Ο τίτλος της έκθεσης («5») δεν είναι παρά ο αριθμός των συμμετεχόντων καλλιτεχνών και είναι τόσο περιεκτικός, ώστε να μπορεί να συμπεριλάβει πέντε από τους πλέον σπουδαιότερους και καταξιωμένους καλλιτέχνες της ελληνικής εικαστικής – και όχι μόνο- σκηνής. Ο κεντρικός της άξονας επικεντρώνεται στο τι είναι ζωγραφική και τέχνη σήμερα. Οι ερωτήσεις που έθεσα στους συμμετέχοντες  επιδιώκουν, ακριβώς, να προσεγγίσουν τη σχέση που μελετά αυτή η έκθεση πέντε σημαντικότατων καλλιτεχνών με τη ζωγραφική, την Τέχνη και την Ιστορία της και ταυτόχρονα την ορατή ή υπαινικτική σχέση μεταξύ των διαφορετικών οπτικών και των πέντε δημιουργών. Αυτό που με ενδιέφερε από την πρώτη στιγμή που είδα και τα πέντε εξαιρετικά έργα, ήταν να ακούσω τη σκέψη του κάθε καλλιτέχνη και να κατανοήσω τον τρόπο με τον οποίο πραγματώνουν την καλλιτεχνική τους ιδέα. Η βασικότερη των αποριών που μου γεννήθηκε, ήταν πώς έργα αυτής της καλλιτεχνικής αρτιότητας πραγματώνουν την καλλιτεχνική ιδέα του δημιουργού τους και την ίδια στιγμή τον τοποθετούν μέσα στην πραγματικότητα, όπως αυτή μπορεί να οριστεί. Μια σπουδαία έκθεση, με συμμετέχοντες πέντε μεγάλου διαμετρήματος καλλιτέχνες την οποία αξίζει να δείτε.

Γιάννης Μιχαηλίδης , Scrap II , ακρυλικό σε χαρτί , 160 x 80 εκ , 2015

Κύριε Μιχαηλίδη στο έργο σας είναι φανερή, όπως άλλωστε έχετε δηλώσει, η αναπαράσταση μίας συνθήκης και η απόδοση, άλλοτε άμεσα και άλλοτε υπαινικτικά,  μίας αίσθησης φθοράς και αποδόμησης. Ταυτόχρονα, μέσω της υφής του υλικού (πτυχώσεις, αλλαγή όψης) είναι σαν να εκφαίνεται κάτι πέρα από την διαβρωτική επιρροή του χρόνου, ένα φωτεινό σημείο, σαν στοιχείο επαναπροσδιορισμού (ανακύκλωση). Θα ήθελα, λοιπόν, να σας ρωτήσω, αν η ανάδειξη των οπτικών στοιχείων μέσω της υφής του υλικού, έχει κάποια σχέση με την τρέχουσα κοινωνική κατάσταση. Σε κάθε περίπτωση ποια ήταν η αρχική ιδέα σας και ποιά η πορεία της/η διαδικασία δημιουργίας του έργου;

Η ιδέα πάει αρκετά χρόνια πίσω όταν μου προέκυψαν οι ‘μεταλλικές νεκρές φύσεις’, συνθέσεις όπου στην επιφάνεια τους ήδη διαγράφονταν τα πρώτα σημάδια του οξειδωμένου μετάλλου. Η χειρωνακτική διαδικασία παραμένει ίδια και το ένα έργο ωθούσε στη δημιουργία του άλλου. Τώρα αποκτά οντότητα, είναι φύσει και θέσει μια οξειδωμένη επιφάνεια. Η παρουσία του νερού καθώς εγκλωβίζεται στους θύλακες που δημιουργούν οι πτυχώσεις δανείζεται και στοιχεία που αντανακλώνται από το περιβάλλον δημιουργώντας νέες εικόνες. Δε θα παραμείνουν, γιατί το νερό θα υποχωρήσει εξατμιζόμενο και την επόμενη μέρα θα φανεί ένα άλλο, ένα καινούριο έργο. Όμως τίποτα δε μπορώ να προσθέσω στην ζωγραφισμένη επιφάνεια γιατί το χαρτί έχει υποστεί την καταπόνηση των υλικών και της διαδικασίας. Αποσαθρωμένο πλέον το αποδέχομαι και το παραδίδω σε κοινή θέα. Η μεταποίηση έχει επιτευχθεί ολοκληρώνοντας μία πορεία ζωής για να οδηγηθεί στη φθορά και την ανακύκλωση.

