Categories: ΜΟΥΣΙΚΗ

Ο Nick Cave είναι η Ρέα Φραντζή

Μετά το Τέλος δεν αποφασίζεις να συνεχίσεις να ζεις γιατί παύεις να σκέφτεσαι όλα όσα κάνατε μαζί, όσα θέλατε να κάνετε ή όσα έπρεπε να κάνετε ή όσα δεν μπορέσατε να μην κάνετε.

Μετά το Τέλος αποφασίζεις να συνεχίσεις να ζεις γιατί μόνο έτσι δεν θα πάψεις να σκέφτεσαι όλα όσα κάνατε μαζί, όσα θέλατε να κάνετε ή όσα έπρεπε να κάνετε ή όσα δεν μπορέσατε να μην κάνετε.

Μετά το Τέλος αποφασίζεις να συνεχίσεις να ζεις γιατί αργά ή γρήγορα θα καταλάβεις, θα δοκιμάσεις να το αλλάξεις αλλά τελικά θα εγκαταλείψεις την προσπάθεια και θα αποδεχθείς ότι ο χρόνος είναι ελαστικός, ότι όσο και να απομακρυνθείς από τη στιγμή του Τέλους, θα έρθει η στιγμή που το λάστιχο θα σπάσει και θα επιστρέψεις εκεί απ’ όπου ξεκίνησες – όπως περίπου λέει ο Nick Cave σε μία αποστροφή του λόγου του μπροστά στην κάμερα του Andrew Dominik που ορθώς έχει ήδη αναπαραχθεί στα περισσότερα από τα κείμενα που έχουν προλάβει να γραφτούν για την ταινία One More Time With Feeling που μαζί με τον δίσκο Skeleton Tree απαρτίζουν το οπτικοακουστικό όλον της ευοίωνης και υπερβατικής, πρώτα και κύρια για τον ίδιο και την εναπομείνασα οικογένειά του, επιστροφής του. Για να ξεκινήσεις, αμέσως μετά, ξανά. Ξανά και ξανά. Και πάλι από την αρχή.

Μεγαλώνεις και συνεχίζεις να ακούς μουσική και επιμένεις να μην την αντιμετωπίζεις κλινικά, επιλέγεις να μη σε αφορά η αντικειμενικότητα, να μη σε απασχολεί η αποστασιοποίηση ή η υπερβολική συνδεσιμότητα, να μη σε αφορά τίποτα για τη μουσική πέρα από το ότι κάποιος την έγραψε και εσύ την ακούς, και την ακούς όπως είσαι κάθε φορά, κάθε επόμενη διαφορετικός ή ίδιος με την προηγούμενη, δεν έχει σημασία, σημασία έχει να είσαι υποκειμενικός και να μη σε νοιάζει να είσαι οτιδήποτε άλλο πέρα από υποκειμενικός, να μη σε νοιάζει να «μεγαλώσεις» ενώ μεγαλώνεις, γιατί αν αρχίσει να σε νοιάζει αυτό τότε ποιος ο λόγος να μην αρχίσεις να ακούς κλασική μουσική, ποιος ο λόγος να μη σταματήσεις να ακούς τη μουσική που σου επιτρέπει να την ακούς με το θυμικό σου, για να την μετατρέπεις σε σελίδες του δικού σου ημερολογίου, για να ξέρεις ότι δεν χρειάζεται να θυμάσαι από μόνος σου ποιος ήσουν και τι έκανες όταν την άκουσες, για να ξέρεις ότι όταν την ακούσεις ξανά θα σου θυμίσει εκείνη ποιος ήσουν και τι έκανες, ότι εκείνη είναι που θα σε βάλει ξανά κάποτε στη (δύσκολη) θέση σου, γιατί αυτό κάνουν τα τραγούδια, τα τραγούδια είναι βαγόνια που τσουλάνε, δεν είναι πίνακες που κρεμιούνται και κάποιοι τους φυλάνε για να τους βλέπουν όλοι και να τους αναλύουν όλοι και να μην καταλαβαίνει κανένας τι βλέπει.

Βλέπεις το One More Time With Feeling και ακούς τα τραγούδια του Skeleton Tree και χωρίς να σε αφορά η ψυχραιμία της αποτίμησης υποχρεώνεσαι να ακυρώσεις την αναζήτηση της απάντησης στη Μεγάλη Απορία, γιατί δεν έχει σημασία η απάντηση, δεν έχει σημασία ούτε η ερώτηση, δεν έχει σημασία ούτε γιατί πέρασαν τόσα χρόνια από την τελευταία φορά που σε ταρακούνησε ο Cave, δεν έχει σημασία ούτε γιατί σε συγκινεί ξανά τώρα τόσο πολύ, δεν έχει σημασία ούτε αν σε συγκινεί ξανά τώρα τόσο πολύ γιατί έχεις δει με τα μάτια σου σε μια σκοτεινή αίθουσα, σε τρεις διαστάσεις, ότι τα νέα του τραγούδια ηχογραφήθηκαν αφού πέθανε ο γιος του ενώ είχαν γραφτεί πριν ο ίδιος ο Cave χρειαστεί να φανταστεί τη ζωή του χωρίς το γιο του, σημασία έχει ότι ο Cave συνεχίζει τη ζωή του χωρίς το γιο του πάνω στο τρένο οχτώ τραγουδιών, πάνω στο τρένο αυτών των οχτώ τραγουδιών, που κατέληξαν να υμνούν το μέγεθος της δικής του απώλειας, οχτώ τραγούδια που υμνούν το μέγεθος της απώλειας που έχεις δει με τα μάτια σου στις τρεις διαστάσεις της πραγματικής ζωής ότι προκαλεί η απώλεια ενός ανθρώπου, πάνω στο τρένο οχτώ τραγουδιών τόσο μεγάλων και τόσο διαθέσιμων για να τα βεβηλώσει όπως θέλει όποιος θέλει να αποθεώσει τις προσωπικές του, μικρότερες ή μεγαλύτερες απώλειες.

Πάνω στο τρένο των οχτώ από τα μεγαλύτερα τραγούδια που έγραψε ποτέ ένας ψηλός, λιγνός τύπος που δεν μπόρεσε ποτέ να ξεφύγει από τον εθισμό του στη ζωή, ένας μεσήλικας με βαμμένα μαύρα μαλλιά που λυπάται τον εαυτό του γιατί βλέπει ότι τον λυπούνται οι άλλοι, ένας κουρασμένος κήρυκας που ξέρει κάτι που δεν ξέρει κανείς άλλος, κανείς από όσους νομίζουν ότι είναι ακόμη επικίνδυνος, κανείς από όσους ακόμη τους τρομάζει.

Ξέρει ότι θα συνεχίσει να γελάει με τον εαυτό του κάθε φορά που θα βάφει τα μαλλιά του μαύρα.

Το σημείωμα αυτό είναι αφιερωμένο στον Warren Ellis και στην «πραγματική» Ρέα Φραντζή.
Θεοδόσης Μίχος

Ο Θεοδόσης Μίχος γεννήθηκε στον Βόλο το 1979. Ζει στο κέντρο της Αθήνας από το 1998. Εργάζεται ως δημοσιογράφος (είναι συνιδρυτής της Popaganda) και ραδιοφωνικός παραγωγός (καθημερινά 8-10πμ στον Best 92.6). Είναι συγγραφέας των βιβλίων Κράτα το σόου (2016) και Η Αλκμήνη και οι άλλοι (2020).

Share
Published by
Θεοδόσης Μίχος