Categories: ΣΙΝΕΜΑ

Η Popaganda στη Θεσσαλονίκη: Νορβηγία, ένα προσευχητάρι για τη χιπστεριά

Ο κάθε σκηνοθέτης πρέπει να φτιάχνει την προσωπική του μυθολογία, τον προσωπικό του κινηματογραφικό μικρόκοσμο, κι ύστερα να προσπαθεί να τον επικοινωνήσει, έλεγε τις προάλλες ο Γιάννης Βεσλεμές στην Έφη Παπαζαχαρίου μιλώντας στην Popaganda, και δεν έχει βέβαια άδικο. Αυτό είναι που κάνει τις ταινίες του Fellini να είναι ταινίες του Fellini, και τις ταινίες του Νικολαΐδη να είναι ταινίες του Νικολαΐδη. Αυτό είναι που κάνει και τα βιβλία του Hemingway να μην είναι βιβλία του Kerouac δηλαδή, κι ούτω καθεξής. Από ‘κει και πέρα, το εύρος του μικρόκοσμου του κάθε δημιουργού, το φορτίο οικουμενικότητας που φέρει, αν προτιμάς, είναι βέβαια κι αυτό που θα καθορίσει το σε ποιον και ποιους θα απευθυνθεί το έργο του δημιουργού, εν προκειμένω η Νορβηγία του Γιάννη Βεσλεμέ

Εμπνευσμένος απ’ τα όσα εικαστικά κι αισθητικά σήμαινε για τον ίδιο συνειρμικά το κομμάτι Η Νορβηγία Κατεβαίνει στη Μεσόγειο, των Χωρίς Περιδέραιο, ο Γιάννης Βεσλεμές, γνωστός κι ως Felizol στις μουσικές του περιπέτειες, στήνει το μεγαλύτερο κομμάτι της ταινίας του σε μια ντίσκο με το θρυλικό όνομα Ζαρντόζ, κοστουμάρει τους ήρωές του με γκαρνταρόμπα που φαίνεται να έκλεψε απ’ τα μπαράκια της Θησέως κι απ’ τα πεζοδρόμια του Τρανζίστορ, και κρατάει φυσικά ένα cameo για τον τακτικό του συνεργάτη, τον The Boy (κκ Αλέξανδρο Βούλγαρη), κατασκευάζοντας ένα ιδιότυπο ταξίδι στην κουνελότρυπα που οδηγεί στο κρησφύγετο ενός μουσαντέν μουσάτου Μαθουσάλα, παρέα με μια τοξική Αλίκη κι έναν καμένο Νορβηγό με τάσεις εξαφάνισης. Απ’ αυτά καταλαβαίνεις ίσως, ότι για τον μικρόκοσμο του Βεσλεμέ, είναι πολύ συγκεκριμένο το πλήθος των θεατών που μπορεί ολοκληρωτικά να αγγίξει. 

Αν οι παραπάνω αναφορές δεν σημαίνουν τίποτα για ‘σένα, συγχαρητήρια, δεν ανήκεις στον στενό κύκλο της Αθηναϊκής χιπστεριάς. Μην απογοητεύεσαι όμως, η ταινία έχει και για ‘σένα πράγματα για να χαρείς, ντεμοντέ μου φίλε. Πέρα απ’ τους Χωρίς Περιδέραιο που δε θα ‘ναι κακό να ανακαλύψεις (μια μπάντα που εμφανίστηκε σαν κομήτης το 1984 κι εξαφανίστηκε ένα χρόνο μετά ακριβώς με τον ίδιο τρόπο, αφήνοντας πίσω της έναν και μόνο οριακό new wave κι εντελώς συλλεκτικό δίσκο), το φιλμ του Βεσλεμέ έχει κι γουστόζικο το σεναριακό του δόλωμα στην ιστορία του.

