Ο Ρομπέν Καμπιγιό, σκηνοθέτης του σπαρακτικού «120 Χτύποι το Λεπτό», χρωστάει ένα γράμμα στον Πέδρο Αλμοδόβαρ

Η απώλεια ενός από τα μεγαλύτερα κινηματογραφικά βραβεία στον κόσμο σπάνια ωφελεί μια ταινία που μόλις ανοίγει τα φτερά της, αλλά στην περίπτωση του 120 Χτύποι το Λεπτό το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής στο τελευταίο Φεστιβάλ Καννών αντί του Χρυσού Φοίνικα (που οι περισσότεροι περίμεναν και ήλπιζαν) έγινε όπλο για να δημιουργηθεί ένα ακόμα μεγαλύτερο κύμα υποστήριξης προς το φιλμ (ένα κύμα φτιαγμένο εν μέρει από τα δάκρυα του Προέδρου της Επιτροπής, Πέδρο Αλμοδόβαρ, που με βαριά καρδιά ακολούθησε δημοκρατικές διαδικασίες και δεν έδωσε το βραβείο στην ταινία που πραγματικά προτιμούσε). Ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος της, Ρομπέν Καμπιγιό (γνωστός από τα ζόμπι του Les Revenants και το σενάριο του Ανάμεσα Στους Τοίχους), βασίστηκε στις προσωπικές του εμπειρίες στην οργάνωση ακτιβιστών Act Up Paris πριν δύο δεκαετίες για να αποτυπώσει τους αγώνες, την πολιτική και τους προσωπικούς δεσμούς μεταξύ των μελών της καθώς προσπαθούσαν να πολεμήσουν την προκατάληψη, την αδιαφορία και τον ίδιο τον ιό του AIDS.

Πρόσφατα βρέθηκε στις Νύχτες Πρεμιέρας, εν μέσω μιας εξαντλητικής περιοδείας για την προώθηση της ταινίας σε σημαντικά ευρωπαϊκά φεστιβάλ, λίγες μέρες μετά την υποβολή της από τη Γαλλία ως υποψήφια για «καλύτερη ξενόγλωσση» στην απονομή των Όσκαρ του 2018, και μίλησε στην Popaganda για τις ψυχαναλυτικές ιδιότητες του σινεμά, τους περίπλοκους δεσμούς των ανθρώπων στην πρώτη γραμμή της μάχης με το AIDS και ό,τι δεν κατάφερε ποτέ να πει στον Αλμοδόβαρ….

Ποιο θεωρήσατε ότι ήταν το ένα πράγμα που έπρεπε οπωσδήποτε να αποτυπωθεί σωστά στην ταινία, δεδομένης της θεματολογίας και της προσωπικής σας εμπλοκής; Σας άγχωσε καθόλου; Καλή ερώτηση, δεν έχω την απάντηση αλλά θα τη βρω τώρα. [παύση] Νομίζω ότι ήθελα να κάνω το κοινό να καταλάβει ότι κάθε συναίσθημα είναι κάπως αντιφατικό. Για παράδειγμα, η Act Up ήταν σπουδαία γιατί ήταν συλλογική οργάνωση, μαζευόμασταν για να δράσουμε, περάσαμε τη δεκαετία της επιδημίας μόνοι μας, αντλούσαμε δύναμη ο ένας από τον άλλον. Ταυτόχρονα, όμως, όταν κάποιος από εμάς αρρώσταινε βαριά, αυτή η συλλογικότητα δεν ήταν κάτι που βοηθούσε. Υπάρχει αυτό το παράδοξο: ήταν πολύ καλή εμπειρία, αλλά δεν βοηθούσε σε όλα. Το άλλο παράδοξο είναι ο έρωτας. Πολλοί μου λένε ότι η ταινία είναι μια ιστορία αγάπης, αλλά πρέπει να σκεφτούμε τι εννοούμε με αυτόν τον όρο. Για μένα η πιο σημαντική λέξη είναι η «ιστορία», και όχι η «αγάπη». Την ιστορία τη δημιουργούμε, για την αγάπη δεν είμαι σίγουρος. Πιστεύω ότι ο Σον και ο Νάταν [σ.σ. το πρωταγωνιστικό ζευγάρι της ταινίας] είναι ερωτευμένοι, ο Νάταν περισσότερο από τον Σον, αλλά αυτός ο έρωτας δεν τους βοηθάει πολύ και δεν ξέρουν γιατί είναι ακόμα μαζί. Είναι κάτι που έπρεπε να κάνεις αν ανήκες στην ομάδα και κάποιος αρρώσταινε, έπρεπε να είσαι στο πλάι του, αλλά χωρίς να ξέρεις τι ήταν στην πραγματικότητα αυτή η σχέση. Για μένα αυτά τα δύο παράδοξα είναι ο πυρήνας της ταινίας.


