Ο Κώστας Λέκκας είναι ένας νέος δημιουργός. Ένας άνθρωπος που ανήκει στους millennials, την πρώτη γενιά που έζησε χειρότερα από τους γονείς της, τη γενιά που έχει δει τον κόσμο να αλλάζει με ξανά και ξανά και τη ζωή της να επηρεάζεται με πρωτοφανή ταχύτητα.
Η παράσταση του “Ο κύριος Οικονομίδης” καταπιάνεται με το θέμα της απόλυτης αντίδρασης ή της απόλυτης υποταγής από μία γενιά που καλείται να βρει τη δική της φωνή και να γίνει ορατή στη σημερινή ελληνική πραγματικότητα.
Πώς αποτυπώνει ένας δημιουργός το συλλογικό βίωμα; Ανάμεσα στις παραστάσεις του στον πολυχώρο ΠΛΥΦΑ, τον βρήκαμε για μια μικρή ανάκριση.
Είναι οι millennials μια γενιά του προνομίου ή μια αδικημένη γενιά; Εσύ που ανήκεις σε αυτή, πώς βιώνεις τα στερεότυπα που συχνά τη χαρακτηρίζουν;
Αν μιλήσουμε για την κατάστασή της στο σήμερα, σίγουρα δεν μπορούμε να τη χαρακτηρίσουμε γενιά του προνομίου. Όταν με την εργασία σου αδυνατείς να είσαι ανεξάρτητος, μιλάμε για μια γενιά υπό κηδεμονία. Τα εργασιακά δικαιώματα είναι λίγα, οι ώρες εργασίες πολλές, η στέγαση και η περίθαλψη πολυτέλεια, για μην πούμε για την κλοπή του εισοδήματός μας από την αισχροκέρδεια των εταιρειών ενέργειας και των αλυσίδων supermarket. Αυτά τα θέματα ξεπερνούν τη γενιά μας, αλλά όταν ξεκινάς τώρα τη ζωή σου, η κατάσταση γίνεται πολύ πιο έντονη. Αναγκάζεσαι σε συμβιβασμούς και σε κάθε μορφής κηδεμονία. Επίσης, παρατηρώ πως η προηγούμενη γενιά (όχι αυτή των παππούδων μας όσο αυτή των γονιών μας) είναι εξαιρετικά δύσκαμπτη να παραχωρήσει λίγο χώρο στις γενιές που ακολουθούν. Αργά η γρήγορα ανησυχώ πως χάνεις κάτι από τη φωτιά του πυρήνα σου. Θέλει συνεχή επαγρύπνηση και μάχη. Η τέχνη όπως και η μνήμη, τουλάχιστον για μένα, είναι τα πολυτιμότερα όπλα στη μάχη αυτή. Ωστόσο οι λύσεις οφείλουν να είναι πολιτικές, όπως είναι και τα κυρίαρχα ζητούμενα της ζωής των ανθρώπων.
Κώστα, γράφεις και σκηνοθετείς το έργο που παίζεις. Πόσο Κώστας υπάρχει μέσα σε αυτό;
Στο κείμενο θα έλεγα 100%. Η κύρια αγωνία μου ήταν να πάρει μορφή στο χαρτί η ανάγκη μου να μην ξεχάσω πώς ένιωθα σε διάφορες περιόδους της ζωής μου και κάπως έτσι να τη διασώσω στον χρόνο. Για μένα κυρίως, για να είμαι ειλικρινής. Είναι ζήτημα επιβίωσης. Να μη χαθεί το πρωτόγνωρο αίσθημα, η αγωνία της εξερεύνησης, οι μυρωδιές, τα απογεύματα της Άνοιξης, όλα αυτά που κρατούν την ψυχή μας ποιητική και εμάς ξύπνιους στη ζωή. Στη σκηνοθεσία τώρα, νομίζω ότι υπάρχει ένα κομμάτι από το κάθε παιδί της ομάδας, γιατί είναι μια παράσταση που στήσαμε παρέα όλοι. Και φυσικά, δεν θα μπορούσα να φανταστώ την παράσταση χωρίς τη μουσική του Λέων. Η μουσική είναι σχεδόν συνεχώς παρούσα στη σκηνή, και έχει σημαντικό ρόλο στη δραματουργία και στο χτίσιμο του κόσμου του ήρωα.
