Διδάκτωρ, μουσικός, παραγωγός, λάτρης της τεχνολογίας, των visuals, της βιολογίας, της ανθρώπινης ύπαρξης, ο Max Cooper είναι αναμφίβολα ένας ανήσυχος καλλιτέχνης που καταφέρνει να συνδυάζει με έναν συναρπαστικό τρόπο τις επιστημονικές γνώσεις του με τις μεγάλες του αγάπες.
Έχει συνεργαστεί με τεράστια ονόματα της διεθνούς μουσικής σκηνής όπως ο Michael Nyman, οι Hot Chip, o Nils Frahm και μαζί με τον Bruce Brubaker συνεργάστηκαν επάνω σε έργα του Philip Glass για τη δημιουργία του άλμπουμ “Glassforms“. Γεννημένος στο Μπέλφαστ, με ρίζες στην Αυστραλία και μόνιμη κατοικία την Αγγλία, έχει εμφανιστεί σε άπειρες σκηνές και μουσικά φεστιβάλ ανά τον κόσμο, παρουσιάζοντας πάντα μία οπτικοακουστική extravaganza από ηλεκτρονικούς ήχους και visuals, κάνοντας το κοινό του να βιώνει εμπειρίες που δύσκολα ξεχνιούνται.
Μια τέτοια εμπειρία θα ζήσουν όσοι βρεθούν στις 6 Ιουλίου στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού στην Ακρόπολη, στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου 2021, γι’ αυτό αν ακόμα δεν έχετε προμηθευτεί εισιτήριο, θα σας συμβούλευα να το κάνετε άμεσα και να προετοιμαστείτε για ένα άκρως ηλεκτρικό και ατμοσφαιρικό γεγονός. Μιλήσαμε πριν λίγες μέρες για όλα όσα συμβαίνουν τον τελευταίο καιρό στη ζωή του, για όσα δημιουργεί, βλέπει και ακούει και για τη σχέση του με την Ελλάδα την οποία έχει επισκεφτεί αρκετές φορές στο παρελθόν.
Είχες επισκεφτεί ξανά την Ελλάδα πριν την πανδημία, πόσο διαφορετικός είσαι σήμερα σαν άνθρωπος και σαν καλλιτέχνης σε σχέση με τότε; Οι αξίες μου έχουν αλλάξει, ήταν μια δύσκολη εμπειρία να χάνω ξαφνικά κάτω από τα πόδια μου μια ολόκληρη ζωή γεμάτη συναυλίες και τουρνέ αλλά από την άλλη ήταν και θετική γιατί ξέφυγα από τους πυρετώδεις ρυθμούς αυτού του κόσμου και επέστρεψα στα απλά πράγματα της ζωής. Πέρασα πολύ χρόνο κοντά στη φύση και αφιέρωσα επίσης πολύ χρόνο στην αγνή απόλαυση του να γράφω μουσική.
Συνήθως οι γιατροί είναι πιο ορθολογιστές και πραγματιστές ενώ οι καλλιτέχνες πιο ιδεολόγοι και συναισθηματικοί. Πώς τα συνδυάζεις αυτά, είναι δύσκολο να διατηρήσεις τις ισορροπίες; Πάντα με έλκυαν οι ιδέες τις οποίες έβρισκα συναρπαστικές στην επιστήμη και πάντα ήμουν πολύ κακός στις πειραματικές διαδικασίες που απαιτούσαν πειθαρχία. Γι’ αυτό και ασχολήθηκα με τη δουλειά γύρω από υπολογιστές που είναι γεμάτη ιδέες. Οπότε, σύμφωνα με αυτό που έχεις στο μυαλό σου μάλλον ήμουν πάντα περισσότερο καλλιτέχνης. Τα πάντα στη ζωή μου όμως είναι μία ισορροπία και των δύο. Ακόμα και όταν γράφω μουσική περνάω πολύ χρόνο στην επίλυση τεχνικών προβλημάτων που έχουν ελάχιστη σχέση με το συναίσθημα και την έκφρασή του και παράλληλα πιστεύω ότι οι επιστήμονες είναι πολύ παθιασμένοι με τη δουλειά του. Μισώ να διαβάζω εγχειρίδια πάντως και αυτό είναι κάτι που πολλές φορές με καθυστερεί αλλά φτιάχνω πολλή μουσική οπότε αυτή είναι η θετική πλευρά του να λειτουργώ βάσει συναισθήματος.
