Οι Νύχτες Πρεμιέρας πέρασαν, το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης μόλις τελείωσε, και παρ’ ότι ο καιρός δεν δείχνει να το έχει πάρει απόφαση, το φεστιβαλικό ημερολόγιο λέει ότι ήρθε εκείνη η περίοδος που βάζεις μάλλινο κασκόλ και κοκάλινο γυαλί, και πας και στήνεσαι στην ουρά για το Πανόραμα: το φεστιβάλ που γέμιζε χίψτερς, πριν οι χίψτερ γίνουν λέξη –κι ας το σνομπάρουν κάτι Κανελλόπουλοι απ’ τις ατζέντες τους.
Η αίγλη του φεστιβάλ μπορεί να έχει εκπέσει τα τελευταία χρόνια, με την κρίση να ζορίζει τα οικονομικά του, τις χορηγίες να στερεύουν από παντού, το έμψυχο δυναμικό του να έχει διαμελιστεί, και την ίδια την εφημερίδα που το έστηνε, να έχει περάσει τις δικές της φουρτούνες και να το έχει, πια, εγκαταλείψει. Όμως το Πανόραμα έχει μείνει σταθερό. Δυόμιση δεκαετίες χωρίς διακοπή, και φέτος γιορτάζει τα 26 του, με ένα πρόγραμμα 70 ταινιών, χωρισμένων σε 9 προγράμματα, απλωμένα σε δυο βδομάδες προβολών, σε 3 αίθουσες της Αθήνας: Ταινιοθήκη της Ελλάδας και Capitol 3D Cinema μέχρι την άλλη Πέμπτη, κι ύστερα Ιντεάλ μέχρι τις 27 του μήνα.
Ο χορός των avant premieres του φεστιβάλ, ξεκινά από αύριο, με μια λίστα που περιλαμβάνει μερικούς απ’ τους πιο καυτούς διεθνείς τίτλους της σινεφίλ χρονιάς, όπως το Philomena του Στίβεν Φρίαρς με την Τζούντι Ντεντς σε οσκαρική πορεία, το βραβευμένο για τη σκηνοθεσία τους στις Κάνες, Post Tenebras Lux, του Κάρλος Ρεϊγάδας, τη διαγωνιζόμενη στο Τορόντο τελευταία κινηματογραφική εμφάνιση του Τζέιμς Γκαντολφίνι, Enough Said, ή το ντεμπουταρισμένο στο Τελιουράιντ σκηνοθετικό εγχείρημα του Ρέιφ Φάινς, Η Αόρατη Γυναίκα, που θα κλείσει τη διοργάνωση.
Χωρίς εξτραβαγκάντσες τελετών έναρξης, όμως, το φεστιβάλ ξεκινά απόψε μπαίνοντας κατευθείαν στο ψαχνό, με προβολές επετειακού χαρακτήρα. Το Μέχρι το Πλοίο (1967) του Αλέξη Δαμιανού, εγκαινιάζει το αφιέρωμα του φεστιβάλ στο ελληνικό σινεμά των ‘60s, με αριστουργήματα όπως το προαναφερθέν, τον Ουρανό (1962) του Τάκη Κανελόπολου και τη Συνοικία το Όνειρο (1961) του Αλέκου Αλεξανδράκη, ανάμεσα μια ντουζίνα ταινιών που σου δείχνουν μια αλλοτινή άνοιξη του ελληνικού σινεμά, που σπάνια βρίσκεις κανέναν να θυμάται πια.
Το El Topo (1970), που προβάλλεται επίσης απόψε, είναι ιδανικό ξεκίνημα για το αφιέρωμα του φεστιβάλ στον Αλεχάνδρο Γιοντορόφσκι. Αφιέρωμα που πιάνει σε έξι σταθμούς το έργο του τεράστιου Γιαλλοχιλιανού αβανγκαρντίστα, απ’ το πρωτόλειο Le Cravate (1957) του, και σε πάει μέχρι την πιο αναγνωρίσιμη στιγμή του στο Santa Sangre (1989), πριν το φεστιβάλ σού ντεμπουτάρει την περσινή του συμμετοχή στις Κάνες, με το La Danza de la Realidad (2012).
Το Συγχαρητήρια στους Αισιόδοξους (2012) της Κωνσταντίνας Βούλγαρη, που κλείνει τις προβολές της σημερινής ημέρας στην Ταινιοθήκη, είναι η συμμετοχή του Βαγγέλη Ραπτόπουλου, στην οκτάδα ευρωπαϊκών ταινιών που ζήτησε το Φεστιβάλ από σύγχρονους Έλληνες συγγραφείς να επιλέξουν. Το Όλα Είναι Δρόμος (1998) του Παντελή Βούλγαρη κι η Διπλή Ζωή της Βερονίκ (1991) του Κριστόφ Κισλόφσκι, είναι μερικές ακόμη, από ένα μάτσο ταινιών που σού δίνουν συγγραφείς όπως η Ιωάννα Φακίνου κι η Βάσια Γιανακάρη την ευκαιρία να ξαναθυμηθείς.
Το Αίμα στη Μαύρη Δαντέλα (1964) του Μάριο Μπάβα και ο Μακάβριος Χορός των Σέρτζιο Κορμπούτσι και Αλφρέντο Μεργκερίτι, που προβάλλονται στο Capitol απόψε, ανοίγουν το ματωμένο αφιέρωμα του φεστιβάλ στην παράδοση του ιταλικού giallo, ενός διαχρονικά ανεξάντλητου κινηματογραφικού είδους για θεματικά αφιέρωματα. Απ’ την άλλη, το American Indie Go!, το έτερο θεματικό αφιέρωμα του φεστιβάλ, στον αμερικανικό ανεξάρτητο κινηματογράφο με ευρωπαϊκές ανησυχίες, σού φέρνει στην οθόνη μερικούς απ’ τους λιγότερο προβεβλημένους τίτλους, ενός γενικά υπερπροβεβλημένου είδους.
Το διαγωνιστικό κομμάτι του φεστιβάλ, αποτελούμενο από ευρωπαϊκές ταινίες που δεν έχουν εξασφαλίσει ακόμη ελληνική διανομή, δεν πάει πίσω σε επιλογές, έχοντας μαζέψει μερικά απ’ τα ισχυρότερα χαρτιά του φεστιβαλικού κυκλώματος: το πολυβραβευμένο στην Ιταλία Viva la Liberta, και υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα, θα είναι το πιο καυτό εισιτήριο του τμήματος, ενώ το σλοβενικό Class Enemy που έρχεται απ’ τη Βενετία, και το σέρβικο Τα Παιδιά του Ιερέα που έπαιξε στο Κάρλοβι Βάρι, δεν είναι κι αυτά χωρίς το ειδικό τους βάρος.
Αναλυτικά το πρόγραμμα εδώ.