Categories: ΜΟΥΣΙΚΗ

«Ήταν Καταπληκτική Η Συναυλία. Πήγαμε Να Πεθάνουμε»

Κι όμως υπήρχε μια εποχή που κάνείς δεν περίμενε με αγωνία τη σοδειά της καλοκαιρινής συανυλιακής σεζόν. Που κανείς δεν γκρίνιαζε για τα «ίδια και τα ίδια» ονόματα που έρχονται συνέχεια. Που οι δημοσιογράφοι δεν προσπαθούσαν να βγάλουν την αποκλειστικότητα ενός μεγάλου ξένου ονόματος που θα ερχόταν να παίξει live στην Αθήνα. Γιατί απλούστατα, υπήρχε μια εποχή, 35 χρόνια πριν –τόσο μακριά αλλά και τόσο κοντά σε μια άλλη ανάγνωση- που στην Ελλάδα δε γίνονταν ξένες συναυλίες.

Οι Police στην Αθήνα, 1980.

Με την επταετή δικατορία η χώρα μπήκε και μουσικά στο γύψο. Η Αθήνα πρόλαβε να δει τους Rolling Stones στην περίφημη επεισοδιακή συναυλία με τα κόκκινα γαρύφαλλα, τέσσερις μέρες πριν το πραξικόπημα στις 17/4/1967. Και μετά παρά την παλινόρθωση της δημοκρατίας περάσαν σχεδόν 13 γεμάτα χρόνια μέχρι να έρθει κάποιο διεθνές όνομα. Στις 30 Μαρτίου του 1980, ο Sting, o Stewart Copeland κι ο Andy Summers, οι πολύ καυτοί τότε Police, σπάνε το εμπάργκο στο κλειστό γήπεδο του Σπόρτινγκ. Το αποτέλεσμα σχεδόν προδιαγεγραμμένο. Μέγα πλήθος, μέγα πάθος, άπειροι αστυνομικοί, πολύ ξύλο, σχεδόν χάος.

Ενάμιση χρόνο μετά προγραμματίζεται το πραγματικό βάπτισμα του πυρός για μια ολόκληρη γενιά, για μια ολόκληρη πόλη (είχε προηγηθεί και ο Ian Gillan στη Ριζούπολη το 1980). Όπως και να το κάνεις, μια συναυλία σε ένα ποδοσφαιρικό γήπεδο είναι άλλο πράγμα. Η γενιά της μεταπολίτευσης είχε αναστενάξει πάνω στο ταρτάν στις μεγάλες πολιτικές συναυλίες των ελλήνων δημιουργών, όμως τώρα ερχόταν στην Αθήνα «το ροκ το αληθινό». Ο Rory Gallagher, στα 33 του, με τις κιθάρες του και το ψυχωμένο ιρλανδέζικο πνεύμα του, θα ανέβαινε στην σκηνή του γηπέδου της Νέας Φιλαδέλφειας στις 12/9/1981 – σαν σήμερα 35 χρόνια πριν.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Για όλους εμάς που ήμασταν πιτσιρικάδες και είχαμε ανακαλύψει το ροκ, ήταν ο δικός μας Elvis», λέει ο Ηλίας Ασλάνογλου σήμερα της Rockarolla Records, τότε ένας εικοσάρης που σε λίγο θα γινόταν ο πιο δημοφιλής υπάλληλος του ιστορικού δισκάδικου Happening και frontman των Magic de Spell. «Ήμουν 15, οι γονείς μου δε με είχαν αφήσει να πάω στους Police, αλλά αυτό δεν το έχανα με τίποτα. Είχα πάρει εισιτήριο πριν τις καλοκαιρινές διακοπές και είχα αποφασίσει ότι θα παω, χωρίς να τους πω τίποτα», θυμάται σχεδόν σκανταλιάρικα ακόμα ο Τάκης Γιαννούτσος του Red 96.3 FM. «Το έμαθα ένα βράδυ στου Αφεντούλη στην Πλατεία Χαλανδρίου, όπου μαζευόμασταν άνθρωποι πιυ ακούγαμε αυτή τη μουσική. Το μόνο που με ενδιέφερε ήταν που θα βρω το απαραίτητο 500άρικο του εισιτηρίου, ήταν αρκετά λεφτά τότε και μόλις είχα γυρίσει από διακοπές (δηλαδή ήμουν άφραγκη, αλλά κι άνεργη). Νά ‘ναι καλά τα ιδιαίτερα που έκανα σε κάτι παιδάκια και τα βόλεψα γρήγορα και με το παραπάνω», έτσι τα κατάφερε η Αθηνά Μικροπούλου, συνεργάτης της Popaganda και βετεράνος της ελληνικής διαφήμισης. Ένα εισιτήριο που, σημειωτέον, πάνω είχε και πεδίο «ροκ έρευνας» για να συμπληρώσει ο αγοραστής ποια τρία ονόματα θα ήθελε να δει στο μέλλον.

