ΟΠΕΡΑ

Είδαμε την εντυπωσιακή πρόβα της sold out Βαλκυρίας

Τα εισιτήρια για τη Βαλκυρία του Ρίχαρντ Βάγκνερ, σε μια διεθνή συμπαραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής με τη Βασιλική Όπερα της Δανίας, έχουν εξαντληθεί ήδη κι αυτό είναι από τα πρώτα που μαθαίνεις όταν διασχίζεις το άδειο φουαγιέ και μπαίνεις στη μεγάλη κόκκινη αίθουσα για να ρίξεις μια «ματιά» στην τεχνική πρόβα της πιο αναμενόμενης ίσως όπερας από το φετινό ρεπερτόριο της ΕΛΣ. Και ίσως αυτό εξηγεί την αγάπη ή ακόμη και την «υστερία» του κοινού, που κάνει ελκυστικά τα δύσκολα και μεταμορφώνει τις γεμάτες πεντάωρες θεάσεις σε εύκολα απογευματινά πικνίκ στο πάρκο.

Η τεχνική πρόβα εδώ έχει τις δικές της ενδιαφέρουσες ιδιαιτερότητες, σε σχέση με τη γενική. Είναι η πρώτη φορά που οι «κατηγορίες» ενώνονται, τα κοστούμια, τα σκηνικά, οι ήχοι, οι ερμηνευτές, και μετρούν τα όρια τους. Απουσιάζει η ορχήστρα, ένα πιάνο κατευθύνει τα δρώμενα, οι υπότιτλοι κάνουν break και ξεκουράζονται κάπου αλλού, αν κάτι ξεφύγει της ροής θα υπάρξει διακοπή, το ίδιο κι αν υπάρχουν οδηγίες που πρέπει να εφαρμοστούν διαφορετικά και εκ νέου. Μια παράσταση που ανακαλύπτει ποια είναι. Και μια ενέργεια που προσωπικά την βρίσκω ανεκτίμητη. Γιατί είναι σαν να παρακολουθείς τις τελευταίες πινελιές σε έναν πίνακα που θα αγαπήσουν όλοι. Σαν να γίνεσαι κομμάτι μιας δημιουργικής έκρηξης που είναι έτοιμη να περάσει στην ιστορία. Σαν να βάζεις το μάτι σου σε μια κλειδαρότρυπα που σου αποκαλύπτει σιγά-σιγά τα μυστικά της.

Και βεβαίως, υπάρχει πάντα η μαγεία που ξεχύνεται μέσα από τις νότες και τις φωνές, και δεν μπορεί να τη συγκρατήσει κανείς. Ακόμη και σε αυτό το στάδιο που υποδεικνύει και αποδεικνύει γιατί η έντονη δραματικότητα και οι πολλές μουσικές καινοτομίες προσδιόρισαν την εξέλιξη της μουσικής και επηρέασαν τις επόμενες γενιές συνθετών. Η δράση στη Βαλκυρία είναι ανάμεσα στις λέξεις. Και η αποθέωση της, μέσα από τις νότες.

Η Κάθριν Φόστερ ως Βρουγχίλδη

Σκέφτομαι πως αυτή η πεντάωρη Βαλκυρία, σε μουσική διεύθυνση Ρόλαντ Κλούττιχ και σκηνοθεσία Τζων Φούλτζεϊμς που έγινε sold out εν ριπή οφθαλμού και στις έξι παραστάσεις της, γεννά μια εύλογη απορία για τα αντανακλαστικά και τις ανάγκες του δικού μας θεατή. Αναρωτιέμαι τι προκαλεί αυτή την τόση αγάπη. «Ο Βάγκνερ, για το ελληνικό κοινό, είναι φετίχ», μου λέει ο σκηνοθέτης Θέμελης Γλυνάτσης, όταν τον ανακαλύπτω εκεί «κρυμμένο» ανάμεσα στα καθίσματα να «κατασκοπεύει» και να απολαμβάνει κι αυτός ό,τι εξελίσσεται επί σκηνής. Θα μπορούσα να τον ονομάσω βαγκνερικό φαν. Θυμάμαι πόσο χαρούμενος ήταν όταν είχε σκηνοθετήσει το 2021 την πρώτη πράξη του έργου αυτού στο Αρχαίο Θέατρο Μεγαλόπολης, στα πλαίσια του Προγράμματος «Όλη η Ελλάδα Ένας Πολιτισμός». Τον ίδιο ενθουσιασμό βλέπω και τώρα στον τρόπο που κοιτά την πρόβα ως απλός θεατής. Και υποψιάζομαι ότι ομοίως θα αντιμετωπίσει και τον νέο του ρόλο – έχει αναλάβει επίσης τον ρόλο του επιστημονικού συνεργάτη στον νέο κύκλο εργαστηρίων ηλεκτροακουστικής σύνθεσης Λανθάνων Χώρος της Λυρικής Σκηνής, με κέντρο έμπνευσης τη βιβλιογραφία της συγκεκριμένης όπερας. Στις 28/3 κα 4/4 θα μιλήσει για τη χρήση του ήχου στο έργο του Γερμανού συνθέτη.

