Οι Måneskin είναι νέοι, sexy κι ωραίοι. Δεν είναι όμως για όλους. Για την ακρίβεια, υπάρχουν άνθρωποι που αποκαλούν τη μουσική και τα επιχειρηματικά τους βήματα “cringey”, άλλοι που αναρωτιούνται τι δουλειά έχει το rock ‘n’ roll με τη Eurovision και το X-Factor στα οποία έχουν βρεθεί, αλλά και κάποιοι που βρίσκουν τις κινήσεις τους επιτηδευμένες και βασισμένες στην προσπάθεια να αποδείξουν πως είναι μια ριζοσπαστική και ‘LGBTQ+ friendly’ μπάντα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα του τελευταίου επιχειρήματος, αποτελεί το προ μερικών ημερών release party του νέου τους άλμπουμ “RUSH!”, με διοργανωτή το Spotify, στο οποίο τα τέσσερα μέλη του ιταλικού glam-rock συγκροτήματος «παντρεύτηκαν» μεταξύ τους με «κουμπάρο» τον εμβληματικό σχεδιαστή μόδας, Alessandro Michele. Ο ντράμερ φορούσε το νυφικό, οι βέρες περάστηκαν και στων τεσσάρων τα χέρια, και κάπως έτσι θέλησαν να περάσουν το μήνυμά τους υπέρ της ισότητας στο δικαίωμα του γάμου. Μεταξύ άλλων, δέχτηκαν κατηγορίες για queerbaiting – παρόλο που η μπασίστρια και ο ντράμερ ανήκουν στην LGBTQ+ κοινότητα – με το γκρουπ να απαντάει πως «βρίσκεται καθημερινά πολύ κοντά με ανθρώπους από την κοινότητα» και να υπερασπίζεται το δικαίωμα των ανθρώπων που δεν ανήκουν στο community στο gender fluid στυλ.
Προσωπικά, δεν ταυτίζομαι με κανένα από τα παραπάνω επιχειρήματα, γιατί απλούστατα οι Måneskin μου αρέσουν και μου φτιάχνουν τη διάθεση. Είμαι της άποψης ότι, όταν η μουσική βγάζει τον καλύτερο εαυτό μας, σέβεται – προπάντων – τους ανθρώπους, και μας κάνει να χορεύουμε για ώρα μπροστά από τον καθρέφτη, τότε τα πολλά λόγια γίνονται φτώχεια και το κράξιμο κουραστικό. Με τον ίδιο ενθουσιασμό που είχα όταν τους είδα στη σκηνή της Eurovision, ακούω σήμερα τα πιασάρικα pop-rock κομμάτια του τρίτου τους δίσκου. Κινούμενοι στη σφαίρα του mainstream και του pop culture, τα “cool kids” των 90s, καταφέρνουν παράλληλα να μεταγγίσουν στο κοινό ένα αίσθημα ελευθερίας και ανεμελιάς που χαρακτήριζε τις ένδοξες εποχές του rock, στα 70s και στα 80s. Κεντρικό τους σύνθημα: “We don’t give a f*ck”. Σε αντίθεση με όσους ισχυρίζονται πως το rock ‘n’ roll έχει πεθάνει και η σύγχρονη ζωή δεν διαθέτει το πρόσφορο έδαφος για να ανθίσει ξανά, πιστεύουμε πως ο κάθε καλλιτέχνης μπορεί να φτιάξει τους δικούς του κανόνες, ανεξαρτήτως εποχής.
Κάπως έτσι, ανάμεσα σε αμέτρητα επικριτικά σχόλια, ο Damiano (φωνή), η Victoria (μπάσο), ο Ethan (ντραμς) και ο Thomas (ηλεκτρική κιθάρα), έφτασαν να κατακτούν στα 20 και κάτι τους τον παγκόσμιο μουσικό χάρτη, κάνοντας σπουδαίους καλλιτέχνες όπως ο Iggy Pop και ο Tom Morello των Rage Against the Machine και Audioslave, να συνεργαστούν μαζί τους (στα κομμάτια “I Wanna Be Your Slave” και “Gossip” αντίστοιχα), αλλά και τον ιταλικό οίκο Gucci να τους ντύνει φανατικά σε κάθε τους εμφάνιση. Ξεκινώντας ως μία μπάντα που έκανε street performances στην Ιταλία, έχουν καταφέρει σήμερα με φρενήρεις ρυθμούς να παίζουν στα μεγαλύτερα φεστιβάλ και stages του κόσμου – Από την Ευρώπη μέχρι το Μεξικό, την Ιαπωνία και την Αμερική.
Φυσικά και έβαλε το χεράκι της η νίκη τους στη Eurovision, γιατί όμως να μας πειράζει αυτό; Λες και όποιος πηγαίνει στον διαγωνισμό καταλήγει σαν τους Måneskin. Για την ακρίβεια, μαζί με τους ABBA (1974) και τη Celine Dion (1988), ίσως να είναι και οι μόνοι που σημειώνουν τόσο μεγάλη καριέρα μετά τον διαγωνισμό και δεν αποτελούν μία ακόμη από τις συμμετοχές που ξεχάστηκαν σε κάτι μέρες.