Πώς σκέφτηκες για πρώτη φορά την ιδέα ενός οπτικοακουστικού σόου; Πάντα λάτρευα τις εικαστικές τέχνες όσο και τη μουσική και τις ιδέες, έτσι ήταν φυσικό για μένα να συνδυάσω αυτά τα ενδιαφέροντα. Το πρώτο ολοκληρωμένο σόου ήταν το “Emergence” όπου εξερεύνησα κάπως την επιστημονική εκδοχή της δημιουργίας του σύμπαντος, μέσα από μια συλλογή συνεργασιών με visual artists που ξεκινούσε από την προϋπάρχουσα δομή πριν το bing bang και περνούσε στο φυσικό σύμπαν, τη ζωή, την πολυσύνθετη πραγματικότητα και το μέλλον. Αυτό το project ολοκληρώθηκε με τη διαδικασία του mastering σε Dolby Atmos Surround Sound και εκδόθηκε και σε Blu-Ray.
Πώς το δημιουργείς συνήθως; Πρώτα έρχεται η μουσική και μετά το οπτικό κομμάτι ή το αντίστροφο; Έχω δουλέψει και με τους δύο τρόπους αλλα συνήθως πρέπει τουλάχιστον να έχω μια γενική ιδέα του οπτικού υλικού προτού γραφτεί η μουσική και έτσι έκανα και το τελευταίο album project “Yearning for the Infinite“. Ξεκινάω με ένα γενικό θέμα, γράφω κεφάλαια για διαφορες ιδέες από visuals, τα προωθώ σε visual artists και μετά αναλόγως με το ποιος κάνει τι, γράφω μουσική που ταιριάζει στο κάθε κεφάλαιο. Μερικές φορες έχω το ολοκληρωμένο visual πρώτα και συνθέτω κατευθείαν πάνω του. Έχω υπάρξει πολύ τυχερός που έχω συνεργαστεί με αρκετούς φανταστικούς visual artists όπως: Jessica In, Τhe McGloughlin Brothers, Andy Lomas, Nick Cobby, Martin Krywinski και άλλους. Μέσα στα χρόνια έχουμε αναπτύξει έναν κώδικα και ένα συγκεκριμένο τρόπο δουλειάς για αυτές τις συνεργασίες που τώρα μου επιτρέπει να γράφω μουσική σκεπτόμενος θέματα και δομές από visuals και ειδικά σε αυτές τις εποχές που δεν συμβαίνουν shows κάνω όλο και πιο συχνά μουσική για εικόνα χρησιμοποιώντας αυτές τις τεχνικές.
Η μουσική σου και ιδίως σε συνδυασμό με τα οπτικά προκαλεί μία έκρηξη συναισθημάτων. Χρησιμοποιώ πολλές αφηρημένες ιδέες και τεχνικές, μουσικά και οπτικά αλλά στο τέλος, η μουσική προκύπτει από το πώς νιώθω για όλα αυτά τα πράγματα. Δουλεύω αποκλειστικά με το ένστικτο και το συναίσθημα σε ότι έχει σχέση με την αρμονική φόρμα της μουσικής μου και νομίζω ότι αυτή η επικοινωνία των συναισθημάτων είναι που συνδέεται και με τον υπόλοιπο κόσμο.
