Σα βράδιασε ήμουν εκεί που συμφωνήσαμε
Το ‘χα μαντέψει, η μαυρομάτα μου δε φάνηκε
Άραγε ύπνος βαρύς να τηνε πήρε;
Για η καλή μου να ‘χε κακιώσει και δε φάνηκε;
Έδωσε λόγο η άπραγη καρδιά μου τηνε πίστεψε
Πως η καλή μου φτιασιδωνότανε και ερχόταν
Μα το φεγγάρι βγήκε σεργιάνι, μεσουράνησε
Φύσηξε τ’ αεράκι της αυγής κι αυτή δε φάνηκε.
Λησμόνησε μήπως το λόγο που μου έδωσε;
Να μίσεψε λοιπόν σε τόπο μακρινό;
Σίγουρα πάντως το ‘νιωσε το πάθος μου
Μνησίκακα φέρθηκε κι άπονα, έφυγε, δεν φάνηκε.
Ο κόσμος μου όλος χάθηκε, λέει ο Καρατζάογλαν
Σε πέλαγο άγριο η καρδιά μου παραδέρνει
Αχ, αεράκι της αυγής, γλυκοχαράζει
Μ’ αλίμονο, η λυγερή αγάπη μου δε φάνηκε.