Ο Νίκος Ορδουλίδης ξέρει τα πάντα για τον Βασίλη Τσιτσάνη

Αυτό που πρέπει σίγουρα να προσέξουμε, και είναι κάτι που το λέω συνέχεια, είναι οι σπουδές. Δεν μπορεί να πάρει κάποιος σήμερα πτυχίο μπουζουκιού. Υπάρχουν κάποια τμήματα, μπορεί κανείς να διδαχθεί στο ωδείο αλλά δεν του δίνει η πολιτεία επίσημο χαρτί, όπως στο πιάνο για παράδειγμα. Για μένα οι λόγοι είναι δύο. Πρώτον το ότι δεν έχει ασχοληθεί κανείς, όπως και με πολλά άλλα πράγματα. Το σημαντικότερο παράδειγμα είναι ότι το καταστατικό λειτουργίας όλων των ωδείων της χώρας βασίζεται στο καταστατικό λειτουργίας του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης που με τη σειρά του βασίζεται σε ένα βασιλικό διάταγμα του 1957, το οποίο δεν έχει αναθεωρηθεί ποτέ. Τότε η χώρα ήταν σε μια πορεία εκδυτικισμού, έβλεπε τα ανατολίτικα και τα ρεμπέτικα λίγο μυστήρια, σήμερα όμως δεν το βλέπει έτσι. Επιπλέον, σήμερα υπάρχει πρόοδος της λαϊκής μουσικολογίας στο εξωτερικό, εμείς δηλώνουμε υποτίθεται Ευρωπαίοι πολίτες, οπότε είναι αν μη τι άλλο αντιδημοκρατικό να μην μπορεί κάποιος να σπουδάσει λαϊκή κιθάρα, τζαζ ή ροκ κιθάρα. Στο κάτω κάτω 100 χρόνια υπάρχει το λαϊκό τραγούδι, είναι πλέον παράδοση. Οπότε ο ένας λόγος είναι ότι δεν έχει αναθεωρήσει κανείς το διάταγμα του ‘57 και ο δεύτερος λόγος είναι ότι υπάρχει αυτό το ταμπού στους κλασικούς μουσικολόγους της χώρας, ότι δεν θεωρούν ισάξια τη λαϊκή και την παραδοσιακή μουσική ώστε να γίνει αντικείμενο μελέτης. Ο κόσμος δεν μπορεί να δεχτεί ότι η μουσική είναι πέρα από τέχνη και επιστήμη, ενώ είναι και τα δύο. Και έστω ότι  ο κόσμος δεν χρειάζεται να το δει αυτό και να το αναγνωρίσει,  ο ακαδημαϊκός επιστήμονας όμως  οφείλει να το κάνει.

