αλλά και την ουσία του έργου. Ρωτάει ερωτήσεις και απευθύνεται στο κοινό, αναρωτιέται για την πραγματικότητα που ζούμε τώρα και τις επιλογές που κάνουμε ή μπορούμε να κάνουμε αν βρούμε το θάρρος να πάρουμε ρίσκα.  Actions speak louder than words γράφει ο Larson που ήταν και προσωπικό του μότο κολλημένο στον τοίχο του.

Α.Λ / Το τραγούδι που με συγκινεί  περισσότερο είναι το Why. Με το πρώτο άκουσμα μού δημιούργησε πολύ έντονα συναισθήματα και κάθε φορά που το ακούω θαυμάζω το πόσο έξυπνα και όμορφα έχουν συντεθεί η μουσική και οι στίχοι και πόσο αποκαλυπτικό είναι για την φιλία  του Τζον και του Μαικλ.

Ποιο τραγούδι ή σειρά binge-άρετε αυτό τον καιρό;

Π.Π / Έχω κολλήσει με την τελευταία εκτέλεση του “For Good” από το μιούζικαλ Wicked που ερμηνεύουν οι καταπληκτικές Cynthia Erivo και η Ariana Grande!

Δ.Β / Το The Office (US) γιατί ήμουν απαράδεκτη που τόσα χρόνια δεν το είχα δει και έχω γελάσει κανονικά και δυνατά, laugh out loud που λένε και οι Αμερικάνοι, κυριολεκτικά. Και νιώθω πως σπάνια μου το κάνουν αυτό σειρές. Αλλά κυριότερα είμαι σκληροπυρηνική φαν του Στο Παρά Πέντε, και καμιά σειρά δεν με έχει κάνει να γελάσω ΤΟΣΕΣ φορές επανηλειμμένα. Ξέρω όλα τα λόγια και όλα τα επεισόδια. Δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος να μου φτιάξει κανείς την διάθεση από το να μου πει κάποιο παρά πέντε reference.

Α.Λ / Το Giorgio by Moroder από το άλμπουμ Random Access Memories των Daft Punk.

Αν οι χαρακτήρες σας είχαν δικό τους Spotify playlist, ποια τρία τραγούδια θα περιείχε ο καθένας;

Π.Π / Bohemian Rhapsody – Queen, Being Alive από το μιούζικαλ Company, Vienna – Billy Joel

Δ.Β / Τα τρία τραγούδια που θα είχε η Σούζαν στο playlist της θα ήταν το “The Sun Is In Your Eyes” του Jacob Collier, το “a rose blooms in chaos” του Davidshmar και το “Chicago” του Sufjan Stevens.

Α.Λ / Patrick Cowley – Going home, Queen- I want to break free, Bee Gees- I started a joke

Αν μπορούσατε να περιγράψετε την παράσταση με μια… γεύση τούρτας, ποια θα ήταν;

Π.Π / Θα ήταν red velvet όπως ακριβώς και το σκηνικό μας! Είναι αθώα απ’ έξω με ένα ελαφρύ ανοιχτόχρωμο λιλά και γιρλάντες από σαντιγί αλλά μέσα κρύβει ένα έντονο κόκκινο. Ακριβώς όπως και ο εσωτερικός κόσμος του Τζον που είναι διαρκώς έτοιμος να σκάσει.

Δ.Β / Σίγουρα red velvet with cream cheese frosting. Είμαι προκατειλημμένη επειδή είναι η αγαπημένη γεύση τούρτας, αλλά αντικατοπτρίζει την καρδιά και το αίμα του έργου, με μια δόση οξύτητας, σε συνδυασμό με την απαλότητα που φτάνει να βρίσκει ο Jon όταν τα tick, tick… boom αρχίζουν και σωπαίνουν εν τέλη.

