ΘΕΑΤΡΟ : ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Αυγουστίνος Κούμουλος: Τα πάντα διακυβεύονται στο κέντρο της Αθήνας. Μου δημιουργεί δέος αυτό

Ο Αυγουστίνος Κούμουλος δεν κάνει και λίγα. Ασχολείται με την υποκριτική και τον χορό, και τα τελευταία χρόνια με ένα πολύ σημαντικό κομμάτι του θεάτρου: την επιμέλεια κίνησης. Είναι απόφοιτος του Θεάτρου Τέχνης Καρόλου Κουν και κάτοχος διπλώματος χορού από τον οργανισμό «Imperial Society of Teachers of Dancing», ενώ πριν από σχεδόν 10 χρόνια ίδρυσε μαζί με τον Αλέξανδρο Πέρρο την ομάδα «ΕπίPlay», παραδίδοντας σεμινάρια σωματικού θεάτρου. 

Το μικρόβιο της υποκριτικής το κόλλησε στο σχολείο, συγκεκριμένα από δύο καθηγήτριες στο 60ο Λύκειο Κυψέλης, και του χορού από κάποιους φίλους στο Λύκειο – πήγε να δοκιμάσει μαζί τους κι έμεινε. Έδωσε Πανελλήνιες αλλά είχε ήδη αρχίσει να ψάχνει τις Δραματικές σχολές. Έφαγε την πρώτη του μεγάλη σφαλιάρα όταν του είπαν οι γονείς του πως είναι άλλο να είσαι ο cool του σχολείου που κάνει θέατρο κι άλλο να πας να το σπουδάσεις και να το κάνεις επάγγελμα. Το επεξεργάστηκε και δεν πτοήθηκε.

Όταν τελείωσε τις σπουδές του, επέλεξε καθηγητές που τον έκαναν να πηγαίνει διαρκώς ένα βήμα παραπέρα στο θέμα της κίνησης και του χορού και, μέσα από φίλους που τον φώναζαν σε παραστάσεις για να τους πει τη γνώμη του, μπήκε και το μικρόβιο της επιμέλειας κίνησης, αφού το βρήκε πολύ δημιουργικό. 

Η λίστα των παραστάσεων στις οποίες έχει συμμετάσχει με οποιονδήποτε από αυτούς τους τρεις ρόλους, είναι μεγάλη και μάλιστα στο βιογραφικό του έχει και μία υποψηφιότητα για Βραβείο Χορν το 2020. Γενικά, ο Αυγουστίνος είναι ένας άνθρωπος με πολύ ωραίο χιούμορ, πλακατζής αλλά και πολύ σκεπτόμενος. Και, βέβαια, έχει αυτό το βλέμμα που σε μαγνητίζει και πάνω αλλά και κάτω από τη σκηνή.

Τα τελευταία δύο χρόνια τον είδαμε στο Δόξα Κοινή του Δημήτρη Τάρλοου στο Θέατρο Πορεία, στην καλοκαιρινή περιοδεία του Οιδίποδα με τον Γιάννη Στάνκογλου. Έκανε, επίσης, επιμέλεια κίνησης στην παράσταση Pomona, σε σκηνοθεσία Sigurdur F3 και Θωμά Μοσχόπουλου στο Θέατρο Πόρτα. 

Φέτος εμφανίζεται και πάλι στον Μισάνθρωπο του Μολιέρου, σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα στο Θέατρο Εμπορικόν, αλλά και στη σύγχρονη προσέγγιση του Προμηθέα από τον Άρη Μπινιάρη, στο Θέατρο Γκλόρια, ενώ έχει και την επιμέλεια κίνησης στο έργο Όλοι εμείς πουλιά σε σκηνοθεσία του Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου στο Εθνικό.

Πίνοντας καφέ ένα πρωί στη γειτονιά που μεγάλωσε, την Κυψέλη, αναπόφευκτα ξεκινάμε την κουβέντα από το πώς καταφέρνει να τα συνδυάζει όλα αυτά χωρίς να χάνει το μυαλό του. 

