Categories: ΜΟΥΣΙΚΗ

Primavera Sound Festival 2017: Τελικά, κανείς δε νοιάστηκε που δεν ήρθε ο Frank Ocean…

Aν και η λογική με την οποία ξεδιπλώθηκε το φεστιβάλ ήταν η ίδια με τα τελευταία χρόνια υπήρξαν βασικές αλλαγές που δείχνουν που φαίνεται να το πάει:

1. Primavera Bits
Χωροταξικά, αλλά και όσον αφορά το πρόγραμμα και την διαφήμισή του, δόθηκε μεγαλύτερος χώρος στην ηλεκτρονική και dance σκηνή στα βορειοανατολικά του Forum και προς την παραλία βόρεια της μαρίνας. Ο χώρος αυτός πήρε το δικό του όνομα – Primavera Bits και είχε φέτος δύο σκηνές, την Bacardi Live και την Desperados Club feat. Bowers & Wilkins Sound System.

Χαλαρό, με γκαζόν κι αμμουδερή παραλία το Primavera Bits επιτρέπει την συμμετοχή στα δρώμενα είτε χορεύοντας, είτε καθιστά, είτε ξάπλα, είτε κολυμπώντας (το τελευταίο μόνο μέχρι να πέσει ο ήλιος). Οι καλλιτέχνες που συμμετείχαν φέτος τόσο σε αριθμό όσο και σε ‘μέγεθος’ και hype δηλώνουν ξεκάθαρα πως οι διοργανωτές του φεστιβάλ «κρυφοκοιτάζουν» το Sonar και την Tomorrowland: Kiasmos dj set στις 12 το μεσημέρι, Gas με το φανταστικό φετινό του Narkopop, Innercut, Fatima Yamaha, Polar Inertia, Dixon και Ferenc ήταν μερικά μόνο από τα 62 acts που φιλοξενήθηκαν φέτος στο Primavera Bits μαζί «με έναν άλλο κόσμο» – όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο συνοδοιπόρος Γεράσιμος Παπαλάμπρου – πολύ διαφορετικό από αυτόν του Φόρουμ.

Gas (φωτό: Γεράσιμος Παπαλάμπρου)

Mogwai (φωτό: Αθηνά Μικροπούλου)

2. #UnexpectedPrimavera : Ένας νέος θεσμός γεννήθηκε φέτος και πραγματικά δημιούργησε φοβερό, και μόνο θετικό, θόρυβο στη διάρκεια του φεστιβάλ τόσο μέσα στον χώρο του όσο και στα media. Κάθε μέρα μέσα από τα κοινωνικά του δίκτυα – και δη το twitter – το φεστιβάλ έβγαζε εξαιρετικά σε ποιότητα teasers για το «απρόβλεπτο» της ημέρας. Κάποια στιγμή συνέβαινε κι αυτό – ήταν πολλά τα backstage parties σε καθημερινή βάση και τρεις οι έξτρα εμφανίσεις πολύ μεγάλων ονομάτων που παρουσίασαν αποκλειστικά στο πλαίσιο του φεστιβάλ την καινούρια τους δουλειά. Οι Arcade Fire έπαιξαν δύο νέα κομμάτια μαζί με ένα best of  set, έξτρα στην κανονικά προγραμματισμένη εμφάνισή τους, δημιουργώντας πανικό με τον κόσμο που έψαχνε που έπρεπε να πάει για να τους δει. Την δεύτερη μέρα οι Mogwai παρουσίασαν τον καινούριο δίσκο (το Every Country’s Sun που θα κυκλοφορήσει την 1η Σεπτεμβρίου) σε ένα εξαιρετικό live. Και την τρίτη και τελευταία ημέρα οι Haim παρουσίασαν κι αυτές σε μία κατάμεστη Ray Ban σκηνή την καινούρια τους δισκογραφική δουλειά.

3. Primavera a la Ciutat: Ο θεσμός επεκτείνεται σε ημέρες και σε venues καθώς και σε αριθμό ονομάτων που συμμετέχουν σε αυτόν αποδεικνύοντας πως σε αντίθεση με άλλα φεστιβάλ η Primavera είναι το κορυφαίο στο είδος του αστικό φεστιβάλ.