Την ιστορία του Ζανό, ενός βρικόλακα με μόνιμα τα μπίτια στο κεφάλι του, που έρχεται από την επαρχία στη Αθήνα, ψάχνοντας έναν μονίμως άφαντο νεκροθάφτη, ειδικό στις ευρύχωρες κι ευάερες κάσες. Ενώ τον περιμένει στην παγωμένη στο χρόνο ντίσκο που φέρει το όνομα της έντονων κοινωνιολογικών ανησυχιών μετα-Αποκαλυπτικής sci-fi ταινίας του John Bourman απ’ το 1974, που επίσης καλό θα σου κάνει να ψάξεις να δεις, ο Ζανό μπλέκει με ένα βαμπίρ εθισμένο στην πρέζα, μια μυστηριώδη βαμπ μετρέσα κι έναν ντίλερ με σβόλους για εγκέφαλο, ενώ την ίδια ώρα προσπαθεί να ξεμπλέξει από έναν μπάρμαν που γαρνίρει τα ποτά με ερωτήσεις, μια αλκοολική γιαγιάκα ειδική στο να αποσπά ξένα ποτήρια, και το αλλόκοτο αφεντικό του μαγαζιού, που περνάει την ώρα του καμαρώνοντας τον εαυτό του σε παλιές βιντεοταινίες.

Μπλέκοντας την κινηματογραφική με την υπαρκτή αθηναϊκή πραγματικότητα των mid-80s και γαρνίροντας με μπόλικη κεφάτη νοσταλγία, ο Βεσλεμές σκορπάει διάχυτη την εϊτίλα του στη μουσική, στα κοστούμια, στο φιλμάρισμα και το ύφος, στις αφίσες του Παπανδρέου και τον Μάρκο τον Καπέλα, που θέλει να κεράσει τσάι και σκορδόσουπα τον Ζανό, προτού ο τελευταίος ακολουθήσει την Αλίκη με την ασυνήθιστα μεγάλη γνώση γύρω απ’ τα βαμπίρ, στα δάση της ιδιότυπης Χώρας των Θαυμάτων που είναι η Αθήνα της εποχής. Με vintage συνθιές στο soundtrack και έντονες αναφορές στον John Carpenter και την αμερικανοποιημένη του ιταλίλα, ο Βεσλεμές φτιάχνει εντελώς χειροποίητα ένα κινηματογραφικό σύμπαν αυτόνομο κι αυτάρκες, εντυπωσιάζοντας με την αδιαμφισβήτητη στιλιστική στιβαρότητα και σκηνοθετική του δεξιοτεχνία.

Αυτά τα δυο στοιχεία, μαζί με τον εξαιρετικό και πάλι Βαγγέλη Μουρίκη κυρίως (που παρεμπιπτόντως πρέπει να είναι ο μόνος Έλληνας ηθοποιός που μπορεί να εμφανιστεί με τόσο γελοία περούκα στο κεφάλι του και πάλι να μην μπορείς να πάρεις τα μάτια σου από πάνω του), αλλά και την Αλεξία Καλτσίκη σε μικρότερο βαθμό, απογειώνουν το χιούμορ του σεναρίου, ανυψώνοντας μια ατμόσφαιρα χωρίς την οποία ο Νορβηγία θα μπορούσε εύκολα να καταλήξει στη στοίβα με τα κουραστικά των φιλμικών αξιοπερίεργων, αντί για εκείνη με τα αναπάντεχα γοητευτικά κι αυθεντικά sui generis.

Στο βαθμό, τουλάχιστον, που δεν απαιτείς να σου παρουσιάσει και πλοκή με ιδιαίτερο ψωμί, πέρα από κάτι που να σε καταλήξει στη γλυκιά καθησυχαστικότητα του ότι “κάποιοι, γλυκιά μου, χορεύουν και κάτω από το χώμα”. Πιθανότατα στο ρυθμό εκείνο που τα κουρέλια τραγουδάνε ακόμα.

*Η Νορβηγία, σε σκηνοθεσία και σενάριο του Γιάννη Βεσλεμέ, με τους Βαγγέλη Μουρίκη, Αλεξία Καλτσίκη κ.ά., κάνει την πανελλήνια πρεμιέρα της την Τετάρτη 5 Νοεμβρίου στις 6μμ συμμετέχοντας στο Διεθνές Διαγωνιστικό του 55ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης, ενώ διαγωνίζεται και για το βραβείο κοινού Fischer

Ιωσήφ Πρωϊμάκης

Share
Published by
Ιωσήφ Πρωϊμάκης