Η δημοσιογραφία στην οθόνη. Όχι κάτι νέο. Δοκιμασμένη συνταγή στo σινεμά, από τα 70s που εκείνοι που ξεσκέπασαν το σκάνδαλο Γουότεργκειτ έγιναν σε χρόνο ρεκόρ Όλοι οι Άνθρωποι του Προέδρου μέχρι το προσφάτως οσκαρικό Spotlight (με πολλούς ενδιάμεσους σημαντικούς σταθμούς όπως το Δίκτυο, το Insider ή το Zodiac).
Λιγότερο δοκιμασμένη (ή λιγότερο πετυχημένη) στην τηλεόραση. Ας θυμηθούμε δύο από τις τελευταίες απόπειρες. Η μία είναι το αμερικάνικο Newsroom που έγραψε τρεις σεζόν νωρίτερα στη δεκαετία που διανύουμε, αφήνοντάς πίσω του αυτόν τον εκρηκτικό εναρκτήριο μονόλογο και μια γενικότερη αίσθηση ότι μάλλον αποτέλεσε το ποτ πουρί των liberal φαντασιώσεων του πολύφερνου δημιουργού της, Άαρον Σόρκιν (the West Wing, Moneyball, the Social Network), καταλήγοντας κατά βάση διασκεδαστική αλλά εντελώς ουτοπική σχετικά με τη λειτουργία των μίντια.
Η δεύτερη είναι η 5η, και τελευταία, σεζόν του Wire – «εκείνη με τις εφημερίδες». Εκεί που ο Ντέιβιντ Σάιμον μαζί με τον Τζορτζ Πελεκάνος, ολοκληρώνουν το μοντέρνο αριστούργημά τους αποτυπώνοντας, ίσως απελευθερωμένοι στο περιβάλλον του «αστυνομικού σόου», τη δημοσιογραφία και τους ανθρώπους της χωρίς φτιασίδια στη βάση που τους αρμόζει: η πρώτη περισσότερο ως εξάρτημα της μηχανής διαπλοκής κάθε συστήματος και λιγότερο λειτούργημα και οι δεύτεροι περισσότερο κάθημερινοί άνθρωποι με ταπεινά άγχη κι αγωνίες και λιγότερο μαχητές/σταυροφόροι στο όνομα της αλήθειας.
Πού στέκεται σε αυτόν τον άξονα η νέα βρετανική σειρά του BBC One, Press, που μας βάζει στον κόσμο (και τον ανταγωνισμό) δυο γειτονικών εφημερίδων που μοιράζονται την ίδια καντίνα για καφέ αλλά εντελώς διαφορετικές αξίες; Μάλλον πιο κοντά στο Newsroom. Είναι καλό ή κακό αυτό; Τίποτα από τα δύο. Είναι απλά πιο εύπεπτο. Για τους τηλεθεατές που, φυσικά, δεν απολαμβάνουν την ίδια journo porn διέγερση με μένα και τους συναδέλφους μου όταν βλέπουμε δημοσιογραφικές συσκέψεις σε σίριαλ (πράγμα εντελώς οξύμωρο, αν σκεφτεί κανείς πόσο τις σιχαινόμαστε στην καθημερινότητα). Και πού, φυσικότερα, δεν είναι το ίδιο αυστηροί συγκρίνοντας κάθε σκηνή με την πραγματικότητα των δημοσιογραφικών γραφείων, προφανώς γιατί δεν περνάνε τη μέρα τους σε τέτοια (άσχετα αν, λόγω της δημόσιας φύσεως του επαγγέλματος, όλοι νομίζουν ότι ξέρουν τα πάντα για τη δουλειά του δημοσιογράφου, ενώ στ΄αλήθεια εχουν μαύρα μεσάνυχτα).
Το κοινό όμως από μια τηλεοπτική σειρά που θα παρακολουθήσει το βράδυ κουρασμένο στον καναπέ του (η πρεμιέρα του Press, Πέμπτη 11/10 στην Cosmote TV) περισσότερο από την αλήθεια, αναζητά τη διασκέδαση. Μήπως αυτός είναι τελικά κι ο σκοπός των εφημερίδων; «Είμαστε εδώ για να σας διασκεδάσουμε», υποστηρίζει ο Ντάνκαν Άλεν, ο βασικός χαρακτήρας της σειράς – βετεράνος δημοσιογράφος και διευθυντής της σκανδαλοθηρικής Post, ενός tabloid που δε διστάζει πουθενά, δεν τριπλοτσεκάρει και δεν έχει καμία ηθική αναστολή προκειμένου να κάνει το εξώφυλλό του όσο πιο ζουμερό γίνεται. Στα απέναντι γραφεία, στεγάζεται η Herald. Ναι, είναι το ακριβώς αντίθετο. Προσπαθεί να διασώσει την ύπαρξη (και την τιμή) του ερευνητικού ρεπορτάζ, να τηρήσει τη δεοντολογία και να προσφέρει στο γενικό κι αόριστο καλό κυνηγώντας υποθέσεις με ουσία (ή την ουσία των υποθέσεων). Την ίδια στιγμή, βέβαια, προσπαθεί να ισιώσει και την κατηφόρα που έχουν πάρει οι πωλήσεις της.
Καλά τα ταιριάξατε, Guardian και Sun, σαν να λέμε, αντίστοιχα.