«Ο κόσμος ήταν απρόσμενα πολύς. Πρέπει να είχαν έρθει όλοι οι μακρυμάλληδες της Ελλάδας!»

Είναι Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου του 1981. 5 εβδομάδες πριν το ορόσημο της Αλλαγής. Αλλά κι 7, όχι και πάρα πολλά, χρόνια από την πτώση της δικτατορίας. Στην ελληνική αστυνομία δεν επιβίωναν σταγονίδια, αλλά χαλαζόπετρες χουντικών. «Οι νέοι ήταν κόκκινο πανί. Δε χρειαζόταν να είσαι μακρυμάλλης, ένα τζιν να φόραγες και σε βάζανε στο μάτι, πόσο μάλλον σε μια τέτοια συνθήκη», λέει ο Τάκης Γιαννούτσος. Και φυσικά «δεν είχαν ιδέα πως να αστυνομεύσουν κάτι τόσο μαζικό και διαφορετικό όπως μια συναυλία. Ήταν παρά πολλοί αστυνομικοί, απο διαφορετικές μονάδες, με διακριτικά και χωρίς. Το σχέδιό τους ήταν παρόμοιο της καταστολής μιας διαδήλωσης, καταστροφικό δηλαδή. Από την άλλη κι εμείς δεν ξέραμε πως να συμπεριφερθούμε, ελάχιστοι είχαν πάει στο εξωτερικό σε κάτι ανάλογο», ο Ηλίας Ασλάνογλου θυμάται πόσο πρωτόγνωρα ήταν όλα.

«Πρωτόγνωρα», είναι η λέξη που χρησιμοποιούν όλοι οι συνομιλητές μου, γυρνώντας πίσω σε εκείνη τη βραδιά, θέλοντας να μου εξηγήσουν ότι οι νεότεροι δεν μπορούμε να διανοήθουμε καταστάσεις που παίρνουμε ως δεδομένες σήμερα. «Ο κόσμος ήταν απρόσμενα πολύς. Πρέπει να είχαν έρθει όλοι οι μακρυμάλληδες της Ελλάδας! Πέρα από όλους όσοι συχνάζαμε στα γνωστά δισκάδικα και μπαρ της Αθήνας, έχει γραφτεί πως ήταν 20, 30 ή και 40 χιλιάδες. Δεν έχω ιδέα πόσοι ήταν τελικά αλλά οι κερκίδες ήταν ασφυκτικά γεμάτες και στην αρένα επικρατούσε αμόκ», ανακαλεί την ατμόσφαιρα η Αθηνά Μικροπούλου.

«Φωτιές, δακρυγόνα, έξω ξύλο. Επικρατούσε χάος, αλλά μη νομίζεις ότι είχαμε συναίσθησή του»

Θυμάμαι, σε μια παλιότερη συνέντευξη, τον Νίκο Λώρη της DiDi Music να μου λέει: «ξεκινάει ο Rory Gallagher με καθυστέρηση σημαντική, κινείται ο κόσμος με ενθουσιασμό προς την σκηνή, τρελαίνονται οι αστυνομικοί τι είναι αυτό που γίνεται;”, πάνε να αμυνθούν πετώντας δακρυγόνα, ακολουθεί φυσικά πανδαιμόνιο». Την ίδια στιγμή, το πατροπαράδοτο ντου, κορυφώνει την ένταση κι έξω από το γήπεδο. Ο Τάκης Γιαννούτσος ήταν στην σκεπαστή, «κουνιόταν σαν διάολος, όλοι νομίζαμε ότι θα πέσει». Η Αθηνά Μικροπούλου πρώτη σειρά: «Βρέθηκα μπροστά δεξιά – δεν υπήρχαν κάγκελα, άμα ήθελες πήδαγες στην σκηνή και τον έπιανες. Όταν έπαιξε το δεύτερο αγαπημένο μου (μετά το Daughter of the Everglades” που δεν το έπαιξε) “Tatoo’d Lady” βρέθηκα στα ουράνια. Ο Rory ήταν άμεσος, αξιαγάπητος, λουσμένος στον ιδρώτα, τον ιδρώτα που ένιωθα να πέφτει και πάνω μου όταν ερχόταν από την μεριά μου και για μένα απέπνεε ένα αίσθημα γενναιότητας, αυτή ήταν η λέξη που μου ερχόταν στο μυαλό, ΓΕΝΝΑΙΟΣ σαν ΗΡΩΑΣ. Θυμάμαι ακόμα και τώρα τον ήχο της φωνής του, τα μαλλιά του, το τι φόραγε, τα πάντα. Δεν θυμάμαι να δάκρυσα από τα δακρυγόνα εκεί μπροστά παρά μόνο μετά το “A Million Miles Away” που, δεδομένων των συνθηκών, ακούστηκε σαν παιάνας».

