Το ημερολόγιο γράφει 3 Αυγούστου του 1995 και στο Paramount Theater του Madison Square Garden στη Νέα Υόρκη έχουν μαζευτεί οι δημοφιλέστεροι αστέρες, αλλά και οι ταχύτερα ανερχόμενοι hip hop καλλιτέχνες ολόκληρης της Αμερικής. Είναι τα βραβεία του περιοδικού Source, του μεγαλύτερου και μακροβιότερου ραπ εντύπου, που μέχρι και τις μέρες μας βρίσκεται στην κόψη των εξελίξεων. Η δεκαετία του ’90 είναι ακριβώς στα μισά και η πολύκροτη διαμάχη μεταξύ ανατολικής και δυτικής ακτής βρίσκεται στο ζενίθ της. Μιας κόντρας που έμελλε να βαφτεί με αίμα τα επόμενα δύο χρόνια, με τους τραγικούς, όσο και προσεκτικά σχεδιασμένους, θανάτους των 2Pac και Notorious BIG. Κι όμως σε αυτήν την βραδιά, με τους προβολείς να λάμπουν πιο δυνατά από ποτέ επάνω στο -υπό εδραίωση ακόμα σε όρους mainstream- μουσικό είδος του χιπ χοπ, ένα ντουέτο από την Ατλάντα θα έκλεβε, έστω και για λίγο την προσοχή από τους αναμενόμενους πρωταγωνιστές.
Κάπου ανάμεσα στα γιουχαΐσματα των Νεοϋορκέζων για καθετί δυτικό και τους έξαλλους πανηγυρισμούς των θεατών για κάθε τι ανατολικό που βραβευόταν, οι -άσημοι ακόμα τότε- OutKast ανεβαίνουν στη σκηνή για να παραλάβουν το βραβείο του «καλύτερου ανερχόμενου καλλιτέχνη». Οι κάτοικοι του Μεγάλου Μήλου πιθανόν να μη έχουν καν ακούσει το ντεμπούτο άλμπουμ τους Southernplayalisticadillacmuzik, όμως από κεκτημένη ταχύτητα τους αποδοκιμάζουν έντονα, ως μη δικούς τους. Ένας φανερά τσαντισμένος Andre3000 πλησιάζει το μικρόφωνο και ξεστομίζει μια φράση που θα φρόντιζε από μόνη της να τους εδραιώσει στο ραπ χάρτη. «Ο Νότος έχει κάτι να πει»…
Η αντίδραση που είχαν οι πιουρίστες του hip hop της ανατολικής ακτής όχι μόνο δεν πέρασε απαρατήρητη, αλλά αντίθετα έγινε κίνητρο για τον Andre3000 και το άλλο μισό του συγκροτήματος, τον Big Boi. Κλείστηκαν στο στούντιο, ανέλαβαν πιο ενεργό ρόλο στην παραγωγή και τελειοποίησαν τον διάδοχο του παρθενικού τους δίσκου, ο οποίος όταν τελικά κυκλοφόρησε έμοιαζε βγαλμένος από ένα τελείως διαφορετικό καλούπι σε σχέση με oτιδήποτε άλλο στην μουσική πιάτσα εκείνη την εποχή. Το ATLiens έπιασε άπαντες προ εκπλήξεως, με τον φευγάτο ήχο του, την ενσωμάτωση στοιχείων από ετερόκλητα μουσικά είδη όπως η dub και τα gospels του Νότου, αλλά και την αδιάκοπη διάθεση για καινοτομία και διαφορετικότητα. Οι OutKast ξεκαθλαρισαν μια και καλή πως δε τους ενδιέφερε να γίνουν μέρος της κραταιάς κουλτούρας, αλλά να χαράξουν τον δικό τους δρόμο. Αυτό όμως που δεν γνώριζαν ούτε οι ίδιοι ήταν πως στην συνέχεια της πορείας τους θα άλλαζαν όχι μόνο την ταυτότητα τους, αλλά και εκείνη του ίδιου του hip hop.