Όπως καταλαβαίνετε, αφού «έτσι τα φτιάχνουν οι κερατάδες» (στην περίπτωσή μας έτσι τα γράφει ο 38χρονος Μάικ Μπάρτλετ), οι ζωές των ανθρώπων των δύο εφημερίδων τέμνονται. Από το ανώτερο επίπεδο των στελεχών μέχρι εκείνο των interns. Οι μεν της Herald αντιμετωπίζουν με μια περιφρονητική συγκατάβαση εκείνους της Post ενώ τους συμβουλεύουν αφ’ υψηλού να «μην ντρέπονται να πουν που δουλεύουν», οι δε της Post δίνουν πληρωμένη απάντηση «είστε όλο αλήθεια και καθόλου α…δια» (η αγοραία μου απόδοση στο “all truth and no trousers”).
Φυσικά, η αλήθεια είναι στη μέση. «Η αλήθεια», κυριολεκτικά. Αν κάτι κανει καλά το Press είναι ο τρόπος που παρουσιάζει, μέσα από τα στερεοτυπικά αντίπαλα στρατόπεδα, το κυνήγι της είδησης. Και το άγχος που το συνοδεύει. Διαλύοντας με έναν υπερχειλίζοντα κυνισμό τη λανθασμένη πεποίθηση ότι «οι δημοσιογράφοι είναι εδώ για να αλλάξουν τον κόσμο». Ενώ στην πραγματικότητα -κάμερα σε μένα, πρώτο πληθυντικό- αποστολή μας δεν είναι να είμαστε ακτιβιστές αλλά να περιγράφουμε αυτά που γίνονται γύρω μας. Στο Press, αυτό το debate προσγειώνεται ακόμα πιο απότομα. Οι δημοσιογράφοι, κι αυτοί που είναι με τους «καλούς» κι αυτοί που είναι με τους «κακούς», εκβιάζουν ανθρώπους που μόλις έχασαν το παιδί τους, προσπαθούν να βάλουν στο στόμα πηγών τη λέξη «παιδόφιλος» γιατί ξέρουν ότι θα μεγαλώσει το buzz, παγιδεύουν στα κρυφά σελέμπριτιζ, εξωθούν ανθρώπους σε παραιτήσεις από μεγάλα ή μικρά αξιώματα ακόμα κι αν αυτό που ανακάλυψαν είναι κάτι που συνέβη πριν χρόνια ή έχει μια λογικοφανή εξήγηση. «Στην κηδεία του δημοσιογράφου δεν πηγαίνει πολύς κόσμος», αυτό δεν υποτίθεται ότι λέει το ρητό; Είτε γιατί κινήθηκε στο όριο του αμοράλ, είτε γιατί η ζωή (και η καριέρα) τον έκανε loner όπως την ιδεαλίστρια Χόλι Έβανς, αρχισυντακτρια της Herald που αναπτύσσει μια παράξενη σχέση με τον αδίστακτο Άλεν.
Είναι ρεαλιστικά όλα αυτά; Έτσι είναι τα μίντια σήμερα; Όχι.
Αυτή είναι η σύντομη, και στεγνή, απάντηση.
Δείτε μερικά tweets από την ανταπόκριση του βρετανικού κοινού (και πραγματικών δημοσιογράφων).
Μέσα στην ανάγκη του να δημιουργήσει δράμα (με τα γνωστά υλικά από έρωτες, προσωπικά προβλήματα, ανασφάλειες κτλ.) ο Μπάρτλετ, που είναι φανερό ότι έχει μιλήσει με πολλούς ανθρώπους της βιομηχανίας, φτιάχνει ένα σχεδόν ακριβές περιτύλιγμα. Συγχρονίζει την πλοκή του με την τρέχουσα επικαιρότητα (στο 3ο επεισόδιο σκάει και το #MeToo), αλλά χάνει λίγο και το πραγματικό σημερινό debate: του παραδοσιακού Τύπου με το Ίντερνετ. Το Press είναι τοποθετημένο στη βάση της αναζήτησης της αλήθειας με θεμιτά κι αθέμιτα μέσα, ενώ σήμερα το κοινό σχεδόν δεν ενδιαφέρεται γι’ αυτήν βλ. post-truth, fake news, ξέρετε-πώς-πάει-αυτή-η-συζήτηση. Και οι δημοσιογράφοι πια δεν ανακαλύπτουν ακριβώς ιστορίες αλλά «παράγουν περιεχόμενο», ενταγμένοι περισσότερο από ποτέ στον αδηφάγο μηχανισμό του PR. Βέβαια, ίσως στα επόμενα επεισόδια (όσα σας γράφω βασίζονται στα τρία πρώτα που είδα), να θιχτούν αυτά τα θέματα – ήδη από το πιλότο ακούγεται η ατάκα “You’re supposed to be better than the internet”.
Ο τελευταίος θα μπορούσε να είναι βέβαια ο τίτλος ενός ντοκιμαντέρ για την οπισθοχώρηση του παραδοσιακού Τύπου. Στη μυθοπλασία όμως υπερισχύει ένα άλλο δημοσιογραφικό ρητό που ειρωνικά επιβιώνει εδώ και δεκαετίες: «Μην αφήνεις την πραγματικότητα να σου χαλάσει μια ωραία ιστορία». Και το Press έχει πολλές τέτοιες…