Κύριλλος Σαρρής, Κατάλογος Αναγνωστών του Finnegans Wake ή τι γλέντια κάναμε ξαγρυπνώντας τον Φίνεγκαν, 54 κάδρα 64 x 46 εκ., μέρος έργου, μεικτή τεχνική, 1999 – 2011

Κύριε Σαρρή, το έργο σας συνιστά μία εγκεφαλική και διανοητική προσέγγιση της ζωγραφικής και διαλέγεται με την λογοτεχνία. Αυτό που με εντυπωσίασε είναι ότι πραγματεύεται ένα λογοτεχνικό έργο του Τζειμς Τζοις, από τα πλέον δυσανάγνωστα της αγγλικής λογοτεχνίας, λόγω του του πειραματικό του ύφους, η δημιουργία του οποίου διήρκεσε 17 χρόνια. Την ίδια στιγμή το έργο σας, δημιουργήθηκε σε ένα επίσης μεγάλο διάστημα 12 ετών και επιδιώκει να δημιουργήσει έναν άξονα επικοινωνίας με ένα τόσο σπουδαίο λογοτεχνικό βιβλίο. Σαν τα δύο έργα, το ένα μέσω του λόγου/συμβόλων, το άλλο μέσω της ζωγραφικής/συμβόλων, να κινούνται παράλληλα. Και παρόλο που αυτό θα μπορούσε να είναι κάτι δύσκολο και κυρίως απρόσιτο, τελικά το αποτέλεσμα είναι τόσο φυσικό και τόσο αβίαστα  δημιουργικό, καθώς καλεί τον θεατή να αντιληφθεί την πολυσημία των επιμέρους κάδρων μέσω μίας νοητικής και εικαστικής εμπειρίας, πρωτόγνωρης. Ποια είναι η σκέψη και πως πραγματώνεται μέσω του έργου αυτού;

Ο Μάρκ Τουαίν  όρισε ως κλασικό λογοτεχνικό έργο το βιβλίο εκείνο που όλοι θα ήθελαν να έχουν διαβάσει, αλλά κανένας δεν θέλει να διαβάσει. Ο ίδιος ο Τζέιμς Τζόυς είχε προβλέψει ότι ο συνολικός αριθμός των αναγνωστών του Finnegans Wake θα ήταν 11 (έντεκα ) ενώ ο κεντρικός του ήρωας είναι ο HCE (ΝΑ Ο ΚΑΘΕΝΑΣ ) και ο αριθμός των χαρακτήρων που ζει μέσα στον ωκεανό των 63.000 λέξεων του βιβλίου είναι πάνω από 5.000. Εγκαθιδρύει έτσι μιαν αντίφαση όρων, φιλοδοξώντας να γράψει το υπέρτατο λογοτέχνημα που πιθανότατα κανένας δεν θα διαβάσει, ισως για να δικαιώσει τον Μάρκ Τουαίν. Όμως αυτό το βιβλίο για τον κόσμο της σημερινής διανόησης είναι το κανονιστικό έργο της Νεωτερικότητας.

Η προσπάθεια μου, μέσω της «ειρωνείας» με την φιλοσοφική έννοια του όρου, ήταν να καταρτίσω έναν κατάλογο αυτών των μη-αναγνωστών, μετερχόμενος ένα είδος ζωγραφικής που σήμερα θεωρείται από τους ιστορικούς της τέχνης ως μη «έγκυρο», την προσωπογραφία .

