ΘΕΑΤΡΟ

Έχουμε καλό, πολύ καλό θέατρο; Ναι, έχουμε τις «Ευμενίδες» της Άντζελας Μπρούσκου

Έχουμε καλό θέατρο στην Ελλάδα; Έχουμε. Πολύ καλό. Έχουμε και κακό. Ανέκαθεν. Μπορεί ένας καλός σκηνοθέτης να κάνει και μέτρια δουλειά; ‘Ανετα. Η Επίδαυρος ταλαιπωρείται; Ενίοτε. Η τραγωδία ως είδος; Επίσης – δεν είναι το μόνο. Προς τι η κοινότυπη εισαγωγή;

Υπάρχει είδηση. Έχουμε καλό, έχουμε  πολύ καλό θέατρο. Στην Αγγλικανική Εκκλησία. Απόψε κι αύριο οι τελευταίες παραστάσεις. Σπεύστε. Από καλή, δοκιμασμένη, γνωστή πια σκηνοθέτιδα με χιλιόμετρα στο χώρο, που δεν χρειάζεται συστάσεις. Έχουμε μια συναρπαστική παράσταση αρχαίας τραγωδίας, που, όπως διαπίστωσα, αρπάζει από τα μούτρα απ’ το πρώτο λεπτό το κοινό και το κρατά έτσι ακριβώς, χωρίς ανάσα, μέχρι την τελική ψηφοφορία, που μετέχει, σε  μια από τις πιο φυσικές διαδράσεις που έχουμε ζήσει σε θεατρική δουλειά.

Αναφέρομαι στις αισχύλειες «Ευμενίδες» της Άντζελας Μπρούσκου, με την ίδια καθηλωτικό ροκ φάντασμα της Κλυταιμνήστρας (πόσο μου θύμισε την «πρωθιέρεια», όπως της έλεγα και την έγραφα, Λούλα Αναγνωστάκη, με τα αιώνια μαύρα γυαλιά της), τη Δήμητρα Χατούπη ως Αθηνά και την Παρθενόπη Μπουζούρη στον ρόλο του Απόλλωνα.

Η εμπειρία, που ζωντάνευε κάθε χιλιοστό της Αγγλικανικής Εκκλησίας, οδήγησε θεατή το περασμένο Σάββατο να φωνάξει σε ένα αυθόρμητο ξέσπασμα, κατά απόλυτο τρόπο: «Είδαμε τόσες αηδίες στην Επίδαυρο το καλοκαίρι. Επιτέλους, μια καλή παράσταση αρχαίας τραγωδίας!».

Η Μπρούσκου έκανε, με ενημέρωσαν κατόπιν, γιατί, το ομολογώ, προσήλθα εντελώς «αδιάβαστη» στην Αγγλικανική Εκκλησία και με μεγάλη περιέργεια, αγνοώντας ακόμη και τη συμμετοχή της σπουδαίας Δήμητρας Χατούπη, ακόμη δυο εκδοχές των «Ευμενίδων» πρόσφατα, σε τζαμί σε πόλη της  βορείου Ελλάδας και στην Ελευσίνα (καθότι η παράσταση δημιουργήθηκε ενταγμένη στο Μυστήριο 35 «Aισχύλου Project» της Ελευσίνας Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης 2023).

Την τρίτη εκδοχή παρακολούθησα, και για αυτή μπορώ να εκφέρω μόνο την εξίσου αυθόρμητη κι ενθουσιώδη γνώμη μου ως ενός απλού -το «αθώου», το συζητάω-  θεατή – ιδιότητα που, θυμάμαι, πάντα έφερε ο Γιάννης Τσαρούχης, όπου ακόμα και στην πρόβα του Αθμόνιου Θεάτρου για τη «Στέλλα Βιολάντη», την οποία σκηνοθετούσε και σκηνογραφούσε, έκλαιγε σαν μωρό παιδί παρακολουθώντας τον «εσταυρωμένο έρωτα».

Σπάνια, αισθάνομαι σήμερα που γράφω αυτό το κείμενο, έχοντας περάσει λίγες ημέρες με πολύ σπαρασσόμενη Γάζα στο ενδιάμεσο, από τη θέαση της παράστασης, πιάνει μια δουλειά τόσο καίρια και μετωπικά, χωρίς φορτία περιττά, την καρδιά και την ουσία ενός μεγάλου, υπερβατικού, πολιτικού, ποιητικού, τραγικού κειμένου. Όπου ακόμη και οι όποιες παρεμβάσεις στην αισθητική και τη φόρμα αποτελούν κομμάτι της ενιαίας παρτιτούρας (εξαιρετικά ευθύβολη η μετάφραση του σπουδαίου Δημήτρη Δημητριάδη). Η Μπρούσκου μεγαλούργησε.

