Του αρέσει να καταγράφει προσωπικές ανησυχίες και ανθρώπινες σχέσεις σε πεντάγραμμα και σημειωματάρια, συνήθως κοιτώντας την Αθήνα από ψηλά – ποτέ αφ’ υψηλού. Κατάφερε να ξεχωρίσει με το δισκογραφικό του ντεμπούτο Μυστικές Χορευτικές Κινήσεις (Veego Records) – δεν έχει προλάβει να συμπληρώσει δύο χρόνια ύπαρξης, η «Νεραντζιά» είναι ακόμα ανθισμένη. Οι προσωπικοί του δαίμονες ντύθηκαν με ονειρικές μελωδίες και indie λογικής χορευτικούς ρυθμούς. To, δύσκολο ή και όχι, δεύτερο άλμπουμ δηλώνει ηχηρά Θα Καταστρέψω τον Κόσμο (Inner Ear) κι, ενώ κρατάει ανάλογες μουσικές διαθέσεις με τo προηγούμενo, στιχουργικά εμπνέεται από την απολογία/δικογραφία του Άνθρωπου Κακού, ενός παρά λίγο εγκληματία των 90s που είναι φυλακισμένος μέχρι σήμερα. 

Ο Άνθρωπος Κακός είναι ο de facto πρωταγωνιστής του δίσκου – ζήλια και κτητικότητα για το έτερον του ήμισυ τον οδήγησαν στην παράνοια κι από εκεί σε ένα σχέδιο μαζικής καταστροφής. Πρόκειται φυσικά για έναν φανταστικό ήρωα που επινόησε ο καλλιτέχνης που ακούει στο όνομα Παιδί Τραύμα και λειτουργεί σαν το αφηγηματικό όχημα για τις πολλές κι ενδιαφέρουσες ιστορίες που έχει να μοιραστεί.

Όλα αυτά ξεκινούν κάπου στα μέσα των 90s, όταν το Παιδί Τραύμα διένυε την εφηβεία του στην πόλη της Πάτρας (από εκεί ή παλιότερα κι όλες οι παρακάτω φωτογραφίες).

Ας ξεκινήσουμε από τότε. Πώς θυμάσαι σήμερα εκείνη την περίοδο; Τεχνικά μιλώντας, δύο πράγματα με στιγμάτισαν έντονα. Το Dangerous του Michael Jackson μου προκάλεσε αμόκ, άρχισα να το ακούω φανατικά και να χορεύω τα κομμάτια του σαν τρελός. Κατόπιν πέρασα μια εντελώς ποπ τριετία. Κάπου στα ’95-’96 πέφτει στα χέρια μου ο Ζορμπάς του Καζαντζάκη, διαβάζω τις δύο πρώτες σελίδες και κατενθουσιάζομαι. Κάπου εκεί το γύρισα στην κουλτούρα. Μετά στο λύκειο, ’97-’99, άρχισα να ακούω Nirvana κι ελληνική ροκ – Ξύλινα Σπαθιά, Τρύπες, Διάφανα Κρίνα. Λίγο αργότερα ήρθαν και οι Στέρεο Νόβα.

Σε κοινωνικό επίπεδο, τι συνέβαινε με εκείνη τη δεκαετία; Ήταν η τελευταία δεκαετία χωρίς κοινωνικά δίκτυα να «επιβάλλονται» πάνω στις διαπροσωπικές επαφές, ακόμα και να τις διαμορφώνουν… Ήταν μια εποχή μεταίχμιο. Θα χωρίζει για πάντα δύο γενιές – όσους γεννήθηκαν πριν και οσόυς γεννήθηκαν στα 00s και ύστερα. Σαν να μπήκε ένα τείχος τότε, δυσκολεύεται η μία γενιά να συναντήσει την άλλη. Μιλούσες με σταθερά τηλέφωνα, έστελνες γράμματα, άκουγες CD και κασέτες. Μεγάλωσα σε φτωχή οικογένεια: είχαμε ένα μηχανάκι και πανηγυρίζαμε, τώρα οι περισσότεροι έχουμε αυτοκίνητα. Τότε μίλαγες το πρωί με φίλους στο σχολείο, κι άντε να έβλεπες και κάποιον μέχρι το βράδυ. Σήμερα, μόνο στη δουλειά στο chat και σε τηλέφωνα, φτάνει μεσημέρι κι έχω «μιλήσει» ήδη με άπειρο κόσμο. Η επικοινωνία των 90s ήταν επιλεγμένη. Η σημερινή είναι μαζική.

