Categories: TV SHOWS

The X-Files: Θέλουμε (;) ακόμη να πιστέψουμε

«Υπήρχε κάτι εκεί έξω» λέει η Dana Scully στα πρώτα δευτερόλεπτα του προωθητικού 25λεπτου για την επαναφορά των X-Files στις μικρές μας οθόνες, κι η ατάκα της θα ήταν αρκετή να προκαλέσει ανατριχίλες στη διανοητική σπονδυλική στήλη του συλλογικού μας υποσυνείδητου, ακόμη κι αν δεν συνοδευόταν απ’ τη φωνή του Mulder, να επανεπιβεβαιώνει νυσταλέα ότι «Η αλήθεια είναι εκεί έξω» μερικά cuts αργότερα. Τι είναι όμως αυτό που ενσωμάτωσε τη ραχοκοκαλιά της μυθολογίας των X-Files, στη ραχοκοκαλιά της σύγχρονης ποπ κουλτούρας; Πέρα απ’ την ευαίσθητη ηλικία στην οποία όλους μας πέτυχε βέβαια, αυτή η σειρά-έμβλημα των τηλεοπτικών και μη ’90s.

Ας πάμε όμως πίσω στα ’90s να δούμε λίγο κάτι. Τα ‘90s της οικονομικής άνθησης και της καταναλωτικής ευμάρειας. Τα μεταψυχροπολεμικά ’90s, με την πτώση του Βερολίνου να σφραγίζει το τέλος μια εποχής γενικευμένης ανησυχίας, και με την τηλεόραση να ξανοίγεται όλο και περισσότερο στην ιδιωτική πρωτοβουλία ανά την υφήλιο, όπου οι μαζικές διασκεδάσεις της μικρής οθόνης, όπως και η κοινωνία στην οποία απευθύνονταν, περνούσαν την περίοδο μιας νέας, ανέμελης εφηβείας.

Ο κόσμος γενικά ήθελε απλά να περνάει καλά, και μέσα σ’ αυτή τη διάσπαρτη αλαφρότητα, ο Seinfeld έσπαγε πλάκα με τις νευρώσεις της όλο και πιο ντεμοντέ διανόησης, κι ο Πρίγκιπας του Μπελ Αιρ έψαχνε τη διαφυλετική ισοστάθμιση του νεοπλουτισμού, του οποίου το συναισθηματικό αντίβαρο αναζητούσε στα διαλείμματα του σχολείου η παρέα του Beverly Hills, την ώρα που λίγο πιο πέρα τα πολυαγαπημένα Φιλαράκια ανακάτευαν τη χύτρα με το φίλτρο κατά της ενηλικίωσης, μέσω μιας παρεΐστικης, αέναης εφηβικής παλινδρόμησης. Την ίδια παλινδρόμηση που θα ζούσαν αργότερα για μια ώρα τη βδομάδα τα κορίτσια του Sex and the City, στο κυνήγι μιας άπιαστης, συναισθηματικής και σεξουαλικής τσιχλόφουσκας.

Σ’ ένα τέτοιο τηλεοπτικό τοπίο, ήταν λογικό να λείπει χώρος και να περισσεύει δυσπιστία για μια σειρά σαν κι αυτή που είχε στο μυαλό του ένας κωμικός σεναρίστας, ως τότε γνωστός κυρίως για τηλεταινίες της Disney, ονόματι Chris Carter. Την απροθυμία των παραγωγών του καναλιού Fox σχετικά με την βιωσιμότητα του σκοτεινού, σκιαχτικού, ριψοκίνδυνου οράματος του Carter, διαδέχτηκε κατ’ αρχήν η καχυποψία τους για τον David Duchovny, έναν άσημο ηθοποιό συνδεδεμένο με τις αφηγήσεις των σκανδαλιστικών επεισοδίων του σοφτ πορνό The Red Shoe Diaries, κι ύστερα για την δευτεραγωνίστριά του, την πρωτοεμφανιζόμενη Gillian Anderson. H οποία, εκτός των άλλων (όχι αρκετά γνωστή, όχι αρκετά ελκυστική, όχι αρκετά ζουμερή, όχι αρκετά συμβατική) θα έπρεπε να βγάλει και το μεγαλύτερο κομμάτι της σειράς ανεβασμένη σε σκαμνί για να σταθεί δίπλα στον τηλεοπτικό της παρτενέρ, αφού του υπολειπόταν 25 ολόκληρα εκατοστά σε ύψος.