Ο Rory Gallagher επί σκηνής

Η σκηνή, χωρίς κάγκελα, ήταν για κάμποση ώρα ξέφραγο αμπέλι. «Ανέβαινε όποιος ήθελε, τον έπιαναν, χαμός. Κάποια στιγμή αναλαμβάνουν οι μπάτσοι να τον προστατεύσουν. Φωτιές, δακρυγόνα, έξω ξύλο. Επικρατούσε χάος, αλλά μη νομίζεις ότι είχαμε συναίσθησή του», θυμάται ο Τάκης Γιαννούτσος το τέλος που ήρθε φυσικά απότομα. Η συναυλία ποτέ δεν ολοκληρώθηκε. Ο θρύλος λέει ότι ο ίδιος ο Gallagher δήλωσε αργότερα (πριν φύγει πρόωρα από τη ζωή, σε ηλικία 47 ετών, το 1995) ότι «στην Αθήνα ήταν η μοναδική φορά που φοβήθηκε για τη ζωή του».

στο “Moonchild” επεμβαίνουν τα ΜΑΤ και η συναυλία τελειώνει άδοξα

«Ναι, δεν έπαιξε ολόκληρο το σετ, ήταν σίγουρα λίγο. Ήταν σαν σε όνειρο. Όμως μας έφτασε που τον είδαμε. Δεν ξέρω αν το καταλαβαίνει κανείς σήμερα, αλλά τότε αυτό μας ήταν αρκετό. Ήταν καταπληκτική συναυλία. Πήγαμε να πεθάνουμε» λέει χαμογελώντας ο Ηλίας Ασλάνογλου που αρκετά χρόνια αργότερα επιμελήθηκε μια συλλογή με τίτλο Rory Forever, για την οποία συνεργάστηκε με τον αδερφό του Gallagher και στην οποία χρησιμοποίησε ως intro το αυθεντικό intro της αθηναϊκής συναυλίας.

Ένταση και 80s σορτσάκια

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Κοινός παρονομαστής για όλους. Ο φόβος και η υπέρβασή του με την άγνοια κινδύνου της νιότης. Κι επίσης, η περιπετειώδης επιστροφή. Καθώς το ξύλο συνεχίστηκε και μετά τη διακοπή του live με τους αστυνομικούς να ρίχνουν κι ελαστικές σφαίρες. O Τάκης Γιαννούτσος έτρεξε χωρίς να κοιτάξει πίσω από τη Νέα Φιλαδέλφεια στο πατρικό του στο Μπουρνάζι εκεί που η μυρωδιά των καπνογόνων τον πρόδωσε στους γονείς του. Ο Ηλίας Ασλάνογλου περπάτησε μέχρι το Αιγάλεω, το τότε κορίτσι του μέχρι τη Νίκαια. Η Αθηνά Μικροπούλου χάθηκε με έναν μικρότερο ξάδερφό της που είχε αναλάβει να προσέχει, αλλά παρολ΄αυτά δέχθηκε συγχαρητήρια από τη μαμά του επειδή τελικά γύρισε σώος (εκείνη δεν έμαθε ποτέ ότι είχαν χωριστεί).

Οι εφημερίδες έγραψαν τέρατα τις επόμενες μέρες. Για «αναρχικούς που τα σπάνε», «σεξουαλικά διεγερμένους» κι «έξαλλους ροκάδες», είπαμε ήταν για όλους πρωτόγνωρες οι κατάστασεις, πόσο μάλλον για μια κοινωνία που ακόμα λειτούργουσε με ένα μικρό (ή μεγάλο) σύνδρομο χωροφύλακα. Για τους συνομιλητές μου, όμως, όπως και για τους υπόλοιπους 20, 30, 40 (τι σημασία έχει;) χιλιάδες, εκείνη η βραδιά ήταν κάπως σαν την πρώτη της υπόλοιπης ζωής τους. Αν το καλοσκεφτείτε μπορεί και να ήταν η πρώτη βραδιά στη ζωή της ροκ Αθήνας…

Παναγιώτης Μένεγος