Πρέπει επιτέλους να γίνει μια επιτροπή, να φτιαχτεί ένα πρόγραμμα σπουδών και να πηγαίνει ο καθένας να σπουδάζει τη μουσική της αρεσκείας του. Γιατί έχει αποδειχτεί ότι ένα έργο του Θεοδωράκι είναι εξίσου έντεχνο και δύσκολο τεχνικά για να παιχτεί με ένα έργο του Μπραμς, του Σοπέν. Γιατί να μη δίνεται το δικαίωμα να διαλέξει ο καθένας; Και αν μη τι άλλο, είμαστε στο μέσον μεταξύ Ανατολής και Δύσης, αλλά πάνω απ’ όλα έχουμε τη λαϊκή μουσική σαν το πρώτο μουσικό προϊόν της σύγχρονης Ελλάδας. Το πρώτο μουσικό προϊόν είναι το αστικό ελληνικό τραγούδι που φτιάχτηκε από τους Σμυρνιούς πρόσφυγες μουσικούς, το Μάρκο, τον Τσιτσάνη, το Χιώτη, το Θεοδωράκη και τον Χατζηδάκι. Γιατί λοιπόν να μην το σπουδάσουμε αυτό το πράγμα; Φαντάζομαι ότι υπάρχουν πάρα πολλοί γονείς που θέλουν να στείλουν ή στέλνουν τα παιδιά τους να μάθουν μπουζούκι, αλλά πρέπει να πάρουν και ένα πτυχίο, μια απόδειξη ότι το έχουν σπουδάσει και γενικά αυτό να συνεχιστεί, να το διδάξουν μετά τα παιδιά, να είναι νομικά κατοχυρωμένο. Υπάρχει βέβαια και το εξής παράδοξο: τα ωδεία υπάγονται στο Υπουργείο Πολιτισμού και τα πανεπιστήμια στο Υπουργείο Παιδείας. Τα πανεπιστήμια ως αυτοτελή ιδρύματα, μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν, έχουν βάλει μάλιστα σπουδές λαϊκής μουσικής και το ΤΕΙ της Άρτας και το πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Το Υπουργείο Πολιτισμού όμως δεν το έχει βάλει, οπότε υπάρχει ένα -ας πούμε- νομικό κενό. Τα μουσικά σχολεία υπάγονται στο Υπουργείο Παιδείας, πώς εξετάζει λοιπόν το κράτος και προσλαμβάνει ωδειακούς δασκάλους να διδάξουν μπουζούκι, αφού δεν υπάρχει αναγνωρισμένο πτυχίο; Τους προσλαμβάνει χρησιμοποιώντας αυτόν τον όρο που έχει βρει, τους εμπειροτέχνες. Δηλαδή κάποιος έχει διδάξει μπουζούκι σε ωδείο και αφού το μπουζούκι δεν είναι αναγνωρισμένο όργανο, παίρνει από το ωδείο βεβαίωση ότι έχει διδάξει 10 χρόνια. Αυτός αυτόματα είναι ένας εμπειροτέχνης, τον προσλαμβάνουν και διδάσκει στα σχολεία. Είναι μύλος αυτό το πράγμα και ντροπή, πρέπει το κράτος να αναγνωρίσει ένα πτυχίο. Αυτός είναι ο πόνος μου και ο απώτερος στόχος μου για το μέλλον,αφού τελειώσω και με το διδακτορικό είναι να ασχοληθώ με αυτό το πράγμα. Υπάρχουν και άλλοι του ακαδημαϊκού κόσμου που το θέλουν αυτό.

Υπάρχουν όμως και αυτοί που δεν το θέλουν. Όπως είπα πριν, οι κλασικοί μουσικολόγοι  δεν δέχονται ως ισάξια τη λαϊκή και την παραδοσιακή μουσική. Έφτασε το Υπουργείο Πολιτισμού, αν θυμάμαι καλά με χορηγία του 2007, να αναγνωρίσει πτυχίο σαξοφώνου, το οποίο παίζει κυρίως στη τζαζ. Δηλαδή, έχουμε έστω και με πλάγιο τρόπο αναγνωρίσει την τζαζ μουσική και όχι τη λαϊκή. Δεν μπορώ να το κατανοήσω. Είναι ταμπού. Ας πάρει ένας κλασικός μουσικός να μελετήσει τη δεξιοτεχνία και το τρόπο που έπαιζε ο Χιώτης. Σε μια συζήτηση που έκανα με τους επιβλέποντες καθηγητές μου στο Λονδίνο γι’αυτό το πρόβλημα (γιατί όπως είπαμε η popular musicology υπάρχει 40 χρόνια στο εξωτερικό), μου απάντησαν ότι βγήκαν στη σύνταξη οι παλιοί μουσικολόγοι. Είναι θέμα χρόνου δηλαδή. Εμένα μου έκαναν σεμινάριο για τη Bjork. Ένας φοιτητής στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα του Leeds  μπορεί να διαλέξει κλασικές σπουδές, τζαζ, ποπ.  Είναι  επιστημονικά τοποθετημένο το όλο πράγμα, έξω από ταμπού και κλισέ.

Το βιβλίο του Νίκου Ορδουλίδη κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ιανός. 

            

Page: 1 2

Σταύρος Διοσκουρίδης

Ο Σταύρος Διοσκουρίδης γεννήθηκε το Μάιο του 1983 στην Αθήνα. Παράλληλα με τις σπουδές του στις Πολιτικές Επιστήμες ξεκίνησε και την ενασχόληση του με τη δημοσιογραφία. Είναι από τα ιδρυτικά μέλη της Popaganda. Επίσης από το 2008 «διατηρεί» την εκπομπή Λατέρνατιβ μαζί με τον Παναγιώτη Μένεγο (08.00-10.00, Εν Λευκώ 87.7) .

Share
Published by
Σταύρος Διοσκουρίδης