Αυγουστίνε, αντέχεις; Εμείς δυσκολευόμαστε με μία δουλειά. Δεν θέλω να μου πεις την τεχνική. Αυτό που με απασχολεί κυρίως είναι, το στομάχι σου είναι καλά; Ψυχοσωματικά πολλά μπορεί να προκύψουν μέσα από αυτό. Το ψυχοσωματικό είναι πολύ φίλος μου (γέλια). Είμαι και λίγο αγχώδης και όσο πιο πολλά μπαίνουν, τόσο πιο πολύ αρχίζει και φρικάρει το μυαλό μου. Με πιάνει και ένα αίσθημα ευθύνης, να βγει δηλαδή καλά αυτό που κάνω αλλά και να είμαι εντάξει με τους ανθρώπους που επικοινωνώ. Οπότε αρχίζει να με πιάνει το ενοχικό. Όχι ότι έχω έναν δαίμονα πάνω απ’ το κεφάλι μου, αλλά ακριβώς επειδή έχω επιλέξει τους ανθρώπους με τους οποίους συνεργάζομαι και είμαι χαρούμενος με αυτό, θέλω και αυτοί να είναι ικανοποιημένοι. Δεν είναι δυσβάσταχτο, απλά θέλω να βγει η δουλειά και με ενδιαφέρει. Από τη στιγμή που επιλέγω να εμπλακώ, μπαίνω με τα μπούνια! 

Έχει τύχει να νομίζεις ότι είσαι σε άλλη παράσταση από αυτή που είσαι; Όχι, καθόλου. Έχει τύχει να πάθω μικροεγκεφαλικά, να χάσω λόγια ας πούμε, αλλά να νομίζω ότι είμαι σε άλλη παράσταση όχι. Είμαι εκεί.

Είναι πολλοί που κάνουν επιμέλεια κίνησης στην Ελλάδα; Όχι, δεν είναι πολλοί και μάλιστα δεν το κάνουν σε όλες τις παραστάσεις. Ενώ το θεωρώ πολύ σημαντικό, το σώμα ανεβαίνει στο θέατρο και εκτίθεται πρώτο, πριν μιλήσεις. Το κείμενο και η πλοκή είναι πολύ σημαντικά, αλλά και το σώμα δεν είναι υποδεέστερο. Στις μέρες μας υπάρχει και μία τάση για μια πιο καθιστική ζωή, κάθομαι στον καναπέ, βλέπω σειρά από το τάμπλετ ή είμαι στο κινητό. Οπότε είναι σημαντικό το γεγονός ότι ένας άνθρωπος που κάνει όλα τα παραπάνω, πρέπει να βγει στη σκηνή και να υπηρετήσει με το σώμα του κάτι άλλο από αυτό που κάνει στην καθημερινότητα, στις συνήθειές του.

Παρατηρείς τον κόσμο δηλαδή; Ναι, παρατηρώ πολύ τον κόσμο, όχι μόνο στη σκηνή αλλά και τριγύρω μου γενικά. Γιατί θέλω να δω πώς λειτουργούν οι άνθρωποι και πώς αυτό μπορεί να μεταφερθεί στην σκηνή χωρίς να δημιουργηθεί μία «γυάλα», να είναι ζωντανό. Μου αρέσει ούτως ή άλλως και η “βρωμιά”. Μου αρέσουν τα ψεγάδια, να μην είναι κάτι αλαβάστρινο και τόσο καθαρό.

Μα τα ψεγάδια έχουν γοητεία. Όταν θα πάρεις στα χέρια σου το κείμενο και τους χαρακτήρες, έχει τύχει να πας σε συγκεκριμένο αντίστοιχο περιβάλλον για να βρεις και να παρατηρήσεις; Θα μιλήσω πρώτα με τον σκηνοθέτη για να ακούσω και να προσπαθήσω να δω τη δική του ματιά, τη δική του αφετηρία και πώς το έχει στο μυαλό του. Για παράδειγμα, αυτό που κάνουμε τώρα με τον Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο στο Εθνικό, ξεκίνησε τελείως διαφορετικά, είχαμε διαβάσει και οι δύο το κείμενο ξεχωριστά στα σπίτια μας και είχαμε φανταστεί κάτι συγκεκριμένο. Στη δεύτερη, τρίτη πρόβα όμως του είπα ότι δεν έχει καμία σχέση αυτό που πρέπει τελικά να κάνουμε με αυτά που λέγαμε, είναι κάτι τελείως άλλο. Αυτό λοιπόν είναι κάτι που μεταβάλλεται. Για να απαντήσω λοιπόν στην ερώτησή σου, όχι δεν θα πάω σε κάποιο συγκεκριμένο μέρος αλλά από τη στιγμή που θα μιλήσω με τον σκηνοθέτη και θα αρχίσω να καταλαβαίνω λίγο πώς το έχει φανταστεί, θα αρχίσει να οξύνεται η παρατηρητικότητά μου τριγύρω. Και θα αρχίσει και το σκάψιμο μέσα μου. Γιατί όλες αυτές οι ιδέες που μπορεί να προτείνω εγώ σε έναν σκηνοθέτη είναι μέσα μου, από δικά μου βιώματα κι από δικές μου παρατηρήσεις. 