Τι υπάρχει στα ακουστικά σου τον τελευταίο καιρό; Το “Biome” από Llyr. Είναι μία υπέροχη εμπειρία από binaural ήχους που σε κάνουν να νιώθεις χαμένος σε μια πυκνή ζούγκλα. Έχει κυριολεκτικά ηχογραφηθεί σε μία ζούγκλα, με το κονσέρτο που δίνουν εκατομμύρια ζώα και έντομα αλλά μετά αυτοί οι ήχοι γίνονται ηλεκτρονικοί, εξελίσσονται σε κομμάτια ανθρώπινης μουσικής και καταλήγουν σε μια βίαιη ανθρώπινη καταστροφή. Είναι ένα πάρα πολύ δυνατό άλμπουμ. Επίσης το “Carriages” από True Peak Limit και το “Mother Of” από Reid Willis βρίσκονται σε συνεχές play και βέβαια πάντοτε οι Bing and Ruth και ο Com Truise.
Μετά την πανδημία, πολλές εταιρείες τεχνολογίας ξεκίνησαν να δημιουργούν ολόσωμες στολές για συναυλίες και κλαμπ. Πιστεύεις ότι το μέλλον της ζωντανής μουσικής θα μας βρει μέσα σε στολές, πιο απομονωμένους; Ναι, κι εγώ πρόσφατα δημιούργησα ένα πρόγραμμα εγκατάστασης κρεβατιού για ολόκληρο το σώμα, χαμηλής συχνότητας το οποίο ονομάζεται Transcendence. Αυτά τα πράγματα είναι τέλεια για τις περιπτώσεις που δεν μπορείς να έχεις τα παραδοσιακά events ή για όσους δεν τους αρέσουν τα κλαμπ. Όταν πας σε ένα κλαμπ έχεις ένα τεράστιο ηχοσύστημα να σε «χτυπάει», υπάρχει αντίδραση από ολόκληρο το σώμα και είναι διασκεδαστική η ανθρώπινη αλληλεπίδραση οπότε δεν πρόκειται ποτέ να χάσουμε αυτόν τον τρόπο διασκέδασης αλλά είναι ωραίο να έχεις εναλλακτικές και να μπορείς να εξερευνάς νέα πράγματα που μπορούν να επικοινωνηθούν μέσα από διαφορετικά φορμάτ.
Δουλεύεις επάνω σε κάτι καινούργιο αυτή την περίοδο; Αυτές τις ημέρες δουλεύω επάνω στη μουσική για μια ιαπωνική ταινία μικρού μήκους με το Wow Creative Studio. Πρόκειται για ένα μικρό, τρελό, πολύ έντονο φιλμ στο οποίο μπορώ να αφεθώ εντελώς ελεύθερος σε σχέση με τα synths και τον σχεδιασμό ήχου, είναι πολύ διασκεδαστικό. Και φυσικά δουλεύω πολύ επάνω στο σόου της Ακρόπολης.
Τι να περιμένουμε από το σόου στο Ηρώδειο λοιπόν; Θα είναι ένα event με ακόμα περισσότερα οπτικά από ποτέ πριν. Θα χρησιμοποιήσω ολόκληρο το Ηρώδειο σαν καμβά, ώστε η ομορφιά και η ιστορία του χώρου να γίνεται τόσο μέρος της παράστασης, όσο αυτό που προσθέτω σε αυτό. Είναι μια συναρπαστική προοπτική το να δημιουργήσω εκεί, αναμφίβολα πρόκειται για το πιο ιδιαίτερο μέρος που είχα ποτέ την ευκαιρία να εμφανιστώ και να δουλέψω.
Ποιες είναι οι αναμνήσεις σου από την Ελλάδα; Είχα μια καταπληκτική εμπειρία την τελευταία φορά στο Plissken Festival, στη Λυρική Σκηνή του Κέντρου Πολιτισμού Σταύρος Νιάρχος και πριν από αυτό είχα παίξει σε μια πανέμορφη μικρή εκκλησία για τα St. Paul’s Sessions και σε πολλά κλαμπ νωρίτερα. Υπήρξα αποδέκτης μιας καταπληκτικής φιλοξενίας και η Ελλάδα είναι πάντα ένα από τα πιο αγαπημένα μου μέρη για να επισκέπτομαι.