Categories: ΒΙΒΛΙΟ

Το νέο βιβλίο του Τζο Νέσμπο είναι (πάλι) σαν να βλέπεις ταινία του Ταραντίνο

Τον περσινό Μάιο, ο Guardian δημοσίευσε την πιo άσχημη φωτογραφία του Νέσμπο, όπου ο Νορβηγός συγγραφέας θυμίζει την φάτσα του Γουίλιαμ Νταφόε στο Platoon καθώς τρώει στην πλάτη τις ριπές των Βιετκόνγκ, κοιτώντας με απόγνωση το ελικόπτερο που απογειώνεται. Ο τίτλος της κριτικής ήταν «Εκδίκηση, διαφθορά και βία που δεν καταφέρνουν να πείσουν» και στο κείμενο ο συντάκτης προσπαθούσε να κατατροπώσει το μυθιστόρημα του Νέσμπο «Ο Γιός» με κοινότοπες φράσεις όπως πολύ στυλιζαρισμένη βία ή οι χαρακτήρες δεν έχουν βάθος. Ο ίδιος ο Νέσμπο μοιάζει συνηθισμένος σε τέτοιες αλλοπρόσαλλες κριτικές. Κάποτε είχε πει στο New Yorker ότι γράφει βιβλία επειδή του αρέσει να είναι διάσημος, να τον αναγνωρίζουν στον δρόμο και να του λένε πόσο όμορφα περνάνε με τις ιστορίες του. Οι οποίες πουλάνε και μάλιστα πολύ.

Όμως το ζήτημα δεν είναι μια κακεντρεχής κριτική, αλλά πως μετά από τις πρώτες διθυραμβικές κριτικές για τις ιστορίες του ντετέκτιβ Χάρι Χολε, του αλκοολικού μπάτσου με το ξυρισμένο κρανίο και τις αρβύλες Dr. Martens, που τον έκαναν διάσημο, οι επαΐοντες στο χώρο του βιβλίου άρχισαν να δυσανασχετούν με αυτόν τον πρώην ποδοσφαιριστή, ροκ μουσικό και χρηματιστή που εισέβαλε ξαφνικά στην αστυνομική λογοτεχνία, γράφει πιο πολλές σελίδες και από τους Ρώσους γίγαντες  του 19ου αιώνα και πουλάει εκατομμύρια αντίτυπα.

«Ο Γιος» είναι η νέα του ιστορία του Νέσμπο. Έχει βία στα όρια του γκροτέσκου καθώς από τις πρώτες κιόλας σελίδες, μια σκύλα ξεσκίζει το πρόσωπο μιας γυναίκας, ενώ ένας μαφιόζος κόβει τα βλέφαρα του τσιρακιού του για να το συμμορφώσει. Αλλά πίσω από αυτές τις ταραντινικά δοσμένες σκηνές στυλιζαρισμένης βίας, υπάρχει και η πλοκή. Ο γιος ενός αυτόχειρα μπάτσου, βρίσκεται σε μία φυλακή υψίστης ασφαλείας, η πρέζα τον έχει κάνει ζόμπι και οι ιθύνοντες τον χρησιμοποιούν ως εξιλαστήριο θύμα για μία σειρά φόνους που διαπράττονται στην υψηλή κοινωνία του ‘Οσλο. Όμως όταν ο γιος σαν βιβλική φιγούρα, μαθαίνει την αλήθεια γύρω από τον πατέρα του, οργανώνει την απόδρασή του, βάζει στα ακουστικά του disc player το «Violator» των Depeche Mode και ρίχνεται στην εξάρθρωση της συμμορίας που σκότωσε τον πατέρα και κατέστρεψε τον ίδιο. Συνοδοιπόρος, στην αιματοβαμμένη πορεία του, είναι ένας ηλικιωμένος μπάτσος, πρόσφατα απεξαρτημένος από τον τζόγο, και με μία τυφλή σύζυγο που χρειάζεται επείγοντος χρήματα για μία εγχείριση με την οποία θα  ξαναβρεί την όραση της. Με όλα αυτά ως σκελετό και με την εμμονή του Νέσμπο να καταγράφει την άγρια πλευρά του Όσλο με τα πρεζάκια, τους άστεγους και τις συμμορίες των Ανατολικοευρωπαίων, μόνο από κλισέ δεν αποτελείται η νέα ιστορία του.

Συμμορία στο Όσλο.

Ο Νέσμπο έχει μία αποστολή, όπως λέει συχνά. Να στήσει έναν καθρέπτη μπροστά στους συμπατριώτες του, οι οποίοι εγκλωβισμένοι στον μικρόκοσμο της ευμάρειας τους, λόγω των πετρελαϊκών κοιτασμάτων, δεν φαίνεται να έχουν συνειδητοποιήσει τις πελώριες αλλαγές γύρω τους. Ότι δηλαδή τα πρεζάκια κυκλοφορούν πλάι στους τουρίστες στη σκιά του νέου κτιρίου της Όπερας. Ή ότι οι παραδοσιακές συμμορίες των μηχανόβιων που πουλούσαν χασίς και αμφεταμίνες έχουν αντικατασταθεί από σκληροτράχηλα αλάνια του πρώην σοσιαλιστικού παράδεισου, οι όποιοι διαθέτουν το μαύρο χρήμα για εξαγορά μπάτσων και πολιτικών.  

Οι πεντακόσιες πενήντα σελίδες του «Γιου» είναι η επιστροφή του Νέσμπο στο πολυαγαπημένο του θέμα. Η διαφθορά της εξουσίας και οι βρώμικες συναλλαγές της με το οργανωμένο έγκλημα. Κλασικό νουάρ θέμα από την  εποχή που ο Φιλίπ Μαρλόου εμφανίστηκε στους δρόμους του Λος Άντζελες. 

Και για να τελειώνουμε, κάθε βιβλίο του Νέσμπο, μοιάζει με συναυλία των Rolling Stones. Μπορεί να παραπονιέσαι ότι κάπου η πλοκή έκανε κοιλιά, η ότι κάποιες σελίδες ήταν υπερβολικές ή ότι κάποιοι ήρωες δεν είχαν λόγο ύπαρξης, αλλά φτάνοντας στο τέλος αναγκάζεσαι να παραδεχτείς ότι ήταν άψογα ενορχηστρωμένο. 

 Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο σε μετάφραση Κρυστάλλης Γλυνιαδάκη.

 

Δημήτρης Αναστασόπουλος

Share
Published by
Δημήτρης Αναστασόπουλος