O Old Boy παίζει με τις λέξεις. Με την καλή έννοια.

Αν κατά την περιήγησή σου στο διαδίκτυο έχεις πέσει πάνω στο blog του Old Boy, τότε μάλλον θα έχεις καταλάβει ότι το εύρος σχολιασμού του κινείται μεταξύ του πρωτοσέλιδου της Εστίας μέχρι μερικές σταγόνες κρασί που ξέφυγαν από τη σακούλα σκουπιδιών του και λέρωσαν την άσφαλτο. Ο κατά κόσμον Κώστας Κωστάκος δεν έγραφε από παιδί όπως δηλώνουν πολλοί άλλοι, ενώ τα πρώιμα γραπτά του δημιουργήθηκαν στους περιορισμένους χαρακτήρες ενός κινητού τηλεφώνου σε συνομιλίες του περί ποδοσφαίρου με ένα φιλαράκι από τον στρατό. Με τα χρόνια έγινε πολυγραφότατος, αυτοπροσδιορίζεται αποκλειστικά ως Παναθηναϊκός και δεν παύει να τον εξιτάρει το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα στην οποία κάποιος μπορεί να αποκαλέσει κάποιον άλλο απατεώνα και έπειτα να κυβερνήσουν παρέα. Από τον φετινό Μάιο συστήνει τον εαυτό του σε όσους δεν είναι εξοικειωμένοι με το πληκτρολόγιο και τα ιστολόγια μέσα από το βιβλίο του, {Πλέι μολέξεις}.

Ποια ήταν η αφορμή για να ξεκινήσεις το blog σου και ποια τα πρώτα θέματα που σου έδωσαν «τροφή» για να γράψεις; Tην ύπαρξη της ελληνικής μπλογκόσφαιρας την πληροφορήθηκα από ένα εγκωμιαστικό άρθρο του Νίκου Ξυδάκη στην Καθημερινή. Το άρθρο περιελάμβανε και λινκ, κι έτσι πρωτοείδα το μπλογκ του Thas, του Kukuzelis, του Τalos, του Sraosha και του Rakasha και άλλων. Ενθουσιάστηκα με αυτά που έβλεπα κι επειδή εκείνη την περίοδο ήδη έγραφα ποστ χωρίς να το ξέρω – καθώς ήταν κειμενάκια που είχαν ακριβώς το χαρακτήρα ποστ, αλλά τα έστελνα σε μέιλ σε δυο με τρεις δικούς μου ανθρώπους – κατάλαβα ότι είναι ένας χώρος στον οποίο θέλω να ανήκω. Αναφορικά με τα πρώτα – πρώτα θέματα, όπως τα ξαναβλέπω τώρα: ο ψίθυρος του Μπίλ Μάρεϊ στο αυτί της Σκάρλετ Γιοχανσον κι η αγωνία μου αν θα χαθούν οι δικοί μου ηλεκτρονικοί ψίθυροι στη μετάφραση, οι διαδηλώσεις των συνταξιούχων από μια υπαρξιακή οπτική, μια ξεβαμμένη ελληνική σημαία σε έναν ιστό κι ένα ξεθωριασμένο πρόσωπο μιας εικόνας σε ένα παρεκκλήσι, η Μαρία Δαμανάκη να χάνει σε εσωκομματική ψηφοφορία από την Άντζελα Γκερέκου. Και πήγε λέγοντας.

Ποιά ήταν η κατάσταση που επικρατούσε στο εγχώριο ίντερνετ εκείνη την εποχή όσον αφορά την ενημέρωση και τους μπλόγκερς; Τα τότε υπάρχοντα μπλογκ ασχολούνταν με την ενημέρωση μόνο σε επίπεδο σχολιασμού. Τα ενημερωτικά μπλογκ ήρθαν αργότερα, όταν σελίδες τύπου Press.gr, Τρωκτικό κλπ, ήρθαν για να ενσαρκώσουν το εντελώς αντίθετο από ό,τι ήταν ως τότε αισθητικά – αλλά και πολιτικά με την ευρύτερη έννοια- η ελληνική μπλογκόσφαιρα.