 

Αλλά ας δούμε τι έγραψε το κοντέρ μέρα με τη μέρα πιο αναλυτικά…

οι Let’s Eat Grandma στη Sala Apolo

Την προπαραμονή της έναρξης του κυρίως τριημέρου, ημέρα Τρίτη 30/5 το βράδυ, στο Apollo ήταν καταπληκτικές – πραγματική αποκάλυψη – οι συνομήλικες του φεστιβάλ Rosa Walton και Jenny Hollingworth, ήτοι οι Let’s Eat Grandma, που ζωγράφισαν με τους σκοτεινούς ήχους τους ταξιδεύοντας με έναν μοναδικό τρόπο ανάμεσα στην ηλεκτρονική pop και την folk και προσφέροντας ένα συναρπαστικό live το οποίο σου έμενε μετά για ώρα στο μυαλό στριμώχνοντας καταφανώς τους μελωδικούς – ακριβώς στο mood που υπαινίσσεται το όνομά τους –  Cigarettes After Sex που ακολούθησαν. Το σχημα του Greg Gonzalez ήταν αρκετά καλό, αλλά στο καπάκι μετά τα κορίτσια μάλλον αδικήθηκαν.

Η πιο δυνατή έκπληξη του φεστιβάλ: Dancefloor Meditations

Μία από τις δυνατές εκπλήξεις της φετινής διοργάνωσης μας ήρθε λίγες μέρες πριν την έναρξη του φεστιβάλ, δωράκι από την Heineken και αποκλειστικά για την Heineken Hidden Stage.

Στηθήκαμε στην ουρά από τις 2 και μισή το μεσημέρι της Τετάρτης για να πάρουμε ένα από τα 600 τυχερά βραχιολάκια που θα μας επέτρεπαν την είσοδο στην HHS στις 9 το βράδυ της ίδιας μέρας, κάτω από τον σκληρό ήλιο (και ως τις 5 που άνοιξαν τα γκισέ). Τα βραχιολάκια εξαντλήθηκαν μέσα σε 30’ και χαζεύαμε στην Primavera Stage και τα πέριξ μέχρι να πάει 8μιση το βράδυ και να τρέξουμε στα Dancefloor Meditations. Είδαμε έτσι τους πάρα πολύ καλούς Anίmic κι ακούσαμε από μακριά τους ευχάριστους Gordi στα πλαίσια των δωρεάν live που δίνει το φεστιβάλ την παραμονή της επίσημης έναρξής του. Η Heineken Hidden Stage έχει στηθεί σε ένα υπόγειο αχανές γκαράζ με κομψό branding, καταπράσινο ατμοσφαιρικό φωτισμό, discoboles και laser, ενώ ακούγαμε την υποβλητική φωνή του Jarvis Cocker να κάνει στα αγγλικά και σε σπαστά ισπανικά ένα επικό countdown του χρόνου που απέμενε μέχρι να ξεκινήσει το show – εν είδει κουδουνιού σε θεατρική παράσταση.

Οι ηλικίες του κοινού ήταν πλην ελαχίστων εξαιρέσεων άνω των 30 ως και 60+ και το κλίμα ήταν από ενθουσιώδες ως ηρωικό. Επιτέλους ξεκινά.

Μπαίνουν στην σκηνή ο Steve Mackey και ο Jarvis με τον πρώτο να έχει αναλάβει όλο το μουσικό κομμάτι και τον δεύτερο το… ανιμασιόν και το σπηκάζ. Τι φαντάζεστε να ήταν αυτό το Dancefloor Meditations;