Α.Λ / Η παράσταση θα μπορούσε να είναι μια Black Forest. Τα διαφορετικά επίπεδα, η διαδοχή αντιθετικών μεταξύ τους σκηνών, οι διαφορετικές υφές κάθε χαρακτήρα, η συνεχής εναλλαγή συναισθημάτων και ρυθμών με κάνουν να την φανταστώ σαν μια τέτοιου είδους τούρτα που είναι βασισμένη στην αντίστιξη των γεύσεων.

Ενσαρκώνετε τρεις χαρακτήρες που βρίσκονται σε καμπές ζωής. Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση στο να αποτυπώσετε αυτή την εσωτερική τους πάλη με ειλικρίνεια και αμεσότητα;

Π.Π / Η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν ότι αυτήν την πάλη, ο Τζον, την μοιράζεται με το φανταστικό του κοινό που είναι, στ’ αλήθεια, ο ίδιος του ο εαυτός. Στην αρχή είχα αρκετά κρατήματα μέχρι να καταφέρω να «βουτήξω» εντελώς στον κόσμο του και σιγά-σιγά συνειδητοποίησα πώς ήταν απίστευτα απελευθερωτικό.

Δ.Β / Νομίζω είμαι τυχερή που έχω ζήσει την καλλιτεχνική βιοπάλη της ΝΥ, γιατί έχω βιώματα που είναι πολύ παράλληλα με τη ζωή και τους προβληματισμούς της Σούζαν. Η πρόκληση ήταν να συλληφθώ την φθορά όλων αυτών των χρόνων που έχει νιώσει από την σκληρή καθημερινότητα της ΝΥ. Να πάω ακόμα πιο βαθιά και να συνεχίσω να αναρωτιέμαι πως φτάνει η Σούζαν στο σημείο να αποφασίσει να φύγει από μια πόλη των ονείρων, όπως ο κόσμος λέει, επειδή εν τέλη αυτό το όνειρο δεν είναι δικό της.

Α.Λ / Το ίδιο το κείμενο προσφέρει κάθε φορά τα απαραίτητα κλειδιά για τις ζωές των χαρακτήρων τα οποία συνδυάζονται με όσα η φαντασία χρειάζεται να συμπληρώσει. Πάντοτε η πρόκληση είναι το μοίρασμα αυτής της διεργασίας με τους συμπαίκτες και το κοινό σε παρόντα χρόνο.

Με ποιο τρόπο η σκηνοθετική προσέγγιση της Έμιλυς Λουίζου επηρέασε τον τρόπο που προσεγγίσατε τους χαρακτήρες αλλά και την ενέργεια του έργου;

Π.Π / Η Έμιλυ είχε από την αρχή μια πολύ συγκεκριμένη γραμμή και αισθητική για το πώς θέλει να είναι ο κόσμος του “Tick, Tick… Boom!”, κάτι που προσωπικά με βοήθησε πολύ στο να μπω γρήγορα στον κόσμο της ιστορίας και στη συνέχεια, μέσα σε αυτό το πλαίσιο, να νιώσω ελεύθερος.

Δ.Β / Λόγω της εμπειρίας της Έμιλυ από την Αγγλία, είχε μια διαφορετική προσέγγιση για το πως θα χτίσουμε το έργο. Κάναμε πρώτα ένα week-long workshop του έργου όποτε αρχίσαμε να αυτοσχεδιάζουμε, να συζητάμε το κοινωνικο-ιστορικό πλαίσιο, τους χαρακτήρες, τον κόσμο που θα αρχίσουμε να φτιάχνουμε. Μετά κάναμε ένα διάλειμμα όποτε στον προσωπικό μας χρόνο ο καθένας συνέχιζε να χτίζει τους χαρακτήρες του, και ξανασυναντηθήκαμε για εντατικές πρόβες και χτίσαμε πιο συγκεκριμένα όλες τις στιγμές. Αυτή η προσέγγιση μου έδωσε τον χρόνο να αγαπήσω το έργο παραπάνω, να κάνω πιο πολλές ερωτήσεις για τον χαρακτήρα αλλά και γιατί λέμε αυτή την ιστορία σήμερα, και να μάθω τα λόγια μου, έτσι ώστε να μπορώ απλά να ζήσω και να παίξω με τους συμπαίκτες μου πάνω στην σκηνή.

