Κάθε καλοκαίρι τα ανοιχτά θέατρα της χώρας, με προεξέχον αυτό της Επιδαύρου, υποδέχονται χιλιάδες θεατές που αναζητούν το θέαμα εκείνο το οποίο θα συνδέσουν με τις διακοπές τους, μια εκδρομή ή έστω μια ζεστή αλλά ευχάριστη νύχτα στην πρωτεύουσα. Σε μια συνέντευξη που μου παραχώρησε ο Χρήστος Λούλης λίγο πριν κατέβει ως Αίγισθος στην Επίδαυρο δήλωσε «Το κοινό της Επιδαύρου θα το χαρακτήριζα σαν παιδί, που άμα το καλοπιάσεις μπορείς να του κάνεις τα πάντα και να παίξει μαζί σου κάνοντας σου μια υπέροχη αγκαλιά. Αν όμως το πάρεις από τα μούτρα, γιατί έτσι θέλεις, μπορεί και να σε βρίσει.» Από την άλλη η Μαρία Πρωτόπαππα σε συνέντευξη της στην Popaganda είπε σε σχετική ερώτηση «Γιατί να μπω στον κόπο να χαρακτηρίσω το κοινό της Επιδαύρου; Φεύγουν οι άνθρωποι από την πόλη, απ’ το χωριό τους και έρχονται σε ένα μέρος, μέσα στη φύση, σε μια πανέμορφη αγκαλιά της, να παρακολουθήσουν παράσταση, να κάνουν μπάνιο, να πάνε εκδρομή, να πάρουν αέρα. Όταν λειτουργούσε το θεραπευτήριο, οι παραστάσεις, λένε, ήταν κομμάτι της θεραπείας. Δεν με ενδιαφέρει να ελέγξω τη σύσταση αυτού του κοινού, να το χαρακτηρίσω ή να το κρίνω. Δεν μου περνάει καν απ’ το μυαλό.» Ένα μικρό πάντως ποσοστό του κοινό της Επιδαύρου και άλλων αρχαίων και μη θεάτρων είναι και οι δημοσιογράφοι που ασχολούνται με την κριτική θεάτρου και που κάθε χρόνο βλέπουν τις παραστάσεις και με την εμπειρία και τις γνώσεις τους καταθέτουν στο μέσο τους την άποψη τους γι’ αυτές. Έτσι κι εμείς ρωτήσαμε την Όλγα Σελλά και τη Στέλλα Χαραμή για να μας πουν τι ξεχώρισαν φέτος αλλά και τι τις απογοήτευσε.
Ποια παράσταση ξεχωρίσατε από όσες είδατε το καλοκαίρι και γιατί; Πάει κι η φετινή Επίδαυρος. Όσοι την παρακολουθούμε εδώ και χρόνια, κάθε χρόνια γκρινιάζουμε γι’ αυτό το σύντομο εβδομαδιαίο ταξίδι, και κάθε χρονιά δεν διανοούμαστε ότι δεν θα το κάνουμε κάθε Παρασκευή ή Σάββατο. Τέσσερις παραστάσεις Αριστοφάνη και τέσσερις αρχαίο δράμα είχε το φετινό πρόγραμμα, αλλά το στίγμα έδωσαν οι αριστοφανικές παραστάσεις, κυρίως για τους δημοφιλείς στο ευρύ κοινό πρωταγωνιστές στους οποίους όλες οι παραστάσεις επένδυσαν.
Πιο ολοκληρωμένη και πλήρης από τις αριστοφανικές παραστάσεις οι «Θεσμοφοριάζουσες» του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, χωρίς παρ’ όλα αυτά να φέρνει μια διαφορετική ματιά ανάγνωσης στο αριστοφανικό σύμπαν. Πιο κλασική οι «Αχαρνής» του Κώστα Τσιάνου, άνισες έως προβληματικές ο «Πλούτος» του Νικήτα Μιλιβόγιεβιτς και οι «Βάτραχοι» του Κώστα Φιλίππογλου. Σε «χαμηλές» πτήσεις και χωρίς νέες προτάσεις κινήθηκαν και οι παραστάσεις της τραγωδίας με μόνη εξαίρεση την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία του Θάνου Παπακωνσταντίνου, που ήταν και ο μόνος από τους σκηνοθέτες της νεότερης γενιάς που πήρε εισιτήριο για τη Επίδαυρο που τελείωσε στις 19 Αυγούστου. Μια παράσταση που στήριξε την πρότασή της στην εικαστική της όψη. Όμως επειδή, όπως όλα δείχνουν -και οι κριτικές και τα εισιτήρια- τις εντυπώσεις έκλεψε ο νεότερος της «παρέας», οι πληροφορίες λένε ότι στα Επιδαύρια του 2019 θα υπάρχουν αρκετοί εκπρόσωποι της νεότερης γενιάς.