Μείνετε μαζί μου: Πρόκειται για αυτό ακριβώς που λέει ο τίτλος της παράστασης, ένα είδος διαλογισμού πάνω στον χορό και μέσω του χορού και άρα της μουσικής. Με ένα άπαιχτα ευφυές και πνευματώδες ύφος που μόνο ο Cocker θα μπορούσε να αποδώσει μας ζητήθηκε καταρχάς να χαλαρώσουμε καθιστοί ή και ξαπλωτοί και λίγο αργότερα να ενδώσουμε στο ταξίδι μας στην ιστορία της Dance – μίας απίστευτης διαδραστικής τελετουργίας μέσω της οποίας θα ανακαλύπταμε το δικό μας mantra. H οποία τελετουργία κατάφερε να αποδείξει πως και στην μουσική υπάρχει ρατσισμός, στην περίπτωσή μας ενάντια στο bass το οποίο δεν είχε καμία πρόσβαση – συμμετοχή στα χορευτικά κομμάτια του κόσμου μέχρι να το εντάξουν για πρώτη φορά οι Steely Dan στο Pretzel Logic το 1974. Ενάντια στο Bassism («μπασισμό»), λοιπόν, κι αφού μάθαμε πόσα πρόσφερε η drum machine Roland 808 στη διεύρυνση των συνθετικών δυνατοτήτων κι ακούσαμε το “Sexual Healing” του Marvin Gay, περάσαμε στον Phil Oakey – ιδρυτή των Human League – να μας λέει ποια ερεθίσματα τον βοήθησαν να εμπνευστεί τον βιομηχανικό ήχο της μπάντας. Τα έντονα strobe lights μας ανακοίνωσαν ότι άρχισε το γλέντι. Orbital κι άλλα φώτα κι άλλα lasers και τα αυτιά μας τρυπάνε από τα μπάσα, ο Jarvis να πετάει κορυφαίες ατάκες και λογοπαίγνια (για παράδειγμα αναφερόμενος στην Καταγωγή του Ανθρώπινου Είδους από την Ακίνητη αλλά Αιώνια Λικνιζόμενη στα Νερά της Θάλασσας TUNA, συνεχίζει λέγοντας πως δεν ήρθαμε εκεί για να μιλήσουμε για Tuna αλλά για Tunes) και πάμε σε ένα διάλειμμα για να επανέλθουν και να περάσουμε στην ιστορία των Ντισκοτέκ. Εκεί πέφτουν τα ονόματα των θρυλικών venues σαν το χαλάζι, ο κόσμος χειροκροτεί, ακούμε τους πρωτοπόρους του είδους Swing Kids του Αμβούργου, μπαίνουμε στην λογική των Bee Gees που προχώρησαν το disco beat συνδέοντας με ηλεκτρόδια την καρδιά του κιμπορντίστα τους με το κοντρόλ, τα βλέπουμε όλα αυτά με graphics κι αρχίζει και βαράει ο Steve και κατεβαίνει ο Jarvis και μπαίνει στο κοινό κι ανεβαίνει σε ένα τραπέζι και χορεύει με τους ομοτράπεζούς του (που είχαν πάρει ειδικά σηματάκια από το κατάστημα merchandise της Heineken μέρες πριν) κα γίνεται ένας πανικός, όπως καταλαβαίνετε, και χορεύουμε ανάμεσα σε ουρλιαχτά κάτω από τις εντολές που έδιναν τα χεράκια του Steve στην μαγική του κονσόλα με ένα σκοπό κι ένα σκοπό: To STAYINALIVE.

Πως πέρασε μιάμιση ώρα;

Πως είναι να είσαι δίπλα με τον Jarvis;

Πως είναι να χορεύεις αγκαλιά με τον Jarvis;

Do you Dance?

Steve Mackey και Jarvis Cocker- Dancefloor Meditations (φωτό: Αθηνά Μικροπούλου)

Βγαίνω έξω. St. Etienne – δεν έβγαιναν οι φωνές τους- ντροπή και πάμε στην ημέρα 1


Ημέρα 1: Ημέρα Υποχρεωτικού Διακτινισμού κι Επιλογής Acts δια της Αφαιρετικής Μεθόδου

Οιοσδήποτε σοβαρός μουσικόφιλος φεστιβαλιστής πρέπει να μίσησε το line up αυτής της ημέρας περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο των υπόλοιπων ημερών, ίσως κι ετών. Τα conflicts ήταν απίστευτα και χρειαζόταν ή να μπορείς να διακτινίζεσαι ή να υπάρχεις ταυτόχρονα και σε τρεις ή και τέσσερις σκηνές ή να επιλέξεις. Άφησα πίσω μου ονόματα όπως Death Grips και The Damned και εστίασα στα εξής:

Kevin Morby
Κατευθείαν από το Τέξας, με Τεξανή αμφίεση – ένα ολόλευκο κοστούμι με μαύρες νότες (!!!!) κι ανάλογη προφορά, ο αξιαγάπητος τροβαδούρος έδωσε ένα υπέροχο live μπροστά σε μία όχι και τόσο γεμάτη Heineken αρένα και πολύ κόσμο που αποδείχτηκε ότι είχε έρθει να πιάσει θέση για τον Miguel.

