«Όσο παραμένω στην Αθήνα, κάθε απόγευμα κάνω βόλτες γύρω από την Ακρόπολη. Νιώθω την ενέργειά της», μου λέει χαμογελαστός ο Αντόλφ Σαπίρο, ο πολυβραβευμένος διεθνής ρώσος μετρ της σκηνής, μαθητής και διάδοχος της Μαρία Κνέμπελ, μαθήτριας του Στανισλάβσκι και του Τσέχωφ, που παρά το κυνήγι μαγισσών κατά ρώσων αθλητών, καλλιτεχνών, διανοούμενων, συγγραφέων και μουσουργών, κλήθηκε στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά για να σκηνοθετήσει το πρωτόλειο του Τσέχωφ, «Πλατόνωφ». Εξάλλου, την παγκόσμια φήμη του, μέσα από τις σκηνοθεσίες των έργων του Τσέχωφ την απέκτησε.
Είναι αδύνατο να καταγραφεί η πλήρης λίστα με τους τιμητικούς τίτλους και τα βραβεία αυτού του αφοπλιστικά ευγενούς και ιδιαιτέρως καλλιεργημένου επίτιμου διδάκτορα του Τμήματος Παραστατικών Τεχνών της Ακαδημίας Θεάτρου του Ταλίν, επίτιμου Διδάκτορα της Ακαδημίας Θεάτρου της Σαγκάης κι επικεφαλής Καλλιτεχνικών Προγραμμάτων στο Θέατρο Νέων Bryantsev, στην Αγία Πετρούπολη, ο οποίος, κάτω από τη σκιά του Παρθενώνα -τον οποίο κάθε τόσο στρέφεται για να ατενίσει-, μου παρέδωσε επί μία ώρα ένα ταχύρρυθμο μάθημα για την τσεχωφική δραματουργία.
«Όταν δεν θα είμαι πια εδώ και η διάθεσή μου θα είναι κακή, θα θυμάμαι τον Παρθενώνα και την Ακρόπολη», είναι η τελευταία φράση του μεγάλου δάσκαλου της θεατρικής σκηνής, λίγο προτού η συζήτηση επικεντρωθεί αποκλειστικά στον Τσέχωφ, ο οποίος, υποστηρίζει ο συνομιλητής μου, «προέβλεψε ένα νέο είδος θεάτρου. Την τραγικωμωδία. Κι ακόμα περισσότερο. Ανάμειξε διάφορα είδη θεάτρου, πρότεινε ένα άλλο μοντέλο και μια άλλη ματιά πάνω στον άνθρωπο. Μια άλλη ματιά στην έννοια του ήρωα. Ο Τσέχωφ δείχνει ότι ένας άνθρωπος περιέχει και την κόλαση και τον παράδεισο. Και τον άγγελο και τον διάβολο. Ο Τσέχωφ προέβλεψε και τον Τσάρλι Τσάπλιν. Εκείνος κλαίει, εμείς γελάμε, εκείνος γελάει, εμείς κλαίμε».
Πόσα χρόνια μετρά η ζωή σας μαζί με τον Τσέχωφ; Δεν έχω ανεβάσει μόνο Τσέχωφ στη ζωή μου. Έχει ενδιαφέρον το ότι έχω ανεβάσει συχνά και Τσέχωφ και Μπρέχτ, που είναι δύο εκ διαμέτρου αντίθετοι δραματουργοί. Ο Τσέχωφ είναι όμως ο αγαπημένος μου δραματουργός.
Πότε ξεκινά η επαφή σας μαζί του; Αν μιλήσουμε για τις εντυπώσεις μου γενικότερα από τον Τσέχωφ, ξεκινούν από τα εφηβικά μου χρόνια. Αν μιλήσουμε για τις πρώτες μου σκηνοθεσίες, αυτό συνέβη πριν 50 χρόνια. Από τότε σταθερά ανεβάζω έργα του. Κάποια και τέσσερις φορές. Σε διάφορες ηπείρους και χώρες, από τη Σαγκάη, μέχρι τη Βραζιλία.
