Μαρίνα (Marina) *****

Βέλγιο, Ιταλία, 2013, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Stijn Coninx

Πρωταγωνιστούν: Matteo Simoni, Luigi Lo Cascio, Evelien Bosmans

Διάρκεια: 118’

Ο Rocco Granata, γνωστός για το τραγούδι του, Marina, σε νεανική ηλικία φεύγει από την Ιταλία με την οικογένειά του για το Βέλγιο, όπου ο πατέρας του δουλεύει στα ορυχεία. Το μικρόβιο της μουσικής τον έχει ήδη μολύνει από τις μεσογειακές ημέρες, μα μπορεί το ταλέντο του να ανθίσει στη νέα χώρα; Ιδιαίτερα με όλο το ρατσισμό που επικρατεί απέναντι στους Ιταλούς μετανάστες, αλλά και την αυστηρή νοοτροπία του πατέρα του; Χαριτωμένη, όμορφα σκηνοθετημένη, μα καθόλου πρωτότυπη απόπειρα χαρτογράφησης των νεανικών χρόνων μιας ημιγνωστής μουσικής φυσιογνωμίας.

Ο Stijn Coninx δεν είναι ένας ευρέως γνωστός σκηνοθέτης, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Με τη νέα του ταινία, Μαρίνα, το πιασάρικο θέμα της και τη γενναία παραγωγή της ενδέχεται να συζητηθεί περισσότερο. Όχι επειδή επανατέμνει τη μουσική βιογραφία, μα γιατί συνθέτει μια ταινία μελοδραματικής μεν, μα διασκεδαστικής/ενδιαφέρουσας δομής χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες, με γραμμικότατη αφήγηση, απλοϊκή φόρμα και όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ιστορική πιστότητα.

Το Marina του Rocco Granata κάπου το έχει πάρει το αυτί μας, είτε στην πρωτότυπη εκτέλεσή του είτε σε μια από τις πάμπολλες διασκευές του. Μα ο ερμηνευτής του δεν είναι μια περσόνα ιδιαίτερα γνωστή. Κατ’ αναλογία, λοιπόν με το Ένα Τραγούδι Για Τη Μόνικα που είδαμε προηγουμένως το 2014, βλέπουμε την ιστορία ενός μουσικού που, αν και δεν μας πολυαφορά, έχει γούστο ως προς την παρουσίαση της κοινωνίας του Βελγίου στην υπό εξέταση εποχή. Μα, αντί να δείξει την άνοδο του καλλιτέχνη και την απόκτηση ενός στάτους από μέρους του, -όπως στην περίπτωση του Όλοι Θέλουν Λίγη Αγάπη– επικεντρώνεται στις μέρες που ο καλλιτέχνης ήταν ακόμα ένα παιδί το οποίο ψάχνει το δρόμο του.

Αν και τα σκηνικά, η ενδυματολογία και η γενικότερη αίσθηση της αλλοτινής εποχής παρουσιάζονται με μια σαφή δόση αληθοφάνειας, δε μπορώ να είμαι σίγουρος και για την παρουσίαση του κεντρικού χαρακτήρα και της ζωής του. Και αυτό γιατί η συμμετοχή του ίδιου του Granata στο σενάριο, σε συνδυασμό με τις μελοδραματικές τάσεις της ταινίας, καθώς και την «αθώα» παρουσίαση του νεαρού του εαυτού, με αφήνουν καχύποπτο σχετικά με πολλά περιστατικά, εγείροντας υποψίες περί ναρκισσισμού. Όσο καλή δουλειά και να κάνει ο Matteo Simoni στο ρόλο του Granata, το σενάριο (καθώς και η επιλογή του πραγματικού μουσικού να εμφανιστεί στο ρόλο του καλοσυνάτου πωλητή ακορντεόν) δεν μου επιτρέπει να πιστέψω όλα όσα βλέπω.

Από ‘κει και πέρα, η συμβατικότητα της σκηνοθεσίας, που δεν υποκρίνεται πως έχει κάποια βαθύτερη ανησυχία, καθώς και ο σταθερός ρυθμός, η προβλεψιμότητα και οι στέρεες ερμηνείες, δεν επιτρέπουν την οποιαδήποτε κακοκαρδία. Μπορεί να μην είναι η υπέρτατη (μη) μουσική βιογραφία, μα τουλάχιστον είναι τίμια εργάτρια στη δουλειά που της ανατίθεται. Σύμφωνοι, μερικοί μπορεί να μου προβάλλουν ως αντεπιχείρημα ότι ώρες-ώρες θυμίζει μέχρι και σαπουνόπερα, μα ποτέ δε ζήτησα κάτι πρωτοποριακό από τη Μαρίνα.