Kevin Morby

This Is Not This Heat
Εξαιρετικοί, πολύ δεμένοι και σε φόρμα είπαν όσα έπρεπε να πουν αλλά μαντέψτε ποιος έπρεπε να φύγει κι αυτός για Miguel…

This Is Not This Heat (φωτό: Αθηνά Μικροπούλου)

Miguel
Τι να πρωτοπεί κανείς για αυτόν τον φανταστικό τύπο που – πότε πήγε κιόλας 32; – καταφέρνει να περιβάλλεται διαρκώς από μία αύρα θετικής ενέργειας ακόμα κι όταν μιλάει για ναρκωτικά; Με ένα καταπληκτικό χαμόγελο κι απίστευτη εκφραστικότητα ο Καλιφορνέζος με αφρομεξικάνικες ρίζες Miguel Jontel Pimentel ξεσήκωσε με τις επιτυχίες του εκτελεσμένες έτσι ώστε να μας χορεύουν με άνεση ανάμεσα στην pop, την electronica, το hip hop και το RnB και βάζοντάς μας να βυθίσουμε το έδαφος πιθανόν και 5 εκατοστά πιο κάτω από το χοροπηδητό. Καταπληκτικό live – στα πέντε καλύτερα που έζησε φέτος η υπογράφουσα, με κλιμάκωση και δυνατό after effect.

Solange
Δυστυχώς και παρά τις καλύτερες των διαθέσεων το – άρτιο αισθητικά – θέαμα που χαρακτήρισε το show της Solange ήταν τόσο ‘’απαλό’’ και ‘’κλινικά ελεγμένο’’ που νόμιζες θα βγει στις γιγαντοοθόνες super με αναφορά στην PH5,5 ουδέτερη σύστασή του σε σπηκάζ Πέμυς Ζούνη. Εσπευσμένη αναχώρηση στα τρία κομμάτια.

Gojira
H αλήθεια είναι πώς να σου αρέσει το θέαμα της Solange όταν ακούς Gojira; Οι allez allez Γάλλοι από την γραφική γειτόνισσα των Βάσκων, Μπαγιόν, μας άφησαν ψιλοάφωνους ίσως και λίγο κουφούς .

Gojira (φωτό: Αθηνά Μικροπούλου)

Κάπου εκεί η μισή ελληνική αντιπροσωπία οδεύει άγνωστο μέσω ποιας οδού προς την μακρινή Mango Stage να χαιρετήσει , προσκυνήσει τους Slayer ενώ η υπόλοιπη κατευθύνεται μέσω Afghan Whigs στην Adidas Originals.

Kate Tempest (η αποκάλυψη της φετινής Primavera)
Άλλο να έχεις διαβάσει για αυτήν ή τα ίδια τα γραπτά της, άλλο να την έχεις ακούσει από την ησυχία του σπιτιού σου κι άλλο να την βλέπεις live. Χειμαρρώδης γυναίκα, ράπερ και ποιήτρια συνδυάζει την μαχητικότητά της με ένα σπαρακτικό μείγμα στίχων και μελωδιών καθηλώνοντας το κοινό και εξαναγκάζοντάς το να την ακολουθήσει στους δαιδάλους του μυαλού και της ψυχής της ίδιας και των βασανισμένων ηρώων της… «και είναι ακόμα 04:18». Χωρίς αμφιβολία ότι πιο 21ος αιώνας έχω δει. Καταιγίδα όνομα και πράγμα, συγκλονιστική, καταπληκτική και αναζητήστε να την δείτε live.

Kate Tempest (φωτό: Dani Canto/ Primavera Sound)

Δίπλα οι Survive ξεκινούσαν ένα μοναδικό live απ’ ότι μάθαμε αργότερα, γιατί αμέσως μετά το αποθεωτικό τέλος του live της Tempest βάλαμε στα πόδια μας φωτιά για να τρέξουμε στην άλλη άκρη του Φόρουμ για να προλάβουμε μισή ώρα Slayer .

Η αρένα μπροστά στην Mango ήταν γεμάτη ως απέναντι στην Heineken όπου είχε αρχίσει ήδη να μαζεύεται κόσμος για τον Aphex Twin που θα ακολουθούσε μετά τη λήξη των Slayer. Προκειμένου να πιάσω μια σωστή θέση για Aphex Twin αρκέστηκα να δω Slayer από μακριά και δη από τις γιγαντοοθόνες. Απόλαυση! Αν υπήρχε Guinness Records αντιπροσωπία εκεί θα έδινε σίγουρα Credits για το πιο γιγαντιαίο mosh pit που έγινε ποτέ, ειδήμονες υπολογίζουν την διάμετρο του κύκλου στα 50 μέτρα. Κλικ εδώ για να πάρετε μία γεύση...