Η Anderson όμως ανέβηκε στο ψηλό σκαμνί, κι η σειρά ανέβηκε στις ψηλές θέσεις της τηλεθέασης σχεδόν από μόνη της, δίνοντας παλμό στην ψόφια τηλεοπτική ζώνη της Παρασκευής βράδυ που την πέταξαν, αψηφώντας της θεματικές νόρμες της εποχής, και δίνοντας στα εφηβικά ζευγάρια μάτια που κοιτούσαν το γυαλί, αυτό ακριβώς που έψαχναν. Γιατί αν υπάρχει ένα κοινό, παγκόσμιο και διαχρονικό χαρακτηριστικό των εφήβων, αυτό είναι βέβαια η αμφισβήτηση των κηδεμόνων. Και σ’ αυτό ακριβώς, ίσως κι εν αγνοία τους, έδωσαν σχήμα και μορφή, με τη σκοτεινή, συνωμοσιολογική αφήγησή τους, τα X-Files. Σε μια εποχή κρατικώς επιχορηγούμενης και ιδιωτικώς υποβοηθούμενης ευδαιμονίας, όπου τα τηλεοπτικά πρότυπα αναλωνόνταν κυρίως στην προώθηση καταναλωτικών μοντέλων, τα X-Files ήταν αυτό το μικρό, μυστηριώδες outsider που βρήκε μια γωνίτσα να σταθεί, για να πείσει τον κόσμο ότι έχει μια άλλη πραγματικότητα να διηγηθεί.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Πέρα απ’ τις ιστορίες με τους δράκους και τα τέρατα που υποκαθιστούσαν τους εγκληματίες και τους δολοφόνους των αστυνομικών procedurals απ’ τα οποία δανείστηκε την επεισοδιακή δομή της η σειρά, και πέρα απ’ τον μοναχικό, παρεξηγημένο πρίγκιπα, που μαζί με τον κόσμο προσπαθεί να σώσει και τη δίκαιη μα αγαθή πριγκίπισσά του, ούτως ώστε να κεφαλαιοποιήσει την πηγαία χημεία του πρωταγωνιστικού διδύμου, τα X-Files έγιναν το σημαντικό κεφάλαιο της pop κουλτούρας που είναι, κυρίως γιατί ήρθαν σε μια περίοδο όπου δεν είχαμε προβλήματα, για να μας πουν ότι τα προβλήματα έρχονται. Και να θέσουν ως κεντρικό άξονα της μυθολογίας τους, ένα ερώτημα που θα μας έπαιρνε καμιά εικοσαριά χρόνια για να απαντήσουμε με πλήρη βεβαιότητα: μπορούσαν οι μυστικές υπηρεσίες παρακολουθήσεων, κουκουλωμάτων και χειραγωγήσεων των περασμένων δεκαετιών, να ξεχάσουν έτσι εύκολα τις ψυχροπολεμικές τους συνήθειες;

Η σειρά έγινε ανέλπιστο σουξέ, έκανε cool τα σπασικλάκια του σχολείου, και συνδυάζοντας μαζικό appeal με πωρωμένη αφοσίωση, έπιανε και παρουσίαζε τον πιο υπόγειο απ’ τους παλμούς του κοινωνικού zeitgeist, για να τον ξορκίσει κάθε βδομάδα κόβοντας στη μέση το σκοτάδι του με τις φωτεινές ακτίνες των φακών των δυο μοναχικών ηρώων. Η σειρά μεσουράνησε στα mid-‘90s, στην τέταρτη σαιζόν της προβιβάστηκε απ’ το Παρασκευιάτικο slot της στο πολύ πιο μουράτο βράδυ της Κυριακής, κι έγινε αρκετά αδιαφιλονίκητη ώστε να αποκτήσει και την βραβειακή της νομιμοποίηση κατ’ αρχήν με το Emmy σεναρίου το ‘93, και κατά βάση με την τριπλή βράβευση DuchovnyAndersonCarter στις Χρυσές Σφαίρες του ‘97. Παρ’ όλα αυτά, τίποτα δεν κρατάει για πάντα, κι έτσι και για τα X-Files, μετά την κορυφή ακολούθησε η κατηφόρα.

