Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου
Ο Βρετανός ψυχίατρος Χάμφρεϊ Όσμοντ ήταν αυτός που χρησιμοποίησε πρώτος τον όρο ψυχεδέλεια, περιγράφοντας την εμπειρία των παραισθησιογόνων ναρκωτικών ουσιών. Αργότερα θα χάριζε το όνομά της σε ένα από τα πιο γνωστά κινήματα της ροκ μουσικής που συνδέθηκε άρρηκτα με την κατανάλωση αυτών των ουσιών. Το ελληνικό φεστιβάλ ΨΧ λοιπόν, επιχείρησε να χαρτογραφήσει το νέο κιθαριστικό ήχο με ψυχεδελικές αναφορές και κάλεσε μερικά από τα πιο ενδιαφέροντα εγχώρια μουσικά σχήματα, στο Ρομάντσο, στις 12 και 13 Σεπτεμβρίου. Οι μπάντες και οι διοργανωτές έβαλαν ένα στοίχημα για το εάν οι νέοι στην Ελλάδα του σήμερα παίζουν και ακούν ψυχεδελική ροκ. Θα έλεγα πως το κέρδισαν το στοίχημα, αν και η πρώτη βραδιά, σύμφωνα με όσα άκουσα, είδα και συζήτησα, δεν είχε την προσέλευση και τον δυναμισμό που όλοι περίμεναν.
Παρασκευή βράδυ, το κέντρο γεμάτο. Στρίβω στο στενό της οδού Αναξαγόρα και παρατηρώ πλήθος κόσμου να αράζει με μπύρες στο πεζοδρόμιο. Αγόρια με φανταχτερά πουκάμισα, κορίτσια με εντυπωσιακά κουρέματα, μαύρα μποτάκια, σκισμένα καλσόν και χρωματιστά tattoo. Ήταν περίπου 21:30 όταν μπήκα στο μαγαζί και άκουσα τους Steams να «βαράνε». Στην αρχή ο κόσμος ήταν λιγοστός, χωρίς αυτό να επηρεάζει τη μπάντα που έδειχνε να το απολαμβάνει. Μου έκανε εντύπωση η άνεση της κοπέλας που έπαιζε drums. Η ατμόσφαιρα θύμιζε σε πολλά σημεία psychedelic μπάντες του 1960. Με κλειστά μάτια, έδειχναν να μπαίνουν μέσα στην μουσική τους τρύπα στην οποία με τράβηξαν μαζί τους για αρκετή ώρα. Δεύτεροι στο line-up της Παρασκευής εμφανίστηκαν Οι Chinese Basement. Για ακόμα μια φορά με ταξίδεψαν.
Η εμφάνιση τους ήταν πιο παραστατική, συναρπαστική και εντυπωσιακή από κάθε άλλη. Σίγουρα ήταν οι πρωταγωνιστές της βραδιάς και αυτό φάνηκε από την αντίδραση και τα χειροκροτήματα του κοινού. Είχα πάει να πάρω μια μπύρα όταν είδα τέσσερις τύπους να τρέχουν προς τη σκηνή. Τους ακολουθώ λοιπόν και βλέπω τους Chinese να τοποθετούν πάνω στο ηχείο έναν τεράστιο κινέζικο δράκο. Και έτσι ξεκίνησαν όλα. Μέσα σε λίγα λεπτά ο χώρος είχε γεμίσει με κόσμο που τραγουδούσε μαζί με τον Βασίλη (κιθάρα-φωνή), τους στίχους του «Πολυεστέρα». Οι φωτογραφικές μηχανές είχαν πάρει φωτιά ενώ ο Άρης (μπάσο), o Φοίβος (drums), ο Βασίλης και ο Ηλίας (φανφάρα), τα έδιναν όλα πάνω στη σκηνή. Εκστασιασμένοι, χτυπιόντουσαν και σέρνονταν στη σκηνή, όπως κάθε φορά άλλωστε. Το μπουζούκι του Βασίλη μας μάγεψε, ενώ με την γλώσσα του σώματος και το πάθος του έδειχνε σαν να θέλει να εξηγήσει παραστατικά τον αλλόκοτο στίχο τους. «Είμαι ένας άχρηστος γιος, δεν θέλω να γεννηθώ, κράτα με μέσα σου μάνα μέχρι να πνιγώ». Ανυπομονώ να ακούσω τον νέο τους δίσκο που, όπως μας ενημέρωσαν βγαίνει σε δύο εβδομάδες.