Αισθάνεστε ότι πλέον γνωρίζετε τη δραματουργία του ή ακόμη κάτι σας διαφεύγει; Υπάρχουν στιγμές που μου διαφεύγουν ακόμη κι εμένα πράγματα από τον Τσέχωφ. Είναι γεγονός ότι όταν έχει να κάνεις με τον Τσέχωφ, διαρκώς κάτι σου διαφεύγει. Τα έργα του σου ξεγλιστράνε. Για αυτό τον λόγο επιστρέφουμε συνέχεια σε αυτά.
Τι άλλο μας κάνει να επιστρέφουμε διαρκώς σ’ αυτά; Δεν είμαστε εμείς που επιστρέφουμε στα έργα του Τσέχωφ. Ο χρόνος, οι εναλλαγές του, η αλλαγή των εποχών, μας αναγκάζουν να επιστρέφουμε σε αυτόν. Όταν αλλάζει μια εποχή, η νέα φωτίζει άλλες πλευρές της δραματουργίας του. Πάντα. Κάθε εποχή μας θέτει νέα ερωτήματα. Στην πρόβα του «Πλατόνωφ» ανέφερα στους ηθοποιούς κάτι που έχει πει ο Αϊνστάιν, αλλά δυστυχώς δεν έχει καταγραφεί. Το έμαθα όσο βρισκόμουν στο Πανεπιστήμιο Πρίνστον, όπου είχε δουλέψει ο Άινσταϊν. Οι φοιτητές του κάποια στιγμή τον ρώτησαν: «Πείτε μας, κύριε καθηγητά, οι ερωτήσεις στις εξετάσεις φέτος θα είναι ίδιες με της προηγούμενης εξεταστικής;». Κι αυτός τους απάντησε: «Οι ερωτήσεις θα είναι ίδιες. Οι απαντήσεις όμως θα είναι διαφορετικές». Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει με τον Τσέχωφ.
Δηλαδή; Οι ερωτήσεις παραμένουν οι ίδιες. Αλλά απαιτούνται κάθε εποχή νέες απαντήσεις. Κι εσύ αναζητάς αυτές τις απαντήσεις. Κάθε δέκα χρόνια ανέβαζα έναν «Βυσσινόκηπο». Και οι δέκα παραστάσεις ήταν διαφορετικές. Γιατί ο Τσέχωφ σε βοηθά να κατανοήσεις τον χρόνο, την εποχή στην οποία ζεις. Αλλά, ας μην υπερβάλλω. Δεν το έχει κάνει μόνο ο Τσέχωφ. Το έχει κάνει και ο Σαίξπηρ.