Όταν ξεκίνησες να γράφεις είχες στο μυαλό σου την έκδοση ενός βιβλίου; Πως επέλεξες ποιες θα είναι οι ιστορίες του «Πλέι μολέξεις» και πως προέκυψε ο υπότιτλος; Είχα πιο πολύ την έντονη εντύπωση ότι θα ανακαλυφθώ και θα λάμψω και πώς μπορεί το νόμπελ λογοτεχνίας να μου απονεμόταν κι απευθείας για το μπλογκ, χωρίς να χρειαστεί δηλαδή η μεσολάβηση βιβλίου. Για τα ποστ ένα πρώτο αυτονόητο στο μυαλό μου κριτήριο ήταν ότι δεν θα συμπεριλάβω στο βιβλίο κείμενα επικαιρότητας. Στην πορεία αποφάσισα να συμπεριλάβω όσο το δυνατόν λιγότερα κείμενα στα οποία μιλάω απευθείας για μένα, από κάποιον φόβο μήπως το βιβλίο έχει χαρακτήρα δημόσιας εξομολόγησης. Συμπεριέλαβα έτσι κατά το πλείστον μικρές ιστορίες. Οι περισσότερες έχουν μέσα τους σουρεαλιστικά στοιχεία και πάντως φλερτάρουν με το παράδοξο, έχοντας κατά νου ότι κατ’ εξοχήν παράδοξη είναι η ίδια μας η ύπαρξη. Ο υπότιτλος «Πλέι μολέξεις» είναι από ένα παλιό ποστ, στο οποίο μιλούσα για ένα παιδάκι που έπαιζε ιστορίες με τα πλέι μομπίλ του, όπως εμείς στα μπλογκ παίζουμε ιστορίες με τις πλέι μολέξεις μας. Κι είναι ένας υπότιτλος αρκετά ενδεικτικός γιατί το παιχνίδι με τη γλώσσα είναι βασικό χαρακτηριστικό του βιβλίου.

Κυβέρνηση με αυτοδυναμία τυπικά υπάρχει ακόμα, η ελπίδα είναι ότι θα γίνουν πολύ σύντομα εκλογές, γιατί κυβέρνηση που να εκφράζει την λαϊκή βούληση δεν υπάρχει. 

Ένα κείμενο σου που έχεις συμπεριλάβει στο βιβλίο και μπορείς να μου πεις την ιστορία πίσω από αυτό; Ένα βράδυ αισθανόμουν άσχημα και σκέφτηκα να κρύψω το κεφάλι μου στη γη σαν τη στρουθοκάμηλο. Και μετά συνειδητοποίησα ότι κάτω μου δεν είχα γη, αλλά πάτωμα. Κι έτσι γεννήθηκε η ιδέα ενός ανθρώπου που θα έβαζε το κεφάλι του στο πάτωμα και αυτό θα έβγαινε στο ταβάνι των από κάτω. Κι από μια μελαγχολική διάθεση μου προέκυψε τελικά μια ιστορία σχεδόν ευφορική και φέρει τον τίτλο «Αστική στρουθοκάμηλος».

Κάνεις κινηματογραφικές κριτικές και το όνομα του μπλογκ παραπέμπει στη γνωστή ταινία. Ποια είναι η σχέση σου με τον κινηματογράφο και γιατί είσαι ο Oldboy του διαδικτύου; Από παιδί το σινεμά για μένα ήταν και ταξίδι σε άλλους κόσμους και τρόπος να συγκροτήσω μια αισθητική ταυτότητα. Την τελευταία πενταετία γράφω κάθε εβδομάδα στο www.elculture.grένα κείμενο με αφορμή μια ταινία, εξακολουθώντας να δηλώνω και να ομολογώ ότι δεν είμαι κριτικός, δεν είμαι καν ο πιο ψαγμένος σινεφίλ, είμαι μόνο ένας άνθρωπος που, όταν βλέπει μια ταινία, θέλει μετά να γράφει για αυτήν σεντόνια και που, αν δεν τα γράψει, θα νιώσει ότι η εμπειρία του ως θεατής έμεινε μισή. Το όνομα το επέλεξα επειδή είχα δει την ομώνυμη ταινία λίγο καιρό πριν φτιάξω το μπλογκ. Και ανεξάρτητα από το ότι είναι μια τις πιο αγαπημένες μου ταινίες όλων των εποχών, με εκφράζει τελείως η αμφισημία του χαμόγελου του ήρωα στο τέλος. «Η ορθή αντίληψη ενός ζητήματος και η παρανόησή του δεν αποκλείονται αμοιβαίως», τάδε έφη Φραντς Κάφκα στη Δίκη.