Όχι τόσο αιχμηρό όσο τo Μπίλλυ Έλλιοτ, ούτε τόσο στιβαρό όσο το Όλοι Θέλουν Λίγοι Αγάπη (πόσο μάλλον το Control), μα τουλάχιστον κερδίζει το στοίχημα του να αφήνει δύο ώρες να περάσουν αβίαστα. Και να έχει και μερικές στυλάτες σεκάνς στο ενδιάμεσο.

Σουπερχόνδριος (Supercondriaque) *****

Γαλλία, Βέλγιο, 2014, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Dany Boon

Πρωταγωνιστούν: Dany Boon, Alice Pol, Kad Merad

Διάρκεια: 107’

Ο Romain κοντεύει τα 40, μα τίποτα δεν είναι ασφαλές στη ζωή του. Είναι τόσο υποχόνδριος που  δε θα μπορούσε να συνδεθεί ανθρώπινα με κανέναν αν πρώτα δεν είχε περάσει από θάλαμο αποστείρωσης. Η στιγμή που θα πάρει την απόφαση να κάνει κάποια δειλά βήματα για να ξεπεράσει την ψυχική του ασθένεια δε θα αργήσει να έρθει, μα, τι θα συμβεί όταν μπερδευτεί με τον αρχηγό της επανάστασης του Τερκιστάν, ο οποίος μόλις έφτασε στη Γαλλία; Ανάλαφρη φαρσοκωμωδία, γεμάτη υπερβολές και απλοϊκά gags, μα που μπορεί να προσφέρει γέλιο χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια αν δεν έχετε υπερβολικές απαιτήσεις.

Ο Dany Boon με τη νέα του ταινία, το Σουπερχόνδριος, επιχειρεί να επαναφέρει τον κωμικό χαρακτήρα του λοξού πρωταγωνιστή που μπλέκει στις πλέον παράλογες καταστάσεις από καθαρή σύμπτωση, επιχείρηση δύσκολη αν σκεφτούμε τον κάπως ξεπερασμένο χαρακτήρα αυτού του είδους ταινιών. Μα με μπρίο, απλοϊκή ηθοποιία και ένα ευχάριστο σενάριο χωρίς πολλές φιοριτούρες, καταφέρνει να ανταπεξέλθει στην αποστολή του. Όχι, όμως, και να αναδειχθεί σε έναν νέο Rowan Atkinson.

Σε γενικές γραμμές, η λέξη που χαρακτηρίζει την ταινία του είναι «ξέγνοιαστη». Έναν σταθερό και προβλέψιμο ρυθμό τον έχει, σπαρταριστές καταστάσεις, επίσης, υπάρχουν πολλές, όπως και πολλά προφορικά χωρατά γαλλικού χαρακτήρα που μπορούν όχι να ψυχαγωγήσουν με την πούρα έννοια του όρου, μα να διασκεδάσουν σε έναν ικανοποιητικό βαθμό. Μα προσοχή: αν η ιδέα ενός Γάλλου να μιλά με ρωσική προφορά κάνοντας διαρκώς γκριμάτσες στην κάμερα –όταν δεν τσιρίζει πανικόβλητος από μια κοντινή του επέλαση μικροβίων- δε σας είναι αρεστή, ή αν ψάχνετε μια διαφορετική ματιά στην κωμωδία, αυτή η ταινία δεν είναι για εσάς.

Από την άλλη, αν τα λογοπαίγνια, τα σωστά τοποθετημένα κλασικά gags (με ολίγα πιπεράτα/σεξουαλικά λογοπαίγνια) και η έννοια της φάρσας και της υποκριτικής υπερβολής, όπως αυτή αποτυπώνεται σε ένα παλιότερο κινηματογράφο, σας ασκούν έλξη, τότε θα την ευχαριστηθείτε και με το παραπάνω. Προσωπικά, έχω να δηλώσω πως δε γελάω εύκολα πλέον με κωμωδίες, μα αυτή με κατάφερε σε αρκετές στιγμές της και εν τέλει με κέρδισε. Και ας θεωρηθεί κρύα και παρατραβηγμένη από ορισμένους, το σκοπό της τον επιτελεί και με τσίπα. Ιδιαίτερα αν σκεφτούμε το πώς υποφέρουν αντίστοιχες ταινίες στην άλλη πλευρά του ωκεανού. Τουλάχιστον αυτή είχε μια φόρμα και έναν ευρωπαϊκό αέρα, ήταν πιο «ξύπνια». Σε κάποιον θερινό, σίγουρα, θα είναι ακόμα πιο απολαυστική.

Στην επόμενη σελίδα: Έρωτας αλά Ισπανικά / Parker / Έλα Να Πάρεις Τον Καφέ Σε Μας 

Page: 1 2

Φοίβος Κρομμύδας

Share
Published by
Φοίβος Κρομμύδας