Ο Αίας ο Τελαμώνιος είναι η τραγικότερη φιγούρα του Τρωϊκού Πολέμου από την πλευρά των Αχαιών, όπως ο Έκτορας είναι το αντίστοιχό του από την πλευρά του Τρώων. Η μοίρα τους ήταν να σκοτωθούν από τα δώρα που αντάλλαξαν μεταξύ (το λουρί του Αίαντα έγινε η θηλιά του Έκτορα και το σπαθί του Έκτορα
Γιγάντιος (απεικονίζεται σε αγγεία ακόμα και 1,5 φορά ψηλότερος από τους υπολοιπους ήρωες), εξαιρετικά γενναίος (μαζί με τον Διομήδη είναι οι πιο ακαταπόνητοι πολεμιστές της Ιλιάδας, μετά τον Αχιλλέα), πραγματικός ηγέτης (μονομάχησε δύο φορές με τον Έκτορα), ευγενής (με τους όρους της εποχής), είχε ένα τέλος αδιανόητο, μια από τις πιο παραδειγματικές ιστορίες της μυθολογίας μας, εξ’ου και έχει απασχολήσει τους τραγικούς (ο Αισχύλος είχε ήδη παρουσιάσει ολόκληρη τριλογία πριν τον Σοφοκλή).
Μετά τον θάνατο του Αχιλλέα, η περίφημη πανοπλιά του είναι το απόλυτο κλέος για όποιον Αχαιό την αποκτήσει. Αναμέσα σε αυτόν και τον Οδυσσέα, το δικαστήριο των Αχαιών επιλέγει τον βασιλιά της Ιθάκης, χάρη και στην επιρροή του Αγαμέμνονα, προσωπικού φίλου του τελευταίου.
Ο Αίας θεωρεί ότι αδικήθηκε και αποφασίζει να σκοτώσει όσους του έκαναν αυτή την προσβολή. Όμως η Αθηνά του θολώνει το μυαλό και έτσι, αντί να σκοτώσει τους εχθρούς του, σκοτώνει ένα κοπάδι πρόβατα και τους βοσκούς, πιστεύοντας ότι σκοτώνει τους Ατρείδες και τον Οδυσσέα. Όταν το πρωί θα δει τι έχει κάνει, είναι πια καταδικασμένος να αυτοκτονήσει, καθώς δεν υπάρχει πια άλλος δρόμος.
Η ντροπή κυριαρχεί, γιατί αυτός, ένας ευγενής, δεν μπορεί πια ούτε να γυρίσει στη Σαλαμίνα (ο πατέρας του ο Τελαμώνας έχει ήδη τιμηθεί για τις πολεμικές του αρετές, ενώ ο Αίας πια είναι αυτός που σκότωσε τους δικούς του), ούτε θέλει να κατανικήσει τους Τρώες (για να μην προσφέρει γόητρο στους νέους εχθρούς του, τους Ατρείδες) και ούτε μπορεί να ζήσει με τους Αχαιούς (που ετοιμάζονται να τον λιθοβολήσουν). Η αγάπη των πολύ δικών του ανθρώπων δεν επαρκεί για να τον κρατήσει στη ζωή. Είναι ήρωας και οι ήρωες πρέπει να ζήσουν με τους ηθικούς κανόνες τους.
Ο Σοφοκλής επιλέγει να τοποθετήσει την αυτοκτονία (ο Αίας στήνει το σπαθί του και πέφτει πάνω του) στη μέση της τραγωδίας. Έτσι, τονίζει περισσότερο τις συνέπειες της αδιανόητης πράξης. Ο Αίας φεύγει όπως φεύγει (ξεροκέφαλα, όπως έζησε τη ζωή του) αλλά ο αδερφός του (Τεύκρος), η γυναίκα του (Τέκμησσα) και το παιδί του (Ευρυσάκης) θα πρέπει να ζήσουν με τις συνέπειες. Η Τέκμησσα θα γίνει σκλάβα κάποιου από τους Αχαιούς, το παιδί θα μείνει ορφανό.