Θυμάσαι κάποιο ποστ που να έχει σχολιαστεί έντονα; Επειδή χρησιμοποιούσα συχνά την ειρωνεία στα πολιτικά κείμενα, προκειμένου να καταδείξω σε πόσο ακραίες θέσεις μπορεί να οδηγήσει η άλλη άποψη, ένα κείμενο που είχα γράψει στην Καθημερινή και είχα βάλει και στο μπλογκ, με τίτλο «Η τελευταία ελπίδα της δημοκρατίας» είχε εκληφθεί κυριολεκτικά, και είχε προκαλέσει μεταξύ άλλων και αρνητικό σχόλιο στην Αυγή.

Πώς προκύπτει το γράψιμο στην καθημερινότητά σου; Ποιά είναι τα ερεθίσματα σου και από πού ενημερώνεσαι; Υπάρχουν μέσα ενημέρωσης που αγαπάς να μισείς; Σχεδόν φυσικά προκύπτει. Ενίοτε ψυχαναγκαστικά. Όταν πάλι είναι υποχρεωτικό, επειδή πρέπει να παραδώσω ένα κείμενο, ενίοτε τσινάω. Ενημερώνομαι και από τα συμβατικά ΜΜΕ, αλλά και από τα σόσιαλ μίντια. Ερεθίσματα μπορεί να αποτελέσουν τα πάντα, ό,τι συμβαίνει έξω κι ό,τι συμβαίνει μέσα μου. Ναι, υπάρχουν μέσα που αγαπώ να μισώ. Πέραν από τα πιο μέινστριμ – τις ειδήσεις του Μega και του Σκάι – πολύ αγάπησα και το Protagon, ενώ είχα πάντα και μια αδυναμία στα εντιτόριαλ της Athens Voice.

Έχεις τελειώσει τη νομική. Ποια είναι η γνώμη σου για το σύγχρονο σύστημα δικαιοσύνης και σωφρονισμού; Η καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης που φτάνει στην πράξη να μοιάζει με αρνησιδικία, είναι ένα μόνο από τα πολλά προβλήματα. Το σωφρονιστικό σύστημα χαρακτηρίζεται όπως και η εκτός φυλακής ζωή από ταξικότητα και εκδικητικότητα απέναντι στους ιδεολογικούς εχθρούς.

Πρόσφατα αποπειράθηκες να ασχοληθείς με την πολιτική. Τι σε οδήγησε στο να θέσεις υποψηφιότητα με την Ανοιχτή Πόλη και τι θα ήθελες να αλλάξεις στο δήμο της Αθήνας; Επειδή εικάζω ότι ήδη έχω φάει όλον τον χώρο, ας μου επιτραπεί να παραπέμψω σε όσα είχα απαντήσει επ’ αυτών πάλι στο Popaganda.

Παρότι καταπιάνεσαι συχνά με ζητήματα όπως είναι η ελληνική πολιτική πραγματικότητα και ο αθλητισμός η γραφή σου έχει μια δόση λυρισμού. Ποια είναι λοιπόν τα συγγραφικά σου πρότυπα; Από Τσέχους ο Κούντερα κι ο Κάφκα, κι από την υπόλοιπη ανθρωπότητα ο Πεσσόα.

Αγαπημένος μπλόγκερ; Ο Πεσσόα και το ποστάρισμα απ’ το γραφείο στο σεντούκι του.

Ένα βιβλίο που θα ήθελες να έχεις γράψει εσύ και κάποιο άλλο που απορείς πώς εκδόθηκε; «Το Βιβλίο της Ανησυχίας» και κάπου εδώ νομίζω πως καλό είναι να σταματήσουν οι αναφορές μου στον Πεσσόα. Έχω γίνει και από άλλο βήμα εσκεμμένα αγενής με το «Αποτύπωμα», την ποιητική συλλογή του διευθυντή ειδήσεων του Μega, Χρήστου Παναγιωτόπουλου. Και όχι, ούτε απορώ πώς εκδόθηκε, ούτε προφανώς έχω την παραμικρή δυσφορία για την κυκλοφορία του. Απόρησα όμως και δυσφόρησα με την υποδοχή που του επιφυλάχθηκε από εκπροσώπους της καλλιτεχνικής μας ελίτ.

Οι περισσότερες ιστορίες του βιβλίου έχουν μέσα τους σουρεαλιστικά στοιχεία και φλερτάρουν με το παράδοξο, έχοντας κατά νου ότι κατ’ εξοχήν παράδοξη είναι η ίδια μας η ύπαρξη. 