Και μαζί με τους ηθοποιούς αλλάζει; Βέβαια. Πας στην πρόβα με μία ιδέα, αλλά έχει να κάνει και με την αλληλεπίδραση μεταξύ των ηθοποιών και τις δυναμικές τους. Όταν θα μπει επίσης μια μουσική από κάτω, τι θα δημιουργήσει; Γυρνώντας πάλι στο έργο που σκηνοθετεί ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος, το λέω ως παράδειγμα, όταν είχα ακούσει το κείμενο είχα κάποια πράγματα στο μυαλό μου αλλά μετά είδαμε ότι απλά δεν χρειάζεται τίποτα, χρειάζεται απλότητα και τα ελάχιστα για να αναδειχθεί αυτό το υπέροχο κείμενο. 

Πες μου μία φράση από το κείμενο η οποία σε ανατρίχιασε. Κάποια στιγμή τίθεται το θέμα της αλήθειας και η επίδραση που έχει σε κάποιον. Λέει λοιπόν η φράση: “Όχι έτσι, όχι τώρα, πιο ήρεμα θα του το πούμε. Γιατί δεν είναι η σύγκρουση αυτή που σκοτώνει τον οδηγό του αυτοκινήτου αλλά η ταχύτητα με την οποία συγκρούεται”. Μάλιστα υπάρχει και μια αναφορά στον Οιδίποδα μέσα στο κείμενο, που λέει ότι ο Οιδίποδας τυφλώνεται με την ταχύτητα της αλήθειας την οποία μαθαίνει, που κατακλύζει την ύπαρξή του τόσα χρόνια. Το καλοκαίρι που ήμουν στον Οιδίποδα και διάβαζα παράλληλα το κείμενο για το οποίο μιλάμε τώρα, σκέφτηκα: «Ωωω ναι, όντως»! Και πραγματικά αυτή η φράση μου έκαψε τα εγκεφαλικά μου κύτταρα. 

Μίλησέ μου λιγο για το εδώ και τώρα γι’ αυτά που συμβαίνουν γύρω μας. Κοίταξε να δεις, το εδώ και τώρα δεν είναι εδώ και τώρα. Εννοώ πως ό,τι συμβαίνει είναι πράγματα που βράζουν πολύ καιρό. Η ταχύτητα με την οποία μου έρχονται τουλάχιστον εμένα οι πληροφορίες είναι πάρα πολύ μεγάλη και αυτό με τρομάζει. Έχω πιάσει τον εαυτό μου να θέλει μανιωδώς να αναζητήσει, να δει, να ψάξει και να μάθει, αλλά έχω πιάσει και τον εαυτό μου, ιδίως τώρα, να μη θέλω να δω τίποτα, καθόλου εικόνες. Από Ουκρανία, από Μέση Ανατολή, από φαλαινοθηρίες στην Ιαπωνία και πολλά άλλα. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θέλω να κλείσω τα μάτια μου στο τι συμβαίνει. 

Αυτή θα ήταν η επόμενη ερώτησή μου. Απλώς δεν θέλω να συνηθίσω σε αυτό το Χατζιδακικό, να συνηθίσω σε αυτές τις εικόνες, να συνηθίσω στο τέρας και να του μοιάσω. Έπιασα τον εαυτό μου να μη σοκάρεται με σοκαριστικά πράγματα. Επιλέγω από πού θα ενημερώνομαι, εμπιστεύομαι κάποιες εφημερίδες και κάποια site και διαβάζω από εκεί. Θέλω να έχω τις ευαισθησίες μου.