Πάμε παρακάτω. Αφήνουμε τις κόντρες στην άκρη για να ακούσουμε το νέο δισκογραφικό τους εγχείρημα, RUSH! που κυκλοφόρησε στις 20 Ιανουαρίου, από την Epic Records και τη Sony. Ιδού ο track-by-track σχολιασμός των 17 κομματιών του:
Το opening track ενός δίσκου, συνηθίζει να μας προϊδεάζει για τη γενικότερη ατμόσφαιρά του. Το “Own My Mind” ανεβάζει τους παλμούς στο RUSH! από νωρίς, με ένα ρεφρέν που μας ξεσηκώνει να χορέψουμε, χάρη στο σέξι μπάσο της Victoria και τα πληθωρικά ντραμς του Ethan. Ένα τραγούδι ιδανικό για αρένα.
Η συνέχεια έχει glam και καυστικότητα. Σε συνεργασία με τον εμβληματικό κιθαρίστα Tom Morello, οι uptempo rockers πρόσθεσαν μια στρώση ίντριγκας στα εμβληματικά κιθαριστικά riffs του Morello. Στο “Gossip”, ο Damiano αποτυπώνει με χιούμορ την κουλτούρα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και το διαρκές κυνήγι του καθωσπρεπισμού και της τελειότητας που αυτά προβάλλουν.
Οι τόνοι πέφτουν και αυτή η γλυκιά μπαλάντα είναι αφιερωμένη στην κοπέλα του Damiano, Giorgia Soleri. Το “Timezone” αποτυπώνει το αίσθημα του να βρίσκεσαι για μέρες – ακόμη και μήνες – μακριά από την/τον αγαπημένη/ο σου, όμως το μόνο που σας χωρίζει στην πραγματικότητα να είναι η διαφορετική «Ζώνη Ώρας». Το αγόρι δεν το νοιάζει τίποτα, ούτε καν η φήμη. Τι να την κάνει χωρίς την αγαπημένη του;
Το ερωτικό γράμμα του “Timezone” δίνει τη θέση του σε ένα cheesy ρυθμικό track, που μιλάει για μία ιστορία εκδίκησης. Στο “Bla Bla Bla” το μπάσο είναι βαρύ και groovy, με την υπογραφή της Victoria, καθώς ο Damiano απευθύνεται στην κοπέλα που κάποτε τον πλήγωσε, λέγοντάς της πως έτσι κι αλλιώς «ούτε η μαμά μου σε συμπάθησε ποτέ».
Ίσως το πιο αδιάφορο κομμάτι του δίσκου, ξεκινάει με ένα χλιαρό riff του Thomas για να μιλήσει για μία σεξουαλική σχέση, που όπως τραγουδάει ο Damiano, πολύ θα ήθελε να γίνει κάτι παραπάνω από αυτό. Προχωράμε στο επόμενο.
Ένα από τα αγαπημένα μου track του δίσκου, ξεχωρίζει για τον οργισμένο δυναμισμό του και την ατόφια rock ‘n’ roll ενέργειά του. Το “Gasoline” έγινε και το αγαπημένο των fans πριν ακόμη συμπεριληφθεί στο Rush! Το συγκρότημα το παρουσίασε αρχικά στο Global Citizen Stand Up for Ukraine (στο οποίο σημειώθηκε και η μεγάλη επιστροφή των Pink Floyd). Οι Måneskin συνέχισαν να παίζουν το κομμάτι στις συναυλίες τους, με τον Damiano να αποδεικνύει πως πέρα από χαρισματικός performer, διαθέτει και μία αψεγάδιαστη φωνή με εντυπωσιακό γρέζι.
Ώρα για ένα πολύ πιασάρικο track. Το “Feel” μας κάνει και πάλι να χορέψουμε με τους pop-rock ρυθμούς του και μας υπενθυμίζει πως δεν χρειάζεται να παίρνουμε τα πράγματα πολύ στα σοβαρά. Δεν διστάζει να κοροϊδέψει ευθέως τη φήμη του σκληρού πάρτυ που διέπεται από το τρίπτυχο “sex – drugs – rock ‘n’ roll”, κάνοντας αναφορά στο viral περιστατικό της Eurovision, όπου φήμες τους ήθελαν να κάνουν χρήση κοκαΐνης την ώρα της ανακοίνωσης της βαθμολογίας, επειδή οι κάμερες «τσάκωσαν» τον Damiano να σκύβει πάνω από το τραπέζι.
Η χορευτική ατμόσφαιρα συνεχίζεται, με τον Damiano να φωνάζει δυνατά για να θεραπεύσει τον εαυτό του από την πλήξη, τα δυσάρεστα συναισθήματα και τη μοναξιά. Αυτό το τραγούδι ενδείκνυται για τις ζωντανές τους εμφανίσεις, τόσο για το διασκεδαστικό του ύφος, όσο και για το ανεβαστικό guitar solo του Thomas.