Ρομπέν Καμπιγιό

Πώς μετατρέψατε τις αναμνήσεις σας και τα πραγματικά γεγονότα σε μυθοπλασία; Αν κάνατε αυτή την ερώτηση στον Προυστ, θα έλεγε ότι οι αναμνήσεις είναι ήδη μυθοπλασία. Οι αναμνήσεις είναι ρευστές και αλλάζουν κατά τη διάρκεια της ζωής γιατί έχουν διαφορετικό νόημα κάθε φορά. Δεν έκανα καθόλου ιστορική έρευνα γράφοντας το σενάριο. Μου λένε ότι η ταινία είναι πολύ ρεαλιστική – φυσικά και είναι γιατί οι αναμνήσεις από εκείνη την εποχή είναι ζωηρές. Αυτό που προσπάθησα να κάνω είναι να ενώσω τις αναμνήσεις αυτές και να μην βρω νόημα, αλλά οπτική γωνία. Ο τρόπος της σύνθεσής τους έπρεπε να είναι πιο σαφής απ’ ό,τι στο μυαλό μου για να βρεθεί το κοινό στην ίδια συναισθηματική κατάσταση που ήμουν κι εγώ όταν έφτιαχνα την ταινία. Επίσης, η μυθοπλασία είναι ένας τρόπος να εκφράσεις αυτό που είσαι μέσω άλλων ανθρώπων. Η ταινία είναι περισσότερο οι ηθοποιοί μου παρά οι αναμνήσεις μου, είναι περισσότερο οι τεχνικοί μου παρά οι εικόνες στο μυαλό μου. Στο σινεμά δεν κάνεις μια ταινία μόνος σου, αλλά με συνεργάτες που την πλάθουν διαφορετικά και τελικά την οδηγούν σε άγνωστα σε σένα μονοπάτια. Κι αυτό μόνο καλό μπορεί να είναι.

Αναφέρατε τον Προυστ, ας περάσουμε λίγο και στον Φρόιντ: πολλοί σκηνοθέτες λένε ότι το σινεμά είναι ένα είδος ψυχανάλυσης γι’ αυτούς. Θεωρείτε ότι ισχύει και για εσάς με αυτή την τόσο προσωπική ταινία; Το πιστεύω πραγματικά. Ξέρετε, δεν τα πάω καλά με την ψυχανάλυση, δεν συμπαθώ τους ψυχολόγους, νομίζω ότι το σινεμά είναι καλύτερος τρόπος ψυχοθεραπείας – και λιγότερο ακριβός! Βγάζεις και λεφτά, αντί να δίνεις [γέλια]. Συνειδητοποίησα ότι την σκηνή που ο Νάταν μιλάει για το παρελθόν του, που βασίζεται στις εμπειρίες μου τη δεκαετία του ’80 και το τι συνέβη στον τότε φίλο μου, την έγραψα 10 φορές σε διάστημα 20 ετών. Το κείμενο βρισκόταν στο μυαλό μου για πολλά χρόνια κι ο λόγος του Νάταν στην ταινία λειτούργησε ως επίλογος κι ως κάθαρση για μένα. Μιλάει για τον πρώτο μου φίλο κι όταν στην αρχή της ταινίας δείχνουν τη φωτογραφία του νεαρού που πέθανε, είναι η δική του. Ήθελα να τον συμπεριλάβω στην ταινία μου. Μια καλή φίλη μου έστειλε φωτογραφίες του και τις έχασα. Κι έτσι, η μοναδική που υπάρχει πλέον βρίσκεται μέσα στην ταινία. Ίσως είναι καλό που τις έχασα – βεβαίως είναι λυπηρό, αλλά τουλάχιστον έχει τελειώσει.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Στάθηκε αφορμή η ταινία για να επικοινωνήσει κάποιος από την οργάνωση μαζί σας μετά από όλα αυτά τα χρόνια; Τι σχόλια σας έκαναν; Όλοι τους την έχουν δει. Στους περισσότερους άρεσε. Συζητήσαμε πολύ με τον ιδρυτή της οργάνωσης, τον Ντιντιέ Λεστράντ, μετά από 25 χρόνια και μου άρεσε πολύ αυτό γιατί δεν είχαμε κρατήσει επαφή. Οι αντιδράσεις ήταν θετικές, κάποιοι φίλοι μου συνεχίζουν να είναι στην Act Up που υπάρχει ακόμα στην Γαλλία. Λίγοι το αντιμετώπισαν με πικρία γιατί δεν τους άρεσε το ότι έκανα ταινία αυτά τα γεγονότα. Νιώθουν πικρία για ό,τι σχετίζεται με εκείνη την περίοδο. Το καταλαβαίνω, είναι περίεργο να βλέπεις να υποδύεται τον εαυτό σου ένας ηθοποιός, αλλά δε με νοιάζει [η αντίδρασή τους]. Οι περισσότεροι ήταν ευχαριστημένοι και χάρηκα πολύ που τους ξανασυνάντησα.

