«Οι Cure αγαπήθηκαν ιδιαίτερα από το ελληνικό κοινό μέσα από τη μεγάλη δισκογραφία που άφησαν ως παρακαταθήκη, μέσα από τη σαγηνευτική βρετανική φωνή και την ιδιαίτερη εμφάνιση του Robert Smith και τέλος μέσα από τα λάιβ τους. Ιδιαίτερα όταν τους είδαμε στο φεστιβάλ “Rock in Athens” το 1985 στο Καλλιμάρμαρο μαζί με άλλα ονόματα από την παγκόσμια ροκ σκηνή της εποχής, τα συναισθήματά μας χτύπησαν κόκκινο από ένα συγκρότημα που έγινε ορόσημο τόσο για τη γενιά του όσο και για τις επόμενες γενιές», σημειώνει η Άντα Λαμπάρα αντί εισαγωγικού σημειώματος στην έκδοση της συλλογής διηγημάτων Οι Κήποι των Κρεμασμένων.
Εκεί διαβάζουμε 15 ιστορίες με αφορμή ή έμπνευση το αγαπημένο βρετανικό συγκρότημα. Ζητήσαμε από τους συγγραφείς των διηγημάτων να απαντήσουν στην ερώτηση «Ποιο τραγούδι των Cure θα έβαζες να παίζει…», διαλέγοντας μια διαφορετική συνθήκη για τον καθένα…
Το αποτέλεσμα είναι μάλλον η πιο ανατρεπτική Cure playlist που έχετε δει ποτέ…
Στο τέλος της Σιωπής
Μετά τη Μοναξιά
Μέσα στο Φόβο
Πίστη στον Πόνο
Πίστη στην Απώλεια
Πίστη στην Αγάπη;
“Trust”
Γυρνώντας σπίτι μετά από διακοπές, το τραγούδι των Cure που θα έβαζα να παίζει είναι το “The Empty World”: για τον τίτλο του (ο κόσμος άδειος μετά από τις διακοπές), για τον μιλιταριστικό – σαν στρατιωτική παρέλαση – ρυθμό του (αναζητάς το κουράγιο να υπαχθείς ξανά στη στρατιωτική πειθαρχία της καθημερινότητας), για την αρκούντως θρηνητική φωνή του Robert Smith (…), και για την αχτίδα αισιοδοξίας (εν μέσω παράνοιας) που αποπνέουν οι στίχοι του.
Θα έβαζα το “One Hundred Years”, γιατί η επιθετικότητα του ρυθμού, οι υψηλής αισθητικής στίχοι και οι μελωδίες που συνθέτουν το τραγούδι αυτό, μου βγάζουν στο τέλος -παρά το δραματικό που περιγράφουν- κάτι ουσιαστικά ερωτικό. Δύο εναντίον όλων.
Θα έβαζα να ακούσω το τραγούδι τους “Ιf only tonight we could sleep” μόνο και μόνο γιατί είναι ένα όμορφο τραγούδι. Ποτέ δεν συνέδεσα το συγκεκριμένο συγκρότημα με την πολιτική. Έτσι κι αλλιώς κι ο ίδιος ο Robert Smith, έχει δηλώσει κάποτε στον Guardian οτι αισθάνεται άβολα με τους πολιτικοποιημένους μουσικούς.
Η Μάντη (2,5 ετών) ακούει το Unplugged των Cure στο σαλόνι και τρελαίνεται. Δίπλα στην κούνια της όμως θα έβαζα το Trust στο repeat. Για το πιάνο, την απαλοτητα, το “Ι love you more than I can say” και τον εκπαιδευτικό χαρακτήρα του τίτλου.
Θα επέλεγα σίγουρα κάποιο αργό και χαλαρό τραγούδι το οποίο θα μου επέτρεπε να συγκεντρωθώ στο σχέδιό μου, όπως το “All Cats Are Grey”. Γενικώς θα απέφευγα κομμάτια που θα με αποσπούσαν από την εργασία μου η θα μου προκαλούσαν ένταση λόγω του βιωματικού βάρους που θα έφεραν για εμένα. Ωστόσο, επειδή το σκίτσο θα μου έπαιρνε, σίγουρα, ώρα να το ολοκληρώσω, θα άφηνα να παίζει ολόκληρο το Βloodflowers.
Θα άκουγα ξεκάθαρα το “Siamese Τwins” και θα πέταγα πάνω από το Παρνασσό ψάχνοντας τον σιαμαίο αδερφό μου. Γιατί όλοι μας ψάχνουμε κάποιον που να καθρεφτίζει κάτι από μέσα μας.
