Η περίπτωση Φραντς Κάφκα (1883- 1924) έμελλε να αποτελέσει ορόσημο για τη λογοτεχνία του εικοστού αιώνα, αφού η ιδιομορφία της υπήρξε -και εξακολουθεί να είναι- μοναδική και ανεπανάληπτη, εξερευνώντας τα μέχρι τότε ανεξακρίβωτα όρια του παραλόγου. Πρόκειται για αυτήν ακριβώς την έννοια που θα κυριαρχούσε στις αμέσως επόμενες δεκαετίες, τόσο αισθητικά όσο και διανοητικά, στα περισσότερα από τα μεγάλα έργα-σταθμούς που θα καθόριζαν την πορεία του μυθιστορήματος.
Αν και πολλοί είναι οι συγγραφείς που επηρεάστηκαν έντονα, ίσως κανένας δεν κατάφερε να δημιουργήσει εκείνο το ονειρικά παράξενο κλίμα παραδοξότητας και παραλογισμού, μέσα στο οποίο κινείται το έργο του Τσέχου δημιουργού.
Και, πράγματι, τα κεντρικά πρόσωπα του «καφκικού» σύμπαντος δρουν -συνήθως- κατά τρόπο ανορθόδοξο και αποσπασματικό, αγωνιώδη και ενίοτε εξωφρενικό, ενώ την ίδια στιγμή τίποτα από αυτήν τη συμπεριφορά δεν προκαλεί ιδιαίτερα τη λογική των άλλων:
Όλα μοιάζουν να εξελίσσονται εντελώς φυσιολογικά εξωθώντας τις καταστάσεις σε έναν διευρυμένο παραλογισμό, ο οποίος τείνει να τα περιλάβει όλα. Και είναι αυτό το αναπόδραστο παράλογο το οποίο εμφανίζεται ως μία καθολική καταδίκη που αιωρείται πάνω από την ανθρώπινη ύπαρξη, χωρίς κάποιον προφανή λόγο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η περίφημη «Δίκη» στην οποία ο τραπεζικός υπάλληλος Ιωσήφ Κ. συλλαμβάνεται ένα πρωί χωρίς να γνωρίζει τα αίτια της κατηγορίας του. Αρχίζει έναν απελπισμένο αγώνα επιδιώκοντας να ανακαλύψει τι κρύβεται πίσω από αυτήν τη νεφελώδη κατηγορία και τις αοριστολογίες των υπαλλήλων του δικαστηρίου. Ωστόσο, παντού συναντά αξεπέραστες δυσκολίες και αδυνατεί να φτάσει σε οποιοδήποτε αποτέλεσμα. Παράλληλα, ο ασφυκτικός κλοιός της υποψίας που τον βαρύνει γίνεται αφόρητος, όσο ο ίδιος μπαίνει όλο και πιο βαθιά στη φύση ενός κόσμου με ασυνήθιστα άνιση νομοτέλεια.
Οι προσπάθειες για δικαιοσύνη δεν εισακούονται και μοιραία πέφτουν στο κενό. Οι δικαστές παραμένουν αθέατοι και τα όσα διαδραματίζονται στο δικαστήριο είναι -στο σύνολό τους- ακατανόητα. Έτσι, ο αγώνας του για να αποδείξει ότι είναι αθώος, καθίσταται τελικά μάταιος μπροστά στην παρατεταμένη ασάφεια του παραλόγου που σχεδόν μεταφυσικά τον περιβάλλει, τον σφίγγει και τον πνίγει. Σε γενικές γραμμές, σε όλα τα έργα του Κάφκα κυριαρχεί αυτό ακριβώς το θέμα της αναζήτησης μιας λύσης ή διεξόδου από την πλευρά του ήρωα, με τα αλλεπάλληλα εμπόδια που συναντά να του δίνουν την αίσθηση ενός ολοζώντανου εφιάλτη όπου την αγωνία διαδέχεται η ελπίδα, αλλά και η παρεπόμενη διάψευση.
Απ’ την άλλη, στον «Πύργο» ο Κάφκα προχωρεί σε μία ανατομή των σχέσεων ανάμεσα στο άτομο και την κοινωνία. Η ιστορία της άφιξης του Κ. στον οικισμό που βρίσκεται κάτω από την κυριαρχία του Πύργου, η απομόνωσή του και η αμηχανία του, η έντονη επιθυμία του να έχει την αποδοχή και η αποξένωση και το άγχος που κυριαρχούν νομοτελειακά, δημιουργούν τις προϋποθέσεις για μία αριστουργηματική ιστορία. Εδώ τα παράλογα γεγονότα διαδέχονται ασταμάτητα το ένα το άλλο, ο φόβος και η ανησυχία διαρκώς αυξάνονται και η ανάγκη για κάποιας μορφής λύτρωση ξεπερνά κάθε όριο.