Στις Κάννες, ο Πέδρο Αλμοδόβαρ ήταν φανερά συγκινημένος μετά την τελετή λήξης μιλώντας για το 120 Χτύποι το Λεπτό, στενοχωρημένος για το γεγονός ότι δεν κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα. Στην καρδιά του η ταινία σας ήταν η νικήτρια. Μιλήσατε καθόλου μαζί του μετά από αυτό; Του μίλησα μετά την απονομή, πριν τη συνέντευξη Τύπου. Ήταν λίγο αμήχανο γιατί δεν το έκανα πολύ καλά [γέλια], είχα ήδη το βραβείο και ήμουν πολύ χαρούμενος, τον ευχαρίστησα, αλλά εκείνος είχε διαφορετική διάθεση. Ήταν εμφανώς σε δύσκολη θέση και πιστεύω ότι δεν τον άφησα να εκφράσει αυτό που ήθελε. Μου είπε ότι ένιωσε πολύ κοντά στην ταινία, αισθάνομαι όμως ότι δεν του άφησα το χώρο να εκφραστεί γιατί ήμουν ευγνώμων κι ευχαριστημένος και δεν ήξερα ότι ήταν τόσο σημαντικό για εκείνον. Νομίζω ότι γι’ αυτό ήταν τόσο συναισθηματικός στη συνέντευξη Τύπου. Νιώθω άσχημα. Οι σκηνοθέτες είναι ντροπαλοί όταν συναντούν ο ένας τον άλλον. Ίσως πρέπει να του γράψω κάτι.

Στην ταινία δεν υπάρχει πολλή μουσική, παρά μόνο σε στιγμές της. Πώς αποφασίσατε να τη χρησιμοποιήσετε με αυτό τον τρόπο; Δεν μου αρέσει πολύ η κινηματογραφική μουσική. Μου αρέσει η μουσική να έχει συγκεκριμένο ρόλο στην ταινία, να λειτουργεί ως ηθοποιός. Αυτή η ταινία συνδέεται με την club σκηνή και ο συνθέτης μου, ο Arnaud Rebotini (σ.σ. κάποτε μαζί με τον Ivan Smagghe στους Black Strobe), δοκιμάζει διάφορα είδη, είναι DJ, γνωρίζει πολύ καλά τη μουσική εκείνης της περιόδου, διαθέτει ακόμα διάφορα όργανα από τότε οπότε κι απέδωσε τρομερά τα 90s. Του ζήτησα να γράψει το κύριο θέμα σαν χτύπο καρδιάς και το εξελίξαμε κατά τη διάρκεια της ταινίας, κρατώντας το απλό ταυτόχρονα. Έκανε, επίσης, καινούργιο ρεμίξ στο “Smalltown Boy” των Bronski Beat, φέρνοντας αρκετά μπροστά τη φωνή του Jimmy Somerville γιατί ήθελα κάτι «στεγνό». Δεν ήθελα μουσική ασανσέρ. Για παράδειγμα, οι σκηνές στο αμφιθέατρο (που ήταν λευκό, χωρίς παράθυρα γιατί ήθελα να μοιάζει με μυαλό) δεν έχουν μουσική, μόνο ομιλία, ενώ στις σκηνές στο κλαμπ συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο, σαν να βρίσκεσαι σε άλλη διάσταση. Το σημαντικό για μένα ήταν να δημιουργηθούν διαφορετικές στιγμές στην ταινία που δεν συνδέονται μεταξύ τους και είναι ξεχωριστές για το θεατή.

Είστε καταξιωμένος σκηνοθέτης και σεναριογράφος, τελικά ποια από τις δύο περιγραφές αισθάνεστε ότι σας ταιριάζει περισσότερο; Η αγαπημένη μου περιγραφή είναι cineaste. Ένα άτομο που αγαπάει το σινεμά.

Η ταινία 120 Χτύποι το Λεπτό κυκλοφορεί από τις 28/9 στις ελληνικές αίθουσες από την Weirdwave.
Μάρα Θεοδωροπούλου

Share
Published by
Μάρα Θεοδωροπούλου