Categories: ΘΕΑΤΡΟ

Ο Γάμος, του Μάριου Ποντίκα, μία παράσταση που ταρακουνάει και συγκινεί.

Γράφτηκε στα τέλη της δεκαετίας του ’70 από τον Μάριο Ποντίκα  και τον Νοέμβριο του 1980 παρουσιάστηκε στο Θέατρο Τέχνης, σε σκηνοθεσία Κάρολου Κουν. Έκτοτε παρουσιάστηκε, ελάχιστες φορές σε κάποια ΔΗΠΕΘΕ ή από ερασιτεχνικές θεατρικές ομάδες. Ίσως γιατί είναι ένα σκληρό και αφόρητα ειλικρινές έργο. Ίσως γιατί αγγίζει θέματα που δεν θέλουμε να αναγνωρίσουμε ότι υπάρχουν γύρω μας.

Φέτος, μια ομάδα νέων καλλιτεχνών, που έχει δείξει ώς τώρα αξιοπρόσεκτα δείγματα γραφής («Η μαζώχτρα», «Οι χαλασοχώρηδες», κ.ά.) αποφάσισε να καταπιαστεί με το έργο του Μάριου Ποντίκα. Σκηνοθέτες, ο Κώστας Παπακωνσταντίνου και η Αγγελική Μαρίνου. Στέγη του, το «Θέατρο Σταθμός» στο Μεταξουργείο. Στη μέση της σκηνής του θεάτρου υπάρχει μόνο μια καρέκλα γυναικολογικής εξέτασης, και σε κάθε πλευρά της σκηνής ένας χώρος που καλύπτεται από μια κουρτίνα-γάζα. Στις δυο άκρες της σκηνής από ένα μικρόφωνο. Εκεί στέκονται οι ρόλοι -κοινωνία: ο ιατροδικαστής, ο εισαγγελέας, οι μάρτυρες κατηγορίας και υπεράσπισης, ο δημοσιογράφος, ο βιαστής -όλοι από δύο ηθοποιούς παιγμένοι (Δημήτρης Κουτρουβιδέας, Δημοσθένης Ξυλαρδιστός). Μια κοπέλα σαν κλαράκι (Μαργαρίτα Τρίκκα) κακοποιείται ανελέητα από την οικογένειά της. Είναι η Αφέντρα, το 15χρονο κορίτσι που βιάστηκε. Οι γονείς την μέμφονται που έχασε την τιμή της. Που είναι πλέον ελαττωματική, που καταστράφηκαν όλοι. Αλλά που «την βίασε δια της βίας» όπως λέει ο πατέρας (έξοχος σχολιασμός της ημιμάθειας).

Η δράση είναι εναλλασσόμενη: σπίτι και δικαστήριο όπου εκδικάζεται η υπόθεση του βιασμού. Οι γνωστές αντιδράσεις των γειτόνων κάθε εποχής: πέφτουν όλοι από τα σύννεφα για το καλό παιδί (τον βιαστή) που γνώριζαν, αλλά αφήνουν και το μελάνι τους για το κορίτσι: «Άμα δεν ήθελε, δεν θα τα πάθαινε». Ολα αυτά συμβαίνουν γρήγορα, χωρίς ωραιοποιήσεις, χωρίς κανένα σκηνικό αντικείμενο. Είναι όλα γυμνά, άμεσα, σοκαριστικά σκληρά, όπως το γυμνό σώμα της Αφέντρας που καθηλώνεται στη γυναικολογική πολυθρόνα απέναντι μας.  Το γυναικείο σώμα σαν σφάγιο, σαν αντικείμενο, σαν ελαττωματικό εμπόρευμα. Ενα «πράμα». Και μια σκηνοθετική επιλογή καίρια, ευθεία, καθηλωτική, ανατριχιαστικά συμβολική. Και το έργο προχωράει. Και η Αφέντρα σχεδόν υποχρεώνεται να αυτοπυρποληθεί. Το κορίτσι στη γυναικολογική πολυθρόνα είναι πλέον ένα κορίτσι φασκιωμένο με γάζες. Ενα τραύμα ολόκληρη. Που συνεχίζει να βιάζεται συναισθηματικά, πρώτα απ’ όλα από την οικογένειά της, με πρωταγωνιστή τον πατέρα (Ελισσαίος Βλάχος), συνεπικουρούμενο από την άλλη κόρη του (Μυρτώ Πανάγου), που κυνικά επιλέγει την πλευρά του ισχυρού και το συμφέρον της. Ο πατέρας ορίζει, αποφασίζει, κακοποιεί και τη γυναίκα του (Βάσω Καμαράτου), που κάποια στιγμή αντιδρά και αντιστέκεται, και υπερισχύει η συνειδητοποίηση και της δικής της μακροχρόνιας κακοποίησης εντός γάμου.