Πόσο δύσκολο είναι να σκηνοθετήσεις τον εαυτό σου;
Προσωπικά, έχω έναν μικρό ρόλο, αυτόν του παρατηρητή των αναμνήσεων μου λίγο πριν χαθούν στη λήθη (ή και όχι). Παρεμβαίνω μόνο σε μια ανάμνηση που θέλω να μπω μέσα σ’ αυτήν για να τη ζήσω πάλι, και φυσικά έχει να κάνει με τον έρωτα. Το πιο δύσκολο για μένα ήταν μάλλον να σκηνοθετώ το κείμενό μου παρά τον εαυτό μου. Αλλά επειδή πιστεύω ότι δόθηκε χώρος σε όλα τα παιδιά να κάνουν το κείμενο προσωπικό, θεωρώ ότι ήταν για όλους μας μια αποκαλυπτική εμπειρία.
Θέλω λίγο να μου πεις τη δική σου εμπειρία μεγαλώνοντας. Ποιό είναι το βίωμά σου από την ελληνική κοινωνία;
Δύσκολη ερώτηση. Είχα χαρούμενα παιδικά χρόνια. Μεγάλωσα σ’ ένα παραθαλάσσιο χωριό της Κορινθίας, στο Βέλο. Όσο μεγαλώνεις, αγριεύουν κάποια πράγματα. Στη συνέχεια σπούδασα στο Μαθηματικό της Αθήνας και από τότε ζω εδώ (με έναν χρόνο Αγγλία για μεταπτυχιακό και έναν στη Λέρο για στρατό). Αγαπάω πολύ την Αθήνα, αλλά δυστυχώς δεν είναι μια όμορφη πόλη. Οι κοινωνικές ανισότητες είναι τεράστιες, οι δημόσιοι χώροι πολύ λίγοι και το σημαντικότερο για μένα είναι πως είναι μια πόλη αποκλεισμού για μια σημαντική μερίδα του πληθυσμού, τα ΑΜΕΑ. Μου προκαλεί ντροπή, προσωπικά, να ζω σε μια πόλη που ένας συνάνθρωπός μου αντικειμενικά αδυνατεί να κινηθεί με αμαξίδιο. Επίσης, βρίσκω χυδαίο αυτό που πήγαινε να γίνει στη κρίση, να ρομαντικοποιηθεί η ασχήμια της. Δεν μπορείς να ρομαντικοποιήσεις τη φτώχεια. Ούτε να είσαι ανέμελος ανάμεσα σε τόση αδικία. Δεν πρέπει όμως να μας συνθλίψει όλο αυτό. Οφείλουμε να σηκώσουμε κεφάλι.
Ποια είναι η κύρια θεματική που προσπαθεί να αναδείξει η παράσταση;
Πέρα από το βασικό ζητούμενο της γενιάς μου για οικονομική ανεξαρτησία, νομίζω ότι η κυρίαρχη θεματική είναι η ανάγκη μας να μην ξεχνάμε. Και προσωπικά να μην ξεχάσω. Τη μυρωδιά των πεύκων τα καλοκαίρια, τα πρωινά αρχές Ιούνη που πεταγόμουν από το κρεβάτι μικρό παιδί, ένα βράδυ που ερωτεύτηκα, όταν έκανα coming out στους γονείς και τους φίλους μας, τα δεντρόσπιτα που παίζαμε. Αυτά είναι η φωτιά μας. Η λήθη είναι ο καλύτερος σύμμαχος κάθε εξουσίας. Δεν το θεωρώ νοσταλγία να μην θέλουμε να ξεχάσουμε. Ούτε πιστεύω πως ο χρόνος είναι γραμμικός. Έχει πολλές κατευθύνσεις. Θέλει κόπο να μη λησμονηθούνε όλα αυτά. Νομίζω ότι η ποίηση τα καταφέρνει καλύτερα από κάθε άλλο εκφραστικό μέσο σε αυτό. Και η μουσική φυσικά. Και δεν αισθάνομαι αυτή την ανάγκη τόσο νοητικά, όσο κυρίως σωματικά.
