Όσα λένε κορυφαίοι μουσικοί μεταξύ τους…

Τι λένε οι κορυφαίοι μουσικοί όταν βρίσκονται μεταξύ τους; Ποια είναι τα μυστικά της εξαιρετικής ερμηνείας; Τι τους οδήγησε στην επιλογή του εκάστοτε Οργάνου; Τι συμβουλεύουν τους φίλους της μουσικής αλλά και τους μελλοντικούς μουσικούς;  Με αυτές και πολλές ακόμα απορίες εγκαινιάζεται σειρά συζητήσεων μεταξύ καλλιτεχνών με αφορμή τον Κύκλο Σολίστ τής Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών.  Οι συζητήσεις ξεκινούν με την κορυφαία αρπίστρα Γωγώ Ξαγαρά και τον κορυφαίο τρομπονίστα Ανδρέα-Ρολάνδο Θεοδώρου. Οι δύο καταξιωμένοι καλλιτέχνες μιλούν για τα έργα, το ρεπερτόριο, τις μνήμες, την πορεία και τους άρρηκτους δεσμούς τους με την πρώτη Ορχήστρα της χώρας. 

Άρπα και Τρομπόνι. Παίζετε δύο  από τα πιο ασυνήθιστα σολιστικά όργανα μιας συμφωνικής Ορχήστρας. Αισθάνεστε ότι το ρεπερτόριο των οργάνων σας είναι σχετικά περιορισμένο, μειώνοντας ενδεχομένως τον ορίζοντα των επιλογών σας;  Γωγώ Ξαγαρά: Προσωπικά, συχνά αισθάνομαι «ζήλια» για συναδέλφους που παίζουν Μπετόβεν, Σούμπερτ, Σούμαν ή Χάυντν, έργα από τα οποία είμαστε αποκλεισμένοι. Τα τελευταία χρόνια, υπάρχει η τάση από τους αρπίστες παγκοσμίως, να ερμηνεύσουν αυτή τη μουσική, δανειζόμενοι έργα από το πιάνο. Εγώ για παράδειγμα,  παίρνω ένα Κοντσέρτο για πιάνο, ως έχει και το παίζω στην άρπα, γιατί επιθυμώ να ερμηνεύσω συνθέσεις αυτής της εποχής. 

Ανδρέας-Ρολάνδος Θεοδώρου: Εγώ όχι ιδιαίτερα. Έχουν ήδη γίνει κάποιες μεταγραφές, ακόμα και συμφωνικών έργων, για τρομπόνι και πιάνο. Το ρεπερτόριο του τρομπονιού, από τον ρομαντισμό και μετά, έχει γίνει τεράστιο, μπορώ να πω, πολλά τα έργα. Κάποια, βέβαια, δεν παίζονται τόσο συχνά, όπως συμβαίνει και σε άλλα όργανα. 

Ανδρέα-Ρολάνδε, ποια είναι η πιο παλιά σου ανάμνηση από τη μουσική; Α-Ρ.Θ.: Η πρώτη μου εμπειρία, ή μάλλον η πρώτη μου έκπληξη ήταν ο πατέρας μου που έκανε μεταγραφές για κιθάρα και μπουζούκι, γιατί τα βράδια έπαιζε μουσική, τραγουδούσε σε ταβέρνες. Πριν μεταγράψει, λοιπόν, ένα έργο, το έπαιζε στο πιάνο. Μια ημέρα, ενώ έπαιζε, με ρωτάει «ποια νότα είναι αυτή;». Του είπα τη νότα και εξεπλάγη. Αυτή ήταν η πρώτη μου εμπειρία. Ήμουν περίπου 7 ετών.