Α.Λ / Θέλω να ξεκινήσω εκφράζοντας το πόσο ευγνώμων είμαι που αποτελώ μέρος αυτής της ομάδας και να ευχαριστήσω καθεμία και καθέναν ξεχωριστά τους συντελεστές της παράστασης. Μιλώντας για την Έμιλυ, η στοχοπροσήλωση, η μεθοδικότητα, η ευρηματικότητα, οι σαφείς κατευθυντήριες γραμμές, η δημιουργία ασφαλούς πλαισίου είναι λίγα μόνο από τα χαρακτηριστικά που θα ήθελα να επισημάνω. Δυστυχώς ο χώρος εδώ είναι πολύ περιορισμένος για να αποτυπώσω την όμορφη συνθήκη που βιώνουμε.

Το έργο πραγματεύεται τον φόβο του χρόνου και την ανάγκη να κυνηγά κανείς τα όνειρά του. Πώς σας άγγιξαν προσωπικά αυτά τα θέματα κατά τη διάρκεια των προβών;

Π.Π / Το να κυνηγάς τα όνειρά σου έχοντας παράλληλα και την αίσθηση ότι ο χρόνος τρέχει και πρέπει να προλάβεις μου είναι αρκετά οικεία θέματα. Ζούμε σε μια πολύ γρήγορη εποχή γεμάτη θόρυβο και παρεμβολές και πολλές φορές ξεχνάμε να αναπνέουμε και να απολαμβάνουμε τη ζωή παρέα με τους ανθρώπους που μετράνε. Κάτι που ξεχνά και ο Τζον.

Δ.Β / Είναι θέματα που τα έχω σκεφτεί, αλλά μπορεί όχι τόσο έντονα όσο ο Jon. Μου έδωσε αυτό το έργο την ευκαιρία να εξετάσω προβληματισμούς που μπορεί να μην έχω ζήσει στο μεγαλύτερο τους φάσμα, αλλά έχω πάρει απλώς μια γεύση. Και νομίζω πως όταν κ’ εγώ αρχίσω να φτάνω τα 30, οι μνήμες αυτής της παράστασης θα επανέλθουν πολυ έντονα.

Α.Λ / Είναι τόσο οικεία τα θέματα που πραγματεύεται το έργο σχετικά με την αγωνία ενός καλλιτέχνη και την διαρκή αμφιταλάντευση μεταξύ ανάγκης και φόβου, που αναγνώρισα κι εγώ -ίσως σε διαφορετική κλίμακα- κομμάτια του εαυτού μου και της επισφαλούς πραγματικότητας που βιώνει για παράδειγμα ένας ηθοποιός στην Ελλάδα του 2025.

Η χημεία ανάμεσα στους τρεις σας είναι καθοριστική, αφού όλοι ερμηνεύετε πολλούς ρόλους. Πώς δουλέψατε τη μεταξύ σας ισορροπία και το μοίρασμα της αφήγησης;

Π.Π / Νιώθω πώς ο Μάικλ και η Σούζαν είναι οι φύλακες άγγελοι του Τζον. Είναι πάντα γύρω του αλλά το επίκεντρο είναι αυτός. Βρισκόμαστε στο δικό του μυαλό και πολλές φορές είναι σαν να δημιουργεί και να γράφει τις σκηνές ή να ορίζει το τι ακριβώς θα συμβεί ενώ η ιστορία εκτυλίσσεται. Οι υπόλοιποι χαρακτήρες είναι πιο σχηματικές φιγούρες, σχεδόν καρικατούρες που πλαισιώνουν τους τρεις «αληθινούς» χαρακτήρες.

