Οι Next Step Quintet είναι ίσως το σημαντικότερο ανάμεσα στα ανερχόμενα σχήματα της νέας σκηνής της ελληνικής τζαζ – κι όταν μιλάμε για μια σκηνή τόσο ζωντανή και δραστήρια, αυτό ήδη σημαίνει πάρα πολλά.
Τέσσερα παιδιά με ικανότητες, εμπειρίες και δράση αντιστρόφως ανάλογα της ηλικίας τους, συνεργάζονται κάθε φορά με κάποιον εμπειρότερο μουσικό, και το αποτέλεσμα εντυπωσιάζει Με αφορμή την αυριανή εμφάνισή τους με τον Tivon Pennicott, το λαμπρό σαξοφωνίστα ου έπαιξε και στο δεύτερο, πολύ επιτυχημένο άλμπουμ τους, οι Next Step Quintet, δηλαδή ο Βασίλης Ποδαράς, ο Ντίνος Μάνος, ο Γιάννης Παπαδόπουλος κι ο Θοδωρής Κότσυφας, απάντησαν σε όσα η Popaganda ήθελε να μάθει γι αυτούς.
Η γνωριμία μεταξύ σας χρονολογείται από τα φοιτητικά σας χρόνια. Επίσης, συνεργάζεστε, εκτός από το συγκεκριμένο, σε διάφορα άλλα σχήματα με διαφορετικούς leaders, δημιουργώντας ένα φάσμα πολυσχιδές. Ποια είναι τα προτερήματα και ποια τα ελαττώματα μιας τέτοιας, σχεδόν συζυγικής, συνύπαρξης;
Β.Π. Πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση. Αυτό είναι από τα θέματα που συχνά συζητάμε μεταξύ μας. Θα έλεγα πως το Next Step αποτελείται από δυο ζευγάρια, εμένα με τον Ντίνο Μάνο και το άλλο είναι ο Γιάννης Παπαδόπουλος με τον Θοδωρή Κότσυφα. Οι μεν θα μπορούσαν να είναι ο άντρας ενός ζευγαριού και οι δε η γυναίκα. Οι μακροχρόνιες και ουσιαστικές σχέσεις κάθε είδους (φιλικές, ερωτικές, οικογενειακές) είναι ο πραγματικός καθρέφτης των ατόμων που τις αποτελούν. Θέλουν συνεχή «δουλειά» και υπομονή. Συγκεκριμένα για το Next Step Quintet η μακροχρόνια αυτή σχέση έχει οδηγήσει σε έναν δημιουργικό και επικοινωνιακό πυρήνα πάνω και κάτω από τη σκηνή. Το σημαντικότερο συστατικό για μια τέτοια σχέση είναι η βαθιά αποδοχή των άλλων, εφόσον είμαστε όλοι διαφορετικοί, κάτι που θέλει προσωπική και ομαδική δουλεία ταυτόχρονα. Η κοινή εμπειρία μας και η σχέση αυτή μας κάνει πολύ ευέλικτους και αποδοτικούς σχεδόν σε όλες τις συνθήκες. Γι’αυτό φαντάζομαι πως κάποιοι leaders μας επιλέγουν σαν ομάδα.
Θ.Κ. Είναι πολύ σημαντικό το ότι παίζουμε και συνεργαζόμαστε αρκετό καιρό. Πλέον έχουμε μάθει ο ένας τον άλλο τόσο μουσικά όσο και λειτουργικά, όσον αφορά το ποιος αναλαμβάνει τι.
Γ. Π. Δεν βλέπω κάποιο ελάττωμα, τουλάχιστον προς το παρόν, καθώς κάθε φορά που συνεργαζόμαστε σε διαφορετικά projects, ουσιαστικά ενισχύουμε τον κώδικα επικοινωνίας μας, γεγονός που κάνει την συνύπαρξή μας ακόμα πιο εύκολη και παραγωγική!
ΝΤ. Μ. Η γνωριμία μας έγινε στο πανεπιστήμιο και εξελίχθηκε σε μια πολύ δυνατή φιλία μεταξύ μας. Αυτό νομίζω είναι το μεγαλύτερο προτέρημα το οποίο μέσω της κατανόησης και της θετικότητας αντιμετωπίζει γρήγορα και αποτελεσματικά όλα τα ελαττώματα που τυχόν δημιουργούνται στην διάρκεια της μακροχρόνιας σχέσης μας.
Ανήκετε σε μια νέα γενιά της ελληνικής τζαζ που έχει λαμπρές σπουδές, αλλά και την τύχη να παίζει συχνά μπροστά σε κοινό, παρόλο που δεν υπάρχουν και τόσοι πολλοί καθαρόαιμοι τζαζ χώροι στην Αθήνα. Πόσο ευρύ είναι το κοινό σας, και με ποιο τρόπο πιστεύετε πως θα μπορούσε να μεγαλώσει περισσότερο;
Β.Π. To κοινό διευρύνεται συνεχώς. Είναι ελπιδοφόρο ότι τις περισσότερες φορές στα λαιβ μας η πλειοψηφία του κοινού είναι πάνω κάτω στην ηλικία μας. Ωστόσο είναι σημαντικό το κοινό να διευρυνθεί ακόμα περισσότερο. Η τζαζ έχει εσφαλμένα θεωρηθεί μουσική της ελίτ. Η καλή μουσική δεν πρέπει να ταυτίζεται με κοινωνικό στάτους, ούτε με συγκεκριμένο lifestyle.Πάντα θα βρει τον τρόπο να κερδίσει οποιονδήποτε ακροατή. Η εξοικείωση με τη μουσική αυτή θα μπορούσε να αυξήσει ακόμα περισσότερο το κοινό. Η τάση της μάζας είναι πάντα προς το γνωστό…
Θ.Κ. Πιστεύω ότι το κοινό αυτού του είδους μουσικής που σήμερα λέμε jazz, συνεχώς, ίσως με αργούς ρυθμούς, αυξάνεται. Σ αυτό βοηθά και η επικοινωνία, που πλέον είναι πιο μαζική, αλλά και το επίπεδο των μουσικών που φτιάχνουν αυτή τη μουσική.