Ήταν ανταγωνιστικό το κλίμα στην Κέρκυρα σε σχέση με τις Φιλαρμονικές; Ναι, πολύ. Όλη η ζωή μας ήταν η κόντρα με τις άλλες Φιλαρμονικές. Πόσο μάλλον ανάμεσα στις τρεις Φιλαρμονικές της πόλης (την «Παλαιά», την Μάντζαρος και την Καποδίστριας). Το ζήτημα ήταν ποια θα βγάλει τους περισσότερους μουσικούς. Για να καταλάβεις, το Πάσχα δεν ζούσαμε τις γιορτές αλλά για να δούμε ποια Φιλαρμονική υπερίσχυσε. «Η Παλαιά έβγαλε 330 μουσικούς». «Ναι, αλλά η Μάντζαρος έβγαλε 270 και είχε καλύτερο ήχο». «Καλά, μην πούμε τώρα για την Καποδίστριας που έβγαλε 230, αλλά…» (γέλια). Γινόταν χαμός, χαμός.  Ακόμα και με φίλους που έπαιζαν σε άλλες Φιλαρμονικές, όταν πηγαίναμε για καφέ καταλήγαμε να συζητάμε «Πώς παίζετε έτσι εσείς;, Πώς βγαίνετε έτσι έξω; Τι χρυσά γάντια είναι αυτά που φοράτε; Τι φτερά είναι αυτά που έχετε στις περικεφαλαίες» (γέλια).

Η κορυφαία αρπίστρια Γωγώ Ξαγαρά.

Εσένα, Γωγώ, ποια ήταν η πρώτη σου εμπειρία από τη μουσική; Ήμουν 10-11 χρονών, Πέμπτη δημοτικού – όσο είναι σήμερα η κόρη μου. ‘Ενα απόγευμα ο πατέρας μου, ο οποίος δούλευε ως φροντιστής στην Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης μου λέει «θες να πάμε μια βόλτα με το αυτοκίνητο;». «Γιατί όχι;» απάντησα εγώ. Πηγαίνουμε λοιπόν σε ένα σχολείο, άγνωστο σ’ εμένα, μπαίνουμε σε μια αίθουσα και βλέπω έναν κύριο, τον οποίο γνώριζα διότι έπαιζε κρουστά στην Κ.Ο.Θ., και παιδιά που κάθονταν, ένα σε κάθε θρανίο. Με έβαλαν κι εμένα να καθίσω και μου έδωσαν μία σοπράνο φλογέρα και ένα βιβλιαράκι. Θυμάμαι ότι κοίταξα τον μπαμπά μου πάρα πολύ δολοφονικά, διότι όλο αυτό με βρήκε απροετοίμαστη. Βέβαια εκ των υστέρων, πολύ σωστά έπραξε, γιατί δεν θα πηγαίναμε αν μου το είχε πει (γέλια). ‘Ετσι ξεκίνησα να παίζω φλογέρα για έναν χρόνο. 

Και η άρπα πώς μπήκε στη ζωή σου; Πάλι ο πατέρας μου είχε ρωτήσει «θέλεις να μάθεις άρπα;». Θυμήθηκα ότι την είχα δει μία φορά στην τηλεόραση και σκέφτηκα «γιατί όχι;». Στην Αίθουσα Τελετών του ΑΠΘ, μετά από μία πρόβα της Ορχήστρας λοιπόν, γνώρισα τη δασκάλα μου, με έβαλε στην άρπα, κάθισα και με το που ακούμπησα τα δάχτυλά μου, είπα «αυτό φαίνεται ωραίο». Μου είπε, όμως, ο πατέρας μου ότι θα πρέπει να πηγαίνω κάθε μέρα να μελετώ στο Ωδείο και σε αυτό απάντησα «εντάξει, τότε, δεν θέλω». Κι εκείνος μου είπε «όχι, όχι, μην ανησυχείς, θα δεις, θα πηγαίνουμε παρέα». Και όντως πήγαινα κάθε μέρα μετά το σχολείο, και έγινε τρόπος ζωής. 