Στη σκηνή, τα εντυπωσιακά σκηνικά αλλάζουν, φανερώνουν το ύψος και το βάθος της. Η δουλειά του Τομ Σκατ παίζει με τα μεγέθη και τους συμβολισμούς χωρίς να αγχώνεται. Ξέρει, υποθέτω, πως στα Βαγκνερικά έργα οι νότες και οι λέξεις είναι αυτές που τραβούν την προσοχή, που μαγνητίζουν, που εγκλωβίζουν σε ένα παράλληλο χωροχρόνο κάθε σκέψη και συναίσθημα. Σκύβω και ρωτώ ψιθυριστά τον φαν Θέμελη για το τι είναι τελικά αυτό που κάνει τον Βάγκνερ τόσο αγαπητό. «Δεν είναι απλά ένας συνθέτης», μου λέει. «Είναι ένα ολόκληρο καλλιτεχνικό σύμπαν που άλλαξε την ιστορία της μουσικής και του θεάτρου. Η μοναδικότητά του έγκειται στο γεγονός ότι η παρακαταθήκη του συνειδητά ισορροπεί επισφαλώς σε ισχυρές αισθητικές, συναισθηματικές  και ιδεολογικές συγκρούσεις, οι οποίες σπάνια επιλύονται. Πάντα κάτι μας διαφεύγει στο “νόημα”, πάντα υπάρχει κάτι εντός του έργου που υπονομεύει μια πρότερη ανάγνωση. Είναι λες και το “νόημα” ακόμα διαμορφώνεται, αναδιπλώνεται, αυτοαναιρείται, αναδημιουργείται, εξαφανίζεται. Γι’ αυτό και είναι τόσο σημαντικό το έργο του».

Βόταν (Τόμμι Χακάλα) & Βρουγχίλδη (Κάθριν Φόστερ)

Η υπέροχη Βρουγχίλδη της Κάθριν Φόστερ

Πάνω στη σκηνή έχουμε φύγει πια από το σπίτι μέσα στην καταιγίδα και τη συνάντηση των τριών κεντρικών χαρακτήρων, του «άγνωστου», κυνηγημένου από την ατυχία, Ζήγκμουντ που ζητά καταφύγιο και της Ζήγκλιντε με τον σύζυγό της Χούντινγκ που του το προσφέρουν. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Αποκαλύψεις, αψιμαχίες, διεκδικήσεις και ένα σπαθί που στέλνει «δονήσεις» στους θεούς και ένα μπραντ-ντε-φερ για τρεις ανάμεσα στους Στέφαν Φίνκε, Πέτρο Μαγουλά και Άλλισον Όουκς. Έχουμε περάσει πια στο «βουνό». Στον «Όλυμπο» της Βαλκυρίας, θα μπορούσες ίσως να πεις. Ο Βόταν, αρχηγός των θεών (ένας εντυπωσιακός Τόμμι Χακάλα), λέει στην πολεμίστρια κόρη του Βρουγχίλδη (η Κάθρν Φόστερ διεκδικεί το star quality των παραστάσεων) , μία από τις εννέα Βαλκυρίες, ότι εκείνη πρέπει να υπερασπιστεί τον θνητό γιο του Ζήγκμουντ στην επερχόμενη μάχη του με τον Χούντινγκ. Εμφανίζεται όμως η Φρίκα, σύζυγος του Βόταν και θεά του γάμου (η Μαρίνα Προυντένσκαγια με «κλασσικό» θαυμάσιο attitude). Επιμένει ότι ο Βόταν πρέπει να υπερασπιστεί τα δικαιώματα γάμου και επομένως τον Χούντινγκ, όχι τον Ζήγκμουντ. Αδιαφορεί για το επιχείρημα του Βόταν, ότι ο Ζήγκμουντ θα μπορούσε να σώσει τους θεούς, αποσπώντας από τον δράκο Φάφνερ το παντοδύναμο δαχτυλίδι του Νίμπελουνγκ Άλμπεριχ. Όταν ο Βόταν συνειδητοποιεί ότι έχει πέσει στην ίδια του την παγίδα, καθώς θα χάσει τη δύναμή του αν δεν εφαρμόσει τον νόμο, υποτάσσεται στις απαιτήσεις της συζύγου του. Αφού φύγει η Φρίκα επιστρέφει η Βρουγχίλδη και ο Βόταν, απογοητευμένος, της αφηγείται τα σχετικά με την κλοπή του Χρυσού από τον Ρήνο και την κατάρα του Άλμπεριχ για όποιον φέρει το δαχτυλίδι που διαμορφώθηκε από τον Χρυσό. Η Βρουγχίλδη σοκάρεται όταν ακούει τον πατέρα της να τη διατάζει να πολεμήσει υπέρ του Χούντινγκ. Και κάπου εδώ αποφασίζει να πάει κόντρα και να κάνει τα δικά της.