Ένας Απόλλωνας-Ντέιβιντ Μπόουι απαστράπτων και όλο ενέργεια, η Παρθενόπη Μπουζούρη όργωνε το ιερό της Αγγλικανικής  εκκλησίας με τη δύναμη μιας από τις καλύτερες ερμηνείες της (επιβεβαιώνοντας ότι αποτελεί κεφάλαιο και για την τραγωδία). Η Χατούπη απέδειξε εκ νέου ότι είναι μια από τις πρωταγωνίστριες στις οποίες ένας σκηνοθέτης μπορεί να βασιστεί – της βγάζω πάντα το καπέλο που κινείται σε ένα πιο underground πεδίο ουσίας, μακριά από τους προβολείς των εμπορικών σκηνών. Τεχνική; Φωνή; Σκηνικό εκτόπισμα; Δεν χάθηκε σε έναν χώρο που «ρουφάει» τις φωνές σαν χοάνη ούτε ένα «και» της. Άθλος.

Τις δύο πρωταγωνίστριες τις γνώριζα. Η αποκάλυψη ήταν το κουαρτέτο του γυναικείου Χορού. Αναρωτήθηκα κοιτώντας το φυλλάδιο, αντί προγράμματος, αν είναι μαθήτριες της δραματικής της Χατούπη «Δήλος». Με ενημέρωσε ο νεαρός που έκανε ταμείο ότι επιλέχθηκαν από οντισιόν. Δικαίως. Φωνές, κίνηση, τεχνική…. δημιουργούσαν κινούμενες, μπαινοβγαίνοντας στον ναό-κέλυφος μια ρέουσα δύναμη, που παρεισφρέει μεταξύ των θεατών, σαν αιθέρας. Ήταν οι Ερινύες που έγιναν με εύγλωττο τρόπο ενώπιόν μας Ευμενίδες. Βάλια Παπαχρήστου, Ανδιαννή Καλύφη, Πάολα Καλιγά, Θεοδώρα Κορδά. Ας κρατήσουμε τα ονόματα. Από τις πιο στοχευμένες, καθηλωτικές εκδοχές Χορού.

Ρώτησα στο προαύλιο του ναού και για τον Ορέστη. Δεν τον γνώριζα. Διονύσης Πιφέας. Ερμηνεία που σπαρταρούσε από τις οδύνες της μητροκτόνου συνείδησης.

Η παράσταση, χωρίς θορύβους ή σκηνοθετισμούς, καταφέρνει και θέτει ενώπιόν μας το διαχρονικό, βασανιστικό ερώτημα του δικαίου κατά την απόδοση δικαιοσύνης. Με «ανάγλυφο», σωματοποιημένο το μαρτύριο των ενοχών. Σκληρό, αγωνιώδες, ολοζώντανο και το debate για μια από τις διασημότερες γυναικοκτονίες-μητροκτονίες που «προσγειώνεται» στο παρόν, ενώ οι θεατές καλούνται να μετάσχουν ως δρώντα πρόσωπα, σε θέση ενόρκων του αθηναϊκού δικαστηρίου, που θα αθωώσουν ή θα καταδικάσουν τον Ορέστη – η μοναχική κυρία δίπλα μου είχε με εντυπωσιακό τρόπο ενοχικά κρύψει στην παλάμη της τη μαύρη πετρούλα της καταδίκης του! Η Δημοκρατία άστραψε στην αμεσότερη μορφή της μέσα σε μια εκκλησία, στη θορυβώδη Φιλελλήνων.

Άφησα τελευταίο τον καταλυτικό για την παράσταση μουσικό, τον Αλέξανδρο Μήτρο, που στο πίσω μέρος του ναού, με το συνθεσάιζερ και το μικρόφωνό του, ακολουθούσε με την αναπνοή του, ενισχύοντας νότα νότα, συλλαβή τη συλλαβή το ποιητικό κείμενο, δημιουργώντας το ιδανικό ηχητικό τοπίο όλων των ψυχολογικών και ιδεολογικών μεταπτώσεων του κορυφαίου κειμένου.

ΕΥΜΕΝΙΔΕΣ
Β’ Εκδοχή Κλειστού Χώρου
Αγγλικανική Εκκλησία Αγίου Παύλου
Εισιτήρια εδώ.
Ιωάννα Κλεφτόγιαννη

Share
Published by
Ιωάννα Κλεφτόγιαννη