Πόσο σε έχει δυσκολέψει αυτό το απαιτητικό όργανο, του οποίου το ρεπερτόριό είναι περιορισμένο, ενώ ταυτόχρονα, λόγω μεγέθους είναι και δυσκίνητο; Η δυσκολία στη μετακίνησή του είναι κάτι που το βλέπετε εσείς. Σαφώς δεν είναι εύκολο να πάρεις την άρπα και να φύγεις, αν και για εμένα είναι πλέον εύκολο, γιατί έχω πάει παντού στην Ελλάδα με την άρπα μου. Έχω ταξιδέψει παντού. Βέβαια, έχω αγοράσει αυτοκίνητο που να τη χωράει και τώρα αγόρασα αυτοκίνητο που να χωράει και την άρπα και τα παιδιά μου στο πίσω κάθισμα (γέλια). Πλέον, το ταξίδι είναι ευχάριστο γιατί έχω μαζί την άρπα, πηγαίνω παντού και παίζω, περνάμε ωραία!

Ανδρέας-Ρολάνδος Θεοδώρου: Μπρος στα κάλλη της άρπας, τί είναι ο πόνος της μετακίνησης; (γέλια) 

Πώς νιώθεις Γωγώ γνωρίζοντας ότι η άρπα είναι ένα όργανο που υπάρχει από αρχαιοτάτων χρόνων; Η άρπα είναι όντως ένα όργανο παλιό, αλλά όχι σε αυτή του τη μορφή. Πολλοί μπερδεύουν την άρπα με τη λύρα. Δεν είναι όμως το ίδιο όργανο. Η άρπα υπάρχει από τη Μεσοποταμία, αλλά στη σημερινή της μορφή με τα πεντάλ κατασκευάστηκε το 1800, από τον Σεμπαστιάν Εράρ. 

Γωγώ, ποιος/α πιστεύεις ότι είναι ο μαθητής/τρια που είναι κατάλληλος/η για την άρπα, ποια είναι τα χαρακτηριστικά του/ης, βάσει της εμπειρίας σου; Οι άντρες είναι οι καλύτεροι μαθητές. Και προσκαλώ να σπάσει αυτό το στερεότυπο που υπάρχει στην Ελλάδα, πουθενά αλλού. Όχι τυχαία, οι καλύτεροι αρπίστες στο εξωτερικό είναι άντρες. Το ανδρικό χέρι είναι πιο δυνατό, χωρίς να βάζει πάρα πολλή δύναμη. Γιατί, ουσιαστικά, εμείς δε θέλουμε να βάλουμε δύναμη απ’ όλο το χέρι. Εμείς γυμνάζουμε τις άκρες των δαχτύλων μας. Όλα συγκεντρώνονται στην άκρη του δαχτύλου, εκεί που τραβάς τη χορδή. Χαρακτηριστικό που διακρίνει το ανδρικό χέρι, εκ φύσεως. Τους είναι πολύ πιο εύκολο να παίξουν, έχουν πολύ μεγαλύτερο ήχο και ταχύτητα χωρίς να καταβάλουν μεγάλη προσπάθεια. Σαφώς, έχουμε και εξαιρετικά κορίτσια, αλλά είναι ένα όργανο που δυστυχώς στη χώρα μας είναι λίγο παρεξηγημένο. 

Αν ήταν να δώσεις μία συμβουλή, τι θα ήταν αυτό που θες να κρατήσει ο μαθητής/ η μαθήτριά σου από εσένα; Η μουσική σε μένα δρα θεραπευτικά και το έχω δοκιμάσει και σε μαθητές μου που βιώνουν δυσκολίες. Η συμβουλή μου λοιπόν είναι, στις δύσκολες στιγμές, να πάνε στο όργανο και να παίξουν, απλώς να παίξουν, οτιδήποτε τους κάνει κέφι. Φεύγει ο θυμός, η οργή, το άγχος, φεύγει οποιοδήποτε αρνητικό συναίσθημα. Η μουσική είναι αντικαταθλιπτική. Για του λόγου το αληθές, θα πω ότι η άρπα έχει εισαχθεί εδώ και χρόνια στα νοσοκομεία της Αμερικής, ως θεραπευτικό μέσο. Δεν είναι τυχαίο, οι αρπίστες που το κάνουν αυτό, λένε ότι παίζουν συγκεκριμένες συχνότητες, που δρουν θεραπευτικά στους ασθενείς. 