Μήπως αυτό είναι το κόλπο; Η μάζα δηλαδή να πάθει την αποχαύνωση. Το πιστεύω ρε γαμώτο. Παλιά θα μου ακουγόταν κάπως συνωμοσιολογία, αλλά πλέον δεν νομίζω ότι είναι. Γιατί μουδιάζεις. Και ή το παρακολουθείς και μουδιάζεις ή σε πιάνει μία αποστροφή για τα πάντα και απλά λες, “δεν θέλω να ξέρω τίποτα ρε παιδιά, αφήστε με, θέλω λίγη χαρά, θέλω λίγο ροζ, ένα ροζ κουφετάκι”.´Η επίσης, υπάρχει και το άλλο, που τάσσεσαι τόσο πολύ, ακόμα και αν είναι από την σωστή πλευρά -σε εισαγωγικά- της ιστορίας, που οτιδήποτε κι αν σου πουν, δαγκώνεις. Κάπως εμμονικά δηλαδή. Και το λέω αυτό γιατί έχει τύχει να υπάρξω με ανθρώπους που είμαστε στην ίδια πλευρά, αλλά να τσακωθούμε. Καταλαβαίνω και τους ανθρώπους γύρω μου που δεν θέλουν καθόλου να ασχοληθούν, και είναι πολλοί.

Γεννήθηκες και μεγάλωσες στην Κυψέλη. Είμαι παιδί του κέντρου. Γεννήθηκα στην Κυψέλη, μεγάλωσα επίσης εδώ και όλα τα μέχρι τώρα χρόνια μου τα έχω περάσει στις τριγύρω περιοχές. Ακόμα και οι δουλειές μου, οι περισσότερες είναι στο κέντρο. Αναζητώ τα νεοκλασικά και τα σοκάκια του κέντρου και την ομορφιά τους, ακόμα και την άναρχη δομή της Αθήνας πολλές φορές, με πιάνει και κόμπος στο στομάχι όταν ακούω ότι το Ιντεάλ θα γίνει τουριστική μονάδα. Είμαστε η γενιά του Γρηγορόπουλου και των μνημονίων. Ανάμεσα από τους καμμένους κάδους, περπατάμε σε δρόμους του κέντρου και σκεφτόμαστε εκείνη τη φορά που στον ίδιο δρόμο έσκασε κρότου λάμψης δίπλα μας. Τα πάντα διακυβεύονται στο κέντρο της Αθήνας. Μου δημιουργεί δέος αυτό.

Ας πάμε στα δικά σας, τα καλλιτεχνικά. Πώς πηγαίνει αυτό; Δεν πάει κάτι καλά γενικά. Παιδεία, υγεία, πολιτισμός, ασφάλεια, με όλες τις εκφάνσεις αυτής της λέξης.

Σε κάνει να βάζεις στοπ στα όνειρά σου; Όχι. Δεν βάζω stop στα όνειρά μου. Ίσως να εθελοτυφλώ σε αυτό, αλλά θέλω να εθελοτυφλώ σε αυτό. Ίσως από πείσμα. Πάντα κάτι γίνεται, ενώ μπορεί να μου έχουν μπει ερωτηματικά και εκεί, θα συναντήσω έναν άνθρωπο και θα πω εντάξει καλά είμαστε, δεν είμαι εγώ ο τρελός του χωριού.

Είναι ο Μισάνθρωπος επίκαιρος; Δεν είναι ότι είναι τώρα επίκαιρος και δεν ήταν πριν. Για μένα πραγματεύεται δύο ζητήματα. Το ένα είναι το πώς λειτουργούν τα σύνολα και οι ομάδες. Για παράδειγμα, τώρα μπορεί να χαριεντιζόμαστε και να λέω “τι γλυκιά που είσαι” και μετά, εφόσον έχω πάρει το κέρδος μου, σε κάποιον άλλο να σε κακολογίσω. Και το άλλο είναι ο έρωτας. Μπορεί να έχεις πει ότι δεν θέλεις ετούτα και εκείνα τα χαρακτηριστικά σε έναν άνθρωπο και τελικά πας και ερωτεύεσαι την επιτομή όλων αυτών που δεν ήθελες. Και λες εγώ θα τον αλλάξω, θα τον σώσω, θα το καταφέρω αυτό. Και ο άλλος δεν αλλάζει τελικά και του λες εσύ “δεν αλλάζεις γιατί δεν με αγαπάς”. Αυτό ήταν και είναι επίκαιρο.

Σου έχει τύχει να σε ενδιαφέρει ένα άτομο το οποίο είναι εντελώς αντίθετο από εσένα και όσα θες; Όχι δε μου έχει τύχει να μου αρέσει ένας άνθρωπος που είναι κόντρα σε μένα. Μου έχει τύχει όμως και να εξιδανικεύσω έναν άνθρωπο. Νομίζω ότι όλοι στον έρωτα εξιδανικεύουμε.

Αντιγόνη Πάντα-Χαρβά

Share
Published by
Αντιγόνη Πάντα-Χαρβά