Αλλά είναι με τη «Μεταμόρφωση» που ο Κάφκα θα κατάφερνε να αποτυπώσει απαράμιλλα την αλλοτρίωση και την ολοκληρωτική απώλεια της προσωπικότητας που υφίσταται ο άνθρωπος εν μέσω της καταπίεσης και των υποχρεώσεων. Ήδη, η πρώτη φράση του διηγήματος εισάγει άμεσα τον αναγνώστη στην υπόθεση και καταφέρει αιφνίδια ένα καίριο πλήγμα στον ορθολογισμό του, καθώς καταρρίπτει εξαρχής τις λογικές συμβάσεις: «Όταν ο Γκρέγκορ Σάμσα ξύπνησε ένα πρωί από ανήσυχα όνειρα, βρήκε τον εαυτό του στο κρεβάτι μεταμορφωμένο σε ένα τεράστιο απεχθές ζωύφιο». Και, όμως, ενώ μια τέτοια διαπίστωση μοιάζει με έναν -ασυνήθιστο, έστω- εφιάλτη, το στοιχείο του παραλόγου «αποδυναμώνεται» από τις άκρως ρεαλιστικές περιγραφές που το συνοδεύουν, καθιστώντας το απολύτως πειστικό.
Σε αντίθεση με τη «Δίκη» και τον «Πύργο», όπου η μεταμόρφωση αφορά το περιβάλλον και την καθημερινότητα του πρωταγωνιστή (στη θέα και την παράνοια των οποίων στέκεται έκπληκτος και ανίσχυρος), στο παρόν διήγημα η μεταμόρφωση παρεισφρέει στο ίδιο του το σώμα. Η συνεχής εκμετάλλευση, ο αμείλικτος κρατικός παρεμβατισμός, η τρομακτική γραφειοκρατία, οι ασφυκτικές αξιώσεις του οικογενειακού περιβάλλοντος, αποτελούν τις αιτίες της μεταμόρφωσης του πρωταγωνιστή.
Πάντως, αυτό που εκπλήσσει και εντυπωσιάζει σε κάθε ιστορία του Κάφκα είναι ότι αποδίδεται με την απόλυτη διαύγεια ενός ακραία εφιαλτικού ονείρου. Και ο άνθρωπος αποδέχεται την τραγική του μοίρα παθητικά, γίνεται βορά για την εκάστοτε ακατανόητη και ανεξέλεγκτη εξουσία η οποία τον καταδιώκει, τον καταπιέζει, τον υποτάσσει και –ενίοτε- τον συνθλίβει. Αυτά, λοιπόν, τα όνειρα με την κρυστάλλινη απεικόνιση των πλέον τρομακτικών εκδοχών της Κόλασης τα οποία συνιστούν την πρώτη ύλη για τα μυθιστορήματα του Φραντς Κάφκα, ήταν πραγματικά!
Τα όνειρα που απαρτίζουν την παρούσα συλλογή με τίτλο «Όνειρα» προέρχονται από τα ημερολόγια και τις επιστολές του Φραντς Κάφκα και είναι καταγραφές ονείρων εν είδει υπενθύμισης ή και εξορκισμού. Ο Κάφκα, όπως μαρτυρούν τα ημερολόγιά του, υπέφερε από αϋπνίες και είχε έναν εξαιρετικά ανήσυχο ύπνο. Ο ίδιος, πάντα ανήσυχος, παρακολουθούσε και κατέγραφε με κάθε λεπτομέρεια τις νυχτερινές αυτές εμπειρίες, συχνά ως ολονύχτια πάλη που τον άφηνε εξουθενωμένο. Στο πλαίσιο αυτής της δυσκολίας με τον ύπνο, τα «καφκικά» όνειρα παρουσιάζονται ως βασανιστικά αλλά και ως πηγή έμπνευσης άρα και πλήρωσης και ευτυχίας και φόβου. Πάνω απ’ όλα, όμως, πρόκειται για περίτεχνες -εκ των υστέρων- εξιστορήσεις.