Θέλω λίγο να μου πεις την άποψή σου για την παραδοσιακή οικογένεια, που είναι ανάμεσα στα θέματα που θίγονται στο έργο. Είναι η πυρηνική οικογένεια ένα bubble προστασίας ή μια τοξική κατάσταση όπως πολλές φορές έχουν σχολιάσει σκηνοθέτες με τη δουλειά τους;
Πιστεύω πολύ στο σώμα και στη μνήμη που φέρει. Μια καθηγήτρια μας στο Eθνικό, η Αγλαΐα Παππά, μας είχε πει κάτι που με είχε ταρακουνήσει πολύ. Πέρα από την προσωπική μνήμη, κουβαλάμε τη μνήμη του είδους μας. Και επειδή είμαστε θηλαστικά, πιστεύω στη συγκλονιστική δυναμική που έχει το θηλυκό. Δεν είμαι βιολόγος ή ανθρωπολόγος για να τα κατανοώ περεταίρω, αλλά είναι κάτι ασύλληπτο που με συγκινεί βαθιά. Η οικογένεια τώρα, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα, είναι σαφώς σε μεγάλο ποσοστό μια πολιτισμική κατασκευή που εξυπηρετεί τους σκοπούς της. To bubble προστασίας θεωρώ πως ίσως είναι το πιο επικίνδυνο κομμάτι της κατασκευής αυτής. Να μην μας ενδιαφέρει τι συμβαίνει έξω από την πόρτα του σπιτιού μας. Μας κάνει κλειστούς, μικροαστούς και μίζερους. Θαυμάζω τους γονείς που δείχνουν στα παιδιά τους πως ενδιαφέρονται και για τα παιδιά των άλλων. Έμπρακτα. Πιστεύω στην κοινότητα και στην αλληλεγγύη των μελών της. Πρέπει κάποια στιγμή να μην καθορίζει την τύχη μας η οικογένεια που θα γεννηθούμε. Ο πλέον απαραίτητος “γονιός” σήμερα είναι, νομίζω, το κοινωνικό κράτος.
Τι μένει, πιστεύεις, στον θεατή μετά το τέλος της παράσταση;
Δεν μπορώ να απαντήσω σ’ αυτό. Είναι προσωπικό για τον καθένα. Ιδανικά όμως, αυτό που οφείλει να μεταδίδει η τέχνη είναι θάρρος.
Είσαι ένας νέος δημιουργός. Πόσο εύκολο είναι να κάνει breakout στη θεατρική σκηνή της Αθήνας;
Έχω δύο σκεπτικά πάνω σ’ αυτή την ερώτηση. Το ένα είναι πως το ελληνικό κράτος δεν έχει (σοβαρή) πολιτική για τον πολιτισμό. Άρα δεν υπάρχει κανένα θεσμικό πλαίσιο για να συστηθείς στο κοινό. Θα σου αφηγηθώ ένα περιστατικό που συνέβη τις πρώτες μέρες της κατάληψης στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, που φοιτούσα και εγώ τότε. Μας επισκέφτηκε ο κύριος Γιατρομανωλάκης ως υφυπουργός Πολιτισμού σε μια προσπάθεια να βρεθεί συμβιβαστική λύση, ουσιαστικά μας είπε γιατί να θέλουμε το πτυχίο μας να έχει νομική αναγνώριση αφού έτσι εξάλλου όλοι θα περάσουμε από οντισιόν. Αυτό νομίζω τα λέει όλα για την οπτική της παρούσας κυβέρνησης πάνω στην τέχνη. Το άλλο σκεπτικό είναι πως όσο δύσκολο και να είναι να έχεις ορατότητα ως νέος δημιουργός, θέλω να το παλέψουμε μαζί με την ομάδα μας και τους ανθρώπους που επικοινωνούμε. Έχω πεισμώσει ως προς αυτό και έχει μια άγρια ομορφιά που μας δυναμώνει. Επίσης είναι πολύ σημαντικό να αναγνωρίζεις τις ευκαιρίες που σου δίνονται να ακουστεί η φωνή σου, από το θέατρο ΠΛΥΦΑ που παίζουμε τώρα έως μια συνέντευξη, όπως εδώ.
