Για αρκετό κόσμο που έβλεπε ευλαβικά τα Φιλαράκια και συνεχίζει να βλέπει τις επαναλήψεις κάθε Σαββατοκύριακο, το How I Met Your Mother, ήρθε για να γεμίσει το κενό που άφησε πίσω της η παρέα του Central Perk. Η βασική ιδέα ήταν η ίδια, μια παρέα νέων 25 – 35 που ζουν στη Νέα Υόρκη και που παλεύουν με τα προβλήματα της σύγχρονης μεγαλούπολης, προσπαθώντας παράλληλα (κάποιοι από αυτούς τουλάχιστον) να ζήσουν μεγάλους και ρομαντικούς έρωτες – κατά βάση ανεκπλήρωτους. Ας εξηγηθούμε.
Η αναπόφευκτη πρώτη σύγκριση είναι ανάμεσα στον Ted Mosby και τον Ross Geller. Και οι δύο είναι τα λεγόμενα καλά παιδιά, ελαφρώς (ή όχι και τόσο ελαφρώς) σπασικλάκια. Που μεγαλώνοντας και αφήνοντας πίσω τους την άχαρη εφηβεία κατακτούν την επιστήμη τους και ταυτόχρονα προσπαθούν και σε κάποιο βαθμό το καταφέρνουν να γίνουν κουλ τυπάκια. Και οι δύο βγήκαν ραντεβού με φοιτήτριες τους, έχουν ρομαντικές ιδέες για τον έρωτα, πολλές αποτυχημένες σχέσεις και είναι κάπως εκκεντρικοί με «εκλεπτυσμένο γούστο». Ή απλώς παλιοπερίεργοι γκρινιάρηδες.
Marshall Eriksen και Chandler Bing. Είναι οι χιουμορίστες της παρέας, οι σοβαροί οικογενειάρχες, που τελικά θα αποκτήσουν μωρά και που ενίοτε τρώνε παντόφλα. Σε κάποιο σημείο της ζωής τους και οι δύο αλλάζουν επαγγελματικό χώρο και κάνουν αυτό που πραγματικά θέλουν. Βέβαια από μια άλλη άποψη υπάρχει μια βασική ομοιότητα ανάμεσα στον Chandler Bing και τον Barney Stinson. Για κανέναν από τους δύο δεν μαθαίνουμε ποτέ τι ακριβώς δουλειά κάνει.
Κεφάλαιο μοιραίες γυναίκες. Robin Scherbatsky στο How I met your mother, Rachel Green από την άλλη. Η Rachel βέβαια, έχει μείνει στην ιστορία και ως η Ελληνικής καταγωγής – για ένα φεγγάρι γυναίκα του Brad Pitt – Jennifer που έχει τα μαλλιά που όλες ζηλέψαμε, η οποία και συνεχίζει λαμπρή πορεία στο Hollywood. Σαν ηρωίδα προέρχεται από μια πλούσια οικογένεια και έρχεται να ζήσει το όνειρο της στη Νέα Υόρκη και να κάνει μια καινούρια αρχή σερβίροντας λάθος καφέδες μέχρι να κάνει όνομα στο χώρο της μόδας. Πάει κι έρχεται το ρομάντζο με τον Ross, μέχρι να καταλήξουν ευτυχείς και συμβιβασμένοι. Αντίστοιχα και η Robin, teen pop idol στον Καναδά και μεγαλωμένη σε άγριες συνθήκες επιβίωσης, έρχεται στην πόλη να αναζητήσει τη θέση της στη λαμπερή τηλεόραση, ξεκινώντας από ποταπά ρεπορτάζ και βασανίζοντας τον αθεράπευτα ερωτευμένο μαζί της Ted. Το πως καταλήγει βέβαια είναι άλλο ζήτημα.
Barney Stinson και Joey Tribbiani. Όλοι αντιλαμβανόμαστε το προφανές. Και οι δύο τους είναι εραστές υψηλών αποδόσεων και ολυμπιακού επιπέδου τεχνικής (ή έτσι νομίζουν ότι είναι). Έχουν αναγάγει το άθλημα του φλερτ και του one night stand σε μεταδιδακτορική έρευνα του Harvard και κερδίζουν το κοινό με ατάκες που μένουν στην ιστορία, όπως τα “how you doin” και “wait for it… legendary”. Και οι δύο έχουν μια εμμονή, ο ένας με το φαϊ και ο άλλος με τα κουστούμια. Είναι τόσο γραφικοί που καταντούν χαριτωμένοι και αξιαγάπητοι, αγόρια που δεν θα μας άφηνε η μαμά μας να ανεβούμε στο μηχανάκι τους, αλλά που κατά βάθος έχουν καλή καρδιά.
Και οι δύο σειρές διαδραματίζονται στην Νέα Υόρκη, με μια καφετέρια και μια μπυραρία ως βασικό σημείο συνάντησης και οι ήρωες περνούν αρκετό χρόνο εκεί, αναλύοντας τις εμπειρίες τους, συζητώντας τα καθημερινά τους προβλήματα και αναπτύσσοντας τις σχέσεις τους (κοινώς, σκοτώνοντας τις ώρες τους). Έτσι με ασφάλεια καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι για ορισμένα επαγγέλματα (ταπεινή ρεπόρτερ, φέρελπις αρχιτέκτονας, τίμιος δικηγόρος, ευφάνταστη νηπιαγωγός, νεογιάπης κουστουμάτος, στυλίστρια σε κατάστημα τύπου Μινιόν τις παλιές, καλές εποχές, μασέρ-καλλιτέχνης, ανερχόμενος ηθοποιός-πειραματόζωο, καθηγητής παλαιοντολογίας-διαζευγμένος τρις, τελειομανής υποχόνδρια σεφ και πρώην στέλεχος εταιρείας ΙΤ νυν διαφημιστής) η Νέα Υόρκη είναι η ιδανική πόλη που θα πληρώνει απλόχερα, και θα δίνει υπέρογκους μισθούς ώστε να συντηρείς διαμερίσματα υπερπαραγωγή και να ζεις γενικότερα, ζωάρα. Κατά ένα μαγικό τρόπο, τα ωράρια εργασίας για τα προαναφερθέντα επαγγέλματα μειώνονται κατά το ήμισυ ώστε να απολαμβάνεις τη μέρα σου πίνοντας καφέδες. Εκτός κι αν οι μέρες εκεί έχουν 35 ώρες και το σαββατοκύριακο είναι τετραήμερο.
Υπάρχει όμως και μια βασική διαφορά. Μπορεί μεν το χιούμορ στα Φιλαράκια να είναι έως ένα βαθμό ξεπερασμένο (ξέρω, ξέρω, δε συμφωνείτε όλοι), οι σεζόν στο σύνολό τους όμως ήταν κάθε φορά αξεπέραστες. Δεν μας έκαναν ποτέ να χάσουμε το ενδιαφέρον μας για τη σειρά, ενώ το ΗΙΜΥΜ, κατά γενική ομολογία έχει παρουσιάσει μια πτώση, ειδικά κατά την τρέχουσα σεζόν που είναι και η τελευταία. Έχουμε τέλος πάντων κουραστεί να περιμένουμε να γνωρίσουμε τόσες σεζόν, αυτή την τύπισσα με την κίτρινη ομπρέλα που θα είναι τόσο τέλεια και τόσο ταιριαστή με τον Ted και που θα καταρρίψει όλους τους μύθους και θα δοξάσουν μαζί τον αληθινό έρωτα. Άντε, νυχτώσαμε.