Στη χώρα μας υπάρχουν πολλά αξιόλογα σχήματα που γράφουν και ηχογραφούν μουσική για περισσότερο κόσμο από αυτόν που την άκουγε μέχρι τώρα.
Γ.Π. Η εικόνα που έχουμε είναι ότι το κοινό μας μεγαλώνει και διευρύνεται κάθε φορά που δοκιμάζουμε κάτι νέο, όπως π.χ οι διάφορες συνεργασίες ή το project στο οποίο παίζουμε μουσική των Radiohead. Αυτό, τρόπων τινά, βοηθάει τον κόσμο να βρει το σημείο επαφής του με την μουσική μας, καθώς αυτή θέλουμε να είναι πολυποίκιλη και πολυδιάστατη, προσπαθώντας όμως πάντα να κρατάμε την ταυτότητά μας.
ΝΤ. Μ. Η Ελληνική τζαζ σκηνή εξελίσσεται ραγδαία τα τελευταία χρόνια. Αυτό συμβαίνει γιατί όλο και περισσότεροι μουσικοί αποφασίζουν να ασχοληθούν με το συγκεκριμένο είδος. Το κοινό στην Ελλάδα ναι μεν αυξάνεται αλλά με αργούς ρυθμούς, και νομίζω πως η ελληνική τζαζ σκηνή αξίζει να ξεπεράσει τα εγχώρια σύνορα και να ακουστεί και στο εξωτερικό. Η βοήθεια κρατικών και πολιτιστικών φορέων σίγουρα θα ήταν πολύτιμη.
Έχετε συνεργαστεί με έναν από τους ήρωες της ελληνικής τζαζ, τον Τάκη Πατερέλη. Ποιοι ήταν οι δικοί σας jazz heroes, έλληνες ή ξένοι, που σας οδήγησαν να επιλέξετε αυτό το δρόμο στη μουσική;
Β. Π. Ξεκίνησα να παίζω ντραμς στα 11 μου χρόνια, μετά απο μια συναυλία των Socrates (με τον Γιώργο Τρανταλίδη στα ντραμς) και αμέσως είπα στον πατέρα μου ότι θέλω να γίνω ντράμερ. Από τότε η μουσική έγινε το πάθος μου. Θυμάμαι πως έκανα εικόνα να παίζω σε μια μεγάλη σκηνή με κόσμο απο κάτω και με πολλά ντραμς γύρω μου, ενώ την ίδια στιγμή βρισκόμουν στο δωμάτιο μου με walkman και έκανα air-drumming πάνω απο το starvation των socrates. Σήμερα 18 χρόνια μετά, έχω ζήσει και με το next step quintet αλλά και σε άλλες συνθήκες πολλές φορές το συναίσθημα που στα 11 μου έμοιαζε με όνειρο. Κανείς δεν πετυχαίνει τίποτα μόνος του. Υπάρχουν εμπειρίες και άνθρωποι που μας καθορίζουν και θα είναι ευλογία να ανταποδώσουμε στους επόμενους την έμπνευση που μας δόθηκε. Ο Τάκης Πατερέλης είναι ένας από τους πιο αφοσιωμένους και σημαντικούς μουσικούς που έχω γνωρίσει και η καλλιτεχνική του διαύγεια είναι παράδειγμα για κάθε μουσικό.
Θ. Κ. Θυμάμαι ότι “αποφάσισα” να γίνω μουσικός στα 12 μου χρόνια όταν είδα live τον Γιώτη Κιουρτσόγλου. Έκτοτε νομίζω ότι όλοι οι μουσικοί με τους οποίους έχω παίξει είναι κατά κάποιο τρόπο οι “ήρωες” στην πορεία μου μιας και έχω θαυμάσει κι έχω μάθει πολλά απ όλους.
Γ. Π. Είναι πάρα πολλοί, αλλά μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε ότι- τουλάχιστον με τους Έλληνες ήρωές μας έχουμε παίξει με όλους. Ευχόμαστε αυτό κάποια στιγμή να συμβεί και με κάποιους από τους υπόλοιπους.
ΝΤ. Μ. Ξεκινώντας τα πρώτα μου βήματα από την επαρχία, όπου κατά την γνώμη μου τα πράγματα πολιτισμικά είναι πιο δύσκολα, θα ήταν αδύνατο να ασχοληθώ με αυτήν την μουσική αν δεν ερχόμουν σε επαφή με άτομα όπως ο Κώστας Δομενικιώτης ο οποίος ήταν ο πρώτος μου δάσκαλος στο μπάσο, ο Γιώτης Κιουρτσόγλου, ο Δήμος Δημητριάδης και ο Γιώργος Κοντραφούρης.