Και κάπως έτσι ξεκίνησε ο Aphex Twin
Ομολογουμένως η στρατηγική του ήταν ιδιοφυής. Η προγραμματισμένη διάρκεια του live του ήταν 100 λεπτά. Χρησιμοποίησε τα πρώτα 15’-30’ για να διώξει όλους όσοι ήταν άσχετοι με το θέμα (βλέπετε οι μεγάλες σκηνές μαζεύουν κόσμο που έρχεται να δει από περιέργεια, να χαζέψει, να χαθεί μέσα στο πλήθος κάνοντας ναρκωτικά , να φλερτάρει κλπ.) παίζοντας ότι πιο ατονικό και άγριο είχε και μετά – κλιμακώνοντας – άρχισε να βαράει κανονικά δίνοντας ένα καταπληκτικό, αντάξιο του ονόματός του, live και παίζοντας πολλά από τα γνωστά του κομμάτια αλλά και ένα καινούριο που μπορείτε να «ακούσετε» παρακάτω…

Τρέξιμο με το βανάκι της Firestone και προλαβαίνω Black Angels στο τελευταίο κομμάτι της setlist τους που είναι για μένα το κομμάτι της χρονιάς, μιλάω για το “Life Song”, τους είδαν οι υπόλοιποι της παρέας και ήταν καταπληκτικοί μας είπαν, ετοιμαστείτε έρχονται Αθήνα και Θεσσαλονίκη το Φθινόπωρο.

The Black Angels (φωτό: Γεράσιμος Παπαλάμπρου)

Λίγο από King Gizzard & The Lizard Wizard (παρά το μεγάλο hype γύρω από το όνομά τους, την μουσική τους που μου αρέσει, αλλά και το παθιασμένο live που έδιναν δεν κατάφεραν να με κρατήσουν κοντά τους) και πάμε για Converge. Σκληροί, εντυπωσιακοί και με τον Bannon να χτυπιέται και να φτύνει προς πάσα κατεύθυνση αλύπητα ήταν απρόσμενα ένα από τα live με το μεγαλύτερο after effect της πρώτης μέρας.

Converge (φωτό: Αθηνά Μικρόπουλου)

Η βραδιά έμελλε να τελειώσει με ένα κατά γενική ομολογία από τα καλύτερα live του τριήμερου, τους Skinny Puppy. Ο industrial και σκοτεινός ηλεκτρονικός ήχος γεννημένος στο υγρό και παγωμένο Βανκούβερ μαζί με την άγρια θεατρική εμφάνιση των .. Puppies σε έβαζαν βαθιά μέσα τους και παράλληλα, πίσω σε μιαν άλλη, πολύ προσφιλή σε μένα “suicidal” εποχή πίσω στα τέλη της δεκαετίας του ‘70 και στις αρχές εκείνης του ’80. Θα τους ξανάβλεπα με χαρά και στα μέρη μας.

Skinny Puppy (φωτό: Αθηνά Μικροπούλου)


 

Ημέρα 2: Ποιος νοιάστηκε για τον Frank Ocean και ποιος είδε τον Gira και δεν τον φοβήθηκε;

Ήταν η μέρα των ανατροπών. Κανονικά πάνω στο prime-time θα έπαιζε ο Frank Ocean, ο οποίος όμως μία μόλις βδομάδα πριν το φεστιβάλ τους κρέμασε αφήνοντάς τους χωρίς κορυφαίο όνομα από την mainstream σκηνή για την δεύτερη μέρα (αν εξαιρέσει κανείς τους xx – ή δεν είναι αυτοί mainstream;). Σε χρόνο dt η Primavera κάνει ρελάνς και βάζει σε ένα slot τον «πολύ» Jamie xx ενώ εκατοντάδες fans κυκλοφοράνε με t-shirts που φέρουν την απάντησή τους στον Frank με ατάκες όπως Fuck Ocean ή Prank Ocean