Όσον αφορά την καριέρα τους τί τους συμβουλεύεις; Όσον αφορά την καριέρα τους, αν υποθέσουμε ότι κάποιο παιδί έχει το χάρισμα, το ταλέντο – γιατί και αυτά πρέπει να υπάρχουν – μετά, φυσικά, πάρα πολλή δουλειά. Δεν γίνεται αλλιώς, δεν υπάρχει άλλος δρόμος, όσο ταλέντο κι αν έχεις. 

Ανδρέας-Ρολάνδος Θεοδώρου: Συμφωνώ, Γωγώ, ως προς τη θεραπευτική ιδιότητα της μουσικής και ισχύει και για το τρομπόνι. Ισχύει, όμως και για το πιάνο, ακούς λίγο πιάνο, ήρεμη μουσική και σου αλλάζει όλη την ψυχοσύνθεση. 

Γωγώ Ξαγαρά: Το αργό μέρος από το Κοντσέρτο του Ραβέλ για πιάνο σε σολ. Κλαίω κάθε φορά. Κι όχι μόνο, είναι σαν κάθε φορά να ξεχειλίζουν τα συναισθήματα από το σώμα σου. 

Ανδρέας-Ρολάνδος Θεοδώρου: Μπράβο, ναι, ναι ακριβώς. Για τους νέους μουσικούς, ή γι’ αυτούς που θέλουν να ασχοληθούν αλλά το σκέφτονται, έχω να πω ότι η μουσική είναι δύο μόνο πράγματα: η μουσική είναι αθώα. Τα παιδιά, σε μικρή ηλικία, είναι αθώα. Αν το κάθε παιδί αφήσει τη μουσική να οδηγήσει τη ζωή του, τότε η ζωή του θα είναι υπέροχη.

Ο κορυφαίος τρομπονίστας Ανδρέας-Ρολάνδος Θεοδώρου.

Το τρομπόνι λειτουργεί ως αγχολυτικό για εσένα, Ανδρέα- Ρολάνδε; Όταν είσαι θυμωμένος, όταν νιώθεις ότι σε κυριεύει κάποιο αρνητικό συναίσθημα, ξεσπάς στο τρομπόνι; Μέχρι πριν τρία χρόνια, ναι. Τα τελευταία τρία χρόνια, που έχω την κορούλα μου, είναι αυτή το αγχολυτικό μου. Αλλά γενικώς, ναι, ο ήχος, η μουσική του τρομπονιού, είτε παίζω, είτε ακούω λειτουργεί κατευναστικά. 

Και οι δύο έχετε παιδιά. Ποιο όργανο διδάσκονται τα παιδιά σας και μία συμβουλή για τους γονείς, με ποιο όργανο να ξεκινήσουν τα παιδιά τους μουσική; Α-Ρ.Θ.: Εν αρχή είναι ο ρυθμός, ο χτύπος της καρδιάς του παιδιού, όταν είναι στην κοιλιά της μητέρας του. Εφόσον εκ φύσεως υπάρχει αυτό, γιατί εμείς να το δούμε διαφορετικά και να πούμε «το παιδί μου θα μάθει αυτό»; Το παιδί με το που γεννηθεί, το βλέπω ήδη από την κόρη μου, ξεκινά να χτυπά τα χέρια του με ρυθμό, να ψάχνει, να ακούει μουσική. Οπότε αυτό που συνιστώ είναι να πάρουν οι γονείς ένα μικρό μεταλλόφωνο. Ή μία φλογέρα, όπως έπαιζες εσύ, Γωγώ. 