Νομίζω πως αυτό το εκτενές σημείο είναι και το αγαπημένο μου. Ασχέτως τι ακολουθεί, είναι η πρώτη φορά που αντιλαμβάνεσαι τα «θέματα» του συνθέτη. Την τοποθέτηση του «απέναντι» στα δεδομένα της εποχής, την ανάγκη της διαφοροποίηση του ενός απέναντι στους άλλους, τον συμβιβασμό που ίσως εν τέλει καλούμαστε να υποστούμε. Διαβάζω πως αντλώντας έμπνευση από τη μυθολογία των χωρών του Βορρά, ο Βάγκνερ, που έχει γράψει επίσης το ποιητικό κείμενο του έργου, θέλησε μέσα από όλη την τετραλογία του Δαχτυλιδιού να ασκήσει κριτική στην πρωτοβιομηχανική κοινωνία της εποχής του, στον θεσμό του γάμου και στις σχέσεις εξουσίας.

Η Μαρίνα Προυντένσκαγια ως Φρίκα και ο Τόμμι Χακάλα ως Βόταν

Για την ιστορία, να σημειωθεί πως η Βαλκυρία είναι το πρώτο έργο του Ρίχαρντ Βάγκνερ που παρουσιάζεται στις νέες εγκαταστάσεις της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο ΚΠΙΣΝ. Πρωτοπαρουσιάστηκε στο Βασιλικό Αυλικό και Εθνικό Θέατρο στο Μόναχο στις 26 Ιουνίου 1870. Για πρώτη φορά, ως μέρος του Δαχτυλιδιού, ανέβηκε στο Θέατρο του Φεστιβάλ στο Μπάυρωυτ στις 14 Αυγούστου 1876. Στην Ελλάδα πρωτοπαρουσιάστηκε από την Όπερα της Φρανκφούρτης στις 27 Νοεμβρίου 1938 στο Θέατρο Ρεξ, στην Πανεπιστημίου, στο πλαίσιο του Δαχτυλιδιού του Νίμπελουνγκ.

Είναι το δεύτερο από τα έργα του σκηνικού αυτού φεστιβαλικού έργου το οποίο αποτελείται από ένα μονόπρακτο «εισαγωγικό» έργο, τον Χρυσό του Ρήνου, και τρία τρίπρακτα έργα, τη Βαλκυρία, τον Ζήγκφρηντ και το Λυκόφως των θεών. Ο Ρίχαρντ Βάγκνερ γεννήθηκε στη Λειψία το 1813, την ίδια χρονιά με τον Τζουζέππε Βέρντι. Αποτελεί μοναδική περίπτωση ανάμεσα στους συνθέτες του 19ου αιώνα και εμβληματική μορφή του γερμανικού ρομαντισμού, καθώς η δράση και το δημιουργικό του έργο επηρέασαν βαθύτατα τη σκέψη, τα γράμματα και την τέχνη όχι μόνο της δικής του εποχής αλλά και των μεταγενέστερων. Σημαντικότερα έργα του είναι Ο ιπτάμενος Ολλανδός (1843), Τάνχωυζερ (1845/61), Λόενγκριν (1850), Τριστάνος και Ιζόλδη (1864), Οι αρχιτραγουδιστές της Νυρεμβέργης (1867), Το δαχτυλίδι του Νίμπελουνγκ (1876), Πάρσιφαλ (1882).