Στου πατέρα το στόμα βάζει ο Μάριος Ποντίκας όλες τις μεγάλες αλήθειες που τις λέει κυνικά, λαϊκά, αβασάνιστα, προκλητικά, αφού εκείνος τα θεωρεί φυσικά. Οπως φυσικό θεωρεί να παντρέψει την Αφέντρα με τον βιαστή της, με το αζημίωτο φυσικά. Και τότε οι κουρτίνες-γάζες από τις δυο πλευρές της σκηνής πέφτουν, όπως οι μάσκες, κι αποκαλύπτεται ένα μπουκωμένο μικροαστικό σκηνικό (θρησκευτικές εικόνες, φλυτζανάκια του καφέ, κουρελούδες, σιδερώστρα) και πολλά, πάρα πολλά πάκα εφημερίδων -οι σελίδες που έχουν καταγράψει τους βιασμούς, τις κακοποιήσεις και τις γυναικοκτονίες εδώ και πολλά χρόνια. Και πάλι μπροστά στα μάτια μας, μ’ έναν θαυμαστό τρόπο -σκηνή ανθολογίας-, όλα τα κεντρικά πρόσωπα του έργου αλλάζουν, βάζουν τα καλά τους και πάνε στον γάμο, σέρνοντας μαζί τους την Αφέντρα.  «Η μαμά τους θα δακρύζει/ συγγενείς, πεθερικά,/ τα κορίτσια, τα καημένα/ κι ούτε λέξη πια γι’ αυτά».

Μια ιστορία που γράφτηκε πριν από 40 χρόνια και εξακολουθεί να είναι βασανιστικά υπαρκτή για πάρα πολλές γυναίκες, παντού· οικογενειακές σχέσεις που εξακολουθούν να ισχύουν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της χώρας και του πλανήτη, πίσω από τις κλειστές πόρτες των διπλανών μας· βιασμοί αποτρόπαιοι που κάθε τόσο γίνονται γνωστοί. Αυτό ήταν το έργο, η ανατομία της μικροαστικής αντίληψης, έτσι όπως μεταφέρθηκε από την ύπαιθρο στη διάρκεια της εσωτερικής μετανάστευσης μαζί με τα υπάρχοντα των νέων κατοίκων της μεγάλης πόλης.

Αυτό το έργο το πήρε ο Κώστας Παπακωνσταντίνου και η Αγγελική Μαρίνου, το γύρισαν απ’ την ανάποδη (χωρίς να πειράξουν ούτε λέξη) και είδαμε όλη τη φόδρα του, κατάματα. Με τον τρόπο του θεάτρου. Με την αμεσότητα και την ευαισθησία του και μ’ έναν ευφυή συνδυασμό νατουραλισμού και ποίησης. Μ’ ένα σκηνικό (Βίκυ Πάντζιου) που σκιαγράφησε με μια καρέκλα και δύο γωνιές όλη την κοινωνική ακινησία και υποκρισία. Με τη μουσική να υπογραμμίζει τη βία και τον πανικό (αν και παραπάνω δυνατή σε αρκετά σημεία). Mε τη χορεύτρια Μαργαρίτα Τρίκκα -δηλαδή καλλιτέχνη που έχει μια πολύ ιδιαίτερη σχέση με το σώμα του- στο ρόλο της Αφέντρας, που έδωσε άλλη σκηνική διάσταση και αίσθηση στο γυναικείο σώμα -που βιάζεται, υπομένει, πονάει, αντιστέκεται, υποκύπτει. Και με τις  υπόλοιπες ερμηνείες που δεν επιδίωξαν να μιμηθούν το ύφος άλλων εποχών. Ηταν σημερινές και άμεσες. Και συνέβαλαν καθοριστικά στο αποτέλεσμα αυτής της ξεχωριστής παράστασης, που δεν φοβάται να σοκάρει, με όσα εξακολουθούν να συμβαίνουν και να μας σοκάρουν και εκτός σκηνής. Γι’ αυτό και ταρακουνάει και συγκινεί.

Σημείωση: Εψαξα και βρήκα, ψηφιοποιημένη από το ΕΛΙΑ, την αφίσα της παράστασης του Κάρολου Κουν. Η όψη της Αφέντρας στη σημερινή παράσταση συνομιλούσε απολύτως με την Αφέντρα του Θεάτρου Τέχνης τότε. Ενα νήμα κι αυτό.

Info
Σκηνοθεσία: Κώστας Παπακωνσταντίνου – Αγγελική Μαρίνου, Σκηνικά- Κοστούμια: Bίκυ Πάντζιου, Κίνηση: Κατερίνα Γεβετζή, Μουσική: Βασίλης Κουτσιλιέρης, Φωτισμοί: Γιώργος Αγιαννίτης, Βοηθός σκηνογράφος-ενδυματολόγος: Φιλάνθη Μπουγάτσου, Φωτογραφίες: Νίκος Βαρδακαστάνης
Παραγωγή: Ξανθίας Α.Μ.Κ.Ε.
Ερμηνεύουν: Ελισσαίος Βλάχος, Βάσω Καμαράτου, Δημήτρης Κουτρουβιδέας, Δημοσθένης Ξυλαρδιστός, Μυρτώ Πανάγου, Μαργαρίτα Τρίκκα
Θέατρο Σταθμός (Βίκτωρος Ουγκώ 55, Μετρό Μεταξουργείο), Τηλ.: 210 52 30 267
Κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 9μ.μ.
Διάρκεια παράστασης: 85 λεπτά
Μέχρι τις 31 Μαρτίου
Όλγα Σελλά