Μουσικός τύπος και απλοί οπαδοί θεώρησαν μεν το ATLiens επαναστατικό μουσικά, ορισμένοι δε πίστεψαν πως το γκρουπ δε θα μπορούσε ποτέ να το ξεπεράσει. Είχαν λογαριάσει χωρίς τον ξενοδόχο, μιας και το 1998 το ντουέτο κυκλοφορεί το Aquemini, το τρίτο χρονολογικά άλμπουμ που παραμένει μέχρι και τις μέρες μας όχι μόνο μια από τις σημαντικότερες δισκογραφικές καταθέσεις των OutKast, αλλά κι ολόκληρης της hip hop σκηνής για τα 90s. Το συγκρότημα αποφάσισε να εισάγει ήχους φυσικών οργάνων, προσθέτοντας έτσι μια πιο γήινη διάσταση στον ούτως ή άλλως ξεχωριστό ήχο τους. Όχι βέβαια πως θα έλειπαν τα samples, μιας και μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά του τραγούδια βασίζονται σε αυτά. Δύο από τα πιο αντιπροσωπευτικά του κομμάτια, το “Return of the ‘G'”, με το μνημειώδες ηχητικό δείγμα από το κεντρικό θέμα της ταινίας “Εξπρές του Μεσονυκτίου”, αλλά και το “Skew It on the Bar-B” που δανείζεται στοιχεία από το “Police Woman” του Henry Mancini.
Δύο χρόνια μετά η πορεία του ντουέτο προς την κορυφή και την καινοτομία θα συνέχιζε ακόμα πιο εντυπωσιακά. Οι OutKast ανοίγουν με τον επόμενο δίσκο τους, το Stankonia, το ιδανικό μονοπάτι προς το mainstream. Αποκαλύπτοντας την ποπ καρδιά που χτυπούσε δυνατά στα μουσικά σπλάχνα του γκρουπ. Επειδή όμως η πεπατημένη ποτέ δεν τους αφορούσε, και συνταγές και κανόνες επιτυχίας τους γράφουν πάντα στα παλιά τους τα παπούτσια, κυκλοφόρησαν για πρώτο σίνγκλ το εκρηκτικό “Bombs Over Baghdad”, που συνδύαζε τα σαρωτικά του beats, επηρεασμένα από την ηλεκτρονική ρυθμολογία, με το καταιγιστικό ραπάρισμα του Andre3000 και του Big Boi. Το σινγκλ εξελίσσεται σε εμπορικό Βατερλό, όμως η συνέχεια θα ήταν εντελώς διαφορετική. Η εκκωφαντική επιτυχία του “Ms Jackson” τους βάζει για τα καλά στο ραντάρ των απανταχού μουσικόφιλων, κατακτώντας την κορυφή των τσαρτ ανά τον κόσμο και χαρίζοντας τους πρωτόγνωρη δημοφιλία και φήμη.
Ήταν όμως ο πέμπτος δίσκος των τέκνων της Ατλάντα που θα αποτελούσε την πιο λαμπερή τους στιγμή. Το διπλό τους άλμπουμ Speakerboxxx/The Love Below προσγειώθηκε σαν κομήτης το σωτήριο έτος 2003 και τους εκτινάσσει στην στρατόσφαιρα του παγκόσμιου πενταγράμμου. Το παρθενικό σινγκλ “Hey Ya” είναι το κομμάτι που τους καθιέρωσε ως μια παγκόσμια σταθερά της pop, έγινε αυτόματα κλασικό, με τα vibes του να δονούν ακόμα και σήμερα με ευκολία τις χορευτικές πίστες και τους διαδρόμους των μπαρ. Ο δε δίσκος από τον οποίο προέρχεται αποτελεί πλέον κομμάτι της ιστορίας, μιας και είναι μόλις το όγδοο hip hop άλμπουμ που χαρακτηρίζεται διαμαντένιο, διάκριση που απονέμεται σε LP με πωλήσεις ανω 10 εκατομμυρίων αντιτύπων! Ενώ τα “The Way You Move” και “Roses” συνέχισαν τις επιτυχίες για το ντουέτο και την θριαμβευτική πορεία του Speakerboxxx/The Love Below. Η διττή φύση του, που πακετάρει επί της ουσίας δύο προσωπικούς δίσκους στη συσκευασία του ενός, δημιούργησε ερωτηματικά σχετικά με το κατά πόσο οι OutKast εξακολουθούσαν να παραμένουν συγκρότημα ή εάν τα μέλη τους θα ακολουθούσαν ξεχωριστούς δρόμους.