Να μιλήσουμε λίγο για το κόνσεπτ του Άνθρωπου Κακού. Ο Marilyn Manson – συμπτωματικά καταλυτικός παράγοντας της ποπ κουλτούρας των 90s – διάλεξε αυτό το το καλλιτεχνικό επώνυμο για να σοκάρει την κοινή γνώμη της χώρας του (πρακτική που εφάρμοσαν όλα τα μέλη της μπάντας του). Δήλωσε κάποτε ότι ήθελε να στηλιτεύσει την ψύχωση της Αμερικής με τους serial killers. Ποια είναι τα αίτια που μας οδηγούν εμάς (και, κατ’ επέκτασιν, τα media) να εκδηλώνουμε αυτό το μάλλον νοσηρό ενδιαφέρον για πάσης φύσεως εγκληματίες; Οι εγκληματίες, και δη οι serial killers, κατά βάθος θέλουν να πιαστούν. Εμείς, σαν απλοί άνθρωποι, μπορεί να πέφτουμε σε καθημερινά «συμπεριφορικά πλημμελήματα», μετά όμως αισθανόματε ενοχές για αυτά. Τα πληρώνουμε με το να μπαίνουμε σε ένα φαύλο κύκλο επανάληψης των «εγκλημάτων» μας. Το δικό μας αντίτιμο για την κακή συμπεριφορά είναι οι ενοχές μας. Οι serial killers συνήθως δεν το έχουν αυτό. Παραδίδονται για να αναγνωριστεί αυτό που έκαναν. 
Όλοι έχουμε έναν μικρό εγκληματία μέσα μας, γι’ αυτό μας ιντριγκάρει η θέα και οι πράξεις του «μεγάλου». Το έγκλημα και το μυστήριο γενικότερα. Διακρίνουμε μια πτυχή του εαυτού μας, απλά σε μεγαλύτερη κλίμακα. Τρέφουμε την επιβεβαίωση ότι είμαστε ηθικά ανώτεροι από τον εκάστοτε εγκληματία. Άρα έχουμε να κάνουμε με μια «αντίστροφη προβολή» του πράγματος αυτού. Καμιά φορά νιώθω ότι ο άνθρωπος έχει έμφυτη μια παρόρμηση βίας μέσα του. 


Σε καθαρά μουσική αποτίμηση, ο δίσκος, με την αρωγή για ακόμα μία φορά του Κτίρια τη Νύχτα σε παραγωγή και μίξη, φέρει περήφανα κι αναπολογητικά urban αισθητική, με synths, drum beats και κιθάρες να παράγουν χάος και ένταση («Ασθενοφόρα», «Με Λένε Μαρία»), συμπληρώνοντας την απαραίτητη αντίστιξη με νανουρισματικής υφής συνθέσεις («Στοπ», «Πάτσι»). Στα περαιτέρω επί μέρους, new age αισθητική διαποτίζει την σχεδόν instrumental «Θεραπεία», ενώ τα καταληκτικά ερμηνευτικά ξεσπάσματα στα «Ακαταλαβίστικο» και «Ο Παλιός ο Χρόνος» προσφέρουν highlight στιγμές συναισθηματικής (απο)φόρτισης. Η δε εξόδια δυστοπία του «Άνθρωπος Κακός» κλείνει μία συλλογή κομματιών που μπορεί να σε κάνει να ανακαλέσεις στη μνήμη ήρεμους Depeche Mode μέσης περιόδου μέχρι το διαπεραστικό trip rock των Puscifer και την ιδιοσυγκρασιακή απαγγελία του Κ. Βήτα.

