Categories: ΣΙΝΕΜΑ

Η Popaganda στη Θεσσαλονίκη: Η ευπρόσδεκτη επαναφορά του Κωνσταντίνου Γιάνναρη

Υπάρχει ένα φαινόμενο στα κινηματογραφικά φεστιβάλ που θα μπορούσε να λέγεται όσμωση αντιλήψεων: τσούρμα-τσούρμα οι κριτικοί ξεκινάνε το πρωί για να πάνε στη δημοσιογραφική τους προβολή, να δούνε μια ταινία που όλοι περιμένουν με συγκρατημένη καχυποψία, και δυο ώρες μετά βγαίνουν απ’ την αίθουσα με μια ανεξήγητα πανομοιότυπη συλλογική αλλεργία. Που δεν είναι λογικό, γιατί βλέπουν μεν την ίδια ταινία, αλλά δεν είναι οι ίδιοι άνθρωποι, αλλιώς δε θα χρειαζόμασταν όλοι εμείς, θα υπήρχε ένας κριτικός στη χώρα και τέλος. Εκτός κι αν η ταινία που βλέπουνε, είναι βέβαια ένα ακραίο αισθητικό και διανοητικό έλος. Κάτι που η νέα ταινία του Κωνσταντίνου Γιάνναρη, το Ξύπνημα της Άνοιξης, σίγουρα δεν είναι. Όχι ότι δεν έχει και τις αδυναμίες της βέβαια.

Επιστρέφοντας σε παλιές, οικείες θεματικές του, αλλά και σε σκηνοθετική φόρμα και αφηγηματική διαύγεια που έλειπε απ’ την πανωλεθρία που ήταν το Άνθρωπος στη Θάλασσα (με το οποίο μάλλον από κεκτημένη ταχύτητα είχε βρεθεί στο Panorama του Βερολίνου), ο Γιάνναρης έρχεται να κλείσει την τριλογία που είχε ανοίξει με το Από την Άκρη της Πόλης και τον Όμηρο αρκετά χρόνια πριν.

Το Ξύπνημα της Άνοιξης είναι το χρονικό μιας ομάδας πιτσιρικάδων με εφαπτόμενους κύκλους γνωριμιών, οι οποίοι τυλίγονται απ’ τον κύκλο της βίας και την εθιστική έξαψη που τη συνοδεύει: Δυο Αλβανάκια που σπρώχνουν χόρτο απ’ το περίπτερο της μάνας τους έχουν έναν διορατικό φίλο με τον οποίο χτυπάνε και κάνα κοσμηματοπωλείο, το οποίο βοηθά τον τελευταίο να γοητεύσει μια πιτσιρίκα βουτηγμένη σε κυνισμό πέρα απ’ την ηλικία της, κι η οποία τραβάει μαζί της έναν συμμαθητή απογοητευμένο απ’ την ανεπάρκεια των πολιτικοποιημένων επαναστάσεων του λυκείου κι αποφασίζει να αρπάξει τα όπλα για να ξετινάξει από πάνω του τη ρετσινιά των υπεξαιρέσεων που έκανε ο δικηγόρος πατέρας του πριν αυτοκτονήσει. Αυτή η φαινομενικά αταίριαστη πεντάδα, ξεκινά απ’ όλες τις κοινωνικές τάξεις της Αθήνας κι έρχεται να ενωθεί κάτω από έναν κοινό σκοπό: να βιώσει το Natural Born Killers, ή να πεθάνει προσπαθώντας.

Με τη χαρακτηριστική του δυναμική αμεσότητα στη σκηνοθεσία, και σπηντάτο μοντάζ που προσπαθεί να ενσωματώσει στην εικονοκλασία του τις de rigeur αισθητικές των φιλτραρισμένων ενσταντανέ του instagram, ως προσκυνητάρια μιας ποπ κουλτούρας που έχει μπολιαστεί με το DNA της κοινωνίας του 4G, o Γιάνναρης διευθύνει έναν χορό προς την καταστροφή, που σφύζει από μια νοσηρή γοητεία στην πορεία του. Δαίμονες με αγγελικά πρόσωπα βαφτίζει τους χαρακτήρες του ο σκηνοθέτης, κι έτσι ακριβώς τους απεικονίζει όταν τους ανακρίνει: τα πρόσωπά τους τυλιγμένα σ’ ένα λαμπερό φωτοστέφανο, γύρω του όμως πνιγμένοι από σκοτάδι έτοιμο να τους καταπιεί. Σαν τους ίδιους, φλόγες προορισμένες για να σβήσουν. Κι ακόμη και δεν τους αφήνει περιθώρια να το αναγνωρίσουν έτσι όπως του σφίγγει με τον κυκεώνα του ντοπαρισμένου ρεαλισμού του ο Γιάνναρης, το μόνο καύσιμο που τους κινεί, είναι μια μοιρολατρική πορεία προς τον θάνατο –όχι απαραίτητα τον σωματικό, αλλά σίγουρα τον θάνατο του ρόλου στον οποίο βρίσκει ο καθένας τους τον εαυτό του να μπαίνει.