Ο David υιοθετεί τη βρετανική προφορά, διοχετεύει όλη την οργή του και κάνει το “Kool Kids” το απόλυτο – και λιγότερο mainstream – κομμάτι του άλμπουμ, που διαφέρει σημαντικά από τα υπόλοιπα. Με την επιρροή του βρετανικού punk και post-punk είδους να είναι έντονη, μας καλεί να εκτροχιαστούμε σε ένα mosh pit, περνώντας παράλληλα το μήνυμα πως η προσπάθεια των μουσικοκριτικών να αποδείξουν πως οι Maneskin δεν είναι μία «αληθινή» rock μπάντα, τους έχει κουράσει. «Δεν είμαστε πανκ, δεν είμαστε ποπ, είμαστε απλώς φρικιά της μουσικής», λένε καυστικά, προσθέτοντας αγανακτισμένοι, “Eat my s***”. Το “Kool Kids” είναι ένα αριστούργημα που παίζει ξανά και ξανά στα headphones μας.
Η απότομη αλλαγή του ρυθμού, από ένα πανκ κομμάτι, σε μία generic power μπαλάντα, έρχεται να μας γειώσει προτού μας ανεβάσει ξανά. Καθισμένος οκλαδόν στο πάτωμα, στο lyric video του κομματιού, ο Damiano φαίνεται μελαγχολικός και στοχαστικός και τραγουδάει για το πώς είναι να αγαπάς τόσο πολύ έναν άνθρωπο, που να νιώθεις πως κάνει τη ζωή σου να αποκτά ξανά νόημα ενώ έχεις πέσει χαμηλά. Το συγκρότημα αποκάλυψε πως για την ηχογράφηση του συγκεκριμένου τραγουδιού, χρειάστηκε μόνο ένα take.
Τι κι αν έχει κάτι από “Womanizer” και “If U Seek Amy”, από το άλμπουμ της Britney Spears, Circus, το κομμάτι αυτό έχει τη χάρη του. Ως εκεί. Είναι πάντως πολύ πιθανό οι ομοιότητες να σχετίζονται με το ότι, ένας από τους παραγωγούς του Rush! είναι ο Max Martin, ο οποίος είχε επιμεληθεί και το Circus.
Ένα κομμάτι με vintage αισθητική, που χρησιμοποιεί τον ξέφρενο ρυθμό του για να πει πόσο τρομακτικό είναι να σε ειδωλοποιούν. Ο τίτλος του ιταλόφωνου τραγουδιού, αναφέρεται στη δολοφονία του Τζον Λένον και ελπίζουμε πως θα κυκλοφορήσει σύντομα ως ιταλόφωνο single στις ΗΠΑ, σημειώνοντας την επιτυχία του νικητήριου “Zitte e Buoni”.
Το “La Fine” («Το Τέλος»), καταπιάνεται με την αμφιθυμία που νιώθει το συγκρότημα σχετικά με τη φήμη του μετά την Eurovision. Το track εμβαθύνει στη θλίψη που επέρχεται όταν συνειδητοποιείς πως μια συγκεκριμένη περίοδος της ζωής σου έχει τελειώσει οριστικά – στην προκειμένη η αγνότητα των χρόνων που οι Måneskin δεν ήταν ακόμη τόσο επώνυμοι.
Το “Il Dono Della Vita”, που στα ελληνικά μεταφράζεται ως «Το Δώρο της Ζωής», βυθίζεται στις δυσκολίες του να προσπαθείς να κάνεις ό,τι καλύτερο μπορείς για να επιβιώσεις μέσα σε έναν πολιτισμό που δεν σου επιτρέπει πλέον να αφεθείς στους αργούς ρυθμούς της ζωής. Καθώς η μελωδία προχωρά, οι Måneskin συνειδητοποιούν ότι τα πιο απλά πράγματα στη ζωή, είναι μερικές φορές και τα πιο σημαντικά.
Δεν χρειάζονται πολλές συστάσεις για τα τρία τελευταία σε σειρά κομμάτια του Rush!, αφού κυκλοφόρησαν πρώτα ως singles και έχουν ήδη σημειώσει εκατομμύρια streams και views. Διαθέτουν και τα τρία το καλοδουλεμένο (και υψηλού budget) video clip τους, με τα χορευτικά glam pop/rock “MAMMAMIA” και “Supermodel” να δίνουν τη θέση τους σε ένα από τα πιο αγαπητά και συναισθηματικά tracks του δίσκου, το closing track, “Loneliest”.
Στο επίκεντρο της δυναμικής rock μπαλάντας, βρίσκεται ένας εσωτερικός μονόλογος που περικλείει σκόρπιες σκέψεις για τους ανθρώπους που φεύγουν ξαφνικά από τη ζωή μας – είτε επειδή πεθαίνουν είτε επειδή απλά το επιλέγουν. Οι Maneskin μας υπενθυμίζουν πως ο αποχωρισμός μας από εκείνους, έχει πάντα να μας διδάξει κάτι, ακόμη και αν αγαπημένοι μας φύγουν χωρίς να μας δώσουν εξηγήσεις.