πηγή: instagram.com/strangerbob

Phurpa

Το απόγευμα ξεκινάει με τους Ρώσους Phurpa στο Auditori Rockdelux. Τους Phurpa τους ανακάλυψε ο Γεράσιμος Παπαλάμπρου πριν το ταξίδι στην Βαρκελώνη και μία δοκιμή με έπεισε αυτόματα να τους προτιμήσω. Στο ύφος των Sunn O))) και με καθοδηγητή τον Alexei Tegi, οι Phurpa είναι μία οπτικοακουστική μύηση στις σαμανικές τελετές – μία από τις πλέον αρχαϊκές προσεγγίσεις της εσωτερικής πραγματικότητας με τεχνικές που οδηγούν στην έκσταση και οι οποίες σχετίζονται με τη χρήση της μαγείας. Ένα είδος διαλογισμού που μέσω διαφόρων οδών, μία από τις οποίες είναι και το τραγούδι, οδηγούν στην έκσταση, κατά την οποία η ψυχή θεωρείται ότι εγκαταλείπει το σώμα κι επιχειρεί αναβάσεις στα ουράνια ή καθόδους στην κόλαση. Μέσα λοιπόν στο απόλυτο σκοτάδι του Auditori – που μετά από λίγο έγινε ημίφως γιατί σημειώθηκαν πτώσεις θεατών πάνω σε άλλους – οι Phurpa κάθισαν οκλαδόν σε ημικύκλιο, άναψαν τα απαραίτητα μυρωδικά και ξεκίνησαν την 45λεπτη τελετή τους η οποία και πραγματικά ήταν μυσταγωγική και λυτρωτική καθώς σου επέτρεπε να εστιάσεις στο ταξίδι σου μακριά από σκέψεις που δεν είχαν καμία σχέση με αυτό που άκουγες – μόνο ο Δον Χουάν δεν εμφανίστηκε κι αυτό γιατί θα εμφανιζόταν αργότερα στην Pitchfork. Βραβείο επινοητικότητας στον curator που τους ανακάλυψε και τους έφερε.


Descendents

Μετά από τρέξιμο για να προλάβουμε τους Mogwai – στους οποίους αναφερθήκαμε πιο πάνω – στην άλλη άκρη των εγκαταστάσεων στο Primavera Bits, επιστροφή στο Φόρουμ για Descendents. Η πορεία από το Primavera Bits προς το Φόρουμ ήταν μαγευτική. Από την μία έβλεπες τη δύση πίσω από τους γυάλινους ουρανοξύστες της Βαρκελώνης και άκουγες τις τελευταίες νότες των Mogwai, από την άλλη έβλεπες ένα κατακόκκινο τεράστιο τάνκερ να διασχίζει τα μπλε νερά της Μεσογείου και άκουγες τον κόσμο να αποθεώνει τους Shellac – ο πιστός τους φαν Στέλιος Μπούρας ήταν εκεί κι έμεινε για ακόμη μια φορά ενθουσιασμένος, κάτω από την γέφυρα έβλεπες κόσμο να μαζεύεται στην πισίνα του Yacht Club για κάποιο κοκτέιλ πάρτι υπό τους ρυθμούς του Ed Sheeran και στο βάθος μπροστά σου έβλεπες χιλιάδες μουσικοφάγους τερμίτες να οδεύουν προς τις σκηνές τους.

Οι Descendents βγήκαν στην Primavera Stage μπροστά σε πλήθος κόσμου και πραγματικά αν δεν τους έβλεπες για να καταλάβεις την ηλικία τους και δεν ήξερες πόσο χρονών είναι θα νόμιζες ότι είχες να κάνεις με 20άρηδες. Η ζωντάνια του Milo ήταν μοναδική, τα πολιτικά σχόλιά του επίσης, ανεφέρθη και στη λέξη των ημερών – covfefe και όλοι μαζί είπαν και έπαιξαν αυτά που έπρεπε να παίξουν συν ένα καινούριο κομμάτι – νομίζω – και τα έσπασαν κανονικά. Διακτινισμός σε ένα άλλο punk σύμπαν! Το live που μάζεψε τους περισσότερους φωτογράφους στο τριήμερο.

Swans (φωτό: Γεράσιμος Παπαλάμπρου)

Λίγο από Arab Strap και μετά Pitchfork για Swans. H στιγμή ήταν ιστορική, μοναδική και ανεπανάληπτη. Επρόκειτο για την τελευταία ζωντανή εμφάνιση των Swans με αυτήν την σύνθεση και όνομα. Για κάποιον ανεξήγητο λόγο κανένας φωτογράφος καθ’ όλη τη διάρκεια του live. To κοινό ήταν εντελώς σιωπηλό και προσηλωμένο για ολόκληρο το δίωρο κατά την διάρκεια του οποίου οι Swans έπαιξαν έξι (6) κομμάτια (“The Knot”, “Screen Shot”, “Cloud of Forgetting”, “Cloud of Unknowing”, “The Man Who Refused to Be Unhappy” και “The Glowing Μan”). Όμως για κάποιον μυστήριο λόγο κι ενώ τα πάντα ήταν απόλυτα καθηλωτικά ο Gira ήταν εμφανώς εκνευρισμένος σε όλη την διάρκεια του live κάνοντας διαρκώς νοήματα στους μουσικούς του ως χολωμένος διευθυντής ορχήστρας με αυτούς να τον κοιτούν απορημένοι ως και έντρομοι. Το ταξίδι εκείνη την ημέρα δεν ήταν καλό, ίσως τα πνεύματα δεν ήθελαν να δεχτούν ότι πρόκειται για την τελευταία φορά κι έτσι παρά την πτήση του πνεύματος του Δον Χουάν ανάμεσά μας κοντά στο τέλος του live, τα περήφανα χαμόγελα του Αρχηγού στη λήξη του και την συγκινητική αποθέωση της μπάντας επί ώρα από το κοινό της μείναμε με μία πικρή γεύση, ένα σκοτεινό ‘’The End’’ με πολλά γιατί…