Επομένως, είναι ένας μηχανισμός η δραματουργία του Τσέχωφ, που οποιαδήποτε εποχή μπορεί και λειτουργεί; Δεν το γνωρίζουμε αυτό απόλυτα. Γιατί κάποιες πλευρές τις φωτίζει κι άλλες τις «σκοτεινιάζει» στο έργο του η κάθε εποχή. Στον 20ο αιώνα, ο Τσέχωφ αναδύθηκε στην πρώτη θέση. Ίσως στον 21ο κάνει ένα βήμα πίσω και βγει μπροστά άλλος δραματουργός. Και ίσως στον 22ο ξαναβγεί μπροστά. Ποτέ δεν θα μπορέσουμε να προβλέψουμε τι θα συμβεί. Ο Τσέχωφ προέβλεψε πάντως μια νέα δραματουργία, μια νέα κατασκευή. Προέβλεψε ένα νέο είδος θεάτρου. Την τραγικωμωδία. Κι ακόμα περισσότερο. Ανάμειξε διάφορα είδη θεάτρου, πρότεινε ένα άλλο μοντέλο και μια άλλη ματιά πάνω στον άνθρωπο. Μια άλλη ματιά στην έννοια του ήρωα. Ο Τσέχωφ δείχνει ότι ένας άνθρωπος περιέχει και την κόλαση και τον παράδεισο. Και τον άγγελο και τον διάβολο. Ο Τσέχωφ δεν έχει ούτε έναν ήρωα που να είναι μόνο διάβολος, όπως ο Ιάγος. Ή να είναι το ακριβώς αντίθετο. Είναι πάντα ένα μείγμα, κι επομένως προέβλεψε την τέχνη του θεάτρου του 20ου αιώνα. Ο Τσέχωφ προέβλεψε και τον Τσάρλι Τσάπλιν. Εκείνος κλαίει, εμείς γελάμε, εκείνος γελάει, εμείς κλαίμε. Κι επίσης δημιούργησε την αντίληψη για τον άνθρωπο ως όγκο, όχι ως κάτι επίπεδο. Ο Τσέχωφ είναι σαν γλύπτης. Κινείσαι γύρω από ένα γλυπτό και από το κάθε σημείο θέασης δημιουργείται ένα νέο περιεχόμενο.Μια επίπεδη απεικόνιση αμέσως γίνεται κατανοητή και είναι συγκεκριμένη. Ένα ανάγλυφο, ένα γλυπτό, κάθε φορά σου αποκαλύπτει κάτι νέο. Έτσι και ο Τσέχωφ, δίνει μια πολυεπίπεδη απεικόνιση των ηρώων του.
Οι οποίοι βρίσκονται διαρκώς στη βασανιστική αναζήτηση ενός νοήματος. Ναι, όλοι οι ήρωές του έχουν αυτή την αγωνία. Είναι αναστατωμένοι.
Υπάρχει κάποια ιδεολογία πίσω από τη δραματουργία του; Τα έργα του αποκαλύπτουν την ιδεολογία του; Συχνά αναρωτιέμαι αν υπάρχει λ.χ. μέρος της στα λόγια του Αστρώφ ή άλλων ηρώων… Κατανέμει την ιδεολογία του μεταξύ διαφορετικών προσώπων. Είναι κι εκείνος, κι ο άλλος, και ο τρίτος και ο τέταρτος. Τώρα αγγίξατε ένα πολύ ουσιώδες θέμα. Ας δούμε τον «Γλάρο». Εκεί υπάρχει ο καταξιωμένος, παραδοσιακός, ώριμος συγγραφέας Τριγκόριν και ο μοντερνιστής, που αναζητά το νέο, Τρέπλιεφ. Πάρα πολλοί κριτικοί αναζητούσαν να απαντήσουν στο ερώτημα ποιον συμπαθεί πιο πολύ ο Τσέχωφ. Ενώ ο Τσέχωφ έχει διαιρέσει τον εαυτό του στα δύο. Γιατί ο Τσέχωφ είναι και οι δυο, είναι και παραδοσιακός και καινοτόμος. Και μέσα του πάντα μαίνονταν αυτός ο πόλεμος ανάμεσα στο παραδοσιακό και το καινοτόμο. Οποιοδήποτε κοριτσάκι παρακολουθεί το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» ταυτίζεται με την Ιουλιέτα. Ακόμα και αν έχει βγει από νοσοκομείο με αφροδισιακά νοσήματα. Και πάλι θεωρεί τον εαυτό της Ιουλιέτα. Ο Τσέχωφ δεν