Όταν μια μπάντα σημειώνει εμπορική επιτυχία συνήθως ακολουθεί μια εκ των εξής δύο διαδρομών: ή βουτάει ακόμα πιο βαθιά στα νερά του mainstream με την επόμενη δισκογραφική δουλειά της ή πραγματοποιεί επιστροφή στο underground, ως αντίδραση στα νέα δεδομένα της θέσης της στο βαρόμετρο της δισκογραφίας. Όταν όμως μιλάμε για τους OutKast υπάρχει και τρίτος δρόμος, με τους δύο φίλους να διαψεύδουν τα σενάρια διάλυσης και να κυκλοφορούν ένα… soundtrack στην δική τους ταινία, το Idlewild. Το φιλμ απογοήτευσε, ο δίσκος πέρασε μάλλον απαρατήρητος και οι OutKast έκαναν για μια ακόμα φορά κάτι εκτός της πεπατημένης. Αποσύρθηκαν από τη δημοσιότητα, δεν απάντησαν ποτέ στο ερώτημα αν διαλύονται ή όχι και στο ενδιάμεσο απασχολούσαν τα μουσικά μέσα με τις solo δισκογραφικές κινήσεις τους (όπως ο Big Boi, που έχει κυκλοφορήσει δύο εξαιρετικούς προσωπικούς δίσκους) ή την δισκογραφική απουσία τους (όπως ο Andre3000, που έχει αφήσει τους εκατομμύρια θαυμαστές του γκρουπ να περιμένουν ακόμα εναγωνίως την πρώτη του δισκογραφική απόπειρα).
Φαντάζει σχεδόν εξωπραγματικό εν έτει 2017 να μην έχει μια πόλη σα την Ατλάντα μουσική φωνή στο ραπ σύμπαν. Μια πόλη που πλέον βρίσκεται όχι μόνο στην αφρόκρεμα των χιπ χοπ κέντρων, αλλά είναι εδραιωμένη ως πηγή των εξελίξεων στο ραπ. Με καλλιτέχνες όπως οι Migos, Future, 21 Savage, Young Thug, Lil Yachty, Childish Gambino, Rich Homie Quan να ορίζουν τις σύγχρονες μουσικές τάσεις, παραγωγούς σαν τους Metro Boomin και Mike Will Made It να πρωτοστατούν στις ηχητικές εξελίξεις και βετεράνους σα τους Ludacris, T.I. και Gucci Mane να επιβεβαιώνουν το διαχρονικό στάτους της πόλης ως hip hop σταθεράς. 23 χρόνια πριν, ωστόσο, τα πράγματα ήταν εντελώς διαφορετικά σε εκείνη την ασφυκτικά γεμάτη, και εχθρική προς το διαφορετικό, αίθουσα του Paramount Theater στο Madison Square Garden. «Ο Νότος έχει κάτι να πει», ξεστόμισε ο Andre3000 με αυθάδεια, σαν ένα λεκτικό υψωμένο μεσαίο δάκτυλο προς τους άπιστους. Αποδεικνύοντας με τον καλύτερο τρόπο πως η πίστη στις δυνάμεις σου και η παντελής αδιαφορία για τη γνώμη των υπολοίπων μπορεί να σε οδηγήσει, σε συνδυασμό με τις απαραίτητες ικανότητες σου στις ρίμες και τα beats, στην κορυφή. Έστω και αν τελικά επιλέξεις να την εγκαταλείψεις οικειοθελώς, όπως έκαναν οι OutKast…