Tο ντουέτο των Greg Hughes και Tessa Murray από την αρχή της πορείας τους, έδειξαν με σαφήνεια την ηχητική τους κατεύθυνση που φλερτάρει, για να μην πούμε ότι ερωτοτροπεί, με την dream pop αισθητική των αρχών των 90s. Στη δισκογραφία οι Still Corners ντεμπουτάρισαν το 2011 με το Creatures of an Hour (Sub Pop). Εφτά χρόνια αργότερα, έχουν άλλους τρεις δίσκους στο ενεργητικό τους, με πιο πρόσφατο το φετινό Slow Air (Wrecking Light).
Μια πενταετία μετά την τελευταία τους βόλτα από τα μέρη μας, οι Still Corners επιστρέφουν στην Αθήνα και τη σκηνή του Gagarin 205 την Πέμπτη 21 Νοεμβρίου. Ο Greg Hughes μίλησε στην Popaganda και δεν έκρυψε την αγάπη του για την Ελλάδα.
Πήρατε το όνομά σας από ένα ποίημα του Robert Frost. Θεωρείτε ότι οι στίχοι μπορεί να είναι ποίηση; Ναι και όχι, ο Bob Dylan ναι, άλλες μπάντες σίγουρα όχι. Το να προσαρμόζεις λέξεις στη μουσική μπορεί να είναι ζόρικο, αν είσαι πολύ φαφλατάς, αλλά η μουσική έχει αυτό το μαγικό στοιχείο που αν η μελωδία είναι σωστή, ακόμη κι οι πιο απλές λέξεις μπορούν να ακουστούν σαν ποίηση. Για παράδειγμα, απλά το να προτάξεις όλα τα χρώματα στη σειρά, «μπλε, πράσινο, πορτοκαλί, κόκκινο», με μια όμορφη σειρά συγχορδιών μπορούν να μεταμορφώσουν αυτές τις φαινομενικά άδειες νοήματος λέξεις σε ουσιώδεις. Είναι ενδιαφέρον πως το μυαλό μας προσδίδει νόημα στις λέξεις και τις μελωδίες. Όταν όμως οι Motley Crue τραγουδούσαν “Hot for teacher” σίγουρα δεν ανέβαιναν στο πάνθεον της υψηλής λογοτεχνίας αλλά και πάλι, τι ξέρω;
Πώς είναι να γράφετε μόνο δυο σας τα τραγούδια; Συνήθως χαζολογάω στην κιθάρα ή τα πλήκτρα και μαζί με την Tessa θα τραγουδήσουμε από πάνω, μπορεί απλά να τραγουδήσει κάτι ωραίο ή να προσπαθήσω να τραγουδήσω κάτι που ακούγεται απαίσιο και τηλεπαθητικά η Tessa πιάνει τι προσπαθώ να τραγουδήσω και το μετατρέπει σε κάτι κουλ.
Η μουσική σας είναι αρκετά εσωστρεφής. Πώς την εξωτερικεύετε στη σκηνή; Στη live εκδοχή προσπαθούμε να το κάνουμε πιο ροκ. Οι συναυλίες είναι μια εντελώς άλλη υπόθεση, συνήθως αλλάζουμε την ταχύτητα και βασικά προσπαθούμε να παίξουμε με την καρδιά μας. Χρησιμοποιούμε visuals για να δώσουμε μεγαλύτερη έμφαση στη μουσική και έχουμε έναν υπέροχο ηχολήπτη που «ξεζουμίζει» όσα περισσότερα μπορεί από τους ενισχυτές.
Έχετε κι άλλους μουσικούς μαζί σας στη σκηνή. Είναι εύκολο να παίζετε μαζί με ανθρώπους που δεν είναι στη μπάντα ή χρειάζεται μεγαλύτερη προσπάθεια για να πετύχει η χημεία; Έχουμε βρει έναν φοβερό ντράμερ που πιάνει εύκολα τη μουσική όποτε δε δυσκολευόμαστε ιδιαίτερα. Ξέρει τι κάνει και η Tessa κι εγώ παίζουμε πολύ καιρό μαζί, οπότε καταλαβαινόμαστε.
Εάν έπρεπε να περιγράψετε τη δουλειά σας με μία λέξη, ποιά θα ήταν αυτή; Ατμοσφαιρική.
Τι θυμάστε από την τελευταία σας φορά στην Αθήνα; Τι σας άρεσε περισσότερο στην πόλη; Αγαπάμε πολύ την Ελλάδα, είναι ένα από τα ωραιότερα μέρη στα οποία έχω βρεθεί. Μας αρέσουν οι άνθρωποι και το vibe και έχουμε σκεφτεί να μετακομίσουμε εκεί. Οι βόλτες στους δρόμους, το φαγητό, ο κόσμος και τα shows είναι αγαπημένες αναμνήσεις. Είμαι επίσης μεγάλος φαν του Vangelis, οπότε είναι όμορφο να βρίσκομαι στη γενέτειρά του.
Υπάρχει κάποια τρελή ιστορία από το δρόμο που μπορείτε να μοιραστείτε; Ίσως εκείνη η φορά που παίξαμε στη Red Light District στο Άμστερνταμ, σε ένα μικρό δωμάτιο που συνήθως χρησιμοποιείται από κυρίες μεταμεσονύκτια. Χωρέσαμε ανάμεσα σε δύο βάρδιες και προσπαθήσαμε να παίξουμε ένα μικρό σετ και να κάνουμε μια σύντομη συνέντευξη, όσο μεθυσμένοι μας χαιρετούσαν, χτυπούσαν και έγλειφαν τα τζάμια.
Ποιό είναι το αγαπημένο σας ντουέτο στην ιστορία της ποπ κουλτούρας και γιατί; Οι Simon and Garfunkel, γιατί είναι δύσκολο να είσαι όχι απλά pop, αλλά folk pop με πολλούς τρόπους. Οι συνθέσεις τους, το τραγούδι, η παραγωγή και το vibe ήταν πανέμορφα.
Slowdive ή Cocteau Twins; Cocteau Twins.
Είναι η Hope Sandoval η θεά της dream pop; Ο τίτλος πηγαίνει κάπου ανάμεσα στην Hope και την Elizabeth Fraser.