Γωγώ Ξαγαρά: Το πιάνο αποτελεί μία καλή βάση. Γιατί τα πνευστά όργανα μπορείς να τα ξεκινήσεις από μία ηλικία και μετά, όπως ξέρεις πολύ καλά Ανδρέα, κι εκεί έχεις να κάνεις με θέματα πιο τεχνικά. Το πιάνο, μέσα σε πολλά εισαγωγικά βέβαια, είναι πιο εύκολο, γιατί απλώς πατάς το πλήκτρο. Είναι πιο προσβάσιμο στα παιδιά. Όμως, πιστεύω ότι το ίδιο το παιδί πρέπει, μέσα από την επαφή και την εμπειρία, να βρει αυτό που του κεντρίζει το ενδιαφέρον. Τα δικά μου παιδιά για παράδειγμα, ξεκίνησαν μεν με πιάνο, αλλά κανένα δεν συνέχισε τελικά (γέλια). Η κόρη μου παίζει τσέλο κι είμαι ιδιαίτερα ευτυχής, γιατί για μένα είναι το απόλυτο όργανο και ο γιος μου διάλεξε να κάνει ηλεκτρικό μπάσο. 

Τί αισθάνεστε ο ένας για τον άλλο; (και οι δύο μαζί) Αγάπη, πρώτα ανθρώπινη και μετά συναδελφική. Και αμοιβαίο σεβασμό.

Πώς κρίνετε τον νέο Κύκλο «Σολίστ της Κ.Ο.Α.» όπου διακεκριμένοι μουσικοί της αναλαμβάνουν τον ρόλο του σολίστα; Α-Ρ.Θ.: Είναι μία ευκαιρία που μας έδωσε ο Καλλιτεχνικός μας Διευθυντής, Λουκάς Καρυτινός, να δείξουμε ως μουσικοί και ένα άλλο πρόσωπo. 

Γωγώ Ξαγαρά: Εγώ θα πω κάτι παραπάνω. Ο Καλλιτεχνικός μας Διευθυντής, ο οποίος πολύ πρόσφατα ανέλαβε αυτή τη θέση – παρότι βέβαια ο κ. Καρυτινός είναι πάρα πολλά χρόνια στον χώρο και μας ξέρει πολύ καλά – πήρε πολύ γρήγορα αυτή τη γενναία απόφαση. Γενναία, γιατί ναι μεν ξέρει καλά τους μουσικούς του, αλλά ταυτόχρονα μας εμπιστεύτηκε. Βλέπω το εγχείρημα πολύ θετικά λοιπόν γιατί πραγματικά δείχνει ενδιαφέρον. Είναι παρόν για να αντιμετωπίσει τυχόν προβλήματα , ώστε το αποτέλεσμα να είναι το καλύτερο δυνατό.

Το κοινό είναι καταλυτικό σε μια συναυλία; Σας επηρεάζει η ενέργεια της πλατείας; Α-Ρ.Θ: Είναι η επιβράβευση. Δεν είναι τόσο επικοινωνία, γιατί τη στιγμή που ερμηνεύω επικοινωνώ με το όργανο, με κάτι ανώτερο. Με το κοινό θα επικοινωνήσω μετά από το πέρας της εκτέλεσης ενός έργου. 

Γωγώ Ξαγαρά: Το κοινό είναι μέρος ενός όλου. Η μαγνητοσκόπηση είναι απείρως πιο δύσκολη. Γιατί επειδή μαγνητοσκοπείς, θες να πλησιάσεις το τέλειο. Όμως, δεν είναι αυτό που κάνεις όταν παίζεις με κοινό. Για μένα, σε αντίθεση μ’ εσένα, Αντρέα, το κοινό είναι επικοινωνία. Ο κόσμος με επηρεάζει, η αύρα, η ενέργειά του επιδρά στην απόδοσή μου τη δεδομένη στιγμή. Μου έχει τύχει σε φεστιβάλ φλάουτου – άρπας να παίξω σε κοινό, το οποίο ήταν παγωμένο. Κι αυτή την ενέργεια μάς την μετέδωσαν κι όλη η συναυλία κύλησε έτσι … Εμένα, ιδίως ως σολίστ, το κοινό μπορεί να μου δώσει παραπάνω ώθηση ή να με συγκρατήσει.  Με επηρεάζει πολύ. 

Info:
Σάββατο: 30 Ιαν. 2021 – 20:30 μ.μ
Η συναυλία μεταδίδεται δωρεάν στη Σελίδα Facebook και το κανάλι YouTube της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών.
Στέλλα Σαρρή

Share
Published by
Στέλλα Σαρρή