Ποιος ηθοποιός από τις παραστάσεις του καλοκαιριού ξεχώρισε και γιατί; Θα σταθώ κυρίως στους δεύτερους ρόλους, είτε γιατί ξέραμε τι περιμέναμε από κάποιους πρωταγωνιστές είτε γιατί κάποιοι άλλοι εγκλωβίστηκαν σε προβληματικές σκηνοθετικές ματιές και δεν έδωσαν όσα θα μπορούσαν. Είχαμε όμως πολύ καλές έως εξαιρετικές ερμηνείες σε δεύτερους ρόλους: τη Γαλήνη Χατζηπασχάλη και τον Κώστα Κορωναίο στον «Πλούτο»∙ τον Νίκο Χατζόπουλο στην «Ηλέκτρα»∙ την Αντρη Θεοδότου στις «Θεσμοφοριάζουσες»∙ τον Χρήστο Στέργιογλου και τον Δημοσθένη Παπαδόπουλο στον «Ορέστη»∙ την Αννα Καλαϊτζίδου στους «Βατράχους».
Υπήρξε κάποια συγκεκριμένη τάση φέτος το καλοκαίρι κι αν ναι, ποια; Ξεχωριστή θέση φέτος είχαν οι μουσικές που συνόδευσαν τις παραστάσεις, παρότι μερικές από αυτές θα μπορούσε να πει κανείς ότι κάπου «κλώτσαγαν» ως προς την ενότητα και τη συνομιλία με τα δρώμενα στην ορχήστρα. Μακράν η καλύτερη του Νίκου Κυπουργού στις «Θεσμοφοριάζουσες», ενώ ξεχώρισαν οι συνθέσεις του Μπάμπη Παπαδόπουλου («Ορέστης) και του Δημήτρη Σκύλλα («Ηλέκτρα») με τις επιφυλάξεις που αναφέρθηκαν.
Ποια υπήρξε η μεγαλύτερη φετινή απογοήτευση; (κάτι που είδαμε ή κάτι που δεν είδαμε). Τι δεν είχε η φετινή Επίδαυρος; Δεν είχε νέες προτάσεις, δεν είχε ρίσκα από τους σκηνοθέτες, δεν είχε ούτε καν νέες ερμηνευτικές οπτικές. Ας ελπίσουμε ότι του χρόνου θα μας περιμένουν περισσότερες εκπλήξεις…
Η Όλγα Σελλά είναι δημοσιογράφος και συνεργάζεται με το artplay.gr
Ποια παράσταση ξεχωρίσατε από όσες είδατε το καλοκαίρι και γιατί; Όχι, δεν ήταν ένα παραγωγικό καλοκαίρι (σε προτάσεις, ιδέες και σκηνικές ανατροπές). Αλλά, από την άλλη, μια παράσταση δεν του φτάνει. Γιατί, και στην εικονοκλαστικού μεγέθους «Ηλέκτρα», ο Θάνος Παπακωνσταντίνου επαλήθευσε την αναμονή για μια βαθιά οντολογική εκδοχή δικαιώνοντας την επιλογή του Εθνικού Θεάτρου στο πρόσωπο του. Γιατί, και το σχήμα των Αιμίλιου Χειλάκη, Αθηνάς Μαξίμου και Μανώλη Δούνια βρήκαν στην «Αντιγόνη» τους την ιδανική ισορροπία ανάμεσα στο πώς παρουσιάζεται ένα κορυφαίο κείμενο σε μεγάλο κοινό. Και γιατί οι τσεχοφικές «Τρεις αδελφές» του Τιμοφέι Κουλιάμπιν απέδειξαν και πως το εξεζητημένο, καλλιτεχνικά, γλωσσικό ιδίωμα (θέατρο στη νοηματική γλώσσα από ομιλόντες ηθοποιούς) μπορεί να αποθεώσει τον ποιητικό ρεαλισμό. Γενικά, ψήφος εμπιστοσύνης στο δράμα.
Ποιος ηθοποιός από τις παραστάσεις του καλοκαιριού ξεχώρισε και γιατί; Θα επιστρέψω, χωρίς δεύτερη σκέψη, στην «Ηλέκτρα» του Εθνικού Θεάτρου. Η Αλεξία Καλτσίκη, αν και εγνωσμένης αξίας ηθοποιός, βρέθηκε να ερμηνεύει για πρώτη φορά τον επώνυμο ρόλο επιδαύριας τραγωδίας. Μεγάλη ερμηνεία για το μεγαλύτερο κοινό.
Υπήρξε κάποια συγκεκριμένη τάση φέτος το καλοκαίρι κι αν ναι, ποια; Η τάση είναι ένα επαναλαμβανόμενο συμβάν που καταγράφεται με αντικειμενικούς όρους. Έχω την αίσθηση πως δεν διαπιστώθηκε κάτι τέτοιο. Υποκειμενικά μιλώντας μου φαίνεται πως αρκετές από τις ελληνικές παραγωγές του Φεστιβάλ Αθηνών φλέρταραν με την επίφαση ενός πειραματισμού και πολύ λιγότερο με την ουσία. Σαν να λέμε αποτυγχάνω εκ του ασφαλούς.
Ποια υπήρξε η μεγαλύτερη φετινή απογοήτευση; (κάτι που είδαμε ή κάτι που δεν είδαμε). Θα μπορούσα να δώσω ξανά την προηγούμενη απάντηση. Ή να πω ότι το Φεστιβάλ Επιδαύρου, ως επί το πλείστον, επαναπαύεται και αυτοσυντηρείται μέσα από τη στασιμότητα του. Και πάλι για την παγίδα της «ασφάλειας» ο λόγος.
Η Στέλλα Χαραμή είναι δημοσιογράφος και συνεργάζεται με την Athens Voice, το monopoli.gr και ToSpirto.net