έχει ούτε έναν ήρωα που να θέλεις να του μοιάσεις. Ούτε έναν! «Τρεις αδελφές». Κανένα κορίτσι δεν θα σας πει «θέλω να είμαι σαν την Ιρίνα ή σαν τη Μάσα». Επίσης, πρέπει να ξέρετε ότι ο Τσέχωφ δεν έδωσε απάντηση σε κανένα σημαντικό ερώτημα. Στο κύριο ερώτημα. Η Νίνα είναι καλή ηθοποιός ή κακή; Ο Τρέπλιεφ είναι ταλαντούχος δραματουργός ή όχι; Ο Τριγκόριν είναι κακός συγγραφέας ή όχι; Εμείς γνωρίζουμε από το έργο που έγραψε ότι τα βιβλία του Τριγκόριν έχουν επιτυχία κι ότι ο Τρέπλιεφ δεν τα αποδέχεται. Μήπως έχει δίκιο που δεν τα αποδέχεται ή πρόκειται απλά για την εξέγερση των μοντερνιστών έναντι του κλασικού; Ο Τσέχωφ δεν δίνει απάντηση. Εξίσου δεν απαντά στο ερώτημα αν ο Πλατόνωφ είναι ταλαντούχος ή όχι. Γιατί αμέσως μετά το πρώτο νεανικό έργο «Πλατόνωφ», έγραψε τον «Ιβάνοφ». Και εκεί δεν έχει απαντήσεις. Με άλλα λόγια, ο Τσέχωφ έθεσε κάποια ερωτήματα που έχουν πάρα πολλές αναγνώσεις.
Δεν υπάρχει μία απάντηση; Υπάρχουν απαντήσεις. Η κάθε εποχή στις δίνει. Γι‘ αυτό και μερικές φορές αστειευόμενος λέω ότι αν δω τον «Βυσσινόκηπο», μπορώ να πω ποιος και πότε τον ανέβασε. Αν μιλήσουμε σε αναλογία με το σινεμά, ο Τσέχωφ έχει την κάμερα πολύ κοντά στον ήρωα, και την τοποθετεί συγχρόνως και μακριά. Δεν είναι δογματικός. Δεν θέλει να μάθει κάτι συγκεκριμένο ο θεατής.
Υπάρχει όμως κάτι που επιδιώκει ο Τσέχωφ; Νομίζω, περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο, υλοποιεί αυτό το αίτημα που διατυπώνει ο Άμλετ στους ηθοποιούς. Ότι ο στόχος τους είναι να κρατάνε έναν καθρέφτη στη φύση. Ο Τσέχωφ θέλει οι άνθρωποι να δούνε τον εαυτό τους μέσα στα έργα του.
Από τους ήρωες του Τσέχωφ, ποιος θεωρείτε ότι είναι ο πιο ενδιαφέρον, ο πιο σύνθετος, που το «σκάψιμό» του δεν τελειώνει; (παρατεταμένη σιωπή) Δύσκολο να απαντήσω. Αν μου πείτε όμως αύριο να ανεβάσω ένα έργο του Τσέχωφ, δεν θα αρνηθώ.
Ποιο έργο θα επιλέγατε; Τον «Βυσσινόκηπο». Κατά την άποψή μου είναι το πιο σπουδαίο έργο του. Αν μου ζητούσατε, δηλαδή, να αναφέρω τα 10 μεγαλύτερα έργα στην ιστορία της παγκόσμιας δραματουργίας, ο «Βυσσινόκηπος» θα ήταν οπωσδήποτε στον κατάλογο. Η Ρανέφσκι είναι το πιο αινιγματικό κι εκπληκτικό πρόσωπο. Στον Τσέχωφ δεν υπάρχουν έξυπνες σκέψεις που να τις εκφράζουν οι ήρωες, όπως στην αρχαία δραματουργία. Το κείμενο είναι πάρα πολύ απλό. Οι ήρωες συζητούν για τον καιρό, το ψάρεμα, το θέατρο. Να πουλήσουνε, να μην πουλήσουνε την έπαυλη. Ποια θα είναι η ζωή μετά από 200 χρόνια… Αυτός που αναρωτιέται για τη ζωή των ανθρώπων μετά από 200 χρόνια δεν μπορεί να βγάλει άκρη με τη γυναίκα του. Είναι αστείο να τον ακούς, αλλά την ίδια ώρα πολύ συγκινητικό. Στον Τσέχωφ, το θέμα δεν είναι το κείμενο… Αλλά ο πάρα πολύς αέρας που υπάρχει ανάμεσα στις ατάκες.
