Φτάσαμε στη μέση της χρονιάς προσπαθώντας ακόμα να αναρρώσουμε από το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας που πήρε Το Σχήμα του Νερού, εμβαθύνοντας σε ακόμα περισσότερες αναλύσεις σχετικά με την επιρροή του #MeToo στις εξελίξεις της κινηματογραφικής βιομηχανίας, περιμένοντας να ανοίξει και στις ελληνικές αίθουσες ο νέος Σπάικ Λι και χαζεύοντας τις πρώτες φωτογραφίες από την επιστροφή του Κουεντίν Ταραντίνο το 2019, τοποθετημένη στην 60s to 70s Καλιφόρνια του Τσαρλς Μάνσον με Λεονάρντο Ντι Κάπριο και Μπραντ Πιτ να απειλούν με τερματισμό το coolness.
Να κάνουμε όμως και μια ανακεφαλαίωση. Για να σημειώσετε όσα χάσατε και να συμπληρώσετε τα κενά. Να αναπολήσετε τις εποχές που στα στα θερινά έπαιζαν τις επαναλήψεις του χειμώνα και να να διαπιστώσετε αν συμφωνείτε μαζί μας στην αξιολογήση όσων είδαμε στο πρώτο εξάμηνο του 2018 (με λύπη σας θα δείτε ότι το δίκιο είναι με το μέρος μας).
Αυτές είναι οι καλύτερες ταινίες του 2018 μέχρι τώρα…
Εκεί που τα μεγάλα κινηματογραφικά ρομάντζα αποθεώνονται για την εξιδανικευμένη ματιά τους στον έρωτα, έρχεται η όγδοη ταινία του ασταμάτητου Πολ Τόμας Άντερσον για να συναγωνιστεί μαζί τους παρουσιάζοντας τον έρωτα όπως είναι και όχι όπως ευχόμαστε να ήταν. Περιβάλλοντας με γοτθικό doom μια αρρωστημένη κωμωδία για το συνεχές power play ανάμεσα στον Ρέινολντς -κυριολεκτικά- Γούντκοκ, έναν τελειομανή, δύστροπο σχεδιαστή μόδας (ο Ντάνιελ Ντέι-Λιούις αποχαιρετά το σινεμά σε ένα ασύλληπτο high point) και τη φαινομενικά ανυποψίαστη μούσα του, την Άλμα (Βίκι Κριπς), ο PTA, όπως τον λέμε εμείς οι φίλοι, κινηματογραφεί το διδακτορικό του πάνω στη φράση «η δυστυχία είναι ένα κατασκεύασμα» του συγγενικού The Earrings Of Madame De… του Μαξ Οφύλς και τοποθετεί επιτέλους το φαγητό στη σωστή θέση που του αναλογεί μέσα σε μια σχέση. Η ταινία έχει περισσότερα layers κι από όλα τα σύνολα του Οίκου Γούντκοκ φορεμένα μαζί – ανυπομονούμε να συνεχίσουμε να τα ανακαλύπτουμε για πολλά χρόνια ακόμα.
Μήηηηπως ήρθε η ώρα να προστεθεί ο Μπραντ Μπερντ στους σπουδαίους σκηνοθέτες δράσης της εποχής μας; Ο πιο ιδιοσυγκρασιακός δημιουργός της Pixar (Ratatouille, Οι Απίθανοι) επέστρεψε στην πολυαγαπημένη οικογένεια υπερηρώων 14 χρόνια και ακριβώς 1 δευτερόλεπτο μετά (κατά τη διάρκεια των οποίων το είδος άνθισε στη live action εκδοχή του) για ένα σίκουελ αντάξιο της πρώτης ταινίας, με τους Παρ να μοιράζονται μεταξύ οικιακών και καθήκοντος, άψογο ρυθμό, ρετρο-μοντέρνα αισθητική που συνδυάζει τους Jetsons με το Mad Men και φανταστικά setpieces δράσης, με αποκορύφωμα την ξεκαρδιστική σκηνή με το μωρό Τζακ-Τζακ και το ρακούν που είναι ό,τι πιο αστείο και καλοσκηνοθετημένο έχει περάσει από τη μεγάλη οθόνη φέτος.
