Η Κρυφή Ζωή του Γουόλτερ Μίτι
ΗΠΑ, 2013, Έγχρωμο
Σκηνοθεσία: Μπεν Στίλερ
Πρωταγωνιστούν: Μπεν Στίλερ, Κρίστεν Γουίγκ, Σον Πεν
Διάρκεια: 114’
Σε γενικές γραμμές, δεν μπορώ να πω πως έτρεφα ποτέ ιδιαίτερη εκτίμηση για τον Μπεν Στίλερ, θεωρούσα το ξινό και μονίμως passive aggressive στυλ του κάπως εκνευριστικό. Τον προτιμούσα, όμως, στα διάφορα επιλεγμένα cameo που έκανε πότε-πότε (το «Policia!» στο Anchorman παραμένει σταθερό inside joke), ενώ μου φαινόταν πιο συμπαθής σε ρόλους τύπου Zoolander. Μα ήμουν περίεργος να δω τι θα σκάρωνε σκηνοθετικά σε μια ταινία που στο άκουσμα της υπόθεσής της η πρώτη σκέψη ήταν «Γκοντρί». Εμπορικό αμερικανάκι ο ένας, ποιοτικότατος (όταν θέλει) ευρωπαίος ο άλλος. Ο Γουόλτερ Μίτι θα άγγιζε στο ελάχιστο με τις φαντασιώσεις του τις περίπλοκες νοητικές διεργασίες που επιχειρεί να αποδώσει ποιητικά ο Γάλλος φιλοσουρεαλιστής;
Ο Μίτι, λοιπόν, είναι ένας μεσήλικας ονειροπόλος που εργάζεται ως διευθυντής φωτογραφίας στο περιοδικό Life. Η έντονη φαντασία του τον οδηγεί πολλές φορές στην πλήρη εγκατάλειψη της πραγματικότητας και στη νοητική βύθιση σε ταξίδια που ποτέ δε θα κάνει. Όταν το Life ανακοινώνει πως θα κλείσει και θα συγχωνευτεί με ένα άλλο περιοδικό, κάνει ό, τι μπορεί για να κρατήσει τη δουλειά του. Αλλά υπάρχει ένα προβληματάκι: η φωτογραφία του τελευταίου εξωφύλλου (που αποτελεί σύμφωνα με τα λεγόμενά του και την πεμπτουσία του Life) αγνοείται. Σε τι μήκη θα φτάσει ο Γουόλτερ προκειμένου να τη βρει;
Ας το θέσουμε ως εξής. Δεν είναι Γκοντρί, επειδή δεν μπορεί εκ φύσεως να είναι Γκοντρί. Αλλά παραμένει μια σκερτσόζικη και ειλικρινής μεταγραφή της εικονοποιίας στα αμερικάνικα mainstream δεδομένα, δεν υπάρχει η ψυχεδελική πολυχρωμία και το ηθελημένα αφαιρετικό/παιδικό στυλ στα εφέ του. Αυτά είναι σαφώς πιο καλογυαλισμένα και υπερβολικά, συνοδεύοντας την υπέροχη φωτογραφία (η φύση της Γροιλανδίας και της Ισλανδίας στέκει πανέμορφη και μεγαλειώδης) και τον συγκινητικό πόθο για δυνατά αισθήματα: έρωτα, θλίψη, αδρεναλίνη, όσα μπορούν να κρατήσουν τον άνθρωπο μακριά από τη μίζερη σκουριά του και να τον κάνουν να δώσει αξία στο οξυγόνο που ανακυκλώνει. Όχι πρωτότυπο μήνυμα για το mainstream στερέωμα, μα σίγουρα υποστηριζόμενο από μια τεχνοτροπία που του ταιριάζει, ακόμα και όταν κυλιέται στα κιτς τεχνάσματα που θυμίζουν διαφήμιση Nescafe.
Μια και αναφέρθηκα σε διαφημίσεις, είναι φανερό ότι μεγάλο μέρος της ταινίας βασίζεται στην παρωδία. Μα όχι στην αυθύπαρκτη παρωδία που αποτελεί τον αυτοσκοπό άπειρων ταινιών που θέλουν να ονομάζονται spoof movies· το ίδιο το σενάριο επιτάσσει την (καλαίσθητη) χρήση παρωδιακών στοιχείων εμπνευσμένων από διαφημίσεις, βιντεοκλίπ και άλλες ταινίες. Δεν υπάρχουν για να καθορίσουν την ταινία ως κωμωδία αποκλειστικά βασισμένη σε αναφορές, τοποθετούνται σκαμπρόζικα και, ναι, παράγουν γέλιο.
Σε θέμα ερμηνειών δεν βρισκόμαστε προ ιδιαίτερων, αλλά ούτε και δυσάρεστων εκπλήξεων. Ο ίδιος ο Στίλερ ερμηνεύει τον πιθανόν τρυφερότερο ρόλο της καριέρας του, ο Σον Πεν ως αριβίστας φωτογράφος παίζει τον εαυτό του και ο αχώνευτος διευθυντής βρίσκει το κατάλληλα κλισέ πρόσωπό του στον Άνταμ Σκοτ.
Μάλλον όχι το έργο για το οποίο θα μείνει στα τεφτέρια ο Στίλερ ως σκηνοθέτης, μα σίγουρα μια ζεστή αμερικανιά, όσο μπορούμε να την αποκαλούμε έτσι, με φωτεινό, pro-life επιμύθιο, αμέριστη τρυφερότητα και γραφικά tear jerkers που δε θα ‘πρεπε να λείπουν για να ολοκληρωθεί η εμπειρία. Μεγάλο συν το αυξημένο rewatch value της και με το ζόρι κρατιέμαι για να μην αναφερθώ στο ότι για δεύτερη φορά φέτος κινηματογραφικά ακούμε το Space Oddity σε μια ανατριχιαστική σκηνή. Σε κάθε περίπτωση, τα πάνω της υπερτερούν των κάτω της.
Page: 1 2