Priests (φωτό: Γεράσιμος Παπαλάμπρου)

Κι ενώ οι συνένοχοι Γεράσιμος Παπαλάμπρου και Στέλιος Μπούρας εμμένουν στις μη μαζικές σκηνές και απολαμβάνουν μερικά από τα καλύτερα live του φεστιβάλ  (Fufanu, The Make- Up, Front 242 και τους εξοντωτικούς Priests), η υπογράφουσα με μια τρελή και αψυχολόγητη κίνηση τα αφήνει πίσω της όλα αυτά και το ρίχνει στο πιο mainstream ξεκινώντας με τους αγαπημένους της Run The Jewels που τα έσπασαν για ακόμη μια φορά αυτήν την φορά στην Mango Arena, συνεχίζοντας με τον απογοητευτικό Jamie xx που έπαιξε άτονα τις μεγάλες του επιτυχίες και κορυφώνοντας αποζημιωμένη συνάμα με Flying Lotus και Talaboman.
End of Day 2.

 

the Make-Up (φωτό: Στέλιος Μπούρας )


Ημέρα 3 και τελευταία : Σκλάβοι του Ρυθμού Κουνηθείτε

Είθισται η τελευταία μέρα του φεστιβάλ να είναι και η πιο μελαγχολική . Κι όμως δεν έγινε έτσι. Στην Heineken Hidden Stage οι μανιώδεις φαν του Θέρστονα επιμένουν και νικούν απολαμβάνοντας ένα εξαιρετικό show όπως και μετά σε Mango και Primavera με τα live των POND και των Royal Trux.

το πάσο για τον Thurston Moore (φωτό και χέρι: Στέλιος Μπούρας)

Δεν ήμουν όμως μαζί τους κι αυτό γιατί από νωρίς έπιασα στασίδι για ένα από τα πρώτα μου μουσικά είδωλα, τον ένα και μοναδικό Van Morrison. Η αλήθεια είναι πως δεν ήμουν καθόλου σίγουρη για το τι θα δω και είχα μια σχετική αγωνία μην και απογοητευθώ. Στάθηκα υπομονετικά στη θέση μου χαζεύοντας το πλήθος που μαζευόταν, πάρα πολλοί Ιρλανδοί και Βρετανοί – ήταν συγκινητικό που είχε αρκετούς ανθρώπους της γενιάς του Morrison που συνοδεύονταν από κάποιο παιδί τους – εκεί μπροστά σε αυτό που λέμε «κάγκελο». Η δύση κοκκίνιζε τον ουρανό στα δεξιά μας και βγαίνει ο Van με μία μεγάλη ορχήστρα – σχεδόν όλα τα μέλη της έπαιζαν από δύο όργανα ο καθένας – και δύο τραγουδίστριες κι έπαιξε 90 ολόκληρα λεπτά τα πάντα. Ένα best of από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του, διασκευές όπως το “I Can’t Stop Loving You” και το “Babe, Please Don’t Go”, καθώς και κομμάτια από τον πρόσφατο δίσκο του. Έπαιξε ακόμα κιθάρα, σαξόφωνο και φυσαρμόνικα , οι τελευταίες αχτίδες φωτός έδιναν ένα γλυκό κόκκινο χρώμα στα ορειχάλκινα όργανα και το μικρόφωνο και ακόμα κι έτσι – όπως ήταν σχεδόν όλοι πάνω στη σκηνή μεγάλοι και ντυμένοι «σαν από την Γενιά των 30s» όπως μου έγραψε ο Άρης Καραμπεάζης – ήταν εδώ, στο 2017 και ήταν σπουδαίοι. Αν κι ο ίδιος ο Van ήταν λίγο απόμακρος ο κόσμος δεν σταμάτησε να τραγουδάει μαζί του και να τον χειροκροτεί με αγάπη και θαυμασμό. Κυρίες και κύριοι, αν μη τι άλλο, μιλάμε για τον Ιππότη Van Morrison, τον Van The Man, τον Belfast Cowboy. Respect!