Mε ένα τίτλο που θα μπορούσε να αναφέρεται και σε αυτό που υπέστη η ταινία μετά την πανικόβλητη απόφαση της Paramount να αποσύρει την κινηματογραφική της προβολή από τις χώρες εκτός Η.Π.Α. και Κίνας και να την δώσει στο Netflix, το head trip του Άλεξ Γκάρλαντ έστειλε 4 γυναίκες επιστήμονες με επικεφαλής την Νάταλι Πόρτμαν σε μια μυστηριώδη περιοχή που δεν υπακούει στους κανόνες της φύσης για να βρουν, τελικά, το νόημα της ύπαρξης (ή τον Όσκαρ Άιζακ, που στη δική μας κοσμοθεωρία είναι το ίδιο πράγμα.) Τι κι αν κανείς δεν κατάλαβε το τέλος – σε αυτήn την ψυχεδελική Ιθάκη, η εμπειρία του ταξιδιού άξιζε αναμφισβήτητα τον κόπο περισσότερο από τον προορισμό.
Θα ακούσετε ότι είναι η καλύτερη κωμωδία που βγήκε από μεγάλο στούντιο φέτος και θα ακούσετε σωστά. Μια έξυπνη ιδέα (ζευγάρια συμμετέχουν σε ένα παιχνίδι ρόλων με θέμα μια απαγωγή χωρίς να έχουν καταλάβει ότι έχουν μπλέξει με πραγματικούς εγκληματίες) δεν αφήνεται στα αυτοσχεδιαστικά ταλέντα των ηθοποιών ούτε καταφεύγει σε χοντροκομμένο χιούμορ -αμφότερα χαρακτηριστικά των mainstream κωμωδιών τα τελευταία χρόνια- κι αντιθέτως είναι αναζωογονητικά κουρδισμένη στην εντέλεια, με όλα τα αστεία να λειτουργούν (η αφαίρεση της σφαίρας, το “oh no, he died” και γενικά ό,τι κάνει η Ρέιτσελ Μακ Άνταμς σε αυτή την ταινία) και το καστ, που περιλαμβάνει από το προαναφερθέν πρώην Mean Girl και τον πάντα αξιόπιστο Τζέισον Μπέιτμαν ως τον Τζέσι Πλέμονς σε απολαυστικά creepy ρόλο, να είναι… totally game.
Κανείς δεν περίμενε ότι σε ένα από τα συνήθη content dumps του Netflix θα βρισκόταν η ρομαντική κωμωδία που θα έδινε το φιλί της ζωής στο εσχάτως κωματώδες είδος και μέσα σε λίγες μέρες θα γινόταν η πιο δημοφιλής original ταινία στην ιστορία της υπηρεσίας, αλλά αυτό ακριβώς συνέβη με το Set It Up. Η κλασική συνταγή ανανεώνεται όσο χρειάζεται για να φλερτάρει με άλλα ορόσημα του είδους, με δύο εξαντλημένους corporate βοηθούς να συνωμοτούν για να κάνουν ζευγάρι τα αφεντικά τους έτσι ώστε να δουλεύουν λιγότερο, αλλά η ταινία αντλεί όλη της τη γοητεία (και τη διαθέτει σε τσουβάλια) από την σπαρταριστή χημεία των δύο πρωταγωνιστών: της αξιαγάπητης Ζόι Ντόιτς που είναι ένα βήμα πριν γίνει η millennial Μεγκ Ράιαν, και του αυτάρεσκου-με-την-καλή-έννοια Γκλεν Πάουελ. Νέα Υόρκη, πίτσα και quotable ατάκες συμπληρώνουν το σκην… συγγνώμη, γιατί διαβάζετε ακόμα και δεν τρέχετε να το δείτε;
Lady Bird
Η αστεία κι έξυπνη ημι-αυτοβιογραφική ωδή στην εφηβεία της σκηνοθέτη και υποψήφιας για Όσκαρ σεναριογράφου Γκρέτα Γκέργουιγκ στο Σακραμέντο της Καλιφόρνια είναι ταυτόχρονα προσωπική και οικουμενική, και κυλάει με την ίδια αυτογνωσία κι ανεμελιά που επιδεικνύει και η περίπλοκη ηρωίδα της (Σίρσα Ρόναν) καθώς προσπαθεί να διαχειριστεί τη σχέση με τη μητέρα της (Λόρι Μέτκαλφ), την κολλητή της (Μπίνι Φέλντστιν, μικρή αδερφή του Τζόνα Χιλ και μικρή αποκάλυψη), το σχολείο της, τον πρώτο της έρωτα (Τιμοτέ Σαλαμέ) και την ίδια τη ζωή, ως το αιφνιδιαστικά συγκινητικό φινάλε, που σίγουρα έκανε χιλιάδες κοπέλες να πάρουν τηλέφωνο τη μαμά τους μετά το τέλος της ταινίας. Έτσι, για να δουν τι κάνει.