Ο Τεύκρος (μελλοντικός πια βασιλιάς της Σαλαμίνας) θα πρέπει να αναλάβει την ταφή του ετεροθαλή αδερφού του. Για να το κάνει αυτό όμως, θα πρέπει να αντισταθεί στις εντολές του Μενέλαου και του Αγαμέμνονα να αφεθεί άταφος ο Αίας. Ο Τεύκρος θα φτάσει στο σημείο να τους βρίσει και η λύση θα δοθεί μόνο όταν ο Οδυσσέας πείσει τον Αγαμέμνονα ότι είναι καλύτερο για όλους να ταφεί ο πρώην σύμμαχός τους και ήρωας του πολύχρονου πολέμου της Τροίας.
Ο Σοφοκλής παρουσιάζει τον χαμό του Αίαντα ως συνέπεια της ξεροκεφαλιάς του. Η Αθηνά τον τρέλανε και του στέρησε όσα είχε κερδίσει στη μάχη, γιατί στην Ιλιάδα είχε αρνηθεί τη βοήθειά της. Όμως, οι θνητοί δεν επιτρέπεται να ξιπάζονται και οι Θεοί δεν γίνεται να μην τους τιμωρήσουν. Αλλά και τους Βασιλιάδες τους επιτρέπεται να αμφισβητούν οι άνθρωποι. Ο Αίας αργά το συνειδητοποιεί και δίνει συμβουλή στους υπόλοιπους (αφού αυτός έχει αποφασίσει να αυτοκτονήσει): « Γι᾽ αυτό στο εξής θα ξέρουμε να υποχωρούμε στους θεούς, θα μάθουμε να σεβόμαστε τους Ατρείδες. Είναι οι αρχηγοί, οφείλουμε να υποχωρούμε. Έτσι δεν είναι;»
Είναι πια μια νέα εποχή. Ο Αίας ήταν χρήσιμος όσο η μάχη ήταν το σημαντικό. Εκτός της μάχης όμως, η γενναιότητά και ο ηρωϊσμός είναι μειονέκτημα. Ο έξυπνος, ο συμβιβαστικός, αυτός είναι που κερδίζει (Οδυσσέας). Άλλοι οι φίλοι της μάχης και άλλοι οι φίλοι της ειρήνης. Ο Αίας δεν μπορεί να δεχθεί αυτή την αλλαγή ήθους, δεν μπορεί να γίνει «σώφρων» αλλά επιλέγει να φύγει ως «έκφρων». «Τώρα πια γνωρίζω ότι και τον εχθρό πρέπει να τον μισούμε τόσο όσο κάποιον που θα γίνει και πάλι φίλος και τον φίλο θα θελήσω να τον στηρίζω και να τον βοηθάω τόσο όσο έναν που δεν θα μείνει πάντα φίλος».
Η Αθήνα, όπως κάθε αυτοκρατορία, έψαχνε να προβάλλει ένα ένδοξο παρελθόν που θα υποστήριζε/δικαιολογούσε την τωρινή της παντοδυναμία. Ο Σοφοκλής, όπως και ο Αισχύλος, επέλεξαν την ιστορία του Αίαντα ακριβώς διότι ο Τελαμώνιος ήταν ένας από τους (επιλεγμένους από το Μαντείο των Δελφών) δέκα Επώνυμους Ήρωες της Αθήνας, μυθικές μορφές από τις οποίες υποτίθεται ότι είχαν προέλθει οι δέκα νέες φυλές της πόλης (υπό τον Κλεισθένη).
Γραμμένος στα μέσα του 5ου αιώνα (μετά το 450πΧ), πολλούς αιώνες μετά τον πόλεμο της Τροίας και με την Αθήνα να είναι πια η παγκόσμια αυτοκρατορία του Χρυσού Αιώνα του Περικλή, ο «Αίας» του Σοφοκλή – το παλαιότερο έργο του – προτρέπει τους Αθηναίους να κατανοήσουν ότι θα πρέπει να αλλάξουν ηθική. Όταν μαινόταν ο πόλεμος με τους Πέρσες, το ιδανικό του ήρωα ήταν απαραίτητο. Τώρα όμως που η φονική μάχη έδωσε τη θέση της στη μάχη της πολιτικής επιβολής (στην Αθηναϊκή Συμμαχία, κλπ), οι ήρωες χρησιμεύουν μόνο ως ανάμνηση αλλά τα νέα ιδανικά είναι η εξυπνάδα, η πονηριά και ο συμβιβασμός – τα απαραίτητα εργαλεία της πολιτικής.