Κανένα άλλο κίνητρο δεν φαίνεται να έχουν, πέρα απ’ το να διοχετεύσουν κάπου την οργή τους — μια οργή που ο Γιάνναρης συνδέει μονάχα με την ηλικία τους, τον ασυμμάζευτο σταρχιδισμό κι ένα γενικευμένο “Αγαμήσου” που τους σφίγγει τον εγκέφαλο. Λίγο σαν μια αναχώρηση απ’ το ασφυκτικό κινηματογραφικό αφήγημα των τελευταίων ετών, και κάπως σαν μια απάντηση στο κύμα και τ’ απόνερα του Weird Wave, στο σύμπαν της οργής του Γιάνναρη δεν υπάρχουν ούτε θύματα ούτε θύτες για τους ανθρώπους που είδαν τον νου τους να ψηλώνει: η οικογένεια κι οι οικιακές συμπεριφορές της, που έχουν γίνει το τοτέμ της κοινωνικής κρίσης τα τελευταία χρόνια, στο Ξύπνημα της Άνοιξης μένει πιο έξω κι απ’ τα περιθώρια του κάδρου, με τους γονείς να κρατάνε το ρόλο του ανίδεου (και όψιμα ανήσυχου) παρατηρητή σ’ αυτό το σκοτάδι που έχει τυλίξει τα παιδιά τους. Οι αδικίες, οι ανισότητες κι οι λανθάνοντα φασίζουσες συμπεριφορές της κοινωνίας στην οποία δρουν και μεταλλάσσονται τα πιτσιρίκια, είναι μονάχα οι συμπτωματικές αφορμές που χρειάζονται για να οδηγηθούν στο πεπρωμένο τους ως αντιήρωές του. Ο κύκλος της οργής που εξελίσσεται σε βία, είναι για τον Γιάνναρη μια απλή και προφανής μαθηματική εξίσωση με μόνο και βέβαιο αποτέλεσμα το αίμα και τον θάνατο. Θυμώστε, σκοτώστε, επαναλάβετε.

Μια μαθηματική εξίσωση που θα μπορούσε βέβαια να οδηγήσει και σε μια πολύ καλύτερη ταινία –ή, έστω μια πολύ πιο τολμηρή, σημαντική προσπάθεια– αν ο Γιάνναρης την χρησιμοποιούσε για να χαρτογραφήσει την πορεία των κακοποιών του ποινικού, προς την εξαγνιστική κολυμβήθρα της ιδεολογικοποίησης τέτοιων ομάδων και της μετάλλαξής τους σε παντός είδος επαναστατικούς πυρήνες. Ή ακόμη αν στο σενάριό του έδινε στους ήρωες τη δυνατότητα να αναλογιστούν το κλισέ της θέσης τους απέναντι στη δαιμονογραφία της καταστροφής, και να το αγκαλιάσουν με την ίδια ζέση με την οποία το τυλίγει γύρω τους ο σκηνοθέτης. Η, έστω, αν μπορούσε να δημιουργήσει περισσότερη και να εκβιάσει λιγότερη απ’ την υποδόρια ένταση που σε ξεπετσιάζει στο μιξάζ για να τη νιώσεις, σε στιγμές που αδυνατεί να την υπονοήσει σκηνοθετικά.

Όπως και να’χει όμως, όταν ο Γιάνναρης καταφέρνει να ξεφύγει απ’ τη σοβαροφάνεια με την οποία προσπαθεί να σου τρίψει στη μούρη την επίπλαστη κρισιμότητα των πιο μελοδραματικών του στιγμών, η ταινία απελευθερώνεται και φτάνει στα καλύτερά της, θυμίζοντας τους Spring Breakers του Harmony Korin, στον τρόπο που αγγίζει τη φαυλότητα της αναβίωσης των γυαλιστερών εικόνων του gangsta-life και της κουλτούρας του, μιας κουλτούρας η οποία κρύβει πολύ περισσότερο πόνο και αίμα απ’ όσο αφήνουν να φανούν τα εξώφυλλα στα CD και οι αφίσες στις ταινίες. Και σίγουρα πολύ περισσότερο απ’ όσο νομίζουν ότι μπορούν να αντέξουν οι αντιήρωες τόσο του Korin όσο και του Γιάνναρη. 

Η ταινία Το Ξύπνημα της Άνοιξης, σε σκηνοθεσία και σενάριο του Κωνσταντίνου Γιάνναρη, με τους Δάφνη Ιωακειμίδου-Πατακιά, Κωνσταντίνο Ελματζίογλου, Κώστα Νικούλι, Άγγελο Τζάγια κ.ά. θα κάνει τη δεύτερη προβολή του στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης την Τρίτη 10 Νοεμβρίου στις 17.00, και θα βγει στις αίθουσες τον ερχόμενο Φλεβάρη σε διανομή της Odeon.
Ιωσήφ Πρωϊμάκης

Share
Published by
Ιωσήφ Πρωϊμάκης