Δ.Β / Με την καθοδήγηση της Έμιλυ, της Ιόλης και της Βίβιαν περάσαμε πολύ χρόνο δουλεύοντας τις σχέσεις μας, σωματικές και πνευματικές. Κάναμε πολλούς αυτοσχεδιασμούς και physical explorations για να συνδεθούμε. Και πέτυχε. Είμαστε τρεις άνθρωποι που δίνονται με την καρδιά τους στη δουλειά τους, και πραγματικά δεν θα μπορούσα να φανταστώ να κάνω αυτό το έργο με κάποιον άλλον.

Α.Λ / Ήταν τόσο σαφές το πλαίσιο του τρόπου εργασίας και τόσο υποστηρικτικό το περιβάλλον που πολύ ομαλά ενσωματωθήκαμε σε έναν κόσμο που ενέπνεε εμπιστοσύνη και ελευθερία να συνυπάρξουμε, να γνωριστούμε, να δοκιμάσουμε, να συνδεθούμε μεταξύ μας και να συστηθούμε ξανά υπό το πρίσμα του κάθε ρόλου ξεχωριστά.

Το σκηνικό της «αέναα μεταμορφούμενης τούρτας» λειτουργεί ως κεντρικός άξονας της παράστασης. Πώς επηρέασε το παιχνίδι και τη σωματικότητά σας πάνω στη σκηνή;

Π.Π / Η τούρτα βρίσκεται ακριβώς στο κέντρο και είναι σίγουρα η «καρδιά» της παράστασής μας. Είναι ο λόγος που ξεκινάμε να λέμε την ιστορία αλλά και ο λόγος που σβήνουν τα φώτα στο τέλος. Έχει κρυψώνες, ντουλάπια, κομμάτια που βγαίνουν, καπάκια που ανοίγουν και πολλά άλλα! Και όλα αυτά.. σίγουρα μας ξυπνούν έντονα την χαρά του παιχνιδιού!

Δ.Β / Η τούρτα μου θυμίζει την παροδικότητα της ζωής. Που προχωράμε και αλλάζουμε, και μπορεί κάποια κομμάτια μας να άλλαξαν, να έφυγαν, να ξαναήρθαν (αλλά λίγο διαφορετικά), αλλά κάπου βαθιά μέσα μας η καρδιά μας μένει ίδια. Εναλλασσόμαστε και μεγαλώνουμε, έχοντας πάντα το μικρό παιδάκι που ήμασταν κάποτε μέσα μας. Κινησιολογικά με βοηθάει να βρω το παιδί μέσα μου, σαν μια παιδική χαρά.

Α.Λ : Το σκηνικό είναι εξαιρετικά ευρηματικό και συμβαδίζει απόλυτα με την δομή του έργου, αποτυπώνοντας ακριβώς το πώς το ένα γεγονός γεννάται από το άλλο, με σταθερό άξονα τα επικείμενα γενέθλια του Τζον. Αυτή η συνθήκη μας βοήθησε να εναρμονιστούμε με αυτήν την συνέχεια της ιστορίας και να πειραματιστούμε με διαφορετικές  θέσεις και επίπεδα.

Τι κάνετε backstage για να κρατήσετε ενέργεια σε ένα τόσο ρυθμικό, απαιτητικό έργο; Έχετε δικά σας μικρά τελετουργικά;

Π.Π : Βρίσκομαι όλη την ώρα πάνω στη σκηνή οπότε δεν είμαι καθόλου backstage κατά τη διάρκεια της παράστασης! Πριν ξεκινήσει η παράσταση όμως θα φροντίσω να έχω ζεσταθεί σωματικά και φωνητικά και να βεβαιωθώ ότι όλα τα πράγματα του Τζον βρίσκονται στις σωστές θέσεις στο σκηνικό μας.

Δ.Β : Κάνουμε ένα έντονο σωματικό και φωνητικό ζέσταμα ομαδικά κάθε μέρα, λίγο πριν ξεκινήσουμε κάνουμε αγκαλιές και αναπνοές όλοι μαζί, και μόλις αρχίσει το έργο, δεν βγαίνουμε ποτέ από τον κόσμο που δημιουργούμε. Δεν μας αφήνει κιόλας το έργο από μόνο του γιατί είμαστε συνέχεια εν κινήσει.