Από τη δική σου οπτική, οι νεότεροι ηθοποιοί έχουν ξεπεράσει την υπερδραματική μανιέρα που έχουν οι Έλληνες ηθοποιοί μεγαλύτερης ηλικίας; Τους ενδιαφέρει πλέον η υποκριτική και για άλλα μέσα, και όχι μόνο για το θέατρο;
Σε μεγάλο βαθμό συμβαίνει αυτό. Πιστεύω ότι υπάρχει πλέον πολύ μεγαλύτερη γείωση. Μεγαλύτερη διάθεση για παιχνίδι με φαντασία αλλά και εμπιστοσύνη στο σώμα και την επικοινωνία με τον συμπαίκτη σου. Οι παραστατικές τέχνες περνάνε μια φάση μετάβασης και το κοινό πιστεύω ότι είναι πια ανοικτό να την παρακολουθήσει, και ίσως την ζητάει. Σημαντικό είναι επίσης πως καταρρίπτονται τα στερεότυπα γύρω από το ταλέντο. Πιστεύω πως όλα τα σώματα και όλες οι φωνές έχουν θέση στο θέατρο. Αρκεί να φλέγονται μέσα τους. Όλα τα άλλα θα έρθουν
Πώς επέλεξες τους συνεργάτες σου στην παράσταση;
Είμαστε παρέα με όλα τα παιδιά της παράστασης. Δεν είναι ότι δεν πιστεύω και σε άλλον τρόπο δουλειάς αλλά επειδή είναι η πρώτη μου παράσταση βγαίνοντας από τη σχολή και είναι ένα πολύ προσωπικό έργο, ήταν συνειδητή επιλογή μου να συνδέομαι προσωπικά με τους συνεργάτες μου παρά τις δυσκολίες που μπορεί να έχει αυτό. Με τη Νάστια και τον Παναγιώτη που ερμηνεύουν τον κύριο Οικονομίδη συνδέομαι με φιλία από τη σχολή και θαυμάζω τις υποκριτικές τους ικανότητες και την προσωπικότητά τους. Ο Λέων θεωρώ πως είναι εξαιρετικά ευφυής μουσικός και αποδείχτηκε και πάρα πολύ καλός ηθοποιός. Ο Δημήτρης έχει φτιάξει ένα πολύ έξυπνο σκηνικό που μπορείς συνεχώς να αξιοποιήσεις σκηνικά με πολλούς τρόπους. Επίσης, σημαντική ήταν η βοήθεια του Ανέστη Αζά, επιβλέποντα καθηγητή μου στην πρώιμη φάση του κ. Οικονομίδη στις πτυχιακές της Σχολής.
Τι κάνει για σένα το θέατρο τόσο γοητευτικό σαν καλλιτεχνικό discipline;
Νομίζω ότι αλλάζει την αίσθηση του χρόνου. Δεν υπάρχει πια ο κοινωνικό χρόνος ούτε οι κοινωνικές σκέψεις. Σε μία εποχή διάσπασης προσοχής, είσαι έστω για λίγο συγκεντρωμένος στο τώρα και στον δίπλα σου. Είναι κάπως σαν να είσαι σε ένα όνειρο. Επίσης, για λίγα λεπτά ξαναπαίζεις σαν παιδί που γκρεμίζει και χτίζει με ανοιχτή φαντασία. Είσαι ελεύθερος! Υπάρχει μεγαλύτερη χαρά και ευτυχία απ’ αυτό;
Ποια είναι η μεγαλύτερη δυσκολία στο να ζεις τη ζωή ενός καλλιτέχνη σήμερα;
Θα έλεγα η μεγαλύτερη δυσκολία είναι να μην ζεις τη ζωή που θες. Και το έχω περάσει αυτό. Οπότε, αν κάνεις στη ζωή σου αυτό που αγαπάς και σε καίει, θα βρεις την άκρη. Να μην αφήνουμε χώρο στον φόβο είναι το σημαντικό. Θάρρος