Η σιωπή και η παύση έχουν δομικό ρόλο στη δραματουργία του; Πολύ συχνά, οι ηθοποιοί μπερδεύουν τις παύσεις με τη σιωπή. Με τις παύσεις ο Τσέχωφ ορίζει τη μεταφορά από μια κατάσταση σε μια άλλη. Η παύση μπορεί να είναι το αποτέλεσμα όσων έχουν προηγηθεί. Η παύση μπορεί να είναι και το πρελούδιο της γέννησης μιας νέας σκέψης. Με ρωτήσατε ποιο έργο θέλω να ανεβάσω. Έκανα μια τεράστια παύση. Ένιωσα κι εγώ ότι παραήταν μεγάλη. Αλλά εσείς με θέσατε μπροστά στην αναγκαιότητα να δώσω απάντηση σε μια ερώτηση που δεν έχω θέσει στον εαυτό μου το τελευταίο διάστημα. Γι’ αυτό άρχισα να σκέφτομαι. Ήταν αναζήτηση μιας νέας λύσης, μιας νέας απόφασης…
Όταν αυτό συμβαίνει στη σκηνή; Η παύση μπορεί να έχει περισσότερη ενέργεια από την ίδια τη συζήτηση. Όταν αυτό δεν το πιάνουν όμως οι ηθοποιοί, τότε η παύση γίνεται κάτι πληκτικό. Γι’ αυτό είναι πάρα πολύ δύσκολο να ανεβάζει κανείς Τσέχωφ. Τα εμπεριέχει όλα μέσα. Δεν έχει εξωτερική υπόθεση. Κανείς δεν σκοτώνει κανένα. Κι αν οι ηθοποιοί και οι σκηνοθέτες δεν μπορούν να το αντιληφθούν αυτό, τότε γίνεται πληκτικός δραματουργός ο Τσέχωφ. Είναι σαν ένα παγόβουνο, που βλέπουμε μόνο ένα κομμάτι πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και το κύριο κομμάτι μένει κρυμμένο κάτω από το νερό.
Ο Τσέχωφ μόνο στη Ρωσία θα μπορούσε να έχει υπάρξει; Από μία πλευρά, ναι. Όπως ο Ευριπίδης μπορούσε να γεννηθεί μόνο σε συγκεκριμένη εποχή και σε συγκεκριμένη χώρα. Όμως, το σημαντικό δεν είναι πού γεννήθηκε αλλά πόσοι άνθρωποι τον καταλαβαίνουν.
Από τις χώρες που τον έχετε ανεβάσει, ποιες, διαπιστώσατε, τον καταλαβαίνουν περισσότερο; Δύσκολο να απαντήσω. Και στην Ασία και στην Ευρώπη τον καταλαβαίνουν. Τον παίζουν υπέροχα οι Ιάπωνες. Και τον ανεβάζουν πολύ. Στην Κίνα είχα ανεβάσει τον «Θείο Βάνια», επειδή το ζήτησαν οι ίδιοι οι Κινέζοι, που επίσης κατανοούν εξαιρετικά τον Τσέχωφ. Στη Βραζιλία, στη Νέα Υόρκη που έχω ανεβάσει Τσέχωφ, τον κατανοούν. Με είχε όμως συγκλονίσει στη Νικαράγουα, μια τροπική χώρα, που σε ένα μικρούτσικο θέατρο της Μανάγκουα είδα στον τοίχο κρεμασμένο το πορτρέτο του Τσέχωφ! Στο θέατρο Nacional Comedie της Νικαράγουα ανέβασα Τσέχωφ και οι Νew Υork Τimes έγραψαν στην κριτική: «αφού ανεβαίνει στη χώρα αυτή ο «Βυσσινόκηπος», σύντομα θα σταματήσει ο πόλεμος». Κι είχαν δίκιο. Αν κοιτάξετε σε όλο τον κόσμο, τον Τσέχωφ δεν τον ανεβάζουν πολύ όταν υπάρχει πόλεμος.
