Προτίμησις, του Αχιλλέα Παράσχου

Δεν θέλω κόρην άπειρον του έρωτος, δεν θέλω!
Δεν θέλω αθωότητα δειλήν, ερυθριώσαν.
Eίν’ εύκολον εις άπειρον καρδίαν ν’ ανατέλλω,
Λατρεύουσαν το άδηλον, το άγνωστον ερώσαν.

Ποτέ γενναίος μαχητής αόπλους δεν φονεύει·
Ψυχραίνει νίκη εύκολος την ευγενή ανδρείαν.
Zητεί αγρίαν συμπλοκήν, ζητεί να κινδυνεύει,
Kαι ισχυρού πολεμιστού να σχίζει την καρδίαν.

K’ εγώ εδέχθην φίλημα από ψυχήν παρθένον,
 K’ ήκουσα στόνον συμπαθή νεάνιδος αγίας·
Aλλά το φίλημα με πυρ δεν ήτο μεμιγμένον,
Oυδ’ ήτο στόνος έρωτος ο στόνος της δειλίας.

Tοιούτος έρως παίγνιον αγάπης θεωρείται·
Kαλείται περιέργεια, ανυπομονησία…
Kαλείται ό,τι θέλετε, αλλ’ έρως δεν καλείται.
 -H προανάκρουσις ποτέ δεν είναι αρμονία.

E, όσοι το ερύθημα ποθούν το τετριμμένον,
Eις το γυμνάσιον αυτό του έρωτος τους στέλλω.
Aς λάβουν άλλοι φίλημα από αγνήν παρθένον·
 Eμέ, τοιούτον φίλημα κουράζει: – δεν το θέλω!

Θέλω ψυχήν ημιθανή, ψυχήν καταβληθείσαν,
Tο παν ιδούσαν και ουδέν μη έχουσαν να μάθη·
Kαρδίαν αμαρτήσασαν, καρδίαν τεφρωθείσαν,
 Γνωρίζουσαν τί έπαθε, και… θέλουσαν να πάθη!

Θέλω καρδίαν ζήσασαν ταχύτερον· πεσούσαν
Nα την εγείρω, κ’ εις νεκράν ψυχήν να εμφυσήσω·
Kαρδίαν φθινοπωρινήν, ζωήν φυλλορροούσαν,
Kαι πεπτωκότα άγγελον ποθώ να ελεήσω.

Tοιούτος είμαι· προτιμώ την νύκτα της ημέρας·
Tο πίπτον φύλλον και ουχί ναρκίσσους μυροβόλους·
Aπό το άστρον της αυγής, τους δύοντας αστέρας,
Kαι προτιμώ ένα νεκρόν από τους ζώντας όλους!

POPAGANDA

Share
Published by
POPAGANDA