Πρέπει να πω επιπλέον ότι το έργο που εκτίθεται εδώ είναι μια λεπτομέρεια (ένα από τα τέσσερα στοιχεία) της εγκατάστασης που έχει τον ίδιο τίτλο, και που μέσω αυτών, ως « εικασίας των νοουμένων και κατ΄οναρ ορομένων»  προσπάθησα να φτιάξω ένα «ανάλογο» της πτώσης και της εξιλέωσης, του θανάτου και της ανάστασης, που είναι κατ΄ουσίαν το θέμα του βιβλίου.

Ευγενία Αποστόλου, Crushed , λάδι σε καμβά , 150 x 130 εκ , 2014

Κυρία Αποστόλου, στο έργο σας είναι έντονο  ένα στοιχείο αυτοαναφορικότητας, αφού ασχολείται με την ίδια την διαδικασία της ζωγραφικής και τελικά της δημιουργίας του. Είναι σαν να διαλέγεται η ζωγραφική με τον χώρο και έτσι αναδεικνύεται μια εσωτερική σχέση μεταξύ τους. Πιστεύετε πως η εσωτερική αυτή σχέση περιορίζεται στο έργο και τον χώρο ή αναπτύσσεται και σε ένα δεύτερο επίπεδο ανάμεσα  στον καλλιτέχνη και τον χώρο του, την κοικωνικοοικονομική πραγματικότητα; Ποιά ήταν η σκέψη σας κυρίως ως προς το έργο;

Το έργο υπάρχει και καθορίζεται μέσα από την διαδικασία ανάπτυξης του. Με ενδιαφέρει η πορεία κατά την οποία διαμορφώνεται το έργο σαν σώμα. Μέσα από ανατρεπτικές χειρονομίες , ρήξεις και  μετατοπίσεις δοκιμάζω τα όρια της φυσικής αντοχής του έργου και επαναδιαπραγματεύομαι την μορφή του. Στην αναζήτηση  ενός άλλου τόπου το λογικό συναντιέται με το παράλογο  και οι  κεκτημένες δομές συνθλίβονται δημιουργώντας νέους χώρους. Τα έργα ευαισθητοποιημένων προς τον κόσμο, με την ευρεία έννοια, δεκτών αντανακλούν και ενσωματώνουν  με κάποιο τρόπο τις εξωτερικές επιδράσεις (φυσικές και κοινωνικές). Άλλοτε με άμεσο,  περιγραφικό και κατηγορηματικό τρόπο και άλλοτε  με υπόκωφες διεργασίες. Εγώ ανήκω στην δεύτερη κατηγορία. Προσπαθώ να αρθρώσω μια γλώσσα που διερευνά την αλληλεπίδραση του εσωτερικού με τον εξωτερικό χώρο  αποδεχόμενη συγχρόνως ότι υπάρχουν ερωτήματα που δεν μπορούν να απαντηθούν.Εξ άλλου σε αυτή την περιοχή του ανεξήγητου ριζώνει και ευδοκιμεί η τέχνη. Αυτή είναι η θέση μου.

Γιώργος Χατζημιχάλης, Μετρήσεις , ακρυλικό σε ξύλο, τρίπτυχο, 150 x 20 εκ. το καθένα, 2011

Κύριε Χατζημιχάλης, πρωταρχικά ερωτήματα της ζωγραφικής: το φως, η απόσταση, η αναπαράσταση της πραγματικότητας παρουσιάζονται στο έργο σας μέσω της μελέτης του βάθους της θάλασσας, του μπλε του ουρανού και της ορατότητας. Είναι σαν να επιστρέφετε στα πιο βασικά ζητήματα που απασχολούν τον καλλιτέχνη σε κάθε στάδιο της πορείας και της δημιουργίας του. Ερωτήματα που πάντα υπάρχουν και επανέρχονται σε κάθε καλλιτέχνη και τα οποία εν προκειμένω παρουσιάζονται με έναν μοναδικό αλλά και μινιμαλιστικό τρόπο μέσω των ζωγραφικών επιφανειών. Η διανοητική αυτή προσέγγιση της αμιγώς ζωγραφικής τεχνικής που στοχεύει και πως επικοινωνείτε με τον θεατή;