Τόμμι Χακάλα (Βόταν), Πέτρος Μαγουλάς (Χούντινγκ) και Στέφαν Φίνκε (Ζήγκμουντ)

Ζήτησα από τον Θέμελη Γλυνάτση μετά το τέλος της πρόβας να μου συστήσει μερικούς από τους σημαντικότερους «εκφραστές» του Βαγκνερικού σύμπαντος. Ανταποκρίθηκε αμέσως. Τον ευχαριστώ πολύ.

Lotte Lehman & Mauritz Melchior 

Θρυλική εκτέλεση της πρώτης πράξης της «Βαλκυρίας», με δυο ιδιοσυγκρασιακούς, αλλά θαυμάσιους τραγουδιστές. 

Kirsten Flagstad & Set Svanhold

Η «απόλυτη» Βαγκνερική φωνή, άφησε εποχή με τις ερμηνείες της στους «βαρείς» βαγκνερικούς ρόλους. Μαζί της εδώ ένας αξεπέραστος τενόρος στο ρόλο του Ζίγκμουντ.

Birgit Nilsson & George London

Η δεύτερη «απόλυτη» Βρουνχίλδη, και μια από τις μεγαλύτερες φωνές του 20ου αιώνα, εδώ σε live ηχογράφηση από την ΜΕΤ με τον υπέρτατο Βόταν (ο οποίος δυστυχώς είχε μικρή καριέρα λόγω ασθένειας).

Leonie Rysanek & Jon Vickers

Αξεπέραστο δίδυμο Ζίγκμουντ-Ζιγκλίντε.

Hildegard Berhens & Jessye Norman

Πιο σύγχρονη εκτέλεση, με δύο πολύ δυνατές φωνές που στιγμάτισαν τους ρόλους της Βρουγχίλδης και της Ζιγκλίντε.

Martha Modl & Ramon Vinay

[ίσως το αγαπημένο μου ζευγάρι] παρότι η φωνή της Modl ήταν «σκοτεινή» και με τεχνικά θέματα, θεωρώ πως ήταν αξεπέραστη. Ως προς τον Βινάι, ε, δεν υπάρχουν λόγια. Πάθος, ένταση, καθαρότητα. 

Hans Hotter 

Και για το τέλος, ο ΑΠΟΛΥΤΟΣ Βόταν.


Η Βαλκυρία
Ρίχαρντ Βάγκνερ
Πρώτη παρουσίαση από την Εθνική Λυρική Σκηνή
Συμπαραγωγή με τη Βασιλική Όπερα της Δανίας
10, 13, 16, 19, 24, 31 Μαρτίου 2024
Ώρα έναρξης: 17.30
Διάρκεια παράστασης: 5 ώρες και 15 λεπτά, συμπεριλαμβανομένων δύο διαλειμμάτων
Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος Εθνικής Λυρικής Σκηνής – ΚΠΙΣΝ

Μουσική διεύθυνση Ρόλαντ Κλούττιχ
Σκηνοθεσία: Τζων Φούλτζεϊμς
Συνεργάτιδα σκηνοθέτρια: Γιοχάννε Χόλτεν
Σκηνικά, κοστούμια: Τομ Σκατ
Συνεργάτης σκηνογράφος: Ντέιβιντ Άλλεν
Φωτισμοί: Ντ. Μ. Γουντ
Ζήγκμουντ: Στέφαν Φίνκε
Χούντινγκ: Πέτρος Μαγουλάς
Βόταν: Τόμμι Χακάλα
Ζήγκλιντε: Άλλισον Όουκς
Βρουγχίλδη: Κάθριν Φόστερ
Φρίκα: Μαρίνα Προυντένσκαγια (10, 13, 16, 19/3) / Χάννε Φίσερ (24, 31/3)
Χέλμβιγκε: Κατερίνα Σαντμάιερ
Γκέρχιλντε: Βιολέττα Λούστα
Όρτλιντε: Ταξιαρχούλα Κανάτη
Βάλτραουτε: Νεφέλη Κωτσέλη
Ζήγκρουνε: Δήμητρα Καλαϊτζή-Τηλικίδου
Ρόσβαϊσε: Φωτεινή Αθανασάκη
Γκρίμγκερντε: Άννα Τσελίκα
Σβέρτλαϊτε: Χρυσάνθη Σπιτάδη

Με την Ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής

Δημήτρης Πάντσος