Ποιον ανεβάζουν τότε; Τον Σαίξπηρ και τον Σίλερ.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί ο Τσέχωφ μιλά για μια ειρηνική εποχή. Επίσης, νομίζω πως ποτέ δεν θα τον καταλάβουν και δεν θα ανεβάσουν Τσέχωφ εκείνες οι χώρες όπου υπάρχει θρησκευτικός ή ηθικός ριζοσπαστισμός. Πώς θα μπορέσουν να καταλάβουν τον Τσέχωφ σε μια χώρα που έχει Σαρία; Αποκλείεται!
Ο «Πλατόνωφ» δεν ήθελε να ανέβει; Δεν είχε εκφράσει τη βούληση του να μην ανέβει. Αν το είχε εκφράσει, δεν θα είχαμε δικαίωμα να παραβιάσουμε την επιθυμία του. Και σε αντίθεση με τον Γκόγκολ, δεν έκαψε το έργο. Ο Γκόγκολ έκαψε τον β’ τόμο των «Νεκρών Ψυχών». Εμείς δημοσιεύουμε ακόμη και τις επιστολές του Τσέχωφ! Με τον καιρό, όταν μας καταλαμβάνει η προσωπικότητα ενός καλλιτέχνη, όλα όσα έχει κάνει γίνονται αντικείμενο έρευνας. Γι’ αυτό και το περίγραμμα ενός περιστεριού που έκανε σε ένα τραπέζι ο Πικάσο, βρίσκεται μέσα σε κάδρο στο μουσείο. Ψάχνουμε να βρούμε τις πηγές. Κι από αυτή την άποψη, ο «Πλατόνωφ» παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον.
Στο ανέβασμά σας στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά το περικόψατε το έργο. Έπρεπε οπωσδήποτε να μαζευτεί. Από τη μία, έχει μεγάλο ενδιαφέρον επειδή είναι προάγγελος μετέπειτα έργων του. Ακόμη και ολόκληρες φράσεις θα βρούμε στα έργα του αργότερα. Ο δημιουργός συμπεριέλαβε στον «Πλατόνωφ» όλα τα θέματα που αργότερα θα αναπτύξει σε άλλα έργα. Αλλά είναι ένα έργο 50 χιλιάδων λέξεων. Ένα θεατρικό πρέπει να έχει μάξιμουμ 11, βία 12 χιλιάδες λέξεις για να ανεβεί σε μια παράσταση. Άρα, μιλάμε για τέσσερα έργα στην περίπτωση του «Πλατόνωφ». Και ο ίδιος ο Τσέχωφ, αν το είχε επεξεργαστεί, θα το είχε μαζέψει. Περιέχει και πράγματα που αργότερα ο Τσέχωφ αρνήθηκε.
Όπως; Το ότι η Σοφία πυροβολεί τον Πλατόνωφ και τον σκοτώνει. Απαρνήθηκε ο Τσέχωφ αυτούς τους μελοδραματισμούς.
Η θέση του Τσέχωφ στη σημερινή Ρωσία ποια είναι; Διατηρεί μια θέση δίπλα στον Ντοστογιέφκι, τον Γκόγκολ, τον Μπουλγκάκωφ…; Αναγνωρίζει η σύγχρονη Ρωσία τον Τσέχωφ; Φυσικά! Αναμφισβήτητα. Ούτε καν τίθεται τέτοιο ερώτημα. Ανέκαθεν.