Van Morrison

Grace Jones

Λίγο Teenage Fanclub και μετά ξανά πίσω στην Heineken Arena. Στρατηγική θέση για το επόμενο live ενώ απολαμβάνω από τις γιγαντοοθόνες απέναντι τους πάντα ανεβαστικούς Metronomy. Η σκηνή που στήνεται είναι υπερπαραγωγή και μετά από κάποια ώρα την καλύπτουν με μια τεράστια μαύρη κουρτίνα ύψους άνω των 50 μέτρων για να μην βλέπουμε τι συμβαίνει από πίσω. Η ώρα πλησιάζει , η κουρτίνα πρέπει να απομακρυνθεί και πέφτει άτσαλα πάνω στους ανθρώπους που την μάζευαν. Ένας μένει εγκλωβισμένος από κάτω από το μαύρο πανί και προσπαθεί να ξεφύγει με σπασμωδικές κινήσεις, ενώ ο κόσμος ξεσπάει σε γέλια, ήταν πραγματικά κωμικό σαν θέαμα. Σκοτάδι και ακούμε την χαρακτηριστική φωνή της Grace Jones να μας χαιρετά. Ήταν ντυμένη μόνο με body painting, τα γνωστά άσπρα μοτίβα του Keith Haring κι ένα «εξώρουχο» σαν σλιπ που ήταν το όχημα διαφόρων εξαρτημάτων που φορούσε στα τραγούδια της: ουρές ζώων όπως αλόγου, φούντες, ένα τεράστιο πέος και άλλα αξεσουάρ. Ανάμεσα σε κάθε τραγούδι υπήρχε σαρκαστική και βρώμικη πρόζα, καθώς εκείνη εξαφανιζόταν να πάρει λίγη ‘’Coke’’, όπως μας έλεγε, και να βάλει κάποιο νέο φαντεζί εξάρτημα ή αξεσουάρ κατάλληλο για την σχετική με το τραγούδι μετα -αμφίεσή της . Η μουσική που έντυνε τα τραγούδια της ήταν έξαλλη – πειραγμένη με έντονα χορευτικά και ηλεκτρονικά στοιχεία, η φωνή της ήταν αυτή που ξέρουμε –καμία φθορά, το σώμα της σχεδόν το ίδιο παρά το ότι κοντεύει τα 70, το χιούμορ της απίστευτο, σάρκασε ότι ταμπού υπάρχει σήμερα με ένα μοναδικό τρόπο που εξηγεί πλήρως πως αυτή η γυναίκα από την Τζαμάικα ξέφυγε από την καταπίεση της οικογένειάς της κι έγινε μούσα του Andy Warhol, fashion icon, η επιτομή του Ανδρόγυνου look και στυλ με όλες τις κοινωνικές και πολιτικές προεκτάσεις που ξέρουμε, η Θεά της Ντίσκο και τελικά μία Ντίβα. Τραγούδησε όλες τις μεγάλες της επιτυχίες, διασκεύασε Iggy Pop (“Nightclubbing”), Roxy Music (“Love Is The Drug”) και Pretenders (“Private Life”), έβγαλε έναν τεράστιο Τζαμαϊκανό με ανάλογη … μη αμφίεση να κάνει pole dancing, καβάλησε έναν body guard και βγήκε κάτω στα κάγκελα και στο πλήθος και χαϊδευόταν με τον κόσμο γελώντας σαν μικρό παιδί και έκλεισε 75 λεπτά μετά την εμφάνισή της κάνοντας χούλα- χουπ και ξεσηκώνοντας τους πάντες με το “Slave to the Rhythm”.

Amazing Grace, Θα Είμαστε Σκλάβοι του Ρυθμού σου Για Πάντα.

Υπέρτατο Βραβείο Curation Φεστιβάλ σε όποιον σκέφτηκε και τόλμησε να την φέρει. +1000!

Επιστροφή στα .. συνηθισμένα και κλείσιμο αυτής της πιο unexpected και τολμηρής Primavera που η υπογράφουσα έχει προσωπικά ζήσει με θόρυβο και πάρα πολλά drums, Japandroids και Preoccupations και νάμαστε καλά και του χρόνου!

Αθηνά Μικροπούλου