Το πρόβλημα είναι ότι η επικοινωνία του  έργου  με τον θεατή δεν εξαρτάται μόνο από το έργο αλλά και από τον θεατή. Εδώ υπάρχει το θεμελιώδες ερώτημα του ποιος είναι ο θεατής, τι σχέση έχει με την ζωγραφική, σε ποιον πολιτιστικό κόσμο ανήκει. Παρόλα αυτά, ελπίζω, ότι αυτό το έργο,  αφού ο θεατής διαβάσει τον τίτλο που το συνοδεύει, θα λειτουργήσει σαν ένα έργο του ιμπρεσιονισμού η του μετά-ιμπρεσιονισμού. 

Η ανάγνωση του τίτλου είναι αναγκαία γιατί βγάζει το έργο από το χάος που τα χρώματα δημιουργούν, τοποθετώντας τα στον πραγματικό κόσμο που γνωρίζουμε, με την προϋπόθεση όμως ότι  γνωρίζουμε τον ίδιο κόσμο. Εδώ όμως επανερχόμαστε στο  αρχικό ερώτημα, ποιος είναι ο θεατής;

Μιχάλης Κατζουράκης, Vodolas M.55.A, μεικτή τεχνική σε καραβόπανο και οντουλέ λαμαρίνα, προφίλ χάλυβα, 160 x 200 εκ., 1995

Κύριε Κατζουράκη, έχετε αναφέρει και εσείς ο ίδιος ότι στην δουλειά σας παρατηρείτε και επεξεργάζεστε  ένα «περιβάλλον κατασκευασμένο από τον άνθρωπο και που έχει την αποτύπωση της ζωής, την φθορά πάνω του». Η αίσθηση της αποδόμησης, του γκρεμίσματος και της φθοράς  είναι φανερή και στο έργο που παρουσιάζετε στην Έκθεση, υποδηλώνοντας μια ψυχική κατάσταση, αλλά ταυτόχρονα τα ζητήματα του βάθους και  της προοπτικής του έργου αναφέρονται και πάλι στην ζωγραφική, σαν δημιουργική διαδικασία. Επομένως, τελικά κατά πόσο είναι εύκολο ή δυνατό η δημιουργία να αποκόβεται από το περιβάλλον της; Ποια είναι η θέση σας; Ποιά η σκέψη σας πίσω από το έργο;

Αν και κατά καιρούς έχω δηλώσει ότι αφορμή των έργων μου είναι μια φωτογραφία, θα πρέπει να τονιστεί ότι δεν βγάζω φωτογραφίες για τη φωτογραφία. Αφορμή είναι ένα οπτικό ερέθισμα, που με ενδιαφέρει από το αποτύπωμα, το πέρασμα, το ίχνος του ανθρώπου σε αστικό, δομημένο περιβάλλον. Έτσι συγκεντρώνω ένα αρχείο  «σημειώσεων», κάτι αντίστοιχο  με τα πρόχειρα σχέδια, εν δυνάμει έργων.

Η διαδικασία δημιουργίας ενός έργου, έτσι όπως το αντιλαμβάνομαι εγώ, είναι κάτι το αφηρημένο. Εκείνο που ενδιαφέρει είναι η σχέση των χρωμάτων, των σχημάτων, των υλικών.  Δεν με απασχολεί  πλέον η προέλευση, αλλά η πράξη της κατασκευής του έργου και ο προβληματισμός του.  Μερικές φορές σε ένα έργο σε οδηγεί το ίδιο  μέσα από τις επιλογές, τις λύσεις, ακόμη και ένα πιθανό λάθος.Είναι ένα ταξίδι στο «άγνωστο». Το τελικό αποτέλεσμα είναι αυτό που φαίνεται.

Εleftheria Tseliou Gallery, Ηρακλείτου 3, Κολωνάκι, 210-3618188 // Μέχρι τις 20 Φεβρουαρίου
Ήλια Μπούρα

Share
Published by
Ήλια Μπούρα