Εν αντιθέσει με ένα στιβαρό, μουσικά αλλά κυρίως αφηγηματικά, concept album όπως το αρχετυπικό The Wall των Pink Floyd, το Παιδί Τραύμα επιλέγει να ασχοληθεί με τις συναισθηματικές διακυμάνσεις του πρωταγωνιστή του πριν (σκεφτεί να) εκτελέσει την αποτρόπαια πράξη. Με όρους αφήγησης, διερευνά το «γιατί», ουδόλως το «πώς». Αν επεκτείνουμε την αναλογία με τα κόνσεπτ άλμπουμ των Floyd, θα λέγαμε ότι περισσότερο παραπέμπει στο Wish You Were Here.

«Το «πώς» είναι η παρόρμηση ενός παρανοϊκού τύπου που σχεδίασε και ξεκίνησε να εκτελεί την πράξη του σχεδόν εν μία νυκτί. Η παράνοια μιας μέρας εν ολίγοις. Το “γιατί” είναι το φλέγον ζήτημα εδώ. Πώς βίωσε μέσα του την κτητικότητα και την επακόλουθη απομάκρυνσή του από τη λογική. Άραγε θα υπάρξει κάποιος που μπορεί να ταυτιστεί, πέρα από τη μουσική, με αυτό το concept; Δεν θα ήθελα σε καμία περίπτωση κάποιος να ξαναγίνει Άνθρωπος Κακός. Θέλω να τον εμποδίσω από το να γίνει. Ή, τουλάχιστον, να τον βάλει σε σκέψεις». 

Μέσα από όλη τη συζήτηση θα προκύψει και το μείζον ερώτημα:

Πού σταματάει η κτητικότητα και πού ξεκινά η παράνοια; Το όριο ουσιαστικά κείτεται στο να κατανοήσεις σε τι σε εξυπηρετεί αυτό που κάνεις, γιατί είσαι κτητικός/χειριστικός/αλαζόνας/εγωπαθής; Το όριο είναι η κατανόηση και αποδοχή του εαυτού σου. Να διαθέτεις ένα σημείο επαφής με τον εαυτό σου ώστε να αντιλαμβάνεσαι πότε απαιτείται ένα βήμα πίσω. Η κτητικότητα πολλές φορές, ακούγεται οξύμωρο, μεταφράζεται στο ότι δεν αγαπάω τον εαυτό μου. Δεν αγαπώ εμένα. Αγαπώ την εικόνα του άλλου για μένα. Θέλω να ζω μέσα από τον άλλο. Δεν ξέρω ποιος είμαι πραγματικά, ξέρω ποιος είμαι μέσα από τα μάτια του άλλου. Δεν αγαπάω αυτήν, αγαπάω αυτό που αυτή με κάνει να νιώθω. Αυτό έχει πάθει ο Άνθρωπος Κακός. «Δεν αγαπά εμένα, αγαπά αυτό που τον έκανα να νιώθει», όπως λέει και στη “Χιονάτη”. 
Όσο κοινότοπο και να ακούγεται, αν δεν αποδεχτώ και δεν αγαπήσω τον εαυτό μου, αυτό που αγαπάω στους άλλους είναι ο καθρέφτης μου. Γι’ αυτό και η λέξη “καθρέφτης” έχει έντονη παρουσία καθ’ όλη τη διάρκεια του δίσκου. Ίσως για αρχή λοιπόν, όλοι εμείς οι εγωπαθείς,  να πρέπει να διαχωρίσουμε το συναίσθημα «αγαπάω τον τάδε», από το συναίσθημα “αγαπάω τον τρόπο που ο τάδε με βλέπει”. Αυτό μπορεί να είναι και μια καλή αρχή για να πετύχουμε το αντίστροφο.

Παιδί Τραύμα, Θα Καταστρέψω τον Κόσμο – κυκλοφορεί από την Inner Ear
Δημήτρης Μάστορης

Share
Published by
Δημήτρης Μάστορης