Έπειτα εμφανίστηκαν οι My Drunken Haze, το πενταμελές ψυχεδελικό-ποπ συγκρότημα με την όμορφη φωνή της Ματίνας Θρουμουλοπούλου και τους εξαιρετικούς μουσικούς που την συνόδευαν. Συνέχισαν να συντροφεύουν με πολύ καλή διάθεση το κοινό, το οποίο ξαφνικά, πριν καν ολοκληρώσουν την εμφάνιση τους, άρχισε να αποχωρεί. Ήταν βέβαια περασμένη η ώρα όταν έφτασε η στιγμή να ανέβουν στη σκηνή οι Prins Obi & The Dream Warriors, το νέο project του Γιώργου Δημάκη των Baby Guru.
O Prins Obi καθήλωσε το κοινό με την εκπληκτική φωνή του. Απολαύσα ιδιαίτερα το άκουσμα του τραγουδιού με το οποίο ξεκίνησαν την εμφάνιση τους. Ωστόσο το Ρομάντσο άρχισε να αδειάζει και το ντουέτο των Noise Figures, των headliners της πρώτης βραδιάς του φεστιβάλ, εμφανίστηκε σε ένα σχεδόν άδειο μαγαζί, ευχαριστώντας όσους παρέμειναν για να τους ακούσουν και να τους δουν ζωντανά.
Το πάθος, η ένταση, η χημεία και οι υψηλές μουσικές δυνατότητες του γκρουπ φάνηκαν από το πρώτο rock χτύπημα της κιθάρας του Στάμου Μπάμπαρη και τον δυνατό ήχο των drums του Γιώργου Νίκα. Το ντουέτο μας επιφύλασσε το καλύτερο κλείσιμο για την νύχτα αυτή. Η φωνή του Γιώργου με συνεπήρε, βοηθώντας με να ξεχάσω την εξάντληση που ένιωθα από τον χορό, τις φωνές και την έντονη, ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα της βραδιάς.
Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου
Την προηγούμενη βδομάδα με αφορμή το ΨΧ, το πρώτο φεστιβάλ νεας ελληνικής ψυχεδελικής μουσικής, αναρωτήθηκα αν τελικά υπάρχει ελληνική ψυχεδελική σκηνή
Μουσικά όλοι έδωσαν ό,τι καλύτερο είχαν, με πάρα πολύ μικρή βοήθεια από τον κόσμο, που δεν ήταν ούτε πολύς ούτε ιδιαίτερα ορεξάτος. Τουλάχιστον εγώ δεν είδα κόσμο που πήγε για να ακούσει την σκηνή για πρώτη φορά μαζί ενωμένη στο ίδιο venue, είδα παιδιά που πήγαν γιατί δεν είχαν τι άλλο να κάνουν, για χίλιους δυο λόγους εκτός από τη μουσική την ίδια. Ποιος ξέρει, ίσως να μην υπάρχει ένα φορμαρισμένο «ειδικό» κοινό, γιατί δεν υπάρχει και μια φορμαρισμένη αντίστοιχη σκηνή.
Είδα όμως αυτό που μου είχαν επισημάνει διάφοροι, δηλαδή φρέσκες δουλειές με προσωπικό ύφος, ταλαντούχους μουσικούς με όρεξη, που φαίνεται πως έχουν παλέψει αρκετά σε DIY επίπεδο, που φαίνεται πως ό,τι κάνουν, το κάνουν με την ψυχή τους. Ίσως όμως όχι αρκετά «ψυχεδελικά»…
Το Σάββατο ξεκίνησε με Acid Barrets, το lo-fi ντουέτο που θυμίζει Kills με ονειρικά φωνητικά, ό,τι έπρεπε για ζέσταμα. Κάτι μου λέει πως αν αυτή η μπάντα υπάρχει μετά από 7 χρόνια, θα το γυρίσει στο avant garde. Στη συνέχεια βγήκαν οι Allien Mustangs, που αν τους άκουγες στο ραδιόφωνο θα σκεφτόσουν πως έρχονται από κάποιο βροχερό χωριό της Ολλανδίας ή της Αγγλίας, όμως τα παλικάρια αυτά είναι από την συμπρωτεύουσα και απολύτως δικαιολογημένα άνοιξαν εκεί τους Moon Duo. Οι Mustangs ήταν οι μόνοι που έπαιξαν γκαραζιάρικη νεοψυχεδέλεια, το κρυφό χαρτί του φεστιβάλ, γι’ αυτό και περιμένουμε περισσότερα απο αυτούς. Οι Circassian που μοιράζονται δύο μέλη με τους Melt Mountain, έκαναν μια ήπια εμφάνιση, και στο προπροπροτελευταίο κομμάτι έπαιξαν κάτι ελληνικό με τσιφτετελικά γυρίσματα, στο προτελευταίο κάτι ιντερπολικό τύπου «Leif Erikson» αλλά με δόσεις ψυχεδέλειας, και πάλι όμως με τσιφτετελικά γυρίσματα. Γιατί ρε παιδιά σας αρέσουν αυτά τα φολκλόρ πραγματάκια;