Ποια είναι η δική σου εικόνα για τις πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις; Πώς νιώθεις για το ότι δεν υπήρξε μια κυβέρνηση με αυτοδυναμία, ενώ τα ποσοστά της ακροδεξιάς δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητα; Ο ΣΥΡΙΖΑ γίνεται λιγότερο μπαμπούλας για όσους τον έβλεπαν ως μπαμπούλα, αλλά παύοντας να τρομάζει αυτούς, παύει και να εκφράζει τόσο καθαρά την ελπίδα που έδινε στους παλιούς ψηφοφόρους του. Ξέρει όμως ότι θα τον ψηφίσουμε έστω και λιγότερο αισιόδοξα, οπότε ξέροντας ότι δεν θα χάσει εμάς, στρέφεται προς τους άλλους. Κυβέρνηση με αυτοδυναμία τυπικά υπάρχει ακόμα, η ελπίδα είναι ότι θα γίνουν πολύ σύντομα εκλογές, γιατί κυβέρνηση που να εκφράζει την λαϊκή βούληση δεν υπάρχει. Αναφορικά με τα ποσοστά της ακροδεξιάς και των νεοναζί νιώθω ένα κράμα οργής κι απόγνωσης.

Ποιες είναι οι κοινοβουλευτικές περσόνες που σε έχουν…εμπνεύσει; Εμβληματικότερη μορφή της εποχής θεωρώ τον Άδωνη, ο οποίος είναι ένας μεταμοντέρνος κομπέρ του καθεστώτος. Ο ΓΑΠ θα αποτελεί παντοτινή πηγή δέους. Αν θέλεις να πάμε και αριστερά, ποτέ δεν μπόρεσα στα αλήθεια να καταλάβω τον τρόπο που λειτούργησε ο Αλέκος Αλαβάνος στο θέμα της διαδοχής του από τον Αλέξη Τσίπρα.

Ασχολείσαι συχνά με αθλητικά ζητήματα. Πως βλέπεις το σημερινό ελληνικό ποδόσφαιρο; Εκπέμπει τόσο πολύ υγεία και ζωντάνια, που αυτό φάνηκε και στις δημοτικές εκλογές, τόσο εντός όσο και εκτός λεκανοπεδίου. Περνάνε καλά οι οπαδοί με αυτό το μοντέλο και αυτό βγήκε και στην δημοτική σκηνή.

Υπάρχει κάποια άποψη που έχεις καταθέσει μέσω του μπλογκ σου στο παρελθόν και σήμερα θα την άλλαζες; Κι άλλες πιθανόν, σίγουρα πάντως το 2007, όταν μετά τις εκλογές είχε πάει ο Βενιζέλος στο Ζάππειο, είχα εκφράσει την επιδοκιμασία μου γράφοντας: «Ο Βενιζέλος στο Ζάππειο, με τη βουλιμία για εξουσία ζωγραφισμένη στο βλέμμα του και αποτυπωμένη στη φωνή του, είναι στα μάτια μου κάτι όμορφο, ακριβώς επειδή είναι κάτι κρυστάλλινο, κάτι που δεν αρνείται τη φύση ούτε του ιδίου του ανδρός ούτε της πολιτικής». Και μπορεί ο γίγας ΓΑΠ να δικαίωσε ιστορικά την ατελείωτη φρίκη μου, αλλά από την άλλη μου φαίνεται τώρα αδιανόητο το ότι κάποτε έβρισκα ομορφιά στον πολιτικό άντρα Βαγγέλη Βενιζέλο.

Αν σου δινόταν η δυνατότητα να ζεις σε μια άλλη χώρα και να ποστάρεις καθημερινά για τη δική της πραγματικότητα, ποια θα ήταν αυτή; Οι ΗΠΑ υποθέτω. Οι Αμερικάνοι έχουν εποικίσει τον εγκέφαλό μας, όχι μόνο τον δικό μας που ανήκουμε εις τη δύσιν, αλλά ακόμη και των παλικαριών του ΙSIS που παίζουν τις σκηνές του Seven σε επανάληψη.

Το βιβλίο του Κώστα Κωστάκου Οldboy {Πλέι μολέξεις} κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Biblioteque.

 

Ζωή Παρασίδη

Η Ζωή Παρασίδη γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1990 στην Αθήνα. Σπούδασε στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου και από το 2009 εργάζεται ως δημοσιογράφος.

Share
Published by
Ζωή Παρασίδη