Α.Λ : Νομίζω ότι κάθε φορά το ζητούμενο είναι : η καλή προετοιμασία, η παρουσία του ηθοποιού στο τώρα, η συγκέντρωση, η εμπιστοσύνη,  το νεράκι για την ενυδάτωση και η πετσετούλα για τον ιδρώτα!

Το Tick, Tick… Boom! είναι βαθιά αυτοβιογραφικό έργο. Πώς νιώθετε «συνομιλώντας» επί σκηνής με τον Jonathan Larson και τον τρόπο που βίωσε ο ίδιος την καλλιτεχνική του αγωνία;

Π.Π : Το έργο αυτό έχει μια αβίαστη αλήθεια γιατί η ιστορία του Τζον είναι όντως η ιστορία του Larson. Με συγκινεί πολύ γιατί ξέρω πόσο δύσκολο ήταν να τα καταφέρει αλλά και πόσες θυσίες χρειάζεται να κάνει κανείς όταν αποφασίζει να αφοσιωθεί στα όνειρά του. Και ακόμα πιο πολύ με συγκινεί το ότι γνωρίζω τη συνέχεια της ιστορίας. Ότι δηλαδή τα κατάφερε τελικά να κάνει το δικό του τεράστιο «μπουμ» γράφοντας το Rent, ένα μιούζικαλ-ύμνο στην αγάπη και στις δυσκολίες της ζωής των καλλιτεχνών, αλλά πέθανε αιφνίδια μια μέρα πριν την πρεμιέρα της παράστασης.

Δ.Β : Η αυτοαναφορικότητά του έργου δίνει έναν προσωπικό χαρακτήρα στην ιστορία που ξεχνάς ότι σου μιλάει από τους στίχους του ένα τέτοιος θρύλος και νιώθεις ότι βλέπεις τον εαυτό σου μπροστά στα μάτια σου.

Α.Λ : Ο αυτοβιογραφικός χαρακτήρας του έργου στο οποίο αποτυπώνεται γλαφυρά η αγωνία ενός καλλιτέχνη να καταφέρει κάτι πριν κλείσει τα τριάντα, παίρνει σάρκα και οστά μόλις επιχειρηθεί η αντιστοιχία του με τον παράδοξο θάνατο του συνθέτη την ημέρα της πρεμιέρας του θρυλικού του μιούζικαλ Rent, προκαλώντας δέος και συγκίνηση.

Αν μπορούσατε να στείλετε ένα μήνυμα στον Jonathan Larson σήμερα, ποιο θα ήταν;

Π.Π / Θα ήθελα απεγνωσμένα να τον ρωτήσω και να μάθω για το επόμενο μιούζικαλ που θα είχε στο μυαλό του να γράψει μετά το Rent. Είμαι σίγουρος πώς θα έγραφε πολλά σπουδαία μιούζικαλ και μετά το Rent αλλά δυστυχώς δεν θα το μάθουμε ποτέ.

Δ.Β : Θα ήταν ένα μεγάλο ευχαριστώ. Που πίστευε στον εαυτό του, δεν σταμάτησε να γράφει και μας έδωσε αυτά τα καλλιτεχνικά δώρα που συνεχίζει ο κόσμος να αγαπά και να ταυτίζεται με αυτά ακόμα και σήμερα. Που μίλησε για μειονότητες και την ζωή των καλλιτεχνών βάζοντας όλον τον πόνο και την αγάπη του σε ό,τι δημιουργούσε.

Α.Λ : Η επαφή μου με αυτό το έργο και η ψευδαίσθηση συνάντησης με τις σκέψεις και τα συναισθήματα του συνθέτη, συγκαταλέγεται στις περιπτώσεις που με κάνουν να θέλω στιγμιαία να πιστέψω στο υπερφυσικό και να με ακούσει από κάπου να λέω «Σε ευχαριστούμε για το ίχνος που άφησες στη γη φεύγοντας»

Δημήτρης Πάντσος