βαριόμασταν να γράφουμε αμφότερα εξετάζουν τον θεσμό της οικογένειας με την ίδια γλώσσα, αλλά υπό διαφορετικά πρίσματα: υπάρχει, ας πούμε, σκηνοθέτης που να έχει υπάρξει τόσο εμφανώς φρικαρισμένος με την οικογένειά του όσο ο Άρι Άστερ της Διαδοχής; Η ταινία δίχασε το κοινό, πληρώνοντας ίσως το υπέρογκο hype που της φόρτωσαν διαφημιστές και δημοσιογράφοι, αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι το πιο καλογυρισμένο τρομο-ντεμπούτο εδώ και χρόνια, με μια κεντρική ερμηνεία από την Τόνι Κολέτ που αξίζει υποψηφιότητα για Όσκαρ. Πιο «βατό» και by the book, είναι το Ένα Ήσυχο Μέρος του Τζον Κραζίνσκι, που ξέρουμε ότι έχει βρει την ευτυχία με την πραγματική σύζυγό του, Έμιλι Μπλαντ, αλλά ο καημένος φοβάται τις εξωτερικές απειλές που παραμονεύουν σε μια αγνώριστη Αμερική και το πώς αυτές βάζουν σε κίνδυνο την οικογένειά του. Σπάνια ένα «σε τι κόσμο θα φέρουμε τα παιδιά μας;!;!» είναι τόσο ψυχαγωγικό.
Θα μπορούσε να είναι μια περίπτωση old man yells at cloud, αλλά αυτό το πύρινο μανιφέστο του Πολ Σρέιντερ για την ηθική, την καθημερινή μάχη με την πίστη και, ΟΚ, την περιβαλλοντική καταστροφή (τουλάχιστον δεν έχει τραγούδια όπως το Happy Feet), προκαλεί σκέψεις μέσα από μια αυστηρή οπτική γλώσσα που φλερτάρει μέχρι και με το μαγικό ρεαλισμό και μια never better ερμηνεία από τον Ίθαν Χοκ στο ρόλο ενός ιερέα σε ψυχική σήψη.
Μια τρυφερή και ειλικρινής ματιά στην περιπλοκότητα της μητρότητας, με την Σαρλίζ Θερόν στον πρωταγωνιστικό ρόλο, τον Τζέισον Ράιτμαν στη σκηνοθεσία και την Ντιάμπλο Κόντι (Juno) στο σενάριο, την ίδια ομάδα που έσκισε με το Young Adult και που δεν μας πειράζει αν κάθε 5 χρόνια θέλει να γυρίζει μια ταινία για τις ανομολόγητες και σκοτεινές πτυχές των συνηθισμένων ανθρώπων.
Με cheesy αλλά αντιπροσωπευτικό ελληνικό τίτλο, το νατουραλιστικό, διακριτικό σχεδόν-ντοκιμαντέρ της Κλόε Ζάο με αληθινούς ιππείς του ροντέο να αντιμετωπίζουν τη σκληρή πραγματικότητα των περιορισμένων ευκαιριών τους και του αναπόδραστου πεπρωμένου τους θα αγγίξει όσους δυσκολεύονται να εγκαταλείψουν τα όνειρα για τη ζωή τους.
Μια Λολίτα (Ματίλντα Λατζ) μετατρέπεται σε τιμωρό των βιαστών της στην «πρώτη #MeToo ταινία» από την Κοραλί Φαρζά, που ανατρέπει σε κάθε ζωτικής σημασίας πλάνο της την παραδοσιακή rape revenge αισθητική και αφήγηση.