Μετά τον παροξυσμό που προκάλεσε στην αγορά του ’96 το ειδικό box set με βιντεοκασέτες (βιντεοκασέτες φίλε!), η παραγωγή έβαλε μπρος το πέρασμα της σειράς στο σινεμά, με μια κατά βάση τηλεοπτικών προδιαγραφών ταινία που, εκτός από την απογοήτευση σε πολλούς απ’ τους σκληροπυρηνικούς, προκάλεσε κι ένα σωρό προβλήματα στον προγραμματισμό των τηλεοπτικών γυρισμάτων. Σειρά επεισοδίων γυρίστηκε με έναν μόνο απ’ τους δύο χαρακτήρες καθώς οι πρωταγωνιστές έπρεπε να απουσιάζουν εναλλάξ για τις ανάγκες της ταινίας, η τηλεθέαση αντί να ανέβει άρχισε να σκουριάζει, κι η αχόρταγη φύση του studio απέδειξε το ζημιογόνο δυναμικό της αχρείαστης γιγάντωσης, όταν ο David Duchovny, έξαλλος για τις χαμηλές τιμές στις οποίες πουλούσε η FOX τα δικαιώματα επαναλήψεων στα αδελφά της στούντιο, εκίνησε μια επίπονη δικαστική διαμάχη, που οδήγησε στον αποκλεισμό του απ’ τη σειρά για μια ολόκληρη σαιζόν.

Το άσχημο κλίμα στα καμαρίνια έβγαινε στον κόσμο, ο οποίος δυσφορούσε για τους μελοδραματισμούς των παρασκηνίων, αντανακλώντας και τον ολοένα μειούμενο ενθουσιασμό τόσο του Duchovny για τη σειρά, όσο και του ίδιου του δημιουργού της, του Chris Carter. Κι ύστερα, ήρθε η χαριστική βολή: μια μεταστροφή των κοινωνικών προτεραιοτήτων πιο απροσδόκητη και απευκτέα απ’ όσο θα μπορούσε να προβλέψει κανείς, η επίθεση στους Δίδυμους Πύργους προκάλεσε ολοκληρωτική μετάλλαξη όχι μονάχα στις επιλογές του κοινού, αλλά στο ύφος και το είδος της ποπ κουλτούρας συνολικά και παγκοσμίως. Όπως το έθεσε κι ο ίδιος ο Carter, «[Μετά την 11η Σεπτεμβρίου οι άνθρωποι] δεν ήθελαν να ακούν για κυβερνητικές συνωμοσίες, ήθελαν να ακούν ότι η κυβέρνησή τους τούς προστατεύει».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Κάπως έτσι ήρθε το τέλος της σειράς, η επίδρασή της όμως κάθε άλλο παρά έσβησε με το κλείσιμο των The X-Files. Γιατί, παρ’ ότι η σειρά μπορεί να μην συναντιέται στις λίστες των τίτλων που άλλαξαν το τηλεοπτικό τοπίο, μόνο μικρή δεν ήταν η επιρροή της στην εγκαθίδρυση της νέας αμερικανικής τιβί. Η θεματική τόλμη των The X-files ήταν ένα πρώτο, πρώιμο δείγμα της ευελιξίας του μέσου, και του χώρου που έχει για αλλιώτικα λουλούδια να ανθίσουν, με την μυθολογία της σειράς να αφήνει παρακαταθήκη αρκετά επιδραστική ώστε να τοποθετείται δίπλα σ’ εκείνη της Ζώνης του Λυκόφωτος. Παράλληλα, στη δραματουργική πορεία των X-Files, η Dana Scully αναδείχθηκε ως ένας απ’ τους πιο επιδραστικούς χαρακτήρες της πρόσφατης τηλεοπτικής ιστορίας, σχετικά με το πώς μπορεί να γραφτεί, να ερμηνευτεί, να σκεφτεί, να συμπεριφερθεί και να δράσει ένας γυναικείος χαρακτήρας στο πολύ ασφυκτικό, περιοριστικό πλαίσιο της μικρής οθόνης. Ένα πλαίσιο όπου η συμπάθεια του κατά κόρον ανδροκρατούμενου πληθυσμιακά κοινού σου, είναι παραπάνω από απαραίτητη, ώστε να σου επιτρέψει να τον επισκέπτεσαι κάθε βδομάδα στο σαλόνι του.

Δεν θα ήταν τραβηγμένο να πει κανείς ότι η Dana Scully (κι η ενσάρκωσή της από την Gillian Anderson) έστρωσε το δρόμο για δυναμικούς γυναικείους χαρακτήρες όπως η (επί του παρόντος) ηγέτιδά τους Carrie Mathison του Homeland. Αυτό που έχει δε ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι το πόσο η δυναμική της Carrie Mathison με τον Nicholas Brody του Damian Lewis, παίζει ως το δίπολο Mulder και Scully της νέας εποχής: σε ένα περιβάλλον δυσπιστίας, προδοσίας και εναλλασσόμενων λυκοσυμμαχιών, ένας παρεξηγημένος άντρας προσπαθεί να μεταβιβάσει μια δική του, ολότελα απίστευτη εκδοχή της πραγματικότητας, σε μια δυναμική και εντελώς δύσπιστη γυναίκα. Γυναίκα που, τόσο στην περίπτωση της Scully, όσο και σ’ αυτήν της Mathison, έχει εν τέλει το πάνω χέρι και τον τελευταίο λόγο – το μόνο που διαφέρει, είναι η διαβάθμιση του τσαμπουκά.

Η ομοιότητα δεν είναι τυχαία βέβαια, μιας και αυτό το ζευγάρι χαρακτήρων του Homeland, που έβαλε τη στάμπα του στην άνοιξη της αμερικανικής τηλεόρασης όσο λίγοι άλλοι ήρωες της μικρής οθόνης, ξεπήδησε απ’ την πένα του Alex Gansa, μέλος, τότε στα ‘90s, της πρώτης ομάδας γραφιάδων του X-Files. Ομάδα που είχε άλλωστε στις τάξεις της και τον Howard Gordon, που όταν έφυγε απ’ τα X-Files έστησε το 24 (και γέννησε το binge-watching). Ή τον Vince Gilligan που επανακαθόρισε τα όρια της ρισκέ δραματουργίας με το Breaking Bad. Και τον James Wong, που μετέφερε την τρομοεφευρετικότητά απ’ τα τέρατα του X-Files στα σενάρια του American Horror Story. Όλοι τους γραφιάδες που ξεπήδησαν από εκείνη τη μικρή σειρά, που κόντρα σε όλες τις προβλέψεις των ειδικών, κατάφερε να αφήσει το στίγμα της στο τηλεοπτικό τοπίο του τότε. Κι όλοι τους γραφιάδες που βοήθησαν να διαμορφωθεί το ιντριγκαδόρικο, διαφορετικό πράγμα που είναι το τηλεοπτικό τοπίο του τώρα. Που άλλαξαν τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε σήμερα την αμερικανική τιβί.

Εκτός από τον τρόπο που βλέπουμε τηλεόραση όμως, αυτό που επίσης έχει αλλάξει είναι κι ο τρόπος που μεταβολίζουμε τα όσα η τηλεόραση μας σερβίρει. Μυστικά, ψέματα, απόκρυφες συνωμοσίες και μαζικές εξαπατήσεις ήταν το ψωμοτύρι μιας σειράς που, μια 20ετία πριν, μιλούσε για έναν κόσμο ο οποίος δεν μας ενδιέφερε αν υπάρχει. Όμως, 20 χρόνια μετά, στον απόηχο της κατάρρευσης της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας και στη σκιά του τέρατος της απειλής του ISIS, ο κόσμος αυτός έχει βγει απ’ τη μικρή οθόνη, και αιωρείται πάνω απ’ την καθημερινότητά μας σαν ένας αθέατος ιπτάμενος δίσκος.

Μετά τον πόλεμο στο Ιράκ, και τις συνωμοσιολογικές εξάρσεις που τον συνόδευσαν, η ανασφάλεια και η καχυποψία των ηρώων της σειράς του Chris Carter βρήκε real-life ενσαρκωτές στις περιπτώσεις των Julian Assange και των Edward Snowden αυτού του κόσμου. Οι κυβερνητικές επιχειρήσεις παρακολούθησης και χειραγώγησης βγαίνουν πια βόλτα με τα drones τους ψηλά στους ουρανούς μας, κι οι απανταχού παρανοϊκοί, κρυψίνοες Lone Gunmen του νεογέννητου τότε διαδικτύου, έχουν ξεμυτίσει απ’ τα μυστικά τους υπόγεια, για να καλωδιωθούν και να ξεπεταχτούν μέσα από τα δίκτυα των WikiLeaks. Μια νέα, γενναία εποχή γενικευμένης δυσπιστίας, φόβου και καχυποψίας έχει καιρό τώρα ανατείλει, κι η βαθμονόμησή της στην κλίμακα της μαζικής παράνοιας χωράει, αν μη τι άλλο, αρκετή κουβέντα.

Το ότι ξανανοίγουν οι Φάκελοι Χ, σε αυτήν ακριβώς την εποχή, είναι πράγματι κάτι το μαγικό. Ας ελπίσουμε ότι θα είναι το είδος της μαγείας που κρατάει.

Τα επεισόδια του The XFiles προβάλλονται στο FOX, κάθε Τρίτη στις 6:15 και 21:50. Το κανάλι FOX είναι διαθέσιμο στην Ελλάδα μέσω Nova, OTE TV, Vodafone TV και Cyta Hellas.

Ιωσήφ Πρωϊμάκης

Share
Published by
Ιωσήφ Πρωϊμάκης