Τον ενδιέφερε η υστεροφημία του; Τον ενδιέφερε το πώς θα ανέβαινε το έργο του; Μάλλον τον ενδιέφερε. Ο Τσέχωφ δεν άφησε διαθήκη για να διασφαλίζει την υστεροφημία του. Το όνομά του ήταν συνδεδεμένο με τον Στανισλάβσκι και το Θέατρο Τέχνης. Ο «Γλάρος» ήταν αποτυχία όταν πρωτοανέβηκε στην Αγία Πετρούπολη. Και ο Τσέχωφ δεν ήθελε να τον ξανανεβάσουν. Σε όλη τη ζωή του βασανιζόταν. Ήθελε να καταλάβει τι είναι χωρίς το θέατρο Τέχνης. Γιατί ο Στανισλάβκι είχε προτείνει ένα ειδικό μοντέλο για το πώς πρέπει να ανεβαίνει ο Τσέχωφ. Αυτό το μοντέλο κατέκλυσε όλο τον κόσμο, αλλά ο Τσέχωφ ήθελε να ξέρει τι αξίζει ο ίδιος έξω από αυτό.
Το ανακάλυψε εντέλει; Εκείνος, όχι. Εμείς, ναι. Τώρα τον ανεβάζουν σε όλο τον κόσμο με πολύ διαφορετικό τρόπο. Και πάντα τα έργα του είναι δημοφιλή.
Είχε σκηνοθετική άποψη ο ίδιος για τα έργα του; Πώς πρέπει να ανεβούν; Ποτέ! Δεν του άρεσε καν να παρακολουθεί πρόβες. Είχε μια αρκετά περίπλοκη στάση απέναντι στο θέατρο. Διαπνεόταν από ειρωνεία. Όταν του έδειξαν τα σκίτσα από τις πρώτες πράξεις του «Γλάρου», με τη λίμνη, τα κοίταξε και σχολίασε «ναι, έχει υγρασία εδώ».
Η σχέση του με τον Στανισλάβκι πώς ήταν; Στην αρχή δεν τον αναγνώριζε. Μετά τον ερωτεύτηκε. Το ίδιο κι ο Στανισλάβσκι.
Αν δεν υπήρχε ο Στανισλάβσκι, υπάρχει περίπτωση να μην είχαμε ανακαλύψει τον δραματουργό Τσέχωφ; Θα τον μαθαίναμε, αλλά θα είχε άλλη τύχη.
*Ευχαριστούμε πολύ την κυρία Ντίνα Σαράντη για τη βοήθεια στη μετάφραση από τα ρωσικά.
Ο «Πλατόνωφ» του Τσέχωφ παρουσιάζεται στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, σε μετάφραση Ευγενίας Κριτσέφσκαγια, με διερμηνέα την Ντίνα Σαράντη.
Σκηνικά-Κοστούμια: Maria Tregubova. Σχεδιασμός Φωτισμών: Κατερίνα Μαραγκουδάκη. Βοηθός σκηνοθέτη: Θεοδόσης Σκαρβέλης.
Πλατόνωφ: Γιώργος Χριστοδούλου, Άννα Πετρόβνα: Παναγιώτα Βλαντή, Σεργκέι Βοϊνίτσεφ: Όμηρος Πουλάκης, Σοφία: Έρρικα Μπίγιου, Σάσα: Ειρήνη Καζάκου, Νικολάι Τριλέτσκι: Γιώργος Ηλιόπουλος, Πορφύρι Γκλαγκόλεφ: Κώστας Φλωκατούλας, Τιμοφέι Μπουγκρόφ: Θανάσης Ζερίτης, Ιβάν Τριλέτσκι: Θανάσης Βλαβιανός, Γεράσιμ Πέτριν: Δημήτρης Καραμπέτσης, Μαρία Γκρέκοβα: Ιώβη Φραγκάτου, Πάβελ Σερμπούκ: Σπύρος Ιωάννου, Ντουνιάσσα: Αναΐς Έλληνα.