Έλα τώρα! Απλά δεν γίνεται! Ούτως ή άλλως, παίζουν διάφορα ασταμάτητα μέσα στο κεφάλι μου! Δεν έχω καταφέρει να τα διώξω από εκεί έτσι απλά, όσο και αν έχω προσπαθήσει!
Το “Close to me” μου δίνει ό,τι μου έδινε: μια μεθυσμένη κλειστοφοβική αναμέτρηση με το Ταβάνι ενός Πατώματος να είναι ένα μονό Κρεβάτι. Είμαι σίγουρος πως έχει βρεθεί να κυλιέται μεθυσμένος κάτω από μονό κρεβάτι, οπότε θα είχαμε να μοιραστούμε πράγματα και πράγματα.
Το “Lovecats”! Ζω σε νησί και τα φαντάζομαι ντυμένα αγιοβασιλιάτικες γάτες να τρέχουν στα στενά και να το τραγουδάνε μοιράζοντας δώρα. We move like cagey tigers / We couldn’t get closer than this / The way we walk / The way we talk / The way we stalk / The way we kiss / We slip through the streets / While everyone sleeps / Getting bigger and sleeker / And wider and brighter…
Μια ζωή με κυνηγάν τα ζόμπι με πρόγραμμα, στρατήγημα & συνέπεια. Να ‘σου που έρχεται κι η Λίνα Ρόκου χθες βράδυ στο τσατ κι ορίζει ‘zombie deadline’. Ποιό σώνει και καλά άραγε άσμα [των Cure], θ’ αποτελούσε ιδανικό σάουντρακ για μια τέτοια κλοτσοπατινάδα… Έ, μα το “Subway Song”, αναμφίβολα απαντάω∙ πληροί τις προϋποθέσεις, δίχως να θέλει ιδιαίτερη επεξήγηση, χτίζει κλιμακωτά την ανατριχιαστική ατμόσφαιρα, έχει και ζομπο-κραυγούλα, εν κατακλείδι. Τι άλλο να ζητήσει κανείς, αλήθεια, τι;
Θα έβαζα το “Burn” και ας διαρκεί λίγο περισσότερο από πέντε λεπτά, έτσι και αλλιώς όλα καίγονται νωρίτερα από όσο θα θέλαμε. Το κοράκι, τα κόμικς, τα σκοτεινά βλέμματα, η σκοτεινή εναλλακτική μουσική και το τραγούδι που τα γεφυρώνει όλα και έχει όλα τα συναισθήματα μέσα του, δύναμη, πόνος, θυμός. Όλες οι αγάπες της ζωής μου στα τελευταία της πέντε λεπτά λοιπόν. Αυτό είναι.
Θα διάλεγα το τραγούδι “The Holy Hour” μέσα από το άλμπουμ Faith. Νομίζω πως ο τρόπος που ξεκινάει με το στιβαρό μελαγχολικό μπάσο, τις πένθιμες καμπάνες και τα τύμπανα γεμάτα βάθος, το κάνει κατάλληλο για να με ξυπνήσει από την ονειρική μου κατάσταση. Όσες φορές και αν το ακούσω δεν το βαριέμαι ποτέ, θα το άκουγα ολόκληρο καθημερινά ευχαρίστως.
Αν και η ιδέα να παίξει ένα τραγούδι των Cure (ή οποιουδήποτε άλλου συγκροτήματος) στην κηδεία μου ποτέ δεν μου φάνηκε ιδιαίτερα γοητευτική (οπότε μην σας μπαίνουν σκέψεις φίλοι και συνοδοιπόροι), θα μπορούσα να πω πως αν ο θάνατος έρθει στα βαθιά γεράματα και αφού έχω ζήσει μια γεμάτη και ευτυχισμένη ζωή, θα επιθυμούσα κατά την διάρκεια της συνάθροισης που θα ακολουθήσει την τελετή και που θα γίνει στην έπαυλή μου μια ηλιόλουστη ανοιξιάτικη ημέρα, με χαρούμενα παιδιά, ανίψια και εγγόνια να παίζουν και να τρέχουν γελώντας γύρω από τη πισίνα, να ακούγεται το “Just Like Heaven”. Επειδή όμως ξέρω ότι τίποτα από όλα αυτά δεν θα συμβεί, Siamese Twins για μένα παρακαλώ. “Leave me to die, you won’t remember my voice”.