Είναι προφανές ότι με τη συλλογή αυτή δεν παρουσιάζονται καθαυτά τα όνειρα του συγγραφέα, αλλά προσεχτικές αφηγηματικές κατασκευές. Και είναι μέσα από αυτές που ο αναγνώστης θα αναγνωρίσει όλες εκείνες τις ιδέες, τις προϋποθέσεις, τις παραμέτρους και τις ιδιαιτερότητες που κρύβονται πίσω από τον πυρετικό, τρομώδη, αγχωτικό, παράλογο και –ταυτόχρονα- απολύτως πειστικό κόσμο: αυτόν που μας αποκαλύπτει η μεγαλειώδης λογοτεχνία του Φραντς Κάφκα…
Φραντς Κάφκα
«Όνειρα»
Μετάφραση: Αλεξάνδρα Ρασιδάκη
Εκδόσεις: Άγρα
Σελίδες: 144
Ευγενία Φακίνου
«Γράμματα στη Χιονάτη
Εκδόσεις: Καστανιώτη
Σελίδες: 240
Μια γυναίκα με ασυνήθιστη εμφάνιση φτάνει σε ένα χωριό που εγκαταλείπεται από τους κατοίκους του λόγω κατολισθήσεων, επιλέγει ένα απομονωμένο σπίτι και περιμένει το «άλλο χιόνι». Σε αυτό το σκηνικό εγκατάλειψης η γυναίκα θα παρασυρθεί σε αναπάντεχες περιπέτειες, σε μια περιδίνηση σε τόπους κοντινούς αλλά και σε ανεξερεύνητα μέρη της ύπαρξής της. Θα συναντήσει έναν σπουδαίο και οργισμένο ποιητή, που επίσης κρύβεται, θα παραστεί ψυχρή σαν άγαλμα σε έναν απρόσμενο γάμο αλά Κουστουρίτσα, θα βρεθεί με τα «ρετάλια» του παλιού κοινοβίου τον Ρόθκο, τον Καίσαρα και την αινιγματική Αισθήρ. Κανείς, όμως, απ’ όλους αυτούς δε θα ασκήσει πάνω της την καταλυτική επιρροή της Χιονάτης, όπως ονομάζει ένα αμίλητο κορίτσι που το φέρνει η χιονοθύελλα. Ένα μυθιστόρημα αινιγματικό και ταυτοχρόνως λυτρωτικό, γεμάτο συμπόνια αλλά και πολλά ερωτήματα.
Γιώργος Γιώτσας
«Το κουτί»
Εκδόσεις: Bell / Χαρλένικ Ελλάς
Σελίδες: 270
Η Ζένια, μαθήτρια της δευτέρας λυκείου, βιώνει μια δυσβάσταχτη καθημερινότητα όπου έρχεται αντιμέτωπη με το ρατσισμό και το μπούλινγκ στη γειτονιά της και στο σχολείο. Μέλος μιας δυσλειτουργικής οικογένειας, με δυο γονείς που δείχνουν αδιάφοροι και επικίνδυνοι, η Ζένια δίνει όλη της τη φροντίδα και τη στοργή στον μικρό της αδερφό Νικόλα, που την έχει ανάγκη. Το πάθος της για τη μουσική και η ανακάλυψη των αισθημάτων ενός συμμαθητή της για κείνη, θα δώσουν στην κοπέλα την ελπίδα και το κίνητρο που χρειάζεται για να προχωρήσει μπροστά. Μέχρι τη στιγμή που ένας καθηγητής της θα εισβάλει στη ζωή της, την ίδια περίοδο που ο αδερφός της αρρωσταίνει πολύ σοβαρά. Τότε εκείνη θα αρχίσει να γλιστράει στα σκοτάδια του μυαλού και ο εφηβικός της θυμός θα εξαπλωθεί μέσα της. Μια επιδέξια ιστορία για την προσπάθεια ενός νέου ανθρώπου που αγωνίζεται να επιβιώσει μέσα σε μια πραγματικότητα που του ζητάει να θυσιάσει ό,τι πιο πολύτιμο έχει.
Επιστημονική επιμέλεια: Χρήστος Λάσκος &Δημοσθένης Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος
Σελίδες: 424
Εκδόσεις: Τόπος
Η διαχείριση της πανδημίας, στην Ελλάδα και διεθνώς, αποκαλύπτει το επικίνδυνο κενό μιας αριστερής αντιπολίτευσης μεγάλης εμβέλειας. Το σημείο που βρισκόμαστε σήμερα συνδέεται αναπόφευκτα με την περίοδο 2015-2019 – με όσα έκανε και δεν έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ στην υγεία, την οικονομία, την εκπαίδευση, την εργασία, την κοινωνική πολιτική, τις διεθνείς σχέσεις, το προσφυγικό, το περιβάλλον. Η αποτίμηση αυτή δεν αφορά πρωτίστως στο παρελθόν, ούτε είναι υπόθεση αποκλειστικά των κοινωνικών επιστημόνων. Καθώς η εν εξελίξει πανδημία δεν ήταν ένας «μαύρος κύκνος», εφόσον οι διαβεβαιώσεις του 2018 για την υπέρβαση της κρίσης και την προστασία των εργαζομένων αποδεικνύονται αβάσιμες, ο δρόμος του «μικρότερου κακού» που διανύθηκε δείχνει από πού ήρθαμε και, κυρίως, πού (δεν) πρέπει να ξαναπάμε: τι επιτεύχθηκε και τι παραχωρήθηκε – αν βοήθησε ή αν έβλαψε η συγκεκριμένη «εμπειρία διακυβέρνησης» το ελληνικό και το διεθνές κίνημα